Γεγονός καὶ Σχόλιο: Τό Διονυσιακό καί Ἀπολλώνειο στοιχεῖο
Οἱ νεοειδωλολάτρες, πού χαρακτηρίζονται καί παγανιστές, πολλές φορές ἰσχυρίζονται ὅτι ὁ Χριστιανισμός εὐθύνεται γιά τήν καταστροφή τοῦ Διονυσιακοῦ στοιχείου τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ πνεύματος καί ὁ ἔτσι ὁ Χριστιανισμός κατέστρεψε “τήν χαρά τῆς ζωῆς, τό γέλιο, τόν ἔρωτα, τό θέατρο καί ἐν γένει τήν πλήρη κατάφαση τῆς ζωῆς, πού ζοῦμε ἐδῶ καί τώρα”.
Ὁ Φώτης Σχοινᾶς σέ ἕνα σπουδαῖο κείμενο πού δημοσιεύθηκε στό περιοδικό “Συναξη” ἔχει ἀνατρέψει αὐτές τίς ἀπόψεις ὑποστηρίζοντας δύο πράγματα.
Πρῶτον, ὅτι τό Διονυσιακό στοιχεῖο δέν εἶναι τό μόνον στοιχεῖο πού διακρίνει τό ἀρχαῖο ἑλληνικό πνεῦμα, γιατί μαζί μέ αὐτό ὑπάρχει καί τό Ἀπολλώνειο στοιχεῖο. Μάλιστα ὁ Νίτσε στό βιβλίο του “ἡ γένεση τῆς τραγωδίας” ἀναφέρεται σέ αὐτήν τήν δυαδικότητα τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ κόσμου. Συγκεκριμένα γράφει ὁ Φώτης Σχοινᾶς: “Τό ἀρχαῖο ἑλληνικό πνεῦμα συντίθεται ἀπό δύο στοιχεῖα: τό Διονυσιακό καί τό Ἀπολλώνειο. Τό Ἀπολλώνειο στοιχεῖο εἶναι ὁ κόσμος τοῦ φωτός, τῆς γαλήνης, τῆς λογικῆς, τῆς ἠθικῆς τάξεως τοῦ κόσμου. Τό Διονυσιακό στοιχεῖο εἶναι ὁ κόσμος τοῦ ἔρωτα, τοῦ πάθους, τῆς ἡδονῆς, τοῦ γέλωτος, τοῦ κρασιοῦ, τοῦ ὀργασμικοῦ ξεφαντώματος. Τό Ἀπολλώνειο στοιχεῖο ἐκπροσωπεῖται ἀπό τό ἔπος, τό Διονυσιακό στοιχεῖο ἀπό τήν λυρική ποίηση. Σύνθεση καί τῶν δύο ἀποτελεῖ ἡ ἀρχαία ἑλληνική τραγωδία”.
Δεύτερον, δέν εἶναι ὁ Χριστιανισμός πού κατέστρεψε τό Διονυσιακό στοιχεῖο, ἀλλά οἱ ἀρχαῖοι φιλόσοφοι, ὅπως ὁ Πλάτωνας, ὁ ὁποῖος ἐπρέσβευε ὅτι “ὁ αἰσθητός κόσμος εἶναι ἀπείκασμα τοῦ αἰωνίου κόσμου τῶν ἰδεών”. Σκοπός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι, κατ’ αὐτόν, τό νά ἐπεκτείνεται στόν πραγματικό κόσμο τῶν ἰδεῶν, καί ὄχι στό ἀπείκασμα, στό εἴδωλον, τήν ἀπομίμηση. Γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο στήν Πολιτεία τοῦ Πλάτωνα “δέν ἔχουν καμμιά θέση οἱ ποιητές, τραγικοί καί κωμικοί, διότι ἁπλούστατα τό δραματικό ἔργον τούς εἶναι μίμηση τῆς παρούσης ζωῆς, ἡ ὁποία μέ τήν σειρά τῆς εἶναι μίμηση τῆς αἰωνίου ζωῆς τῶν ἰδεών”. Ὅσοι καταγίνονται μέ τήν τέχνη, κατά τόν Πλάτωνα, εἶναι μιμητές εἰδώλων τῆς ἀρετῆς καί γενικά “ἡ τέχνη εἶναι ἐπικίνδυνη γιά τήν παιδεία, ἐπειδή κάνει τόν ἄνθρωπο νά λησμονήση τόν ἑαυτό του καί νά ἐγκολπωθῆ ἕνα ἦθος πού δέν ταιριάζει στήν εὐσχημοσύνη καί τήν κοσμιότητα”.
Ἑπομένως, δέν εἶναι ὁ Χριστιανισμός πού κατέστρεψε τό Διονυσιακό στοιχεῖο, τήν χαρά, τό θέατρο, τήν τέχνη. Ἄλλωστε ὁ Νίτσε καταλογίζει στόν Πλάτωνα τήν “ἐκλογίκευση” καί “ἠθικοποίηση” τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ πνεύματος. Ἀντίθετα μάλιστα ὁ Χριστιανισμός καλλιέργησε ὅλον τόν πολιτισμικό τρόπο ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, συνδύασε ὁλοκληρωμένα καί οὐσιαστικά ὅλα τα στοιχεῖα πού ἀποτελοῦν τήν ζωή καί τήν συμπεριφορά τοῦ ἀνθρώπου. Στήν Ὀρθοδοξία δέν πιστεύουμε στίς ἰδέες τοῦ Πλάτωνα, οὔτε καί στήν ἀπολυτοποίηση τῆς παρούσης ζωῆς, ἀλλά ζοῦμε τόν ἄριστο συνδυασμό λογικῆς καί συναισθήματος, χαρᾶς καί λύπης, παρούσης ζωῆς καί ἐσχατολογικῆς προσδοκίας. Ὁ ἀληθινός Χριστιανός δέν ζῆ διασπάσεις στήν ζωή του, ἀλλά ὁ ἴδιος ἀναγεννᾶται πνευματικά καί στήν συνέχεια αἰσθάνεται ὅτι ζῆ σέ μία ἀνακαινισμένη κτίση, σέ ἕνα ἁγιασμένο περιβάλλον. Ἀπολαμβάνει τά πάντα μέ τήν δύναμη καί τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ. Δέν πάσχει ἀπό στερήσεις, ἀλλά πάσχει τήν καλήν ἀλλοίωση, τήν θέωση καί τόν ἁγιασμό.
Ν.Ι.
- Προβολές: 3200