Ἐκκλησία καὶ Δικαιοσύνη
Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου
(δημοσιεύθηκε στὴν Ἐφημερίδα "Ἐλευθεροτυπία")
Παρακολουθοῦμε μὲ πόνο καὶ στενοχωρία ὅλα τὰ γεγονότα ποὺ σχετίζονται μὲ τὴν λεγομένη ἐμπλοκὴ τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὴν Δικαιοσύνη, τὰ ὁποῖα ἦλθαν στὸ φῶς τῆς δημοσιότητας. Καὶ θὰ ἤθελα στὸ θέμα αὐτὸ νὰ καταθέσω μερικὲς ἀπόψεις.
Κατ' ἀρχὰς θὰ πρέπει νὰ τονισθῇ ὅτι ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ Δικαιοσύνη εἶναι δύο ἀπὸ τοὺς κορυφαίους θεσμοὺς τῆς κοινωνίας μας, τοὺς ὁποίους ἐμπιστεύονται οἱ πολῖτες αὐτῆς τῆς χώρας, καὶ αὐτὸ ὑπῆρξε ἀποτέλεσμα τῶν μεγάλων προσπαθειῶν καὶ τῶν ἀξιολόγων προσώπων ποὺ ἐκόσμησαν καὶ κοσμοῦν, στὴν διαδρομὴ τοῦ χρόνου, αὐτοὺς τοὺς θεσμούς. Ὁπότε θεωρῶ ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ γίνεται λόγος γιὰ ἐμπλοκὴ καὶ κυκλώματα στὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν Δικαιοσύνη, ἀλλὰ γιὰ "πτώσεις" μερικῶν κακῶν καὶ ἐπιόρκων φορέων τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Δικαιοσύνης, ἤτοι ἀναξίων Κληρικῶν καὶ ἐπιόρκων Δικαστῶν.
Ἔπειτα, ἐρχόμενος στὸ θέμα τῶν ἡμερῶν αὐτῶν, θὰ ἤθελα νὰ σημειώσω ὅτι δὲν εἶμαι ἐκεῖνος ποὺ θὰ ὑποδείξη καὶ θὰ στιγματίση τέτοια πρόσωπα, γιατί ἤδη ἐπελήφθη τοῦ θέματος ἡ Δικαιοσύνη καὶ πιστεύω ὅτι θὰ ξεκαθαρίση τὴν ὑπόθεση αὐτή, γιὰ νὰ ἀποκατασταθοῦν οἱ τρωθέντες αὐτοὶ θεσμοί.
Θέλω νὰ πιστεύω ὅτι, πέρα ἀπὸ ἐκεῖνες τὶς περιπτώσεις γιὰ τὶς ὁποῖες ἐξοφθάλμως ἐκδίδονται μερικὲς "χαριστικὲς" ἀποφάσεις, ὑπὲρ μερικῶν προσώπων τῆς Ἐκκλησίας, ὕστερα ἀπὸ πιέσεις καὶ ἄλλες συναλλαγές, συγχρόνως ἐκδίδονται καὶ μερικὲς ἄδικες καὶ χαριστικὲς ἀποφάσεις ποὺ ὀφείλονται σὲ ἄλλα αἴτια. Τρία ἀπὸ αὐτὰ θὰ ἤθελα νὰ σημειώσω.
Τὸ πρῶτο εἶναι τὸ αἰώνιο πρόβλημα ποὺ ἔχει ἐντοπισθῇ καὶ στὴν ἀρχαιότητα, νὰ ἀποδίδεται ἡ δικαιοσύνη κατ' ἀκρίβεια στοὺς ἀνίσχυρους καὶ ἀδυνάτους καὶ κατ' οἰκονομία (μὲ ὅλη τὴν σημασία τῆς λέξεως) στοὺς ἔχοντες καὶ κατέχοντες. Ἐδῶ θὰ πρέπει νὰ θυμηθῶ τὸ περιστατικὸ ποὺ περιγράφει ὁ Πλούταρχος στὸν βίο τοῦ Σόλωνος. Σύμφωνα μὲ αὐτὴν τὴν πληροφορία ὁ Σκύθης φιλόσοφος Ἀνάχαρσις, ποὺ ἐπισκέφθηκε τὴν Ἀθήνα καὶ εἶδε τὸν Σόλωνα τὸν Ἀθηναῖο νὰ καταρτίζη νόμους, γέλασε γιατί θεώρησε μάταιη τὴν προσπάθειά του νὰ σταματήση τὶς ἀδικίες τῶν πολιτῶν μὲ νόμους καὶ εἶπε ἐκεῖνο τὸ ἀμίμητο: "μηδὲν τῶν ἀραχνίων διαφέρειν τῶν γραμμάτων", δηλαδή, οἱ νόμοι δὲν διαφέρουν ἀπὸ τὸν ἱστὸ τῆς ἀράχνης. Γιατί, ὅπως ὁ ἱστὸς τῆς ἀράχνης συλλαμβάνει τὰ λεπτὰ καὶ ἀδύναμα ἔντομα, ἀλλὰ διασπᾶται ἀπὸ τὰ μεγάλα, ἔτσι συμβαίνει καὶ μὲ τοὺς νόμους, οἱ ὁποῖοι συλλαμβάνουν τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀδυνάτους, ἀλλὰ διασπῶνται ἀπὸ τοὺς δυνατοὺς καὶ πλουσίους.
Τὸ δεύτερο αἴτιο εἶναι ἡ ἄγνοια τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ δικαίου ποὺ παρατηρεῖται σὲ μερικοὺς Δικαστικοὺς Λειτουργούς, οἱ ὁποῖοι βλέπουν ὅλα τὰ θέματα ποὺ ἀναφύονται (οἰκονομικά, πειθαρχικά, κανονικὰ) μόνο μέσα ἀπὸ τὴν συνήθη κοσμική-πολιτικὴ δικαιοσύνη, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ διαπράττωνται σοβαρὰ κανονικὰ καὶ ἐκκλησιαστικὰ λάθη καὶ νὰ εὐνοοῦνται ποικίλες ἀνταρσίες μέσα στὴν Ἐκκλησία.
Τὸ τρίτο αἴτιο μὴ ἀποδόσεως δικαιοσύνης εἶναι ὁ κακῶς νοούμενος σεβασμὸς ποὺ αἰσθάνονται μερικοὶ Δικαστικοὶ Λειτουργοὶ σὲ ἐκπροσώπους τῆς Ἐκκλησίας (μοναχούς, Κληρικοὺς παντὸς βαθμοῦ) καὶ γι΄ αὐτό, ἐνῷ ἀντιλαμβάνονται ὅτι ὑφίσταται πρόβλημα, τοὺς καλύπτουν. Αὐτὸς ὁ δῆθεν σεβασμὸς λειτουργεῖ ἀρνητικὰ ὡς πρὸς τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ ἐνθαρρύνει αὐτοὺς τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς φορεῖς στὸ νὰ ἐκμεταλλεύωνται τὸ θρησκευτικὸ συναίσθημα τοῦ λαοῦ, τοὺς ὠθεῖ σὲ ποικίλες ἐμπορικὲς καὶ ἐπιχειρηματικὲς δραστηριότητες, τοὺς καθιστᾶ παράγοντες παραπολιτικῆς καὶ παρεκκλησιαστικὴς ἐξουσίας σὲ μιὰ τοπικὴ κοινωνία καὶ γενικὰ μιὰ τέτοια νοοτροπία ὑποθάλπει κάθε ἀνταρσία καὶ παρανομία.
Ἀκριβῶς γι' αὐτὸν τὸν λόγο νομίζω ὅτι ἡ λύση τοῦ προβλήματος, τόσο γιὰ τοὺς φορεῖς τῆς Ἐκκλησίας, ὅσο καὶ γιὰ τοὺς φορεῖς τῆς Δικαιοσύνης, πρέπει νὰ εἶναι ἡ ἀκόλουθη.
Οἱ μὲν φορεῖς τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νὰ περιορίζωνται στὰ πνευματικά τους καθήκοντα καὶ νὰ μὴ ἐπεκτείνωνται σὲ ἐμπορικὲς δραστηριότητες, ἰδιαιτέρως οἱ μοναχοί, καὶ νὰ γνωρίζουν ὅτι ὀφείλουν νὰ ὑπόκεινται στοὺς ἐλέγχους ποὺ ἐπιβάλλονται ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ καὶ τὴν κοινὴ νομοθεσία, πρὸ παντὸς δὲ δὲν πρέπει νὰ ἐκμεταλλεύωνται τὸ θρησκευτικὸ συναίσθημα τοῦ λαοῦ γιὰ ἐμπορικοὺς σκοπούς.
Οἱ δὲ φορεῖς τῆς Δικαιοσύνης πρέπει ἀφ' ἑνὸς μὲν νὰ ἐγκύψουν στὴν γνώση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ δικαίου, ἀφ' ἑτέρου δὲ νὰ μὴ χαρίζωνται σὲ τέτοιους Κληρικούς, ἀπὸ ἕνα δῆθεν σεβασμὸ στὴν Ἐκκλησία. Τὴν Ἐκκλησία πρέπει νὰ τὴν σέβωνται, στὸ θεσμικό της πλαίσιο, ὄχι ὅμως καὶ τοὺς ἀναξίους ἐκπροσώπους της. Γιατί κάθε κάλυψη αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων δὲν βοηθᾶ, ἀλλὰ ταλανίζει τὴν Ἐκκλησία, ὅταν προσφέρονται οἱ κατάλληλες εὐκαιρίες, ἀφοῦ τὸ πύον ποὺ συγκεντρώνεται κάποτε σπάζει μὲ ἀποτέλεσμα νὰ σκανδαλίζονται οἱ πιστοὶ καὶ οἱ πολῖτες.
Ὅσον ἀφορᾶ τὰ προβλήματα ποὺ ἀναφύονται στὴν Ἐκκλησία ἀπὸ ἐπιπολαίους καὶ ἀναξίους Κληρικούς, πρέπει νὰ σημειωθῇ ὅτι αὐτὰ ὀφείλονται πρωτίστως στὸν τρόπο εἰσδοχῆς τῶν λαϊκῶν στὸν Κλῆρο καὶ τὸν τρόπο ἀναδείξεως τῶν Ἐπισκόπων. Ὅταν καταργοῦνται οἱ κανονικὲς προϋποθέσεις εἰσόδου κάποιου λαϊκοῦ στὸν Ἱερὸ Κλῆρο, ἰδιαιτέρως γιὰ τοὺς ἀγάμους, τότε ἑνὸς κακοῦ δοθέντος μύρια ἕπονται. Ὁπότε στὴν περίπτωση αὐτὴ ἰσχύει τὸ γνωστὸ ἀπόφθεγμα ὅτι τὸ προλαμβάνειν εἶναι ἰσχυρότερο τοῦ θεραπεύειν, καθότι "ἐπιμηθεὺς προμηθέως καταδεέστερος". Ἐπίσης πρέπει νὰ δοθῇ ἰδιαίτερη προσοχὴ στὸν τρόπο καὶ τὶς προϋποθέσεις ἐκλογῆς ἑνὸς Ἐπισκόπου γιὰ μιὰ Ἐπαρχία, ἐπειδὴ ἡ ἐκλογὴ καὶ ἡ χειροτονία Κληρικῶν εἶναι δική του ἁρμοδιότητα, καὶ μιὰ κακὴ ἐπιλογὴ λειτουργεῖ ἀρνητικὰ κατὰ γεωμετρικὴ καὶ ὄχι ἀριθμητικὴ πρόοδο, ὁπότε θὰ πρέπη νὰ ἰσχύη το τοῦ Εὐριπίδου: "τοῦτό σοι τ' ἀνδρεῖον, ἡ προμηθία".
Γιὰ τὴν ἔξοδο ἀπὸ τὴν κρίση τῶν ἡμερῶν μας, τόσο στὴν Ἐκκλησία ὅσο καὶ στὴν Δικαιοσύνη, εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ἐπικρατήση ἡ σύνεση γιὰ τὴν πρόληψη καὶ ἡ ἀνδρεία γιὰ τὴν θεραπεία, διότι κατὰ τὸν Πιττακὸ "συνετῶν ἀνδρῶν εἶναι, πρὶν γενέσθαι τὰ δυσχερῆ, προνοῆσαι ὅπως μὴ γένηται· ἀνδρείων δέ, γενόμενα εὔ θέσθαι".
- Προβολές: 2594