Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ἅγιος Ἰουβενάλιος ὁ ἱεραπόστολος καί πρωτομάρτυρας τῆς Ἀμερικῆς, 29 Σεπτεμβρίου
Ὁ ἅγιος Ἰουβενάλιος, κατά κόσμον Ἰάκωβος Φεντόροβιτς, γεννήθηκε στήν Ρωσία τό 1756. Ἦταν στρατιωτικός καί ἔφθασε μέχρι τόν βαθμό τοῦ ταξίαρχου, ἀλλά «ὁ πόθος ὁ πρός Θεόν» πού πυρπολοῦσε τήν καρδία του τόν ἔκανε νά ἐγκαταλείψη τόν στρατό καί νά ἐγκαταβιώση στό περίφημο μοναστήρι τοῦ Βαλαάμ, ὅπου ἐκάρη μοναχός καί χειροτονήθηκε ἱερέας. Ὁ ἡγούμενος τῆς μονῆς, στάρετς Ναζάριος, βλέποντας τόν ἔνθεο ζῆλο του τόν ἀπέστειλε στήν Ἀλάσκα γιά ἱεραποστολική ἐργασία, μαζί μέ ἄλλους ἑπτά μοναχούς, ἔπειτα ἀπό σχετική ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας. Ὁ Ἰουβενάλιος μέ χαρά καί ἐνθουσιασμό ἐντάχθηκε στήν ἱεραποστολική ὁμάδα, ἐπί κεφαλῆς τῆς ὁποίας ἦταν ὁ 33χρονος ἀρχιμανδρίτης Ἰωάσαφ. Στίς 22 Ἰανουαρίου τοῦ 1794 οἱ ὀκτώ ἱεραπόστολοι ξεκίνησαν ἀπό τήν Μόσχα καί στά μέσα τοῦ καλοκαιριοῦ ἔφτασαν στό Γιακούτσκ, ἀφοῦ πέρασαν ἀπό τό Ἰρκούτσκ, τό Ὀχότσκ, τήν Καμτσάτκα, τίς Κουρίλες καί τίς Ἀλεοῦτες, ταξιδεύοντας συνήθως μέ πλοῖα. Σύμφωνα μέ ἐπιστολή τοῦ ἐπικεφαλῆς τῆς ὁμάδος πρός τόν ἡγούμενο στάρετς Ναζάριο, ὁ Ἰουβενάλιος «ἦταν ἀπό ὅλους ὁ πιό ἱκανός καί συνετός, μέ τόση θέρμη γιά ἱεραποστολή, πού ἤθελε νά τρέξη σέ ὅλα τά μέρη γιά νά κηρύξη τόν Χριστό».
Τό καλοκαίρι τοῦ 1795 ὁ Ἰουβενάλιος πῆρε μαζί του ἕναν Ἰνδιάνο γιά ὁδηγό καί ἐπιχείρησε τό δύσκολο ταξίδι στήν ἠπειρωτική Ἀμερική. Ὑπολογίζεται ὅτι βάπτισε περί τούς 5.000 ἰθαγενεῖς. Στίς 29 Σεπτεμβρίου τοῦ 1796 βρῆκε μαρτυρικό θάνατο, γιά τόν ὁποῖο ὑπάρχουν δύο ἐκδοχές. Κατά τήν πρώτη ἐκδοχή φονεύθηκε ἀπό ὁμάδα ἰθαγενῶν κυνηγῶν κοντά στό σημερινό χωριό Κουϊναγκάκ. Σύμφωνα μέ τήν δεύτερη ἐκδοχή θανατώθηκε κοντά στήν λίμνη Ἰλιάμνα ἀπό τόν φύλαρχο μιᾶς ντόπιας φυλῆς, ὁ ὁποῖος ἐξοργίσθηκε ἐπειδή ὁ Ἰουβενάλιος βάπτισε τίς τρεῖς συζύγους του, καθώς καί ὁλόκληρη τήν οἰκογένεια τοῦ ἀδελφοῦ του, καί κυρίως ἐπειδή συμβούλευε τούς νεοφώτιστους νά ἀποφεύγουν τήν πολυγαμία.
Ὁ Ἰουβενάλιος, εἴτε μέ τόν ἕνα εἴτε μέ τόν ἄλλον τρόπο, ἀξιώθηκε μαρτυρικοῦ τέλους, καί εἶναι ὁ φωτιστής καί πρῶτος μάρτυρας τῆς Ἀμερικανικῆς ἠπείρου.
Ὁ βίος καί ἡ πολιτεία του μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα:
Πρῶτον. Ὁ ζῆλος γιά τήν ἱεραποστολή καί τόν εὐαγγελισμό τῶν ἀνθρώπων, κατά τό πρότυπο τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, εἶναι μιά εὐλογημένη κατάσταση, ὅταν, βέβαια, συνδέεται μέ τήν ταπείνωση καί τήν ὑπακοή στήν Ἐκκλησία. Δηλαδή, ὅταν τηροῦνται οἱ κατάλληλες προϋποθέσεις, ὅπως ἄλλωστε συμβαίνει καί στήν κοινωνία γενικότερα, ὅπου τίποτε δέν γίνεται ἀπροϋπόθετα, ἀλλά γιά τήν κατάληψη ὁποιασδήποτε θέσεως, καί γενικά γιά ὅλα τά θέματα, ἀπαιτοῦνται τά κατάλληλα δικαιολογητικά, οἱ ἀπαραίτητες προϋποθέσεις. Δυστυχῶς, μέσα στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο παρατηρεῖται συχνά τό φαινόμενο νά μή τηροῦνται οἱ κανονικές προϋποθέσεις, μέ ἀποτέλεσμα νά μετατρέπεται ὁ ἔνθεος ζῆλος σέ ζῆλο «οὐ κατ’ ἐπίγνωσιν», ὁ ὁποῖος ἀντί νά οἰκοδομῆ, γκρεμίζει, καί ἀντί νά συμβάλλη στήν εἰρήνη καί τήν ἑνότητα μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, ἀντίθετα προξενεῖ διχασμό, δημιουργεῖ σχίσματα μέσα στήν Ἐκκλησία, σχίζει μέ ἄφρονα τρόπο «τόν ἄρραφο χιτῶνα τοῦ Χριστοῦ». Μέ ἄλλες λέξεις, γιά νά καρποφορήση ὁ ζῆλος γιά τήν ἱεραποστολή θά πρέπει νά ἀποφεύγονται οἱ ἀκρότητες, πού ὀφείλονται στήν ὑπερηφάνεια καί τήν ἀλαζονεία, καί νά τηρῆται ἡ ἐκκλησιαστική εὐταξία, ἤτοι ἡ ὑπακοή στήν Ἐκκλησία καί τούς ἐκκλησιαστικούς θεσμούς. Ὅταν τηροῦνται αὐτές οἱ προϋποθέσεις, τότε ὁ σπόρος, ἤτοι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, καρποφορεῖ καί αὐξάνεται ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἐπιδαψιλεύεται πλουσίως στούς πιστούς καί ταπεινούς ἐργάτες τοῦ πνευματικοῦ ἀμπελῶνος τοῦ Χριστοῦ.
Πιστοποιητικό γνησιότητος τοῦ ἔργου τῶν ἀληθινῶν ἐργατῶν τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ ἡ τέλεια ἀγάπη, ἡ ὁποία εἶναι καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ Χάρη τοῦ Ὁποίου πλημμυρίζει ὅλη τήν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου, καί τήν ψυχή καί τό σῶμα του, καί τόν καθιστᾶ ἱκανόν ὄχι μόνον νά ἀντέχη στούς πειρασμούς καί τίς δυσκολίες, ἀλλά καί νά ἐπιθυμῆ τό μαρτύριο.
Δεύτερον. Οἱ Πρωτόπλαστοι πρίν ἀπό τήν παρακοή τους στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τήν πτώση τους στήν ἁμαρτία ζοῦσαν στόν Παράδεισο σάν ἄγγελοι. Εἶχαν κοινωνία μέ τόν Θεό καί ἀληθινή ἀγάπη μεταξύ τους. Μετά τήν πτώση τους στήν ἁμαρτία διασπάστηκε ἡ κοινωνία τους μέ τόν Θεό, ἀλλά καί μεταξύ τους, καί ἡ ἀγάπη τους ψυχράνθηκε. Οἱ δερμάτινοι χιτῶνες μέ τούς ὁποίους τούς ἐνέδυσε ὁ Θεός εἶναι ἡ φθορά καί ὁ θάνατος. Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο αὐξάνεται καί πληθύνεται τό ἀνθρώπινο γένος μετά τήν πτώση εἶναι ὅμοιος μέ τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο πολλαπλασιάζονται τά ζῶα. Ἐάν δέν συνέβαινε ἡ πτώση τῶν Πρωτοπλάστων στήν ἁμαρτία, τό ἀνθρώπινο γένος θά πολλαπλασιαζόταν μέ τρόπο ὅμοιο μέ ἐκεῖνον μέ τόν ὁποῖο πολλαπλασιάζονται οἱ ἄγγελοι.
Μετά τήν πτώση, ἡ φυσική κατάσταση τῶν ἀνθρώπων, ὅπως τονίζει χαρακτηριστικά ὁ Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ, εἶναι ἡ πολυγαμία, ἐνῶ ἡ μονογαμία πού καθιέρωσε ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι χαρισματική κατάσταση. Γράφει: «Γιά τόν πεπτωκότα ἄνθρωπο ἡ πολυγαμία εἶναι φυσική», ἐνῶ «ἡ ἄνθρωπότητα δέν γνώρισε τή μονογαμία ἐξαιτίας τῆς πτώσεώς της». Ὁ ἄνθρωπος μετά τήν πτώση ἔφθασε στήν πολυγαμία, δηλαδή σέ μιά ζωώδη κατάσταση. Ὁ Χριστός ἐπανέφερε τόν γάμο στήν μονογαμία, ὁπότε «ἡ χριστιανική μονογαμία εἶναι ὑπερφυσική» κατάσταση. Ἡ ἀγάπη τοῦ ἑνός ἀνθρώπου πρός τόν ἄλλο «δέν εἶναι ψυχική ἤ φυσιολογική» δέν συνδέεται «μέ τήν ἀνατομία» ἤ στήν καλύτερη κατάσταση «μέ τόν ψυχισμό». Καί συνεχίζει ὁ Γέροντας γιά νά πῆ ὅτι ὁ Χριστιανικός γάμος κατά κυριολεξία «δέν ἐπαναλαμβάνεται· εἶναι πάντοτε μοναδικός». Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν παραμένει «στά ὅρια τῆς φύσεως, ἀλλά στήν ἀπό κοινοῦ προσπάθεια νά γίνουμε "ναός" γιά τήν λατρεία τοῦ Ἀνάρχου Πατρός. Τότε ὁ γάμος γίνεται ὁδός πρός σωτηρία». Ἐπίσης, λέγει ὅτι μόνο μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν μεταπτωτική του κατάσταση πού ρέπει πρός τήν πολυγαμία, νά παραμείνη στήν μονογαμική κατάσταση στόν γάμο, ἀλλά καί τό κυριότερο, νά γίνη ναός τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος. Γιατί ὁ γάμος ἀπό τήν πάρα φύση κατάσταση (πολυγαμία) πρέπει νά ὁδηγηθῆ στήν κατά φύση (μονογαμία) καί ἀπό ἐκεῖ νά φθάση στήν ὑπέρ φύση κατάσταση πού εἶναι ἡ θέωση, καί τότε θά πάψη νά παραμένη ὑποδουλωμένος στούς «νόμους τῆς φύσεως».
Σκοπός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά ὁδηγηθῆ ἀπό τήν ἀφύσικη ζωή τῆς ἁμαρτίας στήν φυσική ζωή τῆς τηρήσεως τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καί στήν ὑπέρ φύση ζωή πού εἶναι ἡ θέωση, τό νά γίνη ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἤτοι ἀληθινός ἄνθρωπος.
- Προβολές: 2475