Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Ἀπέναντι στήν ἀφύπνιση τῆς ὑποκρισίας
Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη
Εἶναι κοινοτοπία νά ποῦμε ὄτι ἡ σημερινή κοινωνία τοῦ δυτικοῦ κόσμου πάσχει. Ἡ καταγραφή, γιά παράδειγμα, τῆς καθημερινότητάς της ἀπό τά δελτία εἰδήσεων δείχνει ὅτι βρίσκεται σέ μεγάλη ταραχή καί ἀνασφάλεια, μέ τούς πολέμους, τίς τρομοκρατικές ἐνέργειες, τήν ἐγκληματικότητα, ἀλλά καί τήν ἔκλυση τῶν ἠθῶν, τήν ἀπώλεια τῶν κριτηρίων τοῦ καλοῦ καί τοῦ φυσικοῦ, ἡ ὁποία προέρχεται ἀπό τήν ἀποκοίμηση τῆς συνείδησης πολλῶν μέσα σέ φιλοσοφίες, ὅπως ἡ woke. Δέν θά μείνουμε ὅμως στίς γενικές διατυπώσεις γιά τά πάθη τοῦ κόσμου μας. Θά ἐπικεντρωθοῦμε σέ ἕνα μόνο «ὕπουλο πάθος», ἀρκετά διαδεδομένο, κυρίως στόν δημόσιο λόγο﮲ θά μιλήσουμε γιά τήν «πονηρία τῆς ὑποκρισίας».
Στήν σημερινή, λοιπόν, κοινωνία τοῦ δυτικοῦ κόσμου, τήν ἀνοιχτή, τήν ἀσυμβίβαστη, τήν ἐλεύθερη, ἡ ὑποκρισία εἶναι παροῦσα καί ρυθμίζει σέ πολλούς τίς συμπεριφορές τους καί τίς σχέσεις τους. Εἶναι περιττό, βέβαια, νά ποῦμε ὅτι, παρά ταῦτα, ἡ ὑποκρισία, ὡς συμπεριφορά, ἀπορρίπτεται μετά βδελυγμίας ἀπό ὅλους.
Συνήθως ἡ ὑποκρισία παρουσιάζεται ὡς χαρακτηριστικό τῶν «θρησκευομένων». Γίνεται συχνά λόγος, κυρίως ἀπό τούς ἐπιρρεπεῖς στό πάθος τῆς κατάκρισης, γιά φαρισαϊσμό, ἠθικισμό, εὐσεβισμό κ.λ.π. Ἡ ὑποκρισία εἶναι πράγματι ἕνας ἰσχυρός πειρασμός τῶν «θρησκευομένων», ὁ ὁποῖος, ἄν δέν γίνη ἔγκαιρα ἀντιληπτός, ἡ πονηρία του μπορεῖ νά καταστήση τελείως ἄκαρπη τήν πνευματική ζωή ἀνθρώπων πού ἐπιθυμοῦν νά ζήσουν ἀληθινά τήν ἐν Χριστῷ ζωή.
Εἶναι ὅμως σκανδαλώδης μονομέρεια νά περιορίζουμε τήν ὑποκρισία στούς θρησκευομένους, διότι κατατρώει, δυστυχῶς, τήν ζωή τοῦ παρόντος κόσμου. Μπορεῖ νά πῆ μάλιστα κανείς ὅτι στά κοσμικά περιβάλλοντα ἔχει καταστῆ ἐπιστήμη, ἐπιστήμη ὠφελιμιστικῆς ἐπικοινωνίας. Ἄλλωστε, ἕνα σύμπτωμα αὐτῆς τῆς «ἐπικοινωνιακῆς ὑποκρισίας» ἔγινε ἀφορμή γιά ὅσα διατυπώνονται σ’ αὐτό τό σημείωμα.
Νά γίνουμε πιό συγκεκριμένοι. Ἀρχικά, πολλοὶ πολιτικοί τοῦ δυτικοῦ κόσμου, εἰδικὰ ἀπὸ τό λεγόμενο Δημοκρατικό τόξο, ὑποστήριζαν τὴν «woke» κουλτούρα ὡς τὸ μέσο γιὰ τὴν ἐπίτευξη κοινωνικῆς δικαιοσύνης, ὑπερασπιζόμενοι τά δικαιώματα τῶν μειονοτήτων, τῶν γυναικῶν, τῶν ΛΟΑΤΚΙ+ κοινοτήτων καὶ τῶν διαφόρων ἄλλων ὁμάδων. Ὡστόσο, ἡ ἀλλαγή στήν διοίκηση τῶν ΗΠΑ καὶ ἡ ἀμφισβήτηση τῆς πολιτικῆς τάξης πού πήγαινε νά καθιερωθῆ, ἡ ὁποία ἀνέτρεπε φυσικούς παραδοσιακούς θεσμούς, ὅπως ἡ οἰκογένεια, ἀλλά εἰσέδυε διαβρωτικά ἀκόμη καί σέ Πανεπιστήμια, ἄλλαξε τήν ροή τῶν πραγμάτων. Ἔτσι, παρατηρεῖται ἀλλαγή τῆς στάσης πολλῶν ἀπέναντι στήν «woke» κουλτούρα. Αὐτή ἡ ἀλλαγή στάσης ὅμως δέν σημαίνει ὑποχρεωτικά ἀλλαγή ἀπόψεων. Εἶναι μᾶλλον τρόπος διατήρησης τῆς πολιτικῆς ἐπιρροῆς, μέ τήν προσαρμογή στὶς ἀπαιτήσεις πού ἔχει ἡ πλειονότητα τοῦ ἐκλογικοῦ σώματος. Αὐτή ἡ στάση εἶναι φανερά ὑποκριτική.
Κάποιοι μιλοῦν καθαρά γι’ αὐτήν τήν ἀλλαγή στάσης καί τίς αἰτίες της, χωρίς νά ἀλλάζουν τίς ἀπόψεις τους. Συγκεκριμένα, θιασώτης τῆς woke κουλτούρας θεωρεῖ «ἱλαροτραγωδία τῶν ἀποστόλων τῆς πολιτικῆς ὀρθότητας, τοῦ νεοφεμινισμοῦ, τοῦ woke κινήματος», τό ὅτι «ξεκινώντας ἀπὸ εὐγενεῖς προθέσεις, κατέληξαν πολὺ σύντομα ζηλωτές. Χώρισαν τὸν κόσμο στοὺς δικούς τους καὶ στοὺς ἄλλους. Στοὺς ὁποίους ἄλλους ἄξιζε ἐξοστρακισμός... Τὸ πιὸ ἀμετροεπές; Πίστεψαν ὅτι ἡ ἀτζέντα τους ἀπασχολεῖ τὸ σύνολο τῆς κοινωνίας ὅσο καὶ τοὺς ἴδιους» (Χρ. Χωμενίδης). Καί σημειώνει: «Πανάρχαιο φαινόμενο τὰ κινήματα ὅταν δὲν πιάνουν ρίζες στὸν λαὸ νὰ ἐκφυλίζονται σὲ σέχτες. Σὲ μικρὲς πλὴν φανατικὲς αἱρέσεις». Δέν πιάνουν ρίζες στόν λαό γιατί δέν ἀνταποκρίνονται στίς πραγματικές ἀνάγκες του κι ἄς ἔχουν ἀνάμεσα στούς πολλούς καί κάποιους πολύ ὡραίους καί ὑψηλούς στόχους. Κλείνοντας τό κείμενό του ρωτᾶ: «Λυπᾶμαι γιὰ τὸ διαφαινόμενο τέλος τοῦ woke;» Στήν ἀπάντησή του βρίσκεται ἡ ἐμμονή στήν ἀντίφαση τῆς ἰδεολογίας πρός τήν ἀληθινή ζωή. Γράφει: «Ναί [λυπᾶμαι], καὶ ἂς βρίσκω τοὺς πιὸ διαπρύσιους ὀπαδούς του ἐχθροπαθεῖς, γραφικούς, ἐνίοτε καὶ ὑποκριτές-καριερίστες». Τό πρόβλημα ὅμως δέν εἶναι οἱ ἐχθροπαθεῖς διαπρύσιοι ὀπαδοί τῆς «πολιτικῆς ὀρθότητας», ἀλλά ὅλο τό πλέγμα τῶν ἀπόψεων πού προβάλλεται ὡς «πολιτική ὀρθότητα».
Παρεκβατικά, λόγω Χριστουγέννων, ἀντλοῦμε ἕνα παράδειγμα ὑποκρισίας ἡγέτη ἀπό τήν ἱστορία τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἡρώδης, πού βασίλευε στήν Ἰουδαία κατά τόν χρόνο τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή ὁ Μέγας, ἦταν χαρακτηριστική περίπτωση ὑποκριτή. Γι’ αὐτόν ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος γράφει: «Τότε ὁ Ἡρώδης λάθρα καλέσας τοὺς Μάγους...» καί ὁ Θεοφύλακτος Βουλγαρίας παρατηρεῖ: «Λάθρα τούτους ἐκάλεσε διὰ τοὺς Ἰουδαίους. Ὑπώπτευε γὰρ ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι ἴσως περὶ πολλοῦ ποιήσονται τὸ παιδίον, καὶ φροντίσουσι τοῦ σῶσαι αὐτὸ, ὡς μέλλον ἐλευθερῶσαι αὐτούς. Διὰ τοῦτο οὖν λάθρα ἐπιβουλεύει». Ἑτοιμάζεται γιά τόν φόνο τοῦ νεογέννητου Βασιλέως κρυφά ἀπό τούς Ἰουδαίους, γιά νά μήν ἀντιληφθοῦν ἐκεῖνοι τίς προθέσεις του. Καί ἀφοῦ ἔμαθε ἀπό τούς ἱερεῖς ὅτι στήν Βηθλεέμ θά γεννηθῆ «ὁ μέλλων λυτροῦσθαι τὸν Ἰσραήλ» κι ἀκόμη ἐξακρίβωσε τόν χρόνο πού φάνηκε ὁ ἀστέρας στούς Μάγους (δύο χρόνια ἔκαναν ὁδοιπορία καθοδηγούμενοι ἀπό τόν ἀστέρα), τούς εἶπε: «Πορευθέντες ἀκριβῶς ἐξετάσατε περὶ τοῦ παιδίου»· καί παρατηρεῖ πάλι ὁ Θεοφύλακτος Βουλγαρίας: «Οὐκ εἶπε περὶ τοῦ βασιλέως ἀλλὰ περὶ τοῦ παιδίου, οὐδὲ γὰρ τὸ ὄνομα ἀνέχεται, ὅθεν δεικνύει ὅτι μαίνεται κατ’ αὐτοῦ». Δέν ἀνέχεται νά ὀνομάση τόν νεογέννητο Χριστό Βασιλέα. «Μαίνεται κατ’ αὐτοῦ». Ἔχει μῖσος καί θυμό πού μοιάζει μέ τρέλα. Ὅμως κρύβει τά συναισθήματα καί τίς προθέσεις του. Ὑποκρίνεται τόν ἄδολο. Στέλνει τούς Μάγους νά ἐξετάσουν μέ ἀκρίβεια τά σχετικά μέ τό «παιδίον» καί βάζοντας ἱλαρό προσωπεῖο στήν ταραχή καί τό φθόνο του, τούς λέει: «Ἑπὰν δὲ εὕρητε ἀπαγγείλατέ μοι ὅπως κἀγὼ ἐλθὼν προσκυνήσω αὐτῷ». Κάλυψε τόν φθόνο καί τήν πρόθεση τοῦ φόνου μέ τήν διάθεση νά πάη κι αὐτός δῆθεν νά τό προσκυνήση. Καί ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος γράφει: «Οἱ δὲ ἀκούσαντες τοῦ βασιλέως ἐπορεύθησαν». Καί ὁ ἱερός Θεοφύλακτος σχολιάζει: «Ἄδολοι γὰρ ὄντες αὐτοὶ ἐνόμιζον κἀκεῖνον ἀδόλως λέγειν». Ἡ ὑποκρισία τοῦ Ἡρώδη ξεγέλασε τούς σοφούς, ἀλλά ἄδολους Μάγους, γι’ αὐτό κατόπιν Ἄγγελος Κυρίου τούς προφύλαξε ἀπό τήν πονηρία τοῦ Ἡρώδη. Ἡ ὑποκρισία τῶν ἔμπειρων στήν πονηρία παραπλανᾶ ἀκόμη καί σοφούς.
Οἱ ὑποκριτές δέν βλέπουν μέσα τους. Παρατηροῦν τούς γύρω τους καί μηχανεύονται τρόπους γιά νά εἶναι ἀρεστοί ἀπό τούς πολλούς, κυρίως στούς ἀνθρώπους πού τούς ἐνδιαφέρουν, τούς ψηφοφόρους ἤ τό κοινωνικό ἤ ἀκόμη τό ἐκκλησιαστικό τους περιβάλλον. Κατά κάποιον τρόπο κάνουν ἕναν διάλογο μέ ὅλους αὐτούς, ὅπως στίς ἀρχαῖες τραγωδίες ὁ ἠθοποιός μέ τόν χορό. Ἀπό ἐκεῖ προέρχεται καί ἡ λέξη ὑποκριτής.
Στά σύγχρονα λεξικά ἡ σημασία τῆς λέξης «ὑποκριτής» εἶναι αὐτή πού ὅλοι γνωρίζουμε· εἶναι «ὁ προσποιούμενος αἰσθήματα πού δέν ἔχει» (Λεξικό Τεγόπουλου-Φυτράκη)· καί «ὑποκρισία» εἶναι «ἡ συμπεριφορά πού χαρακτηρίζεται ἀπό τήν προσπάθεια κάποιου νά μήν ἐμφανίσει τόν πραγματικό ἑαυτό του καί νά παρουσιάσει μιά ψεύτικη εἰκόνα γιά τίς ἰδέες, τά συναισθήματα καί τίς προθέσεις του» (Λεξικό Μπαμπινιώτη).
Τά λεξικά τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας μᾶς δίνουν σαφέστερα τίς σημασίες τοῦ «ὑποκριτή» καί «ὑποκρίνεσθαι». Στό Λεξικό Liddell-Scott «ὑπόκρισις» σημαίνει: «Ι ...ἀπόκρισις, ΙΙ... τό παριστάνειν τι ἐπί τῆς σκηνῆς, ἡ τέχνη τοῦ ἐπί τῆς σκηνῆς ὑποκριτοῦ» καί «ὑποκριτής» πρωταρχικά σημαίνει «ὁ ἀποκρινόμενος».
Στόν Σουΐδα, ἕνα ἀπό τά σημαντικότερα ἑλληνικά λεξικά τοῦ 10ου μ.Χ. αἰῶνος, διαβάζουμε: «Ὑποκρίνεσθαι, τό ἀποκρίνεσθαι οἱ παλαιοί. Καί ὑποκριτής ἐντεῦθεν ὁ ἀποκρινόμενος τῷ χορῷ». Δηλαδή, ἡ σημασία τοῦ ὑποκρίνεσθαι στούς παλαιούς συγγραφεῖς εἶναι τό ἀποκρίνεσθαι καί ἀπό αὐτήν τήν σημασία προκύπτει ἡ σημασία τῆς λέξης ὑποκριτής, ἡ ὁποία σημαίνει αὐτόν πού ἀποκρίνεται στόν χορό, δηλαδή τόν ἠθοποιό πού ἀποκρίνεται σέ ὅσα λέει ὁ χορός στίς τραγωδίες.
Συνθέτοντας ὅλες αὐτές τίς σημασίες μέσα στό πλαίσιο τῆς σύγχρονης πραγματικότητας, μπορεῖ νά εἰπωθῆ ὅτι ὁ ὑποκριτής ἀποκρίνεται στόν «χορό» τῶν ἀνθρώπων πού θέλει νά τόν ἐκτιμοῦν. Διαλέγεται μαζί τους. Ἀκούει τίς ἀπόψεις τους, τά αἰτήματά τους καί ἀποκρίνεται ἔτσι, ὥστε νά εἶναι πάντα ἀρεστός, ἔστω καί ἄν φαίνεται νά ὑποστηρίζη ἀπόψεις πού ἔρχονται σέ ἀντίθεση μέ αὐτά πού πρίν ἀπό λίγο καιρό ὑποστήριζε. Δέν λέει αὐτό πού ἔχει μέσα του, «παρουσιάζει μιά ψεύτικη εἰκόνα γιά τίς ἰδέες, τά συναισθήματα καί τίς προθέσεις του». Μπορεῖ νά μήν ἔχει τό φονικό μῖσος τοῦ Ἡρώδη, ἔχει ὅμως τό ἄγχος του γιά τήν διατήρηση τῆς ἐξουσίας του.
Ἡ ἀλλαγή στάσης πολλῶν ἀπέναντι στήν «woke» κουλτούρα, δέν σημαίνει ὅτι τήν ἔχουν ἀρνηθῆ ἤ ἀπορρίψει. Ἁπλῶς βλέπουν ὅτι δέν τήν εὐνοοῦν τώρα οἱ συνθῆκες. Βλέποντας τά πράγματα μέσα στό πλαίσιο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, πρέπει νά ἐπισημανθῆ ὅτι χρειάζεται ἀφύπνιση τοῦ λαοῦ σέ σχέση μέ τήν ὑγεία καί τήν ἀνακαινιστική δύναμη τῆς ἀποστολικῆς καί πατερικῆς παραδόσεώς του, γιά νά μπορεῖ νά διαχειρίζεται μέ ἀσφάλεια τήν «ἀφύπνιση τῆς ὑποκρισίας», δηλαδή τήν θετική ἀνταπόκριση στίς ἀρχές του ἀπό αὐτούς πού στήν πραγματικότητα δέν τίς πιστεύουν.
- Προβολές: 423