Skip to main content

Ἀρχιμ. Ἀντωνίου Φραγκάκη: Στὸν Μεγάλο Σεβαστιανὸ (Μητροπολίτη Κονίτσης)

Ἀρχιμ. Ἀντωνίου Φραγκάκη

Ἱεροκήρυκος Μητροπόλεως Γορτύνης καὶ Ἀρκαδίας

Ἐκοιμήθη 12 Δεκεμβρίου 1994. Ἐπὶ τὴ ἑνδεκάτη ἐπετείῳ τῆς ὁσιακῆς τελευτῆς καὶ τῆς πρὸς Κύριον μεταχωρήσεως αὐτοῦ.

Αρχιμ. Αντωνίου Φραγκάκη: Στον Μεγάλο ΣεβαστιανόἬσουν ἄγγελος· / ἔτσι Σὲ ζήσαμε.

Προφήτης πυρίπνους· / ἔτσι Σὲ νοιώσαμε.

Ἡ θωριὰ Σοῦ μετάγγιζε φῶς...

ὁ λόγος Σοῦ ξαναμμένος εἰσχωροῦσε

στὰ ὑπόβαθρα τῆς δικῆς μας καρδιᾶς

καὶ ξεπάγωνε τοὺς χοϊκούς

καὶ ἄνευρους μηχανισμούς της.

Ἡ ἀγοραία συναλλαγὴ δὲ Σ' εἶχε

μέτοχο καὶ θαυμαστή·

Οὔτ' ἡ ἐπίκαιρη σκηνὴ / φροντιστῆ κι οἰκονόμο.

Ἐσὺ τὸ λέντιο ἀγάπησες / καὶ τοῦ Ὑπερώου ὑπῆρξες

κατ' ἀποκλειστικότητα θαμῶνας.

Καὶ διέπρεψες πατερικά,

ἀφοῦ μετέβαλλε Ἐκεῖνος

τὴν ἐνεργὸ ταπεινοφροσύνη Σοῦ

σὲ παγκόσμιο ὑψοφανῆ λυχνοστάτη,

ὅπου ἔλαμψε ἐκθαμβωτικά

τὸ ἀστραπηβόλο ἦθος

τῆς μαρτυρικῆς Ἀρχιερωσύνης Σοῦ.

Ἐπιστρατεύθηκες «βία καὶ ὠθισμώ»

στὴ δοξασμένη ἔπαλξη τῆς ἱερῆς Σοῦ μάνδρας.

Ὁ Παράκλητος μόνο «ἐβουλεύθη»

νὰ σταθεῖς / σ' ἀκριτικὸ ποιμαντικὸ μετερίζι.

Ὑψώθηκες θεοπρεπῶς

«ἐν ἐκκλησίᾳ λαοῦ καὶ ἐν καθέδρᾳ πρεσβυτέρων»,

«Διο καὶ εὐλογήθης περισσῶς»,

καὶ ἔγινες σηματορός, / σύμβολο, θρῦλος, φλάμπουρο, ἰδέα,

οὐράνια παρακλητικὴ ὀπτασία,

ποὺ ἐνσταλάζει στὰ μύχια τοῦ γένους

τὸ ζείδωρο νάμα τῆς πονεμένης Ρωμιοσύνης,

τὶς προδομένες ἀξίες τῆς ἔνδοξης φυλῆς.

Δέκα χρόνια ἐπίμονα Σ' ἀναζητῶ.

Γυρεύω τὰ ἁγνὰ Σοῦ μάτια μὲσ' στὴν πληθώρα

τῶν θυτῶν τοῦ Ἀρνίου.

Δὲν τολμῶ νὰ εἰπῶ «ἀπελπισία»

γιατί μὲ συγκρατεῖ τοῦ Συνεσίου Κυρήνης

ἡ διαιωνιζόμενη χαροποιὸς ἀγγελία.

«Οὐκ ἐπιλείψουσι τῷ Θεῷ

ἐργάται πρέποντες Ἐκκλησία»

Μόνο ζηλεύω. Ποθῶ τὴν οὐράνια δόξα Σοῦ.

Ὅμως ἐνδόμυχα ἀποστατῶ

ἀπὸ τὴν φαεινὴ ἀναγωγικὴ Σοῦ πορεία,

γιατί μὲ τρομάζουν τὰ κόκκινα σημάδια

ποὺ δηλοποιοῦν καὶ τὰ δικὰ Σοῦ τὰ χνάρια

στὴν πεπατημένη τῶν ἁγίων

στῶν «σφαγιασθέντων» τὴν ὁδό.

Δὲν ἔχει χρεία ἡ σεπτὴ κορυφὴ Σοῦ,

ἀπὸ πενιχρῶν ἐγκωμίων «ἀνθοπλεκὴ στεφανίδια»

«Σοὶ δὲ ἀρκέσει»

ἡ τοῦ θεόπτου Ἐφραὶμ ἀνθομολόγητη προσηγορία.

Ὅτι ὑπῆρξες / Τῶν Ὁσίων ὁμότροπος

καὶ μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ, τὴ προαιρέσει.

Καὶ τῆς Ἠπείρου ἡ εὔανδρος γῆ

ἐπισυνάπτει στὴν ἀγιόλεκτη περὶ Σοῦ εὐφημολογία

τὴν ἐμπειρογνώμονα πασιφανῆ μαρτυρία,

ὅτι Σὲ ἀναδέχθηκε πρὸ χρόνων πτωχό,

καὶ ὅτι εἰσῆλθες στὰ σπλάχνα τῆς πένης.

Τώρα ποὺ ἀπὸ τὸ στενωπὸ τοῦ ἐπίμοχθου ἀγῶνα,

περιχαρὴς βηματίζεις στὴν πλατειὰ λεωφόρο,

τῆς ἀχειροποίητης νοητῆς πολιτείας,

καὶ λαμπροφανὴς θεᾶσαι

τὸ ἀμήχανο κάλλος τῆς «Τρισσοφαοὺς Θεαρχίας»,

τὸ ἀσύλληπτο μεγαλεῖο τῆς Πανακήρατης Κόρης,

καὶ τῶν χριστοποιημένων τὴν θεαυγὴ καὶ φωσφόρο χορεία,

μὴν κουρασθεῖς νὰ δέεσαι

Δεσπότη τῆς ἀγάπης, τῆς παρρησίας καὶ τῆς θυσίας,

γιὰ τὸ «πολυτλῆμον» ἔθνος,

τοὺς Βορειοηπειρῶτες, τὴν Κόνιτσα, τὸ Δελβινάκι

τὰ παιδιὰ Σοῦ, / μὰ καὶ γιὰ τοὺς ἀδελφοὺς Σοῦ,

νὰ ἐμπνευστοῦν ἀπὸ τὴν παροιμιώδη σεμνότητα

καὶ τὰ ἄσβεστα ζώπυρα

τῆς ἀναγεννημένης καρδιᾶς Σοῦ.

Καὶ γιά μας, / ποὺ φοιτητὲς Σὲ γνωρίσαμε,

καὶ μὲ λαχτάρα Σὲ προσδοκοῦμε,

στὸ γλυκοχάραμα τῆς ἀναστάσιμης ἀπαντοχής,

στὸν ἀβασίλευτο ὁρίζοντα τῆς ὀγδόης ἡμέρας.–

Βιβλιοπαρουσίαση: Παλαιόν ὄφλημα

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Παλαιόν όφλημα

Μὲ τίτλο Παλαιὸν ὄφλημα καὶ ὑπότιτλο Μιὰ προσωπικὴ μαρτυρία γιὰ τὸν ἀείμνηστο Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανὴς καὶ Κονίτσης κυρὸ Σεβαστιανὸ κυκλοφόρησε τὸ νέο βιβλίο τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου. Εἶναι μιὰ ἐξόφληση παλαιᾶς ὑποχρέωσης, μιὰ κατάθεση προσωπικῆς μαρτυρίας γιὰ μιὰ μεγάλη μορφὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Πατρίδος.

Παρουσιάζεται ἡ πολυκύμαντη ζωὴ ἑνὸς σπάνιου Ἱεράρχη μὲ ἀπέραντη ἀγάπη γιὰ τὸν Θεό, τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸν ἄνθρωπο. Ὁ βίος τοῦ Μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανὴς καὶ Κονίτσης κυροῦ Σεβαστιανοῦ εἶναι γνωστὸς ὄχι μόνον στὸ Πανελλήνιο, ἀλλὰ καὶ ἐκτὸς Ἑλλάδος γιὰ τοὺς ἀγῶνες τοῦ ὑπὲρ τῶν δικαιωμάτων καὶ τῆς ἐλευθερίας τῶν Ἑλλήνων τῆς Βορείου Ἠπείρου. Μελετῶντας μάλιστα τὸ βιβλίο καὶ γνωρίζοντας τὸν τρόπο ζωῆς τοῦ μακαριστοῦ Σεβαστιανοῦ, τὸν δρόμο τῆς θυσίας καὶ τῆς ἐκδαπάνησης, κατανοοῦμε καλύτερα τοὺς ἀγῶνες του αὐτούς. Θὰ κατανοήσουμε ὅτι ἡ ἀγάπη του γιὰ τοὺς πονεμένους ἀδελφούς, τὴν ὁποία ὁμολόγησε «ἐνώπιον Ἐθνῶν καὶ Βασιλέων», ἦταν ἀπόρροια τῆς ἀγάπης του στὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ὑπέφερε.

Μὲ τὴν μελέτη τοῦ βιβλίου θὰ διαπιστώση ὁ ἀναγνώστης ὅτι ἡ μορφὴ τοῦ μακαριστοῦ Σεβαστιανοῦ κατέχει κεντρικὴ θέση στὴν ζωὴ τοῦ συγγραφέα ἀφοῦ ὑπῆρξε ὁ Πνευματικὸς Πατέρας τῶν μαθητικῶν καὶ φοιτητικῶν του χρόνων.

Σκιαγραφεῖται ἡ ἁγνὴ ἱερατικὴ μορφή του καὶ ἡ προσωπικότητά του. Καταγράφονται αὐθεντικὰ διάφορα περιστατικὰ ἀπὸ τὴν στενὴ ἐπικοινωνία ποὺ εἶχε ὁ συγγραφέας μαζί του.

Στὶς ἰδιόχειρες ἐπιστολὲς τοῦ πρὸς τὸν συγγραφέα διακρίνεται ἡ ἔντονη πνευματικότητα καὶ ἀποκαλύπτονται κρυφὲς πτυχὲς τῆς ἐσωτερικῆς ζωῆς τοῦ Ἐπισκόπου.

Εἰλικρινὴς στὸ ἔπακρον, ἱεροπρεπής, λιτὸς καὶ εὐγενὴς στοὺς τρόπους. Πηγαία εὐγένεια ποὺ ἀναδύεται ἀπὸ τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ἀνυπόκριτη ἀγάπη. Κοσμημένος μὲ τὴν εὐαγγελικὴ εὐθύτητα χωρὶς ψεῦδος ἡ δόλο γινόταν πηγὴ χαρᾶς καὶ ἀναπαύσεως γιὰ τὸ περιβάλλον του.

Θαυμάζει κανεὶς τὸν ταπεινὸ Ἱεράρχη, τὸν πύρινο λειτουργό, ποὺ εἶχε φόβο Θεοῦ, βαθειὰ προσήλωση στὶς παραδόσεις τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ διακρινόταν ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς ἀρχοντικῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἐλευθερίας. Ἡ μεγάλη του ἀγάπη πρὸς τὴν Μητέρα Ἐκκλησία, τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο τὸν ἔθετε μακρυὰ ἀπὸ σκοπιμότητες καὶ χρησιμοθηρικὲς ἐπιδιώξεις.

Παλαιόν όφλημα, Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης κυρός Σεβαστιανός

Στὰ κηρύγματά του αὐθόρμητος, ὁρμητικὸς πολλὲς φορές, ἀγωνιστικὸς καὶ ἐνθουσιώδης μὲ ρητορικὸ χάρισμα. Ὁ λόγος του, ὡς Ἱεροκήρυκας καὶ ὡς Μητροπολίτης, δυνατὸς μὲ παρρησία καὶ σεμνότητα, μεστός, διεισδυτικὸς καὶ μελίρρυτος.

Στὸ κεφάλαιο ποὺ γίνεται ἀναφορὰ στὴν Διαθήκη του θὰ διακρίνη ὁ ἀναγνώστης, πρωτίστως, τὴν ἀρετὴ τῆς εὐγνωμοσύνης, ποὺ τὸν διακατεῖχε σὲ ὅλη του τὴν ζωή, τὴν συγχωρητικότητα καὶ τὴν ἀγάπη, τὴν αὐτομεμψία, τὴν ξενιτεία καὶ τὴν ἀκτημοσύνη.

Ἂν καὶ στὴν ἐποχὴ ποὺ ζοῦμε λέγωνται καὶ γράφωνται πολλὰ γιὰ τοὺς Ἀρχιερεῖς καὶ τὴν Ἐκκλησία, στὸ παρὸν βιβλίο βλέπουμε ὅτι ὁ Θεὸς διαχρονικὰ στηρίζει τὴν Ἐκκλησία Τοῦ μὲ τὴν παρουσία ἐκλεκτῶν Ἀρχιερέων.

Πραγματικά, μελετῶντας τὸ Παλαιὸν ὄφλημα θὰ γνωρίσουμε ἕναν μεγάλο χαρισματοῦχο ἡγέτη, ἕναν φλογερὸ ὑπηρέτη τοῦ Χριστοῦ, ἕναν ἱεραπόστολο καὶ ἐθναπόστολο, μὲ εὐαισθησία καὶ ἀξιοπρεπῆ ἀγωνιστικότητα, ἕναν ἄνθρωπο τῆς θυσίας, τῆς ἀγάπης, τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς δικαιοσύνης, ἀρετὲς τὶς ὁποῖες δὲν δίδασκε ἁπλῶς μὲ τὰ λόγια, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ ζωντανό του παράδειγμα.–

Μητροπολίτης Σεβαστιανός, ἕνας φωτεινός Ἱεράρχης

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Ὁ ἀείμνηστος Σεβαστιανός κατά τά ἐγκαίνια τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ Κονίτσης. Δίπλα του ὁ τότε Ἀρχιμανδρίτης νῦν Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ἱερόθεος.

Χθές, 18 Δεκεμβρίου, ἑόρταζε ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης Σεβαστιανός, ὁ ὁποῖος κοιμήθηκε στίς 12 Δεκεμβρίου τοῦ 1994, πρίν 26 χρόνια. Καί στήν μνήμη αὐτοῦ τοῦ εὐλογημένου Μητροπολίτου θά ἤθελα νά παραθέσω μερικές ἀπό τίς ἀναμνήσεις μου ἀπό τόν μεγάλο αὐτόν Μητροπολίτη τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀπό παλαιότερη ὁμιλία μου.

1. Ἱεροκήρυξ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἰωαννίνων

Οἱ ἐνθυμίσεις πού ἔχουμε ἀπό τήν παιδική μας ἡλικία, ἀρνητικές καί θετικές, παίζουν σημαντικό ρόλο στήν ζωή μας, γενικά στήν ὅλη μετέπεια ἐξέλιξή μας. Αὐτές καθορίζουν τόν τρόπο σκέψεώς μας, αὐτά τά βιώματα μᾶς ἐμπνέουν καθ’ ὅλη τήν διάρκεια τοῦ ἀνθρωπίνου βίου μας. Τά πρότυπα τά ὁποῖα βρίσκονται μπροστά μας μᾶς ἐπηρεάζουν σημαντικά καί μᾶς ἐμπνέουν.

Ἕνα τέτοιο πρόσωπο τῶν παιδικῶν, νεανικῶν καί φοιτητικῶν μου χρόνων εἶναι ὁ π. Σεβαστιανός. Τόν θυμᾶμαι ὅταν ἦλθε ὡς διάκονος στά Ἰωάννινα, τήν γένετειρά μου, τόν θυμᾶμαι ἔντονα κατά τήν  χειροτονία του σέ Πρεσβύτερο στόν Μητροπολιτικό Ναό τῶν Ἰωαννίνων ἀπό τόν Μητροπολίτη Ἰωαννίνων κυρό Δημήτριο, καί ἔκτοτε τόν ἔβλεπα στούς ἄμβωνες τῶν Ἱερῶν Ναῶν νά ὁμιλῆ, ἀλλά καί στίς ἐξομολογήσεις νά μᾶς συμβουλεύη διακριτικά καί κατάλ­ληλα.

Ἦταν ὑψηλός στό ἀνάστημα, λεπτός στό σῶμα, ἱεροπρεπής καί σοβαρός στήν συμπεριφορά του, νουνεχής καί γλυκύτατος. Κατά τίς ἱερές ἀκολουθίες, κυρίως κατά τήν θεία Λειτουργία, ἐνέπνεε ὅλους τούς παρευρισκομένους, καί σέ αὐτό τόν βοηθοῦσε πολύ τό παράστημά του, τά ὡραῖα χαρακτηριστικά τοῦ προσώπου του, ἡ θαυμάσια φωνή του, τό ἐκπληκτικό ψάλσιμό του, ἡ εὐπρέπειά του, ἡ πνευματικότητά του καί τό ρητορικό χάρισμά του. Ὁ Θεός συγκέν­τρωσε ἐπάνω του τά πιό ἐκπληκτικά χαρίσματα. Ὁ π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος ὅταν τόν εἶδε γιά πρώτη φορά νά λειτουργῆ εἶπε: «Αὐτός "μαγεύει" τό ἐκκλησίασμα κατά τήν θεία Λειτουργία».

Ἔχω τήν ἐντύπωση ὅτι ὅλην τήν θαυμάσια παρουσία του κατά τήν θεία Λειτουργία, δηλαδή τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο λειτουργοῦσε, τά εἶχε προσλάβει ἀπό τόν Προϊστάμενο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τοῦ ἁγίου Κωνσταντίνου Ὁμονοίας Ἀθηνῶν Ἀρχιμανδρίτη Χρυσόστομο Ταβ­λα­δωράκη, τόν μετέπειτα Μητροπολίτη Ἀργολίδος καί κατόπιν Μητροπολίτης Πειραιῶς, ἀφοῦ ὅταν ὁ π. Χρυσόστομος ὑπηρετοῦσε ὡς Ἐφημέριος στόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου, ὁ Σεβα­στιανός ὡς λαϊκός καί φοιτητής Θεολογίας ἦταν νεωκόρος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ. Φαίνεται ὅτι ἐντυπωσιά­σθηκε ἀπό τήν ἱεροπρέπεια τοῦ π. Χρυσοστόμου, ἀλλά καί τήν ρητορία του.

Πέρα ἀπό τήν ὅλη ἱεροπρέπειά του εἶχε καί προσευχητικό νοῦ, ἐσωτερική κατάνυξη, ἔκφραση τῆς ἀγαπώσης καρδίας του, καί κατά τήν διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας ἦταν σοβαρός, νουνεχής, προσεκτικός, ἦταν μιά χερουβική προσευχητική ὕπαρξη, πού δέν ἀνεχόταν συζητήσεις καί ἀνάρμοστες συμπεριφορές.

Μαζί μέ τήν ἱεροπρέπεια καί τήν κατανυκτικότητά του στήν θεία Λειτουργία ἦταν καί ἕνας ἐκπληκτικός Ἱεροκήρυκας, ἕνα πραγματικό ἀηδόνι τοῦ ἄμβωνος, δυναμικός καί ἐκρηκτικός, ἀλλά συγχρόνως καί πνευματικός. Ἡ καθαρότητα τῆς φωνῆς του, ἡ ὀρθή ἄρθρωση τοῦ λόγου του, τό ρητορικό του χάρισμα, ὁ χειμαρρώδης λόγος του, τά ρητορικά σχήματα πού χρησιμοποιοῦσε, ἡ καλλιέπεια τῆς γλώσσης πού ἄλλοτε ἦταν ἡ ἁπλή καθαρεύουσα καί ἄλλοτε ὁ λόγιος ἐκκλησιαστικός λόγος, ἀνάλογα μέ τήν περίπτωση, οἱ ἁρμονικές καί πολλές φορές δυνατές κινήσεις τῶν χεριῶν του, τά σπινθηροβόλα, ἔξυπνα καί φλογερά του μάτια, καί πολλά ἄλλα, τόν ἔκαναν νά ἀστράφτη πάνω στόν ἄμβωνα, ὡς ἕνας ἄγγελος πού ἀναγγέλλει τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἤ ὡς Προφήτης πού καλεῖ σέ μετάνοια, καί νά αἰχμαλωτίζη ὅλους τούς ἀκροατές του. Τό κήρυγμά του εἶχε πνευματικό περιεχόμενο καί ὅλα αὐτά καθήλωναν τό ἀκροατήριο.

Ἡ παρουσία του στούς Ναούς ἦταν ἀντικείμενο σχολιασμοῦ, ἀκόμη καί στά καφενεῖα. «Τό εἶπε ὁ Σεβαστιανός» ἔλεγαν. Ὅταν περπατοῦσε στόν δρόμο τόν πρόσεχαν ὅλοι μέ σεβασμό καί τιμή, καί οἱ ἄνθρωποι πού κάθονταν στά καφενεῖα σηκώνονταν καί τόν χαιρετοῦσαν.

Δέν μποροῦσε ἄλλος Ἱεροκήρυξ νά σταθῆ στά Ἰωάννινα. Ὅποιος τόν ἄκουγε λίγο ἤ πολύ δέν μποροῦσε ἔκτοτε νά ἱκανοποιηθῆ ἀπό ἄλλους Ἱεροκήρυκας. Αὐτό τό ἔβλεπα καί στήν ζωή μου. Κατά τά φοιτητικά μου χρόνια στήν Θεσσαλονίκη ἄκουγα διαφόρους Ἱεροκήρυκας, ἀλλά ἐγώ, ἔχοντας ὡς πρότυπο τόν π. Σεβαστιανό, δέν μποροῦσα νά ἱκανοποιηθῶ ἀπό κανέναν.     

Ὥς Πνευματικός Πατέρας ἐκδήλωνε ἄλλα γνωρίσματα ἀπό ἐκεῖνα πού βλέπουμε στόν ἄμβωνα κατά τήν διάρκεια τοῦ κηρύγ­ματος, ἤτοι συνδύαζε τήν ἀρχοντική ἀγάπη μέ τό φιλότιμο, τήν τρυφερότητα μέ τήν ἀρρενωπότητα, τό ὀλιγόλογο μέ τήν εἰλικρίνεια, τό ἐνδιαφέρον του γιά ὅλους  μέ τόν σεβασμό τῆς ἐλευθερίας τοῦ καθενός, τήν ἀριστοκρατικότητα μέ τήν ἁπλότητα. Ἦταν ἕνας Πνευματικός Πατέρας μέ σοβαρότητα γνώμης καί πληθωρική ἀρρενωπή ἀγάπη. Ὅλα αὐτά τά χαρίσματα τά ἐκδήλωνε στήν κατήχηση καί τήν ἐξομολόγηση, στούς περιπάτους πού τόν συνοδεύαμε καί στίς ἐκδρομές, στήν ἐξοχή καί τούς κλειστούς χώρους. Ἦταν πάντα χαρούμενος, γελαστός, μέ ἕναν λόγο ἕνας πνευματικός ἡγέτης.

Χαιρόμουν πού εἶχα ἕναν τέτοιο Πνευματικό Πατέρα, γιατί ξέφευγε ἀπό τόν στοχαστή καί τόν εὐσεβιστή Ἱεροκήρυκα, καί ἔβλεπα μπροστά μου ἕναν ἀληθινό ἄνθρωπο καί ἕναν ἰδανικό Κληρικό. Ἰδίως, ὅταν ἀργότερα ἔγινα φοιτητής, συζητοῦσα μαζί του πιό ἐλεύθερα καί εἰλικρινά, ἐκεῖνος ἄκουγε τίς ἀπόψεις μου καί μέ τήν ἰσχυρά ἐπιχειρηματολογία του, ὅταν ἔπρεπε, τίς ἀντέκρουε, καί ἄλλοτε τίς δεχόταν μέ πνεῦμα αὐτομεμψίας, γενικά μέ ἀντιμετώπιζε μέ εὐγενικό τρόπο.

Ὅταν ὡς μαθητής καί ἀργότερα ὡς φοιτητής μέ ρωτοῦσαν οἱ ἄλλοι ποιόν ἔχω Πνευματικό Πατέρα, ἐγώ ἔλεγα τό ὄνομά του μέ καμάρι καί θαυμασμό. Θυμᾶμαι ὅτι ἔκανα συγκρίσεις  μέ ἄλλους Πνευματικούς Πατέρες πού γνώρισα κατά τήν διάρκεια τῆς φοιτητικῆς μου ζωῆς καί ἔβλεπα τό μεγαλεῖο του, καί γι’ αὐτό δόξαζα τόν Θεό πού ἔφερε στήν ζωή μου τόν π. Σεβαστιανό.

Πρέπει νά ὑπογραμμίσω ὅτι τίς ἀπόψεις μου αὐτές γιά τόν π. Σεβαστιανό πού σχημάτισα κατά τήν παιδική, νεανική καί ἐφηβική μου ἡλικία δέν τίς ἄλλαξα μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του, πού σημαίνει ὅτι ἦταν ἀντικειμενικές καί ὄχι ἐξιδανικευμένες. Ὁ π. Σεβαστιανός ἦταν ἕνας χαρισματικός Ἱεροκήρυκας καί ἄνθρωπος.  

2. Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης

Ὅταν ἤμουν τριτοετής φοιτητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης πληροφορήθηκα μέ θαυμασμό καί ὑπερβολική χαρά τήν ἀνάδειξη τοῦ Πνευματικοῦ μου Πατέρα σέ Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης. Ἐκείνη ἡ περίοδος ἦταν ἐξεταστική καί γι’ αὐτό δέν μπόρεσα νά παρευρεθῶ στήν χειροτονία του πού ἔγινε στήν Ἀθήνα, ἀλλά παρακολούθησα μέ ἔκδηλη χαρά ἕνα μέρος τῆς χειροτονίας του ἀπό τό ραδιόφωνο.

Ὁ Σεβασμιώτατος κ. Ἱερόθεος μέ τήν ἀδελφή τοῦ μακαριστοῦ Σεβαστιανοῦ, Κλεοπάτρα, στό χωριό τους Καλογριανά Καρδίτσης.

Τήν ἐποχή ἐκείνη δέν ὑπῆρχαν τά σημερινά μέσα Μαζικῆς Ἐνημέρωσης, ἀλλά μπόρεσα νά συγκεντρώσω ὅλα ὅσα εἶχαν γραφῆ στίς ἐφημερίδες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης γιά τήν ἐκλογή του καί τήν χειροτονία του, βρῆκα τίς φωτογραφίες ἀπό τήν χειροτονία του καί χαιρόμουν νά βλέπω τό ἱλαρό, ἀριστοκρατικό καί μεγαλοπρεπές πρόσωπό του.

Ἐνῶ ἦταν στά Ἰωάννινα, ἀφιερωμένος στό ποι­μαντικό του ἔργο, πληροφορήθηκε γιά τήν ἐκλογή του σέ Μητρο­πολίτη, χωρίς νά τό ἀναμένη καί αἰσθάνθηκε βαθύτατη θλίψη, ἦταν δέ ἀποφασισμένος νά μή δεχθῆ τήν ἐκλογή του. Παρακαλοῦσε γιά πολλή ὥρα τόν τότε Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος Ἱερώνυμο μέ δάκρυα στά μάτια, γονατισμένος στά πόδια του νά ἀνακληθῆ αὐτή ἡ ἀπόφαση, ἐξεδήλωσε τήν ἐπιθυμία του νά μήν ἀποδεχθῆ τήν ἐκλογή του.

Ἐπειδή ὁ Ἀρχιεπίσκοπος δέν δέχθηκε τήν παράκλησή του, μέ τήν ἀπειλή ὅτι ἄν δέν δεχθῆ τήν ἐκλογή του, θά τιμωρηθῆ, ἔγινε ἡ χειροτονία του σέ Ἐπίσκοπο μέσα σέ βαθύτατη θλίψη του καί ὁ χειροτονητήριος λόγος του ἦταν λιτός, σύντομος, δωρικός καί κατ’ ἐξοχήν πατερικός, πού ἔδειχνε ἕναν ἄνθρωπο πού δέν εἶχε ποτέ στόν νοῦ του αὐτήν τήν ὥρα, δέν εἶχε σκεφθῆ ποτέ τήν ἐκλογή του σέ Μητροπολίτη, ἔδειχνε ἕναν ἄνθρωπο πού δέν ἤθελε αὐτήν τήν ἐκκλησιαστική τιμή, ἀλλά τόν εἵλκυε περισσότερο ἡ θέση τοῦ Ἱεροκήρυκα.

Αὐτό τό περιστατικό εἶναι σπάνιο στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία, ὄχι μόνον στά νεώτερα χρόνια, ἀλλά καί στά παλαιότερα, ὅσο σπάνιος ἦταν καί ὁ π. Σεβαστιανός, ὡς ἄνθρωπος καί Κληρικός. Ἡ πρακτική εἶναι νά γνωρίζη ὁ ὑποψήφιος γιά τήν ἐκλογή του καί νά δίνη ἀμέσως τό μικρό μήνυμα ἐνώπιον τῶν ἐκλεκτόρων Ἀρχιερέων καί νά τούς εὐχαριστῆ γιά τήν προτίμησή τους στό πρόσωπό του. Ὁ π. Σεβαστιανός ὄχι μόνον δέν ἔκανε αὐτό, ἀλλά προχώρησε καί πιό πέρα, δηλαδή δέν ἤθελε τήν ἐκλογή του, καί ἔκλαιγε γι’ αὐτήν, καί στήν συνέχεια μετά τήν χειροτονία του ἔπεσε σέ βαθύτατη θλίψη. Αὐτή ἡ στάση του δέν ἔδειχνε ἔλλειψη σεβασμοῦ στήν Χάρη τῆς Ἀρχιερωσύνης, ἀλλά φανέρωνε ὅτι ἦταν κάτι ξαφνικό καί δέν τό εἶχε ποτέ στόν νοῦ του, δέν τό σκεπτόταν, καί δέν τό ἐπιθυμοῦσε.

Μετά τήν χειροτονία του σέ Μητροπολίτη τόν συνάντησα στά Ἰωάννινα, ὅταν ἦλθε γιά νά γίνη  ἡ ἐνθρόνισή του καί νά ἀρχίση τό ποιμαντικό του ἔργο στήν δύσκολη περιοχή τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης. Ἐκεῖνο πού μοῦ ἔκανε ἰδιαίτερη ἐντύπωση ἦταν ὅτι ὁ ἀγαπητός  καί πεφιλημένος μας Ἱερο­κήρυξ, ὁ π. Σεβαστιανός, μετά τήν χειροτονία του σέ Μητροπολίτη, ἔχασε τό παιδικό του πρόσωπο, τήν ἱλαρότητα τοῦ προσώπου του, τό ἑλκυστικό καί ἐκπληκτικό χαμόγελό του, τό χαρούμενο τοῦ χαρα­κτῆρος του καί φαινόταν πολύ λυπημένος. Δέν χάρηκε καθόλου τήν ἀνάδειξή του στόν ἀρχιερατικό βαθμό καί τό ἐκδήλωνε φανερά σέ ὅλους, χωρίς νά τό κάνη προσποιητά καί ὑποκριτικά.

Συμμετεῖχα στήν ἐνθρόνισή του στήν ἕδρα τῆς Ἱερᾶς Μητρο­πόλεως, τό Δελβινάκι, μέ ἔκδηλη χαρά, γιατί αἰσθανόμουν ὅτι αὐτός ὁ Κληρικός μέ τά ἐκπληκτικά προσόντα πού διέθετε ἦταν γεννημένος γιά νά γίνη Μητροπολίτης. Ὅταν ἀργότερα γνώρισα πολλούς Μητροπολίτες καί ἔκανα συγκρίσεις, κατέληξα στό συμπέρασμα ὅτι στόν π. Σεβαστιανό ἄξιζε μιά μεγάλη Μητρόπολη γιά νά ἐκδηλώση ὅλα τά πολυποίκιλα χαρίσματά του.

Μετά τήν ἀκολουθία τῆς ἐνθρονίσεώς του μέ παρακάλεσε νά μείνω μαζί του τίς πρῶτες ἡμέρες στήν Κόνιτσα καί νά τόν βοηθήσω στά πρῶτα βήματα τῆς ἐπισκοπικῆς του διακονίας. Μέχρι τότε τόν ἀγαποῦσα πολύ, ἀλλά τόν σεβόμουν ἀπεριόριστα, καί αἰσθανόμουν δέος ἀπέναντί του, τώρα ὅμως γιά μιά ὁλόκληρη ἑβδομάδα παρέμεινα μαζί του στό Ἐπισκοπεῖο στήν Κόνιτσα, μαζί μέ μερικούς ἄλλους, συμμετέχοντας στήν πρωινή καί βραδυνή προσευχή, στό τραπέζι καί ἀκολουθώντας τόν Μητροπολίτη στίς πρῶτες περιοδεῖες του, κάνοντας χρέη ἱεροψάλτη.

Αὐτό γιά μένα ἦταν μιά ὀνειρώδης κατάσταση. Τό ἴδιο αἰσθανόμουν καί κάθε φορά πού κατά τίς διακοπές ὡς φοιτητής πήγαινα στήν Κόνιτσα νά ἐξομολογηθῶ, νά συζητήσω μαζί του, νά εὑρεθῶ στό ἴδιο τράπεζι καί νά ἀκούσω τά σοφά του λόγια. Αἰσθανόμουν μεγάλη τιμή πού εἶχα Πνευματικό Πατέρα ἕναν τέτοιο λαμπρό Ἱεράρχη.

Ὁ π. Σεβαστιανός ἦταν ἕνας ἀληθινός Ἐπίσκοπος πού θυσια­ζόταν στήν ἐπισκοπική του διακονία. Ἵδρυσε Γηροκομεῖο, Οἰκο­τροφεῖα, βοηθοῦσε ποικιλοτρόπως τούς ἀνθρώπους, ἐξομολογοῦσε, περιόδευε καί στά πιό δυσπρόσιτα χωριά γιά νά λειτουργήση, νά ὁμιλήση, νά συζητήση μέ τούς ἀνθρώπους στίς πλατεῖες.

Αὐτός χαιρόταν ὅλη αὐτήν τήν διακονία, ἀλλά ἐγώ αἰσθανόμουν ὅτι δέν τόν χωροῦσε αὐτός ὁ μικρός τόπος, ἔπρεπε νά ἦταν ἀλλοῦ. Δέν ἦταν δυνατόν ἕνας τέτοιος χαρισματοῦχος καί ἐκπληκτικός Ἐπίσκοπος νά λειτουργῆ σέ μικρές Ἐκκλησίες, μέ λίγο κόσμο, μέ ἀγράμματους Ἱερεῖς, μέ κακόφωνους ψάλτες, μέ δύσκολες συνθῆκες μεταβάσεως καί μεταφορᾶς. Ἀλλά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἦταν αὐτό καί ἐκεῖνος ὑποτασσόταν μέ χαρμολύπη.

3. Ἡ ἀδελφική φιλία τῶν δύο Πνευματικῶν μου Πατέρων

Ἀπήλαυσα τόν π. Σεβαστιανό κατά τήν νεανική μου ἡλικία, τόν  παρακολουθοῦσα ὡς Μητροπολίτη τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δρυϊ­νου­­πόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης, ἀφοῦ πολλές φορές πήγαινα ἐκεῖ, ἀλλά δέν τόν χάρηκα ὡς μέλος τῆς Ἱεραρχίας γιά νά δῶ τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο συμπεριφερόταν κατά τίς Συνεδριάσεις τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί τῆς Ἱεραρχίας. Ἐκλέχθηκα Μητροπολίτης ἕξι μῆνες μετά τήν ὁσιακή κοίμησή του, ἄν καί ὁ ἴδιος ἐνδιαφερόταν γιά μένα νά γίνω Μητροπολίτης.

Ὡστόσο, ὅμως, παρακολουθοῦσα τήν παρουσία του στήν Ἱερά Σύνοδο ἐμμέσως μέσα ἀπό τίς διηγήσεις τοῦ μετέπειτα Γέροντά μου Μητροπολίτου Ἐδέσσης ἁγίου Καλλινίκου, μέ τόν ὁποῖο ἦταν στενά συνδεδεμένοι καί εἶχαν κοινές ἀπόψεις γιά τά φλέγοντα ἐκκλησιαστικά θέματα τῆς ἐποχῆς τους.

Ἡ περάτωση τῶν γυμνασιακῶν μου σπουδῶν στό Ἀγρίνιο ἔγινε αἰτία νά γνωρίσω τόν τότε Πρωτοσύγκελλο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἀρχιμ. π. Καλλίνικο καί μετέπειτα Μητροπολίτη τῆς Ἱερᾶς Μητροπό­λεως Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλπωπίας. Μετά τήν ἀποφοίτησή μου ἀπό τήν Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, μέ τήν εὐχή τοῦ π. Σεβα­στιανοῦ, ἀποδέχθηκα τήν πρόσκληση τοῦ Μητροπολίτου Ἐδέσσης νά πάω στήν Ἔδεσσα τῆς Μακεδονίας, ἀντί στήν Κόνιτσα τῆς Ἠπείρου. Ὁ π. Σεβαστιανός ἐξυμνοῦσε τόν Καλλίνικο, ὁ ὁποῖος ἐκλέχθηκε Μητροπολίτης σχεδόν ἕνα μῆνα μετά ἀπό αὐτόν, γιά τήν ἄσκησή του, τήν εὐφυΐα του, τό ἐκκλησιαστικό του φρόνημα καί τήν ἔντονη πνευματικότητά του.

Ἡ μετάβασή μου στήν  Ἔδεσσα ἔγινε ἀφορμή νά γνωρισθοῦν οἱ δύο Μητροπολίτες ἀκόμη περισσότερο, πράγμα πού μέ χαρο­ποιοῦσε πολύ. Ἡ συνεργασία τους στήν Ἱερά Σύνοδο καί ἡ διαρκής ἐπικοινωνία τους, τόσο στήν Ἔδεσσα ὅσο καί στήν Κόνιτσα μέ ἱκανοποιοῦσε πολύ. Ἔβλεπα μέ κρυφή χαρά τούς δύο Πνευματικούς μου Πατέρας νά ἔχουν μιά θαυμαστή συνεργασία καί μιά στενή ἐπικοινωνία μεταξύ τους, γιά τήν ὁποία εἶχα συντελέσει κι ἐγώ.

Κατά τήν χειροτονία μου σέ διάκονο ὁ π. Σεβαστιανός ἦλθε στήν Ἐδεσσα, ὁμίλησε θαυμάσια, ἔμενε στό Μητροπολιτικό Οἴκημα, μοῦ δόθηκε ἡ εὐκαιρία νά τόν διακονήσω, μέ συμβούλευσε κατάλληλα. Ἡ διέλευσή του  ἀπό τήν  Ἔδεσσα κάθε φορά πού πήγαι­νε στό Ἅγιον Ὄρος ἦταν πηγή χαρᾶς καί εὐχαριστήσεως. Ἡ μετάβασή μας -τοῦ Καλλινίκου καί ἐμοῦ- στήν Κόνιτσα γιά νά συμμετάσχουμε στήν πανήγυρη τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ ἦταν μιά θαυμάσια εὐκαιρία νά ἀναπτυχθῆ ἀκόμη περισσότερο ἡ φιλία τους. Κι ἐγώ χαιρόμουν, γιατί ἔγινα ἀφορμή νά συνδεθοῦν στενά οἱ δύο αὐτοί ἅγιοι Ἱεράρχες.  

Ὁ Μητροπολίτης Ἐδέσσης ἅγιος Καλλίνικος χαιρόταν γιατί εἶχε προσωπικό φίλο καί ἀδελφό τόν Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανό. Ὅταν ἐπέστρεφε ἀπό τήν Ἱερά Σύνοδο καί τήν Ἱεραρχία πάντοτε μου διηγεῖτο περιστατικά πού ἔδειχναν τά χαρίσματα τοῦ π. Σεβαστιανοῦ. Μοῦ ἔλεγε ὅτι ὅταν μιλοῦσε ὁ Σεβαστιανός ὅλοι οἱ Ἱεράρχες σιωποῦσαν καί τόν παρακολουθοῦσαν μέ προσοχή. Ὁ λόγος του ἦταν νηφάλιος, εὐγενικός, γλυκύς, συγκροτημένος, διακριτικός. Ὁ ἅγιος Καλλίνικος καυχόταν γιά τόν ἀδελφικό του φίλο.

Ὡς χαρακτῆρες ἦταν διαφορετικοί, ἀλλά τούς συνέδεε περισσότερο ἡ ἀγάπη τους γιά τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία. Ὁ ἅγιος Καλλίνικος ἦταν λεπτοκαμωμένος, θύμιζε ἀσκητή τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἦταν λεπτός στά αἰσθήματά του, ταπεινός στήν συμπεριφορά του, διακριτικός στίς κινήσεις του, καί περισσότερο διπλωματικός στήν ἀντιμετώπιση διαφόρων γεγονότων. Ὁ μακαριστός Σεβαστιανός ἦταν μεγαλο­πρεπής στήν συμπεριφορά του, εὐθύς στόν λόγο του, ἐξέφραζε μέ εἰλικρίνεια τίς ἀπόψεις του, μερικές φορές ἦταν λίγο δηκτικός, χωρίς νά εἶναι συγκρουσιακός. Παρά τήν διαφορετικότητα τῆς συμπεριφορᾶς τους, ἐν τούτοις καί οἱ δύο ἀποτελοῦσαν μιά θαυμα­στή ἑνότητα, καί εἶχαν μιά σημαντική ἀδελφική φιλία.

Γέροντας μου ἀπό τότε πού ἔγινα Κληρικός ἦταν ὁ ἅγιος Καλλίνικος μέ τόν ὁποῖο ἔμενα στόν ἴδιο χῶρο καί μοῦ ἔδειχνε πληθωρική ἀγάπη συνδυασμένη μέ τήν κατά Χριστόν ἐλευθερία. Ἀλλά καί ὁ πρῶτος Πνευματικός μου Πατέρας, ὁ Σεβαστιανός, μέ συμβούλευε διαρκῶς ἀπαντώντας σέ δικές μου ἐπιστολές. Μερικές φράσεις πού θά παραθέσω εἶναι ἐκφραστικότατες, κυρίως ἐπειδή δείχνουν τήν μεγαλωσύνη τοῦ πνευματικοῦ αὐτοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ ἀνδρός:

«Εὐχάς ἐγκαρδίους, νά εὐαρεστήσῃς τῷ Κυρίῳ καί τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ, κηρύττων καί ἐργαζόμενος «μή ὡς ἀνθρωπάρεσκος, ἀλλ᾿ ὡς δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ», διά νά ἔχῃς καί πολλούς τούς καρπούς καί ἐδῶ καί κυρίως, ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν» (1971).

«Σοῦ εὔχομαι ὁλοψύχως νά καλλιεργῇς ἐν τῇ καρδίᾳ σου τήν προσευχήν, τήν νῆψιν καί τήν βασιλίδα τῶν ἀρετῶν, τήν τα πείνωσιν» (1978).

«Εὔχου... νά χαρίζῃ ὁ Κύριος καί εἰς ἐμέ τήν ταπείνωσιν, ἥτις ἑλκύει πλουσίως τήν χάριν καί τήν εὐλογίαν τῆς Παναγίας Τριάδος» (1972).

«Εὔχου καί ὑπέρ ἐμοῦ, διότι τά χρόνια περνοῦν καί ἀκόμη εἶμαι ἀκατάρτιστος!» (1980).

«Ἐάν ὅμως μοῦ δίνης τήν ἄδειαν καί ἐπέτρεπεν τοῦτο καί ὁ ἅγιος Δεσπότης σου, ὡς παλαιός σου Πνευματικός θά ἔλεγα: ἀπόφευγε πρός τό παρόν δημοσιεύσεις· τώρα μελέτα Ἁγ. Γραφήν καί Πατέρας καί ἀργότερα ἔρχεται καί ἡ σειρά τῆς συγγραφῆς. Ἔτσι φρονῶ· διότι «ὁ μισόκαλος», ὅπως ἔλεγε ὁ π. Ἰάκωβος, μᾶς πολεμεῖ! Ζητῶ καί πάλιν συγγνώμην· τόν λόγον ἔχει ὁ νῦν πατήρ σου, εἰς ὅν διαβιβάζεις τήν ἀγάπην μου» (1972).

«Ἀπό καρδίας εὔχομαι, ὅπως ὁ Ἀναστάς Κύριος χαρίζῃ σοι ὑγείαν πολλήν, ζῆλον πύρινον, καρδίαν «καιομένην», ἵνα πάντα ταῦτα τιθέμενα εἰς τήν διάθεσιν τοῦ κηρύγματος τῆς Ἀναστάσεως, συντελοῦν εἰς τήν δόξαν τοῦ Παναγίου ὀνόματος τοῦ Κυρίου. Ἐνθυμεῖσαι ἰδικά μου πτωχά κηρύγματα, πτωχότατα μάλιστα, εἰς ταπείνωσιν καί ἁγιασμόν; «Τό ἔλεός Σου Κύριε...». Εὔχου ὑπέρ ἐμοῦ καί ὑπέρ ὅλων τῶν Ἐπισκόπων, ἵνα πολιτευθῶμεν κατ᾿ αὐτάς ἐν φόβῳ Θεοῦ! Τά δέοντα εἰς τόν ἅγ. Δεσπότην» (1973).

«Ἔτη πολλά, ὁσιακά, ταπεινά καί συνετά. "Μέμνησο δέ ὅτι θνητός εἶ"» (1989).

Κάποια στιγμή πέρασα ἀπό τήν συγκλονιστική περίοδο τῆς κοιμήσεως τοῦ Γέροντά μου Μητροπολίτου ἁγίου Καλλινίκου καί ὁ Σεβα­στιανός στάθηκε κοντά μου ὡς ὁ πρῶτος Πνευματικός μου Πατέρας, ἀλλά καί ὡς ἀδελφικός φίλος τοῦ ἁγίου Καλλινίκου καί μέ προστάτευε ἀπό τίς δοκιμασίες τίς ὁποῖες περνοῦσα. Λυπήθηκε πολύ πού ἔχασε τόν ἀδελφικό του φίλο καί μέ παρηγοροῦσε κατάλληλα.

Ὕστερα ἀπό μερικά χρόνια πέρασα καί ἀπό τήν δοκιμασία τῆς ἀρρώστιας καί τῆς κοίμησης τοῦ πρώτου Πνευματικοῦ μου Πατέρα, τοῦ π. Σεβαστιανοῦ. Τόν ἐπισκέφθηκα στό Νοσοκομεῖο Ἀθηνῶν ὅπου νοσηλευόταν καί στάθηκα κοντά του μέ ἀπόλυτο σεβασμό, ἀλλά καί μέ ἐν Κυρίῳ καύχηση πού τόν γνώρισα καί τόν εἶχα Πνευματικό μου Πατέρα κατά τά παιδικά, τά νεανικά καί τά φοιτητικά μου χρόνια.

Ἡ κοίμηση καί τῶν δύο Ἱεραρχῶν ἦταν ὁσιακή. Καί οἱ δύο ὑπερέβησαν τόν φόβο τοῦ θανάτου, εἶχαν τήν ἀπόλυτη βεβαιότητα ὅτι πηγαίνουν στόν Θεό, τήν οὐράνια πατρίδα, διακρίνονταν ἀπό τήν αὐτομεμψία, τήν ἀληθινή ἀσκητική ζωή καί τόν οὐράνιο πόθο. Καί οἱ διαθῆκες τῶν δύο αὐτῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀνδρῶν ἦταν ἁγιοπα­τερικές. Καί ἐγώ αἰσθανόμουν μεγάλο βάρος ἀπό αὐτήν τήν πνευματική κληρονομιά καί τόν μεγάλο θησαυρό πού μοῦ χάρισε ὁ Θεός.

4. Ὁ π. Σεβαστιανός ὡς Ὀρθόδοξος πατριώτης

Ἀμέσως ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἐπικοπικῆς του διακονίας ὁ π. Σεβαστιανός προοδευτικά ἐξεδήλωνε αὐτό πού πάντοτε εἶχε μέσα του, τήν ἀγάπη του πρός τήν Πατρίδα.

Ὁ π. Σεβαστιανός ἦταν ἔντονα πατριώτης, ἀλλά καί ἀληθινός Χριστιανός. Ἄκουγε γιά τό δράμα τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλήνων πού βρίσκονταν στήν Βόρειο Ἤπειρο καί πληγωνόταν ἡ καρδιά του. Δέν μποροῦσε νά ἀντέξη αὐτό τό μαρτύριο πού περνοῦσαν «οἱ ἀδελφοί μας», ὅπως ἔλεγε. Ἔχυσε αἷμα γιά τήν ὑπόθεση αὐτή. Περιόδευε ὅλη τήν Ἑλλάδα καί τόν κόσμο γιά νά μιλήση γιά τόν σεβασμό πρός τά ἀνθρώπινα δικαιώματα τῶν ἀδελφῶν μας Βορειοηπειρωτῶν, γιά τό ἄνοιγμα τῶν Ἐκκλησιῶν καί τήν ἄσκηση μέ ἐλευθερία τῶν θρησκευτικῶν τους καθηκόντων.

Ἄκουγα γιά τόν ἀγώνα του, τόν ἔβλεπα νά ὁμιλῆ σέ μεγάλες συγκεντρώσεις φοιτητῶν στήν Ἀθήνα καί σέ ἄλλες πόλεις, ὅπου ἐκδήλωνε τά μεγάλα ρητορικά χαρίσματά του, ὅπως παλαιά ἔκανε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Κύπρου Μακάριος, διάβαζα γιά τήν παρουσία του στόν Ὀργανισμό τῶν Ἡνωμένων Ἐθνῶν, στό Κογκρέσο τῆς Ἀμερικῆς, τήν Εὐρώπη, γιά νά ὑπερασπίζεται τίς ἐλευθερίες τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων τῆς Βορείου Ἠπείρου καί τόν θαύμαζα ἀκόμη περισσότερο. Ἔβλεπα τούς κινδύ­νους πού ἐνέδρευαν παντοῦ, ἀφοῦ ἦταν ὁ κατ’ ἐξοχήν πολέμιος τοῦ καθεστῶτος Χότζα στήν Ἀλβανία, ἀλλά αἰσθανόμουν καί τήν ἀτρόμητη διάθεσή του νά μαρτυρήση ἀκόμη γιά τήν ἀγάπη του αὐτή.

Πατριώτης εἶναι αὐτός πού ἀγαπᾶ τήν Πατρίδα του στήν ὁποία γεννήθηκε, ἡ ὁποία στήν συνέχεια δηλώνει καί τήν γῆ τῶν Πατέρων, τῶν προγόνων του. Ἡ Πατρίδα γιά τόν μακαριστό Ἱεράρχη δέν ἦταν ἁπλῶς ἕνας γεωγραφικός χῶρος, ἀλλά ὁ χῶρος στόν ὁποῖο ἔζησαν οἱ Πατέρες του, καί αὐτοί δέν εἶναι οἱ ἀρχαῖοι φιλόσοφοι, ἀλλά οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ἅγιοι Μάρτυρες καί οἱ ὅσιοι ἀσκητές.

Ἔτσι, πατριωτισμός γι’ αὐτόν ἦταν ἡ ἀγάπη γιά τήν Πατρίδα καί τήν Ὀρθοδοξία, τήν λεγόμενη Ρωμηοσύνη. Μέσα ἀπό αὐτήν τήν θεολογία τοῦ πατριωτισμοῦ πρέπει νά ἑρμηνεύσουμε τήν ἀγάπη τοῦ Σεβαστιανοῦ γιά τήν Βόρειο Ἤπειρο. Δέν ἄντεχε νά βλέπη τούς ἀδελφούς του Ὀρθοδόξους Ἕλληνες νά στενάζουν στήν σκλαβιά, νά μή μποροῦν νά ἐκκλησιαστοῦν, νά προσευχηθοῦν δημοσία, νά κοινωνήσουν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, νά γιορτάζουν τό Πάσχα καί τά Χριστούγεννα καί ὅλες τίς μεγάλες ἑορτές.

Ὑπάρχει διάκριση μεταξύ πατριωτισμοῦ καί σωβινισμοῦ. Ὁ ὅρος σωβινισμός προῆλθε ἀπό τόν Σωβέν, τόν γάλλο ἥρωα τῆς γαλλικῆς θεατρικῆς σκηνῆς τῆς δεκαετίας τοῦ 1830, καί δηλώνει τήν ἀκραία μορφή πατριωτισμοῦ, καί τήν ὑποτίμηση κάθε ἄλλου ξένου στοιχείου πρός τήν Πατρίδα του. Ὁ γνήσιος, ὅμως, πατριωτισμός σημαίνει τήν πραγματική ἀγάπη στήν Πατρίδα, χωρίς φανατισμούς χωρίς ἀποκλεισμούς, χωρίς ἀπορρίψεις ἄλλων στοιχείων.

Αὐτή ἡ ἀγάπη τοῦ Μητροπολίτου Σεβαστιανοῦ γιά τήν Πατρίδα του κυριαρχοῦσε μέσα στήν καρδιά του.  Ἕνα βράδυ, στήν ἀρχή ἀκόμη τῆς ἐπισκοπικῆς του διακονίας, μέ ὁδήγησε ἔξω στό μπαλκόνι τῆς Μητροπόλεως, μοῦ ἔδειξε τά φῶτα τοῦ Λεσκοβικίου πού εἶναι στήν Ἀλβανία καί μοῦ εἶπε: «Ἐκεῖ βασανίζονται οἱ ἀδελφοί μας ἀπό τήν σκλαβιά τοῦ καθεστῶτος Χότζα». Καί στενοχωριόταν βαθειά.

Ὁ Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανός σέ μιά πολύ κρίσιμη περίοδο τοῦ ἀγῶνος γιά «τό Βορειοηπειρωτικό», ἐπισκέφθηκε τό Ἅγιον Ὄρος καί συνάντησε, μεταξύ τῶν ἄλλων μοναχῶν, καί τόν ἅγιο Ἐφραίμ τόν Κατουνακιώτη, τόν θαυμαστό ἡσυχαστή καί ἐρημίτη καί συζήτησε μαζί του τό θέμα αὐτό. Ἡ συζήτηση αὐτή εἶναι πολύ σημαντική καί θά ἔπρεπε κανείς νά τήν διαβάση προσεκτικά καί νά ἐντοπίση πολλά σημεῖα.

Κατ’ ἀρχάς ὁ ἀναγνώστης μπορεῖ νά δῆ τήν καθαρότητα τῆς σκέψεως τοῦ Ἱεράρχου, τήν ἀγάπη του γιά τούς ἀδελφούς του, ἀλλά καί τήν διάθεση τοῦ μαρτυρίου του. Ἔπειτα, μπορεῖ νά δῆ τήν διακριτικότητα τοῦ παπα-Ἐφραίμ, τόν σεβασμό του στόν Ἀρχιερέα, ἀλλά καί τήν ἀγάπη του πρός αὐτόν. Αὐτή ἡ συζήτηση εἶναι ὑπόδειγμα συναντήσεως Ἱεράρχου μέ ἐρημίτη καί δείχνει τήν προσωπικότητα τοῦ π. Σεβαστιανοῦ.

Θά ἀποσπάσω μερικά κομμάτια ἀπό τήν ἐκπληκτική αὐτή συζήτηση πού θυμίζει συζητήσεις ἁγίων Ἐπισκόπων μέ ἁγίους ἐρη­μίτες.

«π. Ἐφραίμ: Τιμή μας σήμερα ἡ παρουσία σας. Μεγάλη χαρά μᾶς δίνετε. Σᾶς περιμέναμε. Ὁ Σεβαστιανός στό καλύβι μας... Πολύ σᾶς εὐχαριστοῦμε. Πολύ, σεβασμιώτατε. 

...

π. Ἐφραίμ:... Ἐμεῖς σᾶς βλέπουμε σάν μάρτυρα. Εἶσθε μάρτυρας. Καί ἔχετε συνεχές μαρτύριο, σεβασμιώτατε.

...

Σεβαστιανός: Τώρα, Γέροντα, νά σέ ρωτήσω. Συναντῶ ἀντιδράσεις. Καί ἀπό Χριστιανούς ἀκόμη. "Τό παρακάνει, λένε, "ὁ Σεβαστιανός. Συνέχεια γιά τή Βόρειο Ἤπειρο μιλάει. Ὑπάρχουν κι ἄλλα πνευματικά θέματα. Ἄς σταματήσουμε τώρα". Ἐσύ, τί λές; Ποιά εἶναι ἡ γνώμη σου;

π. Ἐ.: Ὄχι, σεβασμιώτατε. Δέν ἔχουν δίκιο. Μήν ἀκοῦτε. Νά σταματήσουμε; Μά δέν σταμάτησαν τά μαρτύρια. Συνεχίζονται. Γι᾿ αὐτό κι ἐσεῖς συνέχεια νά μιλᾶτε καί νά ἀγωνίζεσθε. Κι ἐμεῖς συνέχεια θά προσευχόμαστε. Αὐτό εἶναι τό πνευματικό θέμα. Τά ἄλλα ξεγελοῦν.

Σεβ.: Θέλω, Γέροντα, νά μοῦ πεῖς· βαθιά – βαθιά στήν καρδιά σου ἔτσι νιώθεις γιά μένα καί τόν ἀγώνα πού κάνω; Πῶς ἀκριβῶς αἰσθάνεσαι; Μή μοῦ τό κρύψεις. Πές τό μου.

π. Ἐ.: Πῶς αἰσθάνομαι γιά σᾶς! Αἰσθάνομαι... Νά κάνω τήν κίνηση; Ἔτσι μοῦ ᾿ρχεται... Εἶναι ὅμως κι ἄλλοι μπροστά. Νά μή μᾶς παρεξηγήσουν, σεβασμιώτατε... Καταλαβαίνετε πῶς αἰσθάνομαι!... (Σηκώθηκε νά τόν ἐναγκαλισθεῖ).

Σεβ.: Μέ ἀνακούφισες πολύ, Γέροντα. Θά συνεχίζω μ᾿ ὅση δύναμη ἔχω. Ἀφοῦ συμφωνεῖς κι ἐσύ.

...

Σεβ.: Δῶσ᾿ μου τήν εὐχή σου, Γέροντα. Τήν ἔχω ἀνάγκη.

π. Ἐ.: Τί νά τήν κάνεις τήν εὐχή; Τόσο τή θέλεις;

Σεβ.: Δῶσ᾿ τη μου. Νά φύγω γεμάτος.

π. Ἐ.: Ἀφοῦ ἐπιμένεις. Νά τήν ἔχεις (μέ ἔμφαση). Ὁ Θεός νά σᾶς εὐλογεῖ, σεβασμιώτατε. Κι ἐγώ νά ᾿χω τήν εὐχή σας».

Πέρα ἀπό αὐτό ὁ Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανός ἀγαποῦσε μιά ἄλλη Πατρίδα, τήν ἀληθινή γενέτειρά του, ἀπό τήν ὁποία προῆλθε ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα, καί ἐπιθυμοῦσε τήν ἐπαναφορά του στόν Παράδεισο. Τό καλύτερο τραγούδι του πού μᾶς τραγουδοῦσε ἦταν γιά τήν «λαμπροτέρα ἡλίου γῆ», πού εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο τραγουδοῦσε μέ τήν γλυκύτατη καί δυνατή φωνή του.

«Λαμπροτέρα ἡλίου ἡ Γῆ,

ἥν σαφῶς διορῶμεν μακράν,

λευχειμώνων ἀγγέλων μονή,

κοσμουμένη μέ θείαν χαράν.

Ναί ἐκεῖ, ναί ἐκεῖ, θέλομεν ποτέ συναντηθῆ,

ὦ Πατρίς οὐρανία, τρισευδαίμων καί τρισποθητή».

Ἔτσι, ὁ μακαριστός Σεβαστιανός δέν ἦταν ἁπλῶς ἕνας ἀγω­νιστής Ἱεράρχης, ἕνας καλός Κληρικός, ἀλλά ἕνας ἅγιος Ἐπίσκοπος, ἕνας λαμπρός Ἱεράρχης μέσα στό πνευματικό στερέωμα τῆς Ἐκκλη­σίας.

Ποτέ δέν ἔφυγε ἀπό τόν νοῦ μου ἡ μεγάλη προσωπικότητα τοῦ Μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανοῦ. Ὅλα τά αἰσθήματά μου καί τίς ἐντυπώσεις μου ἀπό τήν διαρκῆ ἐπικοινωνία πού εἶχα μαζί του τά ἔχω ἀποτυπώσει σέ ἕνα βιβλίο πού ἔγραψα μέ τίτλο «Παλαιόν ὄφλημα».

5. Γενικές ἐντυπώσεις μου

Τελικά, θά ἤθελα νά τονίσω ἰδιαιτέρως καί συμπερασματικῶς μερικές γενικές ἐντυ­πώσεις μου ἀπό τήν πολυχρόνια συναναστροφή μου μέ αὐτόν τόν πανάξιο Ἱεράρχη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τόν ὁποῖο γνώριζα ἀπό τήν παιδική μου ἡλικία μέχρι τήν κοίμησή του.

Ὁ Σεβαστιανός ἦταν ἕνας χαρισματικός ἄνθρωπος καί κληρικός. Στολιζόταν ἀπό ὑπέροχα φυσικά καί ἐπίκτητα χαρίσματα. Τά φυσικά του προσόντα, ὅπως τά ὡραῖα χαρακτηριστικά τοῦ προσώπου του, ἡ εὐγλωττία του, ἡ ρητορική του δεινότητα, τό παρουσιαστικό του, ἡ εὐφυΐα του, ἡ εὐστροφία του, ἡ ὁλοκληρωμένη διατύπωση τοῦ λόγου του, τό χαρίεν τοῦ προσώπου του καί τοῦ λόγου του, τό πηγαῖο χιοῦμορ του, καί τό ἀγαπητικό πείραγμά του, ἦταν πλούσια ἐπάνω του καί τόν ἔκαναν ἐκπληκτικό καί ὡς ἄνθρωπο.

Ἦταν ἄριστος ὡς λειτουργός καί ὁμιλητής. Ἡ παρουσία του κατά τήν διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας ἦταν ἐκπληκτική, προ­ξενοῦσε ἐνθουσιασμό, ἐξέπεμπε μιά ἀντανάκλαση τοῦ Παραδείσου, ἦταν πραγματικά ἕνας ἄγγελος ἐπί τῆς γῆς.

Ὁ Σεβαστιανός, παρά τήν ὁρμητικότητα τοῦ χαρακτῆρος του, καί τήν χειμαρρώδη ἔκφραση τοῦ λόγου του, ἦταν ἕνας ἡσυχαστής στήν καρδιά του. Πάντοτε ὅπου πήγαινε μετέφερε τόν «καλόγηρο» μέσα στήν καρδιά του, ζοῦσε ἁπλά καί ταπεινά, προσευχόταν καρδιακά, ἔστω κι ἄν δέν τό ἔλεγε, εἶχε βαθυτάτη αὐτομεμψία, πού εἶναι τό χαρακτηριστικότερο γνώρισμα τῶν ἀσκητῶν.

Ἦταν πατριώτης, γιατί ἀγαποῦσε τήν Πατρίδα στήν ὁποία γεννήθηκε καί μεγάλωσε, κυρίως ἀγαποῦσε ὅλη τήν παράδοση πού κληρονόμησε ἀπό τούς προγόνους του καί τούς Πνευματικούς του Πατέρας, μεταξύ τῶν ὁποίων ἦταν ὁ ὅσιος Βησσαρίων τῆς Μονῆς Ἀγάθωνος, ἀπό τόν ὁποῖο ἔλαβε τήν συμμαρτυρία νά γίνη κληρικός, ἀλλά καί τούς μετέπειτα Πνευματικούς του Πατέρας, τῆς Ἀδελ­φότητος «Σωτήρ», καί πάνω ἀπό ὅλα ἀγαποῦσε ὁλοκάρδια τήν οὐράνια πατρίδα, τόν οὐρανό, πού τόν σκεπτόταν, γιά τόν ὁποῖο προετοιμαζόταν καί στόν ὁποῖο πορεύθηκε μέ ἀτρόμητο τρόπο καί ἀπίστευτη γενναιότητα.

Δοξάζω τόν Θεό πού γνώρισα τόν μακαριστό Σεβαστιανό, τόν Πνευματικό Πατέρα τῶν παιδικῶν, νεανικῶν καί φοιτητικῶν μου χρόνων, τόν Πνευματικό τῆς καρδιᾶς μου, ἀλλά καί τόν συμπα­ραστάτη μου σέ ὅλη τήν μετέπειτα ἱερατική μου διακονία. Καυχῶμαι ἐν Κυρίῳ γι’ αὐτό καί ζητῶ τήν προσευχή του.    

Ὁ Μητροπολίτης Σεβαστιανός ἦταν ἕνας μεγάλος ἐκκλη­σιαστικός καί ἐθνικός ἡγέτης, μέ ὅλη τήν σημασία τῆς λέξεως, ἀλλά καί μέ ἔντονο πνευματικό βάθος, ἦταν ἕνας ἐπίγειος ἄγγελος, ἕνα πνευματικό ἀστέρι, ἕνας Κληρικός πού ἀγαποῦσε τήν Ἐκκλησία, τήν Ὀρθοδοξία, καί τήν Πατρίδα του, ἀλλά συγχρόνως ἦταν οὐρανο­πολίτης καί νοσταλγοῦσε τήν οὐράνια πατρίδα. Αὐτός ἦταν ὁ μοναδικός Ἱεράρχης Σεβαστιανός.

Ναυπάκτου Ἱερόθεος: Μνήμη Μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανοῦ

Ναυπάκτου Ἱερόθεος: Μνήμη Μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανοῦ

Τήν 18 Δεκεμβρίου ἑορτάζει ὁ ἅγιος Σεβαστιανός καί αὐτήν τήν ἡμέρα ἑόρταζε καί ὁ Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης Σεβαστιανός. Ἐφέτος συμπληρώνονται 30 χρόνια ἀπό τήν κοίμησή του.

Ὁ Ὀρθόδοξος Ἱεραποστολικό Σύλλογος «Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος» στά Ἰωάννινα, μέ ἀφορμή τήν συμπλήρωση 30 χρόνων ἀπό τήν κοίμησή του διοργάνωσε ἀφιέρωμα μνήμης γιά τόν μακαριστό Ἱεράρχη τήν 15 Δεκεμβρίου, μέ θέμα: «Μητροπολίτης Σεβαστιανός, 1994-2024 - 30 χρόνια "ἐκ γῆς πρός οὐρανόν"».

Μεταξύ τῶν ὁμιλητῶν συμπεριλαμβανόταν καί ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱερόθεος, πού τόν εἶχε πνευματικό πατέρα κατά τά γυμνασιακά καί φοιτητικά του χρόνια, καί μέ τήν ἄδεια τοῦ Μητροπολίτου Ἰωαννίνων κ. Μαξίμου ὁμίλησε μέ θέμα: «Ὁ π. Σεβαστιανός ὡς Ἱεροκήρυξ καί πνευματικός πατέρας στά Ἰωάννινα».

Παρατίθεται ἡ ὁμιλία

Ὁ π. Σεβαστιανός ὡς Ἱεροκήρυξ καί πνευματικός στά Ἰωάννινα

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Χαίρομαι πολύ γιά τήν σημερινή ἐκδήλωση μνήμης τοῦ Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης π. Σεβαστιανοῦ, γιά τά 30 χρόνια ἀπό τήν ὁσιακή κοίμησή του πού γίνεται ἐδῶ στά Ἰωάννινα ὅπου ἔδρασε ἱεραποστολικά ὡς Ἱεροκήρυξ, καί εὐχαριστῶ πολύ γιά τήν πρόσκληση.

Μέχρι τώρα ἔγραψα κείμενα, ὁμίλησα σέ πολλά ἀκροατήρια γιά τόν π. Σεβαστιανό, τόν πρῶτο «πνευματικό πατέρα τῆς καρδιᾶς μου». Ἰδιαίτερα νά θυμίσω τό βιβλίο μέ τίτλο «Παλαιόν ὄφλημα» καί ὑπότιτλο «Μιά προσωπική μαρτυρία γιά τόν μακαριστό Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης κυρό Σεβαστιανό», πού ἐκδόθηκε τό ἔτος 2008, καθώς, ἐπίσης, καί μιά ὁμιλία πού πραγματοποίησα στόν Ἱερό Ναό Εὐαγγελιστρίας Πειραιῶς τήν 1η Νοεμβρίου τοῦ 2015 μέ τίτλο «ὁ Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανός, ὅπως τόν γνώρισα». Ἡ ὁμιλία αὐτή δημοσιεύθηκε στό βιβλίο μου μέ τίτλο «Δῶρο καί Ἀντίδωρο» καί ὑπότιτλο «ἡ θεολογία τοῦ δώρου καί τό δῶρο τῆς θεολογίας», ἀκριβῶς γιατί ὁ μακαριστός Σεβαστιανός ἦταν ἕνα δῶρο τοῦ Θεοῦ σέ ἐμένα, ὅπως καί σέ πολλούς ἄλλους πού τόν γνώρισαν, ἐξαιρέτως σέ πολλούς ἀπό τούς παρόντες Γιαννιῶτες.

Στήν σημερινή ὁμιλία μου παρακλήθηκα νά παρουσιάσω μέ συντομία τόν μακαριστό π. Σεβαστιανό μέσα ἀπό τίς ἀναμνήσεις μου, ἀπό τήν Ἱεροκηρυκτική του παρουσία στά Γιάννενα, θεωρῶ δέ ὅτι πολλοί ἄλλοι παρόντες καί ἀπόντες ἀπό τήν σημερινή ἐκδήλωση μνήμης ἔχουν νά συνεισφέρουν περισσότερα.

1. Γενικά γιά τόν μακαριστό π. Σεβαστιανό

Ὁ μακαριστός π. Σεβαστιανός ἔδρασε σέ πολλούς ἐκκλησιαστικούς χώρους, στά Καλογριανά Καρδίτσης ὅπου γεννήθηκε τήν 20η Ἰουνίου τοῦ ἔτους 1922 ἀπό τούς Ἀχιλλέα καί Χρυσούλα Οἰκονομίδου, στά Φάρσαλα Καρδίτσης ὡς μαθητής Γυμνασίου, στήν Κόρινθο ὡς σπουδαστής στό Ἱεροδιδασκαλεῖο, στήν Καρδίτσα ἀπό ὅπου ἔλαβε τό ἀπολυτήριο τοῦ Ἑξαταξίου Γυμνασίου, στήν Ἀθήνα ὡς φοιτητής καί νεωκόρος στόν Ἱερό Ναό τῶν ἁγίων Κωνσταντίνου καί Ἑλένης Ὀμονοίας Ἀθηνῶν, στόν Στρατό ὡς Ἱεροκήρυκας σέ δύσκολη περίοδο, στήν Καλαμάτα ὡς λαϊκός Ἱεροκήρυξ τῆς Ἀδελφότητος «Ζωή», στά Ἰωάννινα ὡς Ἱεροκήρυξ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως καί ὡς καθηγητής στήν Ἐκκλησιαστική Ἀκαδημία Βελλᾶς καί στήν Ἀκαδημία Ἰωαννίνων, καί τέλος στήν Ἱερά Μητρόπολη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης ὡς Μητροπολίτης.

Νά σημειωθῆ ὅτι ὅταν εἰσῆλθε στήν ἱερατική διακονία τήν συμμαρτυρία ἔλαβε ἀπό τόν νῦν ἅγιο Βησσαρίωνα τόν Ἀγαθονίτη, τόν ὁποῖο εἶχε πνευματικό πατέρα ἀπό τά μαθητικά του χρόνια. Καί ἀπό αὐτό φαίνεται ἡ σύνδεσή του μέ τήν Ἐκκλησία καί μέ ἅγιο πνευματικό πατέρα. Βεβαίως, βοηθήθηκε πολύ ἀπό τούς πνευματικούς του πατέρας, κατ’ ἀρχάς στήν Ἀδελφότητα «Ζωή» καί ἔπειτα στήν Ἁδελφότητα «Σωτήρ», ἡ ὁποία τόν βοήθησε σέ δύσκολες στιγμές τῆς ζωῆς του.

Ὡς Μητροπολίτης, πού ἐξελέγη καί χειροτονήθηκε, παρά τήν θέλησή του καί τήν ἄρνησή του, πού εἶναι σπάνιο γεγονός, ἔδρασε στήν μικρή Μητρόπολη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης καί, βεβαίως, στά Συνοδικά Ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὡς μέλος τῆς Ἱεραρχίας, μέλος τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, μέλος τῶν διαφόρων Συνοδικῶν Ἐπιτροπῶν, μέλος τῶν Συνοδικῶν Ἐκκλησιαστικῶν Δικαστηρίων καί ἀλλοῦ.

Παντοῦ διέπρεψε μέ τά ἐκπληκτικά του χαρίσματα, τήν εὐφυΐα του, τόν μεστό λόγο του, τήν σύννοιά του, τήν ἀρχοντιά του, τήν ἀγάπη του στόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία, τήν διάκρισή του καί τήν εὐγένειά του.

Ἐξελέγην Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου ἕξη μῆνες μετά τήν κοίμησή του καί πολλές φορές αἰσθάνθηκα νά ἔχω μιά ἐπιθυμία νά τόν ἔβλεπα καί αὐτόν καί τόν ἀδελφικό του φίλο ἅγιο Καλλίνικο, Μητροπολίτη Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας, γιά τό πῶς ἐνεργοῦσαν καί ὁμιλοῦσαν στά Συνοδικά Ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Γιά τόν μακαριστό π. Σεβαστιανό ἔχω τήν μαρτυρία τοῦ Γέροντά μου ἁγίου Καλλινίκου ὅτι ἦταν λαμπρός Ἱεράρχης καί ὅταν ὁμιλοῦσε καθήλωνε ὅλους τούς Ἀρχιερεῖς, ἀκόμη καί αὐτούς πού δέν συμφωνοῦσαν γιά διαφόρους λόγους μαζί του, μέ τίς ὀρθές πνευματικές σκέψεις του, τίς ὁποῖες διατύπωνε μέ ἄψογο καί συγκροτημένο λόγο.

Ὅλα αὐτά, ὅμως, θά τά παρακάμψω γιά νά ὁμιλήσω γιά τό θέμα πού μοῦ ὅρισαν, δηλαδή τήν ἱεροκηρυκτική του διακονία στά ἀγαπημένα μας Γιάννενα.

2. Τά δέκα χρόνια στά Γιάννενα (1957-1967)

Στά Γιάννενα ὁ μακαριστός π. Σεβαστιανός ἐργάστηκε ποιμαντικά δέκα χρόνια (1957-1967), ἀλλά ταυτόχρονα εἶναι πολλαπλάσια καί μεγενθυμένα τά χρόνια αὐτά ἀπό πλευρᾶς πνευματικοῦ ἔργου, ὅπως τό θυμοῦνται οἱ παλαιοί Γιαννιῶτες.

Ὁ ἴδιος στήν ἰδιόχειρη διαθήκη του, λίγο πρίν τό τέλος τῆς βιολογικῆς του ζωῆς, ἔγραψε: «Ἡ θητεία μου εἰς Ἰωάννινα ὡς Ἱεροκήρυκος ἀποτελεῖ τήν ὡραιοτέραν ἐποχήν τῆς ζωῆς μου. Εὐχαριστῶ φίλους, συνεργάτας, καθώς καί ὅλον τόν Γενναῖον Ἠπειρωτικόν λαόν διά τήν ἀγάπην τους καί τήν ἐκτίμησίν τους».

Ἀλλά καί γιά τούς Γιαννιῶτες τά δέκα αὐτά χρόνια τῆς παρουσίας του στήν πόλη μας ἀποτελεῖ τήν ὡραιότερη ἐποχή ἀπό πλευρᾶς ἱεροκηρυκτικῆς διακονίας, χωρίς νά θέλω νά ὑπιμήσω ἄλλες διακονικές προσφορές, διότι ὁ Ἱεροκήρυξ Ἀρχιμ. π. Σεβαστιανός, ὁ π. Σεβαστιανός, ὅπως τότε ὅλοι ἔλεγαν, ὑπῆρξε ἀπαράμιλλος Ἱεροκήρυξ. Πολλοί ἐκλεκτοί Κληρικοί πέρασαν ἀπό τά Ἰωάννινα, ἀλλά αὐτός πού διέπρεψε πραγματικά καί ἄφησε ἰσχυρή μνήμη ἦταν ὁ π. Σεβαστιανός.

Ἀναγκαστικά θά ἀναφερθῶ στίς δικές μου ἀναμνήσεις, οἱ ὁποῖες νομίζω ὅτι ἀπηχοῦν καί τίς μνῆμες τῶν παλαιοτέρων παρόντων, ἀλλά καί ὅσων ἔφυγαν γιά τήν ἄλλη ζωή καί βρίσκονται στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, καί μέ τίς δικές του θυσιαστικές ποιμαντικές προσπάθειες.

Θά πρέπει νά σημειώσω ὅτι τά ὅσα ἔγραψα γι’ αὐτήν τήν ὁμιλία, τά συνέδεσα μέ ἔντονο συναισθηματικό φόρτο, μέ ἱερά συγκίνηση καί μερικές φορές δακρυροώντας. Ἐλπίζω νά μπορέσω νά κρατηθῶ κατά τήν ἐκφώνησή της.

Ὁ νεαρός διάκονος Σεβαστιανός ἦλθε στά Ἰωάννινα τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1957, διορισμένος Ἱεροκήρυξ Ἰωαννίνων, ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί πρόταση τοῦ Μητροπολίτου Ἰωαννίνων. Τότε Μητροπολίτης ἦταν ὁ μακαριστός Δημήτριος, ὁ ὁποῖος τόν ἀγαποῦσε ἰδιαίτερα καί ὕστερα ἀπό ἕνα χρόνο ἐξελέγη καί ἐνθρονίσθηκε ὡς Μητροπολίτης Ἰωαννίνων ὁ ἀπό Ἄρτης Σεραφείμ, πού καταγόταν ἀπό ἕνα χωριό τῆς Καρδίτσας λεγόμενο Ἀρτεσιανό, δίπλα ἀπό τό χωριό τοῦ π. Σεβαστιανοῦ καί μάλιστα ὁ Σεραφείμ εἶχε φιλία μέ τήν ἀδελφή καί τόν γαμβρό τοῦ π. Σεβαστιανοῦ.

Τό Ἀπρίλιο τοῦ 1957 πού ἦλθε ὁ π. Σεβαστιανός στά Γιάννενα ἤμουν μαθητής τῆς ΣΤ΄ Δημοτικοῦ Σχολείου καί πήγαινα στό Κατηχητικό Σχολεῖο στόν Ἱερό Ναό Ἁγίας Μαρίνης, πού γινόταν στό Παρεκκλήσιο τοῦ Πρωτομάρτυρος καί Ἀρχιδιακόνου Στεφάνου. Ὁ διάκονος τότε Σεβαστιανός ἔμενε ἐκεῖνο τό πρῶτο διάστημα στήν οἰκία τῶν εὐλαβεστάτων ἀδελφῶν Βλαχλείδου, τίς ὁποῖες, ὡς παιδιά, βλέπαμε νά ἐκκλησιάζονται στόν Ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Μαρίνης μέ ἀπόλυτη εὐλάβεια καί τίς σεβόμασταν.

Λόγῳ τῆς διαμονῆς του πλησίον τῆς Ἐνορίας μου, τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας Μαρίνης ἐρχόταν στό Κατηχητικό Σχολεῖο νά μᾶς ὁμιλήση. Μοῦ προξενοῦσε μεγάλη ἐντύπωση τό νεαρό τῆς ἡλικία του, ἦταν τότε 35 ἐτῶν, καί ἡ ἐν γένει παρουσία του. Ἦταν σεμνός καί μεγαλοπρεπής, ἀδύνατος καί ὑψηλός κατά τό ἀνάστημα, εὐσταλής, μέ γλυκύ πρόσωπο καί σπινθηροβόλα μάτια.

Ὕστερα ἀπό λίγο καιρό ἔμαθα ὅτι ὁ νέος αὐτός διάκονος πού τόσο συμπάθησα θά χειροτονηθῆ Πρεσβύτερος στόν Μητροπολιτικό Ναό τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου Ἰωαννίνων ἀπό τόν Μητροπολίτη Δημήτριο, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθη ὕστερα ἀπό λίγο, τήν 1η Ἰανουαρίου τοῦ 1958. Ἤμουν παρών στήν χειροτονία τοῦ π. Σεβαστιανοῦ σέ Πρεσβύτερο καί στήν χειροθεσία του σέ Ἀρχιμανδρίτη. Τόν προσέφεραν ὁ Ἀρχιμ. π. Βενέδικτος Πετράκης, Ἱεροκήρυξ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας, καί μέλος τότε τῆς Ἀδελφότητος Θεολόγων «ἡ Ζωή», πού εἶχε διατελέσει Ἱεροκῆρυξ Ἰωαννίνων καί ἦταν πνευματικός πατέρας τῶν γονέων μου, καί ὁ Ἀρχιμ. π. Χρυσόστομος Βενετόπουλος, Ἱεροκήρυξ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἰωαννίνων, ἀργότερα Θεοφιλέστατος Ἐπίσκοπος Κερνίτσης τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν καί στήν συνέχεια Μητροπολίτης Φωκίδος, τώρα κεκοιμημένος. Εἶδα τότε τόν ἐνθουσιασμό τῶν Γιαννιωτῶν γιά τόν νέο Ἀρχιμανδρίτη-Ἱεροκήρυκα.

Θά μποροῦσε νά γίνη μιά ὁλοκληρωμένη καταγραφή τοῦ ὅλου ἔργου πού ἐπιτέλεσε τά δέκα αὐτά χρόνια στά Γιάννενα ὁ π. Σεβαστιανός, ὄχι μόνον ἀπό ἐμένα, ἀλλά καί ἀπό ἄλλους. Θά ἀρκεσθῶ ὅμως στίς δικές μου ἀναμνήσεις.

Θαύμαζα ἀπό μικρό παιδί τόν π. Σεβαστιανό γιά πολλά γεγονότα, ἤτοι:

  • ὡς Λειτουργό μέ τήν ἀπαράμιλλη εὐλάβεια, τήν μεγαλοπρέπεια μέσα στήν ἁπλότητα, τό σύννουν, τό καθαρό βλέμμα καί τήν γλυκειά μελωδική του φωνή,
  • ὡς Ἱεροκήρυκα, πού ἦταν ἕνα πραγματικό ἀηδόνι τοῦ ἄμβωνα μέ τό ρητορικό του χάρισμα καί τό πνευματικό περιεχόμενο τοῦ λόγου του, πού ἐλάμπρυνε τούς ἄμβωνες τῶν Ἱερῶν Ναῶν, καί προσήλκυε ἑκατοντάδες καί χιλιάδες ἀνθρώπους. Εἶναι χαρακτηριστικό ὅταν ἔκανε τά ἀπογευματινά κηρύγματα στόν Μητροπολιτικό Ναό Ἰωαννίνων γέμιζε ὁ Ἱερός Ναός καί ὁ κόσμος παρέμενε στόν αὔλειο χῶρο καί ἐκεῖνος σταματοῦσε τό κήρυγμα γιά νά παρακαλέση τούς ἄνδρες νά εἰσέλθουν στό Ἱερό Βῆμα γιά νά ὑπάρξη χῶρος στόν κυρίως Ναό καί γιά ἄλλους, πού ἦταν στό προαύλιο,
  • ὡς πνευματικό πατέρα πού ἦταν ἐντελῶς διαφορετικός ἀπό τόν Ἱεροκήρυκα τοῦ ἄμβωνα, δηλαδή ὡς Ἱεροκήρυξ ἦταν χειμαρώδης καί ρήτορας, ἐνῶ ὡς πνευματικός-ἐξομολόγος ἦταν σιωπηλός, ἀκίνητος, ὅλος ἀκοή μέ παρηγορητικό λόγο, μέ ταπεινή, ἤρεμη καί γεμάτη ἀγάπη φωνή,
    ὡς Ἱεροψάλτη σέ καθημερινές θεῖες Λειτουργίες στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου μέ τό σοβαρό ὕφος καί τήν μελωδική του φωνή,
  • ὡς Κατηχητή μέ τόν παραστατικό καί ἐνθουσιώδη τρόπο ὁμιλίας, μέ φλογερό, διεγερτικό, ἐνθουσιώδη παλμό, μέ τίς ἐκδρομές στίς Ἱερές Μονές στό Νησάκι τῶν Ἰωαννίνων γιά θεία Λειτουργία καί διαμονή ὅλη τήν ἡμέρα, καθώς ἐπίσης ἐκδρομές στά Ζαγοροχώρια καί στήν χαράδρα τοῦ Βίκου, ὅπου ἔψαλε μέ τήν μελωδική του φωνή τό «Ὡς ἀγαθόν τό ὄνομά Σου ἐν πάσῃ τῇ γῇ»,
  • ὡς Ποιμένα μέ τίς ἀλησμόνητες Συνάξεις πού ἔκανε στήν αὐλή τοῦ παλαιοῦ κτηρίου τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἰδίως τό Καλοκαίρι τίς βραδυνές ὧρες μέ τόν πνευματικό του λόγο, τήν εὐγένειά του, μερικές φορές καί τό λεπτό χαμογελαστό του χιοῦμορ καί τό ἀγαπητικό πείραγμα,
  • ὡς συνοδίτη κάθε βράδυ ἀπό τό κτήριο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στόν ὁδό Κοραῆ πού σήμερα στεγάζεται ἡ Δημοτική Πινακοθήκη πρός τό σπίτι του, πού τότε ἦταν ἀπέναντι ἀπό τήν Παιδαγωγική Ἀκαδημία, μέ τό πάντοτε εὐγενικό, διδακτικό καί συμβουλευτικό του λόγο, χωρίς νά ἀσχολῆται μέ τό ἐκκλησιαστικό παρασκήνιο, καί στήν ἐξωτερική πόρτα τῆς αὐλῆς τοῦ σπιτιοῦ ἀποχωριζόμασταν, χωρίς νά εἰσερχόμαστε στήν ἁπλῆ οἰκία του,
  • ὡς κυκλοφοροῦντα στήν πόλη τῶν Ἰωαννίνων, προκειμένου νά μεταβῆ στήν Μητρόπολη ἤ στήν ποιμαντική του ἐργασία καί σηκώνονταν ὄρθιοι οἱ ἄνθρωποι στά καφενεῖα ἀπό ἔνδειξη σεβασμοῦ, καί ὅσοι τόν συναντοῦσαν τόν χαιρετοῦσαν μέ ἀπόλυτο σεβασμό.

Τί νά πρωτοθυμηθῆ κανείς ἀπό αὐτόν τόν εὐλογημένο καί χαρισματοῦχο ἄνθρωπο μέ τήν ἁπλότητα καί τήν ἀρχοντιά του, τήν εὐγένεια καί τήν καλωσύνη του, τήν σοβαρότητα καί τήν χαρούμενη διάθεσή του, τόν πραγματικά ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ.

3. Ἀτομικές ἀναμνήσεις

Τό διάστημα τῶν δέκα ἐτῶν ἐκείνων πού διετέλεσε Ἱεροκήρυξ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἰωαννίνων θυμᾶμαι ἔντονα μερικά γεγονότα ἀπό τήν δράση του, τά ὁποῖα θά μοῦ ἐπιτρέψετε νά ἀναφέρω, διότι τά ἴδια περιστατικά, ἴσως καί περισσότερα, ἐνθυμοῦνται ὅλοι οἱ παλαιοί Γιαννιῶτες καί ἄλλοι παρόντες καί ἀπόντες ἀπό τήν σύναξή μας.

Ὁ π. Σεβαστιανός ἦταν μεγαλοπρεπής, ἄρχοντας, ἀλλά καί ἁπλός, προσινής καί ταπεινός, ἀγαποῦσε ἰδιαίτερα τούς νέους, στούς ὁποίους ἔστρεφε τήν προσοχή του.

Ὅταν ἤμουν φοιτητής Θεολογίας, μιά φορά ἦλθε στήν ὀνομαστική μου ἑορτή στό φτωχικό μου σπίτι, συνοδευόμενος ἀπό κάποιον μεγάλο στήν ἡλικία, καί αἰσθάνθηκα ἔντονα τήν μεγάλη τιμή νά ἔλθη ὁ π. Σεβαστιανός στό σπίτι μου. Στήν γειτονιά ὅλοι ἔβγαιναν ἀπό τά σπίτια γιά νά τόν χαιρετίσουν καί ὅλοι μέ μακάριζαν γιά τήν μεγάλη αὐτή τιμή.

Μετά τήν θεία Λειτουργία, πολλές φορές, τόν συνόδευα στό σπίτι του, κρατώντας τήν μικρή βαλίτσα του μέ τά ἄμφιά του καί μέ ρωτοῦσε γιά τά μαθήματα και τήν ζωή μου.

Μιά φορά, ὡς ὑποψήφιος φοιτητής πού ἤμουν στήν Ἀθήνα γιά νά προετοιμασθῶ γιά τίς ἐξετάσεις στήν Θεολογική Σχολή συνταξίδευσα μαζί του μέ τό λεωφορεῖο τῆς γραμμῆς Ἰωαννίνων-Ἀθηνῶν καί θυμᾶμαι τήν μεγάλη τιμή καί τόν διδακτικό του λόγο. Ἦταν μετά τήν Κυριακή τοῦ Θωμᾶ καί ἐκεῖνος ἔψαλλε τά ἀναστάσιμα τροπάρια.

Ὅταν τό 1964 ἐπέτυχα στήν Φιλοσοφική Σχολή Ἰωαννίνων, πού τότε γιά πρώτη φορά θά λειτουργοῦσε στά Ἰωάννινα, ἀλλά συγχρόνως ἐπέτυχα, κατά ἕναν παράδοξο τρόπο, καί στήν Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, ἐκεῖνος μέ προέτρεψε ἔντονα, παρά τίς ἀντίθετες προτάσεις πού δέχθηκα, νά προτιμήσω τήν φοίτησή μου στήν Θεολογική Σχολή μέ τήν ἐπισήμανση, ὅτι ἄν ἔμενα στήν Φιλοσοφική Σχολή «θά χαλάσω». Φυσικά, ὄχι μόνον δέν τό μετάνιωσα, ἀλλά τόν εὐγνωμονῶ, γιατί χωρίς τήν δική του εὐγενική παρότρυνση ἐνδεχομένως νά μή ἀκολουθοῦσα αὐτήν τήν πορεία μέχρι σήμερα.

Ὅταν ἐξελέγη καί χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης, ἦλθε στά Γιάννενα καί πρώτη φορά τόν εἶδα πονεμένο, ἐπειδή δέν ἤθελε νά γίνη Μητροπολίτης. Τότε αἰσθάνθηκα ἔκπληξη γιατί πρώτη φορά εἶδα Κληρικό νά εἶναι στενοχωρημένος μετά τήν χειροτονία του σέ Μητροπολίτη. Συμμετείχα στήν ἐνθρόνισή του στό Δελβινάκι καί ἐκεῖ μέ κάλεσε τήν πρώτη ἑβδομάδα στήν Κόνιτσα γιά νά τόν βοηθήσω στήν μεταφορά καί τήν τακτοποίηση τῶν προσωπικῶν του πραγμάτων στόν Μητροπολιτικό Οἶκο. Ἔμεινα μιά ἀλησμόνητη ἑβδομάδα κοντά του καί τόν ἀκολούθησα στήν πρώτη περιοδεία του, ὡς ψάλτης, στήν Καστανέα, τήν Βούρμπιανη, τήν Πυρσόγιαννη καί τούς Χιονιάδες. Ἔπειτα, κατά τά φοιτητικά μου χρόνια πολλές φορές τόν συνόδευσα μαζί μέ ἄλλους στίς Κυριακάτικες θεῖες Λειτουργίες στά χωριά τῆς Ἐπαρχίας του.

Μέ ἀγαποῦσε εἰλικρινά καί καθαρά, ἀλλά τό ἔκανε μέ ἐλευθερία καί μοῦ ἔδωσε τήν εὐλογία νά μεταβῶ στήν Ἔδεσσα, ὕστερα ἀπό πρόσκληση τοῦ ἁγίου Καλλινίκου νά ὑπηρετήσω ἐκεῖ ὡς Κληρικός, μάλιστα ἦλθε καί στήν χειροτονία μου σέ διάκονο στήν Ἔδεσσα καί ὁμίλησε λαμπρῶς.
Μοῦ ἔστειλε 50 ἰδιόχειρες ἐπιστολές, τίς ὁποῖες δημοσίευσα καί σχολίασα, γιατί ἐκφράζουν τόν λεπτό ἐσωτερικό του κόσμο.

Ἐνδιαφερόταν πάντοτε γιά μένα, ὅπως καί γιά ὅλους μας, ἰδιαίτερα μετά τήν ἐκδημία τοῦ Γέροντός μου ἁγίου Καλλινίκου καί προφήτευσε τήν ἐκλογή μου σέ Μητροπολίτη, πού ἔγινε ἕξι μῆνες μετά τήν ὁσιακή του κοίμηση.

Ὁμολογῶ ὅτι σέ ὅλο τό διάστημα τῆς Ἱερατικῆς διακονίας μου εὑρισκόμουν στό μέσον μεταξύ τοῦ ἁγίου Καλλινίκου, τοῦ ταπεινοῦ καί ἀσκητικοῦ Ἱεράρχου, καί τοῦ μακαριστοῦ καί ἁγίου, ὄντως, μεγαλοπρεποῦς καί ἀσκητικοῦ Σεβαστιανοῦ. Ἡ καρδιά μου μοιραζόταν καί στούς δύο. Ἦταν καί οἱ δυό καρδιακοί φίλοι, εἶχαν τό ἴδιο ἐκκλησιαστικό φρόνημα, μέ διαφορετικά χαρίσματα ὁ καθένας. Χαιρόμουν κρυφά, ἐπειδή ἔγινα αἰτία νά συνεδεθοῦν ἀκόμη περισσότερο μεταξύ τους καί νά ἔχουν τήν ἴδια ἀντίληψη γιά τά ἐκκλησιαστικά δρώμενα.

Τελευταία φορά πού τόν συνάντησα ἦταν ὅταν τόν ἐπισκέφθηκα στό «Εὐγενίδειο Ἵδρυμα» ὅπου νοσηλευόταν ἀπό τήν ἀσθένειά του πού τόν ὁδήγησε στόν βιολογικό θάνατο. Πονοῦσε πολύ καί τό ἐξέφραζε αὐτό μέ ἕναν γλυκό τρόπο. Μεταξύ τῶν ἄλλων μοῦ εἶπε: «Πάτερ Ἱερόθεε, πρέπει νά καταλάβουμε ὅτι ματαιότης ματαιοτήτων, τά πάντα ματαιότης». Ἐπίσης, μοῦ εἶπε: «Ὑποφέρω ἀπό τούς πόνους, καί αὐτό ἀπό τά χειροκροτήματα τῶν ἀνθρώπων», δηλαδή αἰσθανόταν ὅτι ἐπέτρεψε ὁ Θεός νά ταλαιπωρηθῆ ἀπό τήν ἀσθένεια διότι τιμήθηκε πολύ ἀπό τούς ἀνθρώπους. Αὐτό δείχνει τό ἐσωτερικό του βάθος.

4. Τά χαρίσματά του

Ἀπό ὅσα ἀνέφερα προηγουμένως φαίνονται εὐδιάκριτα τά χαρίσματά του, ὅτι ἦταν, ὄντως, χαρισματοῦχος ἄνθρωπος καί ἐκλεκτός, ἴσως καί σπάνιος Κληρικός, γιά μένα καί γιά πολλούς ἅγιος.

Εἶχε σωματικά χαρίσματα, δηλαδή ψηλός, εὐθυτενής, μέ ὡραῖα χαρακτηριστικά τοῦ προσώπου του, δυνατή καί μελωδική φωνή, ρητορικό λόγο, συμπεριφορά ἄρχοντα, πραγματικοῦ πρίγκιπα στίς κινήσεις του, ἀλλά καί πολύ ἁπλοῦ καί φιλόξενου ἀνθρώπου.

Ἦταν γνήσιος πατριώτης μέ καθαρή συνείδηση ἀπηλλαγμένη ἀπό πολιτικές σκοπιμότητες, ἀπό σεβασμό στά ἀνθρώπινα καί θρησκευτικά δικαιώματα τῶν ἀνθρώπων.

Διακρινόταν ἀπό μεγάλα ψυχικά χαρίσματα, δηλαδή ἦταν χαρούμενος, εὐχάριστος, εἰλικρινής, ἀγαποῦσε τούς ἀνθρώπους χωρίς συναισθηματισμούς, ἀλλά καί μέ ἐλευθερία.

Διακατεχόταν ἀπό πνευματικά χαρίσματα, ὡς ἕνας πνευματικός ἄνθρωπος, ἔχοντας τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέ τήν δική του συνέργεια, ἦταν ταπεινός, εἶχε αὐτομεμψία, ζοῦσε ὡς ἀσκητής, ἔχοντας διαρκῆ μνήμη Θεοῦ, μνήμη θανάτου καί νοσταλγία τοῦ οὐρανοῦ καί τοῦ Παραδείσου.

Ἦταν ἐκκλησιαστικός ἄνθρωπος, ἀληθινός Κληρικός καί Ἐπίσκοπος, ἀποφεύγοντας τήν ἀνθρώπινη δόξα καί μή ὑποκύπτοντας στήν ἐξωτερική λάμψη τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος.

Αὐτά τά χαρίσματά του φαίνονται ἔντονα στήν ἰδιόχειρη διαθήκη του τήν ὁποία συνέταξε τήν 27η Αὐγούστου 1994 στήν Κόνιτσα, περίπου τρισήμιση μῆνες πρίν τήν ὁσιακή κοίμησή του.

Στήν ἀρχή γράφει:

«Εὐγνωμονῶ ἐξ ὅλης ψυχῆς καί καρδίας τόν Ἅγιο Θεό, διότι καίτοι ἀνάξιον ὄντα ἀπό πάσης ἀπόψεως, μέ ἐτίμησε ποικιλοτρόπως, ἀξιώσας με μάλιστα καί τοῦ ἀνωτάτου ἀξιώματος τῆς Ἀρχιερωσύνης. Ἄς εἶναι εὐλογημένον καί δοξασμένον τό Πανάγιον ὄνομά Του εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων».

Στό τέλος γράφει:

«Ταῦτα εἶχα νά διατυπώσω ἐν συντομίᾳ. Καί τώρα Σύ Κύριέ μου Κύριε, τόν ὁποῖον, παρά τήν ἐν γένει ἁμαρτωλότητά του, σέ ἠγάπησα, γενοῦἵλεως εἰς τήν ἁμαρτωλήν μου ψυχήν καί ἀξίωσόν με μετά τοῦ εὐγνώμονος ληστοῦ τῆς Ἑπουρανίου σου βασιλείας. Ἀμήν».

Ἀγαπητοί ἀδελφοί,

Προσπάθησα νά ἀναφέρω λίγα ἀπό ὅσα ἔχω στήν μνήμη μου γιά τόν μακαριστό Μητροπολίτη Σεβαστιανό. Παλαιότερα τόν εἶχα ἀποκαλέσει «πνευματικόν τῆς καρδιᾶς μου», πνευματικό τῶν παιδικῶν καί φοιτητικῶν μου χρόνων. Τόν ξεχώριζα ἀπό ὅλους τούς ἄλλους πνευματικούς πατέρας πού εἶχα γνωρίσει καί καυχόμουν γιά τό ὅτι ὁ Θεός ἀπό τήν μικρή μου ἡλικία μοῦ ἔδωσε ἕνα τέτοιο μεγάλο δῶρο, νά ἔχω πνευματικό πατέρα ἕναν Κληρικό μέ τά προσόντα καί τά χαρίσματα τοῦ Σεβαστιανοῦ καί μετά μοῦ ἔδωσε ἕνα ἄλλο μεγάλο δῶρο, τόν ἅγιο Καλλίνικο.

Ὅταν ὁ ἅγιος Καλλίνικος πρίν τήν κουρά μου μέ ρώτησε τί ὄνομα θά ἐπιθυμοῦσα νά μοῦ βάλη, αὐθόρμητα τοῦ εἶπα: «Σεβαστιανός». Ὅμως, ἐκεῖνος προτίμησε τό ὄνομα τοῦ Γέροντά του, Μητροπολίτου Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας Ἱεροθέου καί, βέβαια, τό ὄνομα τοῦ μεγάλου θεολόγου ἁγίου Ἱεροθέου, μαθητοῦ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί καθηγητοῦ τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου.

Ἔτσι, δέν ἔλαβα κατά τήν κουρά μου ὡς μοναχοῦ τό ὄνομα τοῦ Σεβαστιανοῦ, ἀλλά τόν ἔχω ἀνεξίτηλα στήν καρδιά μου καί ὡς πρότυπο στήν ζωή μου. Δέν τόν ξέχασα ποτέ καί τόν εὐγνωμονῶ γιά ὅ,τι ἔκανε γιά μένα. Μιά φορά τόν εἶδα στόν ὕπνο μου νά εἶναι μέσα στό Φῶς, μαζί μέ τόν ἅγιο Καλλίνικο καί ξύπνησα χαρούμενος, δοξάζοντας τόν Θεό.

Ὁ μακαριστός καί ἅγιος γιά μένα π. Σεβαστιανός ἦταν ἕνα φωτεινό ἀστέρι, ἕνας ἐν σαρκί «φωτεινός Ἄγγελος» καί ἔτσι εἶναι καί στό ἐπουράνιο θυσιαστήριο, ἦταν «οὐράνιος ἄνθρωπος καί ἐπίγειος ἄγγελος».

 

Ναυπάκτου Ἱερόθεος: Ὁ π. Σεβαστιανός ὡς Ἱεροκήρυξ καί πνευματικός στά Ἰωάννινα

Ὅλη ἡ ἐκδήλωση

Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: Ὁ Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανός, ὅπως τόν γνώρισα

Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: Ὁ Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανός, ὅπως τόν γνώρισα

Ὁμιλία στήν Ἐνορία Εὐαγγελίστριας Πειραιῶς, 1 Νοεμβρίου 2015

Βίντεο τῆς ὁμιλίας ἀπὸ τὸ κανάλι τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παρέμβασης

 Θά ἀρχίσω τήν ὁμιλία μου μέ μιά ὁμολογία. Ὁ Θεός μέ εὐλόγησε καί γνώρισα στήν ζωή μου μεγάλες ἐκκλησιαστικές, μοναχικές καί θεολογικές προσωπικότητες καί Τόν εὐγνωμονῶ σέ ὅλη μου τήν ζωή. Κάποιος μοῦ ἔγραψε ὅτι εἶχα τό προνόμιο νά γνωρίσω καί νά συνδεθῶ μέ τούς σημαντικότερους ἀνθρώπους πού καθόρισαν καί ἐπηρέασαν τήν ἐκκλησιαστική καί πνευματική κατάσταση στήν Πατρίδα μας, ἀλλά καί γενικότερα τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τόν 20ό αἰώνα.

Γέροντάς μου, πού μέ χειροτόνησε καί ἔμενα μαζί του γιά δεκαπέντε χρόνια στό κτίριο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, ἦταν ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας κυρός Καλλίνικος. Καθηγητής μου στήν Θεολογική Σχολή τῆς Θεσσαλονίκης ἦταν ὁ Παναγιώτης Χρήστου, ἄριστος Πατρολόγος, πού μέ εἰσήγαγε, ἐκτός τῶν ἄλλων, στήν θεολογία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Συγχρόνως, συνδέθηκα θεολογικά καί πραγματικά μέ τόν μεγαλύτερο γιά μένα θεολόγο τοῦ 20οῦ αἰῶνος, ἀλλά καί τῆς Ἐκκλησίας γενικότερα, ἐννοῶ τόν π. Ἰωάννη Ρωμανίδη, τοῦ ὁποίου ἡ διδασκαλία εὐωδίαζε ἀπό τήν θεολογία τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων, εἰδικότερα τῶν Καππαδοκῶν Πατέρων, ἀλλά καί ἀπό τήν ἀσκητική ζωή τῶν ἀσκητῶν τοῦ Γεροντικοῦ.

Στό Ἅγιον Ὄρος γνώρισα μεγάλους ἀσκητές μεταξύ τῶν ὁποίων τόν ἅγιο Παΐσιο, τόν π. Θεόκλητο Διονυσιάτη, τόν π. Γαβριήλ Διονυσιάτη, τόν π. Ἐφραίμ τόν Κατουνακιώτη, τόν π. Ἐφραίμ Ἡγούμενο τότε τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου, τόν π. Σπυρίδωνα τόν Νεοσκητιώτη καί ἄλλους ἐμπειρικούς θεολόγους τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐπίσης, γνώρισα τόν π. Σωφρόνιο Σαχάρωφ, παλαιό ἁγιορείτη καί μάλιστα ἐρημίτη στά φρικτά Καρούλια, ὁ ὁποῖος διέμενε τά τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του στήν Ἱερά Μονή τοῦ Τιμίου Προδρόμου  Ἔσσεξ Ἀγγλίας, τήν ὁποία αὐτός ἵδρυσε, καί ὁ ὁποῖος μοῦ μετέδωσε στήν πράξη ὅλη τήν θεολογία τῆς θεοπτίας καί τῆς ἡσυχαστικῆς ζωῆς. Ἐπίσης, εἶχα ἐπικοινωνία τηλεφωνική, ἀλλά καί μυστική μέ τόν ἅγιο Πορφύριο τόν Καυσοκαλυβίτη.

Μεταξύ αὐτῶν τῶν εὐλογημένων καί χαρισματικῶν ἀνθρώπων συγκαταλέγεται καί ὁ μακαριστός Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης κυρός Σεβαστιανός, πού ἦταν ὁ Πνευματικός Πατέρας μου στά παιδικά, νεανικά καί φοιτητικά μου χρόνια, θά ἔλεγα ὅτι εἶναι ὁ Πνευματικός τῆς καρδιᾶς μου, τόν ὁποῖο εἶχα πρότυπο στήν ζωή μου καί τόν θαύμαζα γιά τήν γλυκύτητά του, τήν σοβαρότητά του, τήν ἱεροπρέπειά του καί τά πολλά χαρίσματά του μέ τά ὁποῖα τόν προίκισε ὁ Θεός. Καί ὅταν θά γινόμουν μοναχός καί ἐρωτήθηκα ποιό ὄνομα θά προτιμοῦσα νά λάβω, εὐθαρσῶς ἀνέφερα τό ὄνομα Σεβαστιανός. Αὐτός ἦταν τό πρότυπο τοῦ καλοῦ Κληρικοῦ καί Ποιμένος στήν ζωή μου. Ἀλλά ὁ Μητροπολίτης Ἐδέσσης Καλλίνικος προτίμησε νά μοῦ δώση τό ὄνομα τοῦ δικοῦ του Γέροντα, Μητροπολίτου Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας Ἱεροθέου, τόν ὁποῖο σεβόταν πολύ.

 Ὁ Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανός, ὅπως τόν γνώρισαΚλήθηκα, λοιπόν, νά ὁμιλήσω γιά τόν μακαριστό Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης κυρό Σεβαστιανό, καί φυσικά δέν θά σᾶς παρουσιάσω τά βιογραφικά του στοιχεῖα, ἀλλά θά ἀναλύσω πῶς ἐγώ τόν εἶδα στήν ζωή μου, ποιές εἶναι οἱ προσωπικές μου ἐνθυμήσεις γιά τήν μεγάλη, ἐκρηκτική, ἀλλά καί συγχρόνως ἡσυχαστική προσωπικότητά του. Θά ὁμιλήσω, λοιπόν, γιά τόν Πνευματικό τῆς καρδιᾶς μου σέ τρεῖς φάσεις τῆς ζωῆς του, ἤτοι ὅταν ἦταν Ἱεροκήρυξ στά Ἰωάννινα, ὅταν ἦταν Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως καί ὅταν ἦταν μέλος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί συνδέθηκε μέ τόν Γέροντά μου Μητροπολίτη Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας Καλλίνικο.

1. Ἱεροκήρυξ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἰωαννίνων

Οἱ ἐνθυμήσεις πού ἔχουμε ἀπό τήν παιδική μας ἡλικία, ἀρνητικές καί θετικές, παίζουν σημαντικό ρόλο στήν ζωή μας, γενικά στήν ὅλη μετέπητα ἐξέλιξή μας. Αὐτές καθορίζουν τόν τρόπο σκέψεώς μας, αὐτά τά βιώματα μᾶς ἐμπνέουν καθ’ ὅλη τήν διάρκεια τοῦ ἀνθρωπίνου βίου μας. Τά πρότυπα τά ὁποῖα βρίσκονται μπροστά μας μᾶς ἐπηρεάζουν σημαντικά καί μᾶς ἐμπνέουν.

Ἕνα τέτοιο πρόσωπο τῶν παιδικῶν, νεανικῶν καί φοιτητικῶν μου χρόνων εἶναι ὁ Σεβαστιανός. Τόν θυμᾶμαι ὅταν ἦλθε ὡς διάκονος στά Ἰωάννινα, τήν γένετειρά μου, τόν θυμᾶμαι ἔντονα κατά τήν  χειροτονία του σέ Πρεσβύτερο στόν Μητροπολιτικό Ναό τῶν Ἰωαννίνων ἀπό τόν Μητροπολίτη Ἰωαννίνων κυρό Δημήτριο, καί ἔκτοτε τόν ἔβλεπα στούς ἄμβωνες τῶν Ἱερῶν Ναῶν νά ὁμιλῆ, ἀλλά καί στίς ἐξομολογήσεις νά μᾶς συμβουλεύη διακριτικά καί κατάλληλα.

Ἦταν ὑψηλός στό ἀνάστημα, λεπτός στό σῶμα, ἱεροπρεπής καί σοβαρός στήν συμπεριφορά του, νουνεχής καί γλυκύτατος. Κατά τίς ἱερές ἀκολουθίες, κυρίως κατά τήν θεία Λειτουργία, ἐνέπνεε ὅλους τούς παρευρισκομένους, καί σέ αὐτό τόν βοηθοῦσε πολύ τό παράστημά του, τά ὡραῖα χαρακτηριστικά τοῦ προσώπου του, ἡ θαυμάσια φωνή του, τό ἐκπληκτικό ψάλσιμό του, ἡ εὐπρέπειά του, ἡ πνευματικότητά του καί τό ρητορικό χάρισμά του. Ὁ Θεός συγκέντρωσε ἐπάνω του τά πιό ἐκπληκτικά χαρίσματα. Ὁ π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος ὅταν τόν εἶδε γιά πρώτη φορά νά λειτουργῆ εἶπε: «Αὐτός μαγεύει τό ἐκκλησίασμα κατά τήν θεία Λειτουργία».

Ἔχω τήν ἐντύπωση ὅτι ὅλη τήν θαυμάσια παρουσία του κατά τήν θεία Λειτουργία, δηλαδή τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο λειτουργοῦσε, τά εἶχε προσλάβει ἀπό τόν Προϊστάμενο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τοῦ ἁγίου Κωνσταντίνου Ὁμονοίας Ἀθηνῶν Ἀρχιμανδρίτη Χρυσόστομο Ταβλαδωράκη, τόν μετέπειτα Μητροπολίτη Ἀργολίδος καί κατόπιν Μητροπολίτη Πειραιῶς, ἀφοῦ ὅταν ὁ π. Χρυσόστομος ὑπηρετοῦσε ὡς Ἐφημέριος στόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου, ὁ Σεβαστιανός ὡς λαϊκός καί φοιτητής Θεολογίας ἦταν νεωκόρος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ. Φαίνεται ὅτι ἐντυπωσιάσθηκε ἀπό τήν ἱεροπρέπεια τοῦ π. Χρυσοστόμου, ἀλλά καί τήν ρητορία του.

Πέρα ἀπό τήν ὅλη ἱεροπρέπειά του εἶχε καί προσευχητικό νοῦ, ἐσωτερική κατάνυξη, ἔκφραση τῆς ἀγαπώσης καρδίας του, καί κατά τήν διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας ἦταν σοβαρός, νουνεχής, προσεκτικός, ἦταν μιά χερουβική προσευχητική ὕπαρξη, πού δέν ἀνεχόταν συζητήσεις καί ἀνάρμοστες συμπεριφορές.

Μαζί μέ τήν ἱεροπρέπεια καί τήν κατανυκτικότητά του στήν θεία Λειτουργία ἦταν καί ἕνας ἐκπληκτικός Ἱεροκήρυκας, ἕνα πραγματικό ἀηδόνι τοῦ ἄμβωνος, δυναμικός καί ἐκρηκτικός, ἀλλά συγχρόνως καί πνευματικός. Ἡ καθαρότητα τῆς φωνῆς του, ἡ ὀρθή ἄρθρωση τοῦ λόγου του, τό ρητορικό του χάρισμα, ὁ χειμαρρώδης λόγος του, τά ρητορικά σχήματα πού χρησιμοποιοῦσε, ἡ καλλιέπεια τῆς γλώσσης πού ἄλλοτε ἦταν ἡ ἁπλή καθαρεύουσα καί ἄλλοτε ὁ λόγιος ἐκκλησιαστικός λόγος, ἀνάλογα μέ τήν περίπτωση, οἱ ἁρμονικές καί πολλές φορές δυνατές κινήσεις τῶν χεριῶν του, τά σπινθηροβόλα, ἔξυπνα καί φλογερά του μάτια, καί πολλά ἄλλα, τόν ἔκαναν νά ἀστράφτη πάνω στόν ἄμβωνα, ὡς ἕνας ἄγγελος πού ἀναγγέλλει τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἤ ὡς Προφήτης πού καλεῖ σέ μετάνοια, καί νά αἰχμαλωτίζη ὅλους τούς ἀκροατές του. Τό κήρυγμά του εἶχε πνευματικό περιεχόμενο καί ὅλα αὐτά καθήλωναν τό ἀκροατήριο.

Ἡ παρουσία του στούς Ναούς ἦταν ἀντικείμενο σχολιασμοῦ, ἀκόμη καί στά καφενεῖα. «Τό εἶπε ὁ Σεβαστιανός» ἔλεγαν. Ὅταν περπατοῦσε στόν δρόμο τόν πρόσεχαν ὅλοι μέ σεβασμό καί τιμή, καί οἱ ἄνθρωποι πού κάθονταν στά καφενεῖα σηκώνονταν καί τόν χαιρετοῦσαν.

Δέν μποροῦσε ἄλλος Ἱεροκήρυξ νά σταθῆ στά Ἰωάννινα. Ὅποιος τόν ἄκουγε λίγο ἤ πολύ δέν μποροῦσε ἔκτοτε νά ἱκανοποιηθῆ ἀπό ἄλλους Ἱεροκήρυκας. Αὐτό τό ἔβλεπα καί στήν ζωή μου. Κατά τά φοιτητικά μου χρόνια στήν Θεσσαλονίκη ἄκουγα διαφόρους Ἱεροκήρυκας, ἀλλά ἐγώ, ἔχοντας ὡς πρότυπο τόν π. Σεβαστιανό, δέν μποροῦσα νά ἱκανοποιηθῶ ἀπό κανέναν.     

Ὥς Πνευματικός Πατέρας ἐκδήλωνε ἄλλα γνωρίσματα ἀπό ἐκεῖνα πού βλέπουμε στόν ἄμβωνα κατά τήν διάρκεια τοῦ κηρύγματος, ἤτοι συνδύαζε τήν ἀρχοντική ἀγάπη μέ τό φιλότιμο, τήν τρυφερότητα μέ τήν ἀρρενωπότητα, τό ὀλιγόλογο μέ τήν εἰλικρίνεια, τό ἐνδιαφέρον του γιά ὅλους μέ τόν σεβασμό τῆς ἐλευθερίας τοῦ καθενός, τήν ἀριστοκρατικότητα μέ τήν ἁπλότητα. Ἦταν ἕνας Πνευματικός Πατέρας μέ σοβαρότητα γνώμης καί πληθωρική ἀρρενωπή ἀγάπη. Ὅλα αὐτά τά χαρίσματα τά ἐκδήλωνε στήν κατήχηση καί τήν ἐξομολόγηση, στούς περιπάτους πού τόν συνοδεύαμε καί στίς ἐκδρομές, στήν ἐξοχή καί τούς κλειστούς χώρους. Ἦταν πάντα χαρούμενος, γελαστός, μέ ἕναν λόγο ἕνας πνευματικός ἡγέτης.

Χαιρόμουν πού εἶχα ἕναν τέτοιο Πνευματικό Πατέρα, γιατί ξέφευγε ἀπό τόν στοχαστή καί τόν εὐσεβιστή Ἱεροκήρυκα, καί ἔβλεπα μπροστά μου ἕναν ἀληθινό ἄνθρωπο καί ἕναν ἰδανικό Κληρικό. Ἰδίως, ὅταν ἀργότερα ἔγινα φοιτητής, συζητοῦσα μαζί του πιό ἐλεύθερα καί εἰλικρινά, ἐκεῖνος ἄκουγε τίς ἀπόψεις μου καί μέ τήν ἰσχυρά ἐπιχειρηματολογία του, ὅταν ἔπρεπε, τίς ἀντέκρουε, καί ἄλλοτε τίς δεχόταν μέ πνεῦμα αὐτομεμψίας, γενικά μέ ἀντιμετώπιζε μέ εὐγενικό τρόπο.

Ὅταν ὡς μαθητής καί ἀργότερα ὡς φοιτητής μέ ρωτοῦσαν οἱ ἄλλοι ποιόν ἔχω Πνευματικό Πατέρα, ἐγώ ἔλεγα τό ὄνομά του μέ καμάρι καί θαυμασμό. Θυμᾶμαι ὅτι ἔκανα συγκρίσεις  μέ ἄλλους Πνευματικούς Πατέρες πού γνώρισα κατά τήν διάρκεια τῆς φοιτητικῆς μου ζωῆς καί ἔβλεπα τό μεγαλεῖο του, καί γι’ αὐτό δόξαζα τόν Θεό πού ἔφερε στήν ζωή μου τόν π. Σεβαστιανό.

Πρέπει νά ὑπογραμμίσω ὅτι τίς ἀπόψεις μου αὐτές γιά τόν π. Σεβαστιανό πού σχημάτισα κατά τήν παιδική, νεανική καί ἐφηβική μου ἡλικία δέν τίς ἄλλαξα μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του, πού σημαίνει ὅτι ἦταν ἀντικειμενικές καί ὄχι ἐξιδανικευμένες. Ὁ π. Σεβαστιανός ἦταν ἕνας χαρισματικός Ἱεροκήρυκας καί ἄνθρωπος.  

2. Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης

Ὅταν ἤμουν τριτοετής φοιτητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Θεσσαλονίκης πληροφορήθηκα μέ θαυμασμό καί ὑπερβολική χαρά τήν ἀνάδειξη τοῦ Πνευματικοῦ μου Πατέρα σέ Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης. Ἐκείνη ἡ περίοδος ἦταν ἐξεταστική καί γι’ αὐτό δέν μπόρεσα νά παρευρεθῶ στήν χειροτονία του πού ἔγινε στήν Ἀθήνα, ἀλλά παρακολούθησα μέ ἔκδηλη χαρά ἕνα μέρος τῆς χειροτονίας του ἀπό τό ραδιόφωνο.

Τήν ἐποχή ἐκείνη δέν ὑπῆρχαν τά σημερινά μέσα Μαζικῆς Ἐνημέρωσης, ἀλλά μπόρεσα νά συγκεντρώσω ὅλα ὅσα εἶχαν γραφῆ στίς ἐφημερίδες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης γιά τήν ἐκλογή του καί τήν χειροτονία του, βρῆκα τίς φωτογραφίες ἀπό τήν χειροτονία του καί χαιρόμουν νά βλέπω τό ἱλαρό, ἀριστοκρατικό καί μεγαλοπρεπές πρόσωπό του.

Ἐνῶ ἦταν στά Ἰωάννινα, ἀφιερωμένος στό ποιμαντικό του ἔργο, πληροφορήθηκε γιά τήν ἐκλογή του σέ Μητροπολίτη, χωρίς νά τό ἀναμένη καί αἰσθάνθηκε βαθύτατη θλίψη, ἦταν δέ ἀποφασισμένος νά μή δεχθῆ τήν ἐκλογή του. Παρακαλοῦσε γιά πολλή ὥρα τόν τότε Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος Ἱερώνυμο μέ δάκρυα στά μάτια, γονατισμένος στά πόδια του νά ἀνακληθῆ αὐτή ἡ ἀπόφαση, ἐξεδήλωσε τήν ἐπιθυμία του νά μήν ἀποδεχθῆ τήν ἐκλογή του. Ἐπειδή ὁ Ἀρχιεπίσκοπος δέν δέχθηκε τήν παράκλησή του, ἔγινε ἡ χειροτονία του σέ Ἐπίσκοπο μέσα σέ βαθύτατη θλίψη του καί ὁ χειροτονητήριος λόγος του ἦταν λιτός, σύντομος, δωρικός καί κατ’ ἐξοχήν πατερικός, πού ἔδειχνε ἕναν ἄνθρωπο πού δέν εἶχε ποτέ στόν νοῦ του αὐτήν τήν ὥρα, δέν εἶχε σκεφθῆ ποτέ τήν ἐκλογή του σέ Μητροπολίτη, ἔδειχνε ἕναν ἄνθρωπο πού δέν ἤθελε αὐτήν τήν ἐκκλησιαστική τιμή, ἀλλά τόν εἵλκυε περισσότερο ἡ θέση τοῦ Ἱεροκήρυκα.

Αὐτό τό περιστατικό εἶναι σπάνιο στήν ἐκκλησιαστική ἱστορία, ὄχι μόνον στά νεώτερα χρόνια, ἀλλά καί στά παλαιότερα, ὅσο σπάνιος ἦταν καί ὁ π. Σεβαστιανός, ὡς ἄνθρωπος καί Κληρικός. Ἡ πρακτική εἶναι νά γνωρίζη ὁ ὑποψήφιος γιά τήν ἐκλογή του καί νά δίνη ἀμέσως τό μικρό μήνυμα ἐνώπιον τῶν ἐκλεκτόρων Ἀρχιερέων καί νά τούς εὐχαριστῆ γιά τήν προτίμησή τους στό πρόσωπό του. Ὁ π. Σεβαστιανός ὄχι μόνον δέν ἔκανε αὐτό, ἀλλά προχώρησε καί πιό πέρα, δηλαδή δέν ἤθελε τήν ἐκλογή του, καί ἔκλαιγε γι’ αὐτήν, καί στήν συνέχεια μετά τήν χειροτονία του ἔπεσε σέ θλίψη. Αὐτή ἡ στάση του δέν ἔδειχνε ἔλλειψη σεβασμοῦ στήν Χάρη τῆς Ἀρχιερωσύνης, ἀλλά φανέρωνε ὅτι ἦταν κάτι ξαφνικό καί δέν τό εἶχε ποτέ στόν νοῦ του, δέν τό σκεπτόταν, καί δέν τό ἐπιθυμοῦσε.

Μετά τήν χειροτονία του σέ Μητροπολίτη τόν συνάντησα στά Ἰωάννινα, ὅταν ἦλθε γιά νά γίνη  ἡ ἐνθρόνισή του καί νά ἀρχίση τό ποιμαντικό του ἔργο στήν δύσκολη περιοχή τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης. Ἐκεῖνο πού μοῦ ἔκανε ἰδιαίτερη ἐντύπωση ἦταν ὅτι ὁ ἀγαπητός  καί πεφιλημένος μας Ἱεροκήρυξ, ὁ π. Σεβαστιανός, μετά τήν χειροτονία του σέ Μητροπολίτη, ἔχασε τό παιδικό του πρόσωπο, τήν ἱλαρότητα τοῦ προσώπου του, τό ἑλκυστικό καί ἐκπληκτικό χαμόγελό του, τό χαρούμενο τοῦ χαρακτῆρος του καί φαινόταν πολύ λυπημένος. Δέν χάρηκε καθόλου τήν ἀνάδειξή του στόν ἀρχιερατικό βαθμό καί τό ἐκδήλωνε φανερά σέ ὅλους, χωρίς νά τό κάνη προσποιητά καί ὑποκριτικά.

Συμμετεῖχα στήν ἐνθρόνισή του στήν ἕδρα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, τό Δελβινάκι, μέ ἔκδηλη χαρά, γιατί αἰσθανόμουν ὅτι αὐτός ὁ Κληρικός μέ τά ἐκπληκτικά προσόντα πού διέθετε ἦταν γεννημένος γιά νά γίνη Μητροπολίτης. Ὅταν ἀργότερα γνώρισα πολλούς Μητροπολίτες καί ἔκανα συγκρίσεις, κατέληξα στό συμπέρασμα ὅτι στόν π. Σεβαστιανό ἄξιζε μιά μεγάλη Μητρόπολη γιά νά ἐκδηλώση ὅλα τά πολυποίκιλα χαρίσματά του.

Μετά τήν ἀκολουθία τῆς ἐνθρονίσεώς του μέ παρακάλεσε νά μείνω μαζί του τίς πρῶτες ἡμέρες στήν Κόνιτσα καί νά τόν βοηθήσω στά πρῶτα βήματα τῆς ἐπισκοπικῆς του διακονίας. Μέχρι τότε τόν ἀγαποῦσα πολύ, ἀλλά τόν σεβόμουν ἀπεριόριστα, καί αἰσθανόμουν δέος ἀπέναντί του, τώρα ὅμως γιά μιά ὁλόκληρη ἑβδομάδα παρέμεινα μαζί του στό Ἐπισκοπεῖο στήν Κόνιτσα, μαζί μέ μερικούς ἄλλους, συμμετέχοντας στήν πρωινή καί βραδυνή προσευχή, στό τραπέζι καί ἀκολουθώντας τόν Μητροπολίτη στίς πρῶτες περιοδεῖες του, κάνοντας χρέη ἱεροψάλτη.

Αὐτό γιά μένα ἦταν μιά ὀνειρώδης κατάσταση. Τό ἴδιο αἰσθανόμουν καί κάθε φορά πού κατά τίς διακοπές ὡς φοιτητής πήγαινα στήν Κόνιτσα νά ἐξομολογηθῶ, νά συζητήσω μαζί του, νά εὑρεθῶ στό ἴδιο τράπεζι καί νά ἀκούσω τά σοφά του λόγια. Αἰσθανόμουν μεγάλη τιμή πού εἶχα Πνευματικό Πατέρα ἕναν τέτοιο λαμπρό Ἱεράρχη.

Ὁ π. Σεβαστιανός ἦταν ἕνας ἀληθινός Ἐπίσκοπος πού θυσιαζόταν στήν ἐπισκοπική του διακονία. Ἵδρυσε Γηροκομεῖο, Οἰκοτροφεῖα, βοηθοῦσε ποικιλοτρόπως τούς ἀνθρώπους, ἐξομολογοῦσε, περιόδευε καί στά πιό δυσπρόσιτα χωριά γιά νά λειτουργήση, νά ὁμιλήση, νά συζητήση μέ τούς ἀνθρώπους στίς πλατεῖες. Αὐτός χαιρόταν ὅλη αὐτήν τήν διακονία, ἀλλά ἐγώ αἰσθανόμουν ὅτι δέν τόν χωροῦσε αὐτός ὁ μικρός τόπος, ἔπρεπε νά ἦταν ἀλλοῦ. Δέν ἦταν δυνατόν ἕνας τέτοιος χαρισματοῦχος καί ἐκπληκτικός Ἐπίσκοπος νά λειτουργῆ σέ μικρές Ἐκκλησίες, μέ λίγο κόσμο, μέ ἀγράμματους Ἱερεῖς, μέ κακόφωνους ψάλτες, μέ δύσκολες συνθῆκες μεταβάσεως καί μεταφορᾶς. Ἀλλά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἦταν αὐτό καί ἐκεῖνος ὑποτασσόταν μέ χαρμολύπη.

3. Ἡ ἀδελφική φιλία τῶν δύο Πνευματικῶν μου Πατέρων

Ἀπήλαυσα τόν π. Σεβαστιανό κατά τήν νεανική μου ἡλικία, τόν  παρακολουθοῦσα ὡς Μητροπολίτη τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανῆς καί Κονίτσης, ἀφοῦ πολλές φορές πήγαινα ἐκεῖ, ἀλλά δέν τόν χάρηκα ὡς μέλος τῆς Ἱεραρχίας γιά νά δῶ τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο συμπεριφερόταν κατά τίς Συνεδριάσεις τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί τῆς Ἱεραρχίας. Ἐκλέχθηκα Μητροπολίτης ἕξι μῆνες μετά τήν ὁσιακή κοίμησή του, ἄν καί ὁ ἴδιος ἐνδιαφερόταν γιά μένα νά γίνω Μητροπολίτης.

Ὡστόσο, ὅμως, παρακολουθοῦσα τήν παρουσία του στήν Ἱερά Σύνοδο ἐμμέσως μέσα ἀπό τίς διηγήσεις τοῦ μετέπειτα Γέροντά μου Μητροπολίτου Ἐδέσσης Καλλινίκου, μέ τόν ὁποῖο ἦταν στενά συνδεδεμένοι καί εἶχαν κοινές ἀπόψεις γιά τά φλέγοντα ἐκκλησιαστικά θέματα τῆς ἐποχῆς τους.

Ἡ περάτωση τῶν γυμνασιακῶν μου σπουδῶν στό Ἀγρίνιο ἔγινε αἰτία νά γνωρίσω τόν τότε Πρωτοσύγκελλο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἀρχιμ. π. Καλλίνικο καί μετέπειτα Μητροπολίτη τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλπωπίας. Μετά τήν ἀποφοίτησή μου ἀπό τήν Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, μέ τήν εὐχή τοῦ π. Σεβαστιανοῦ, ἀποδέχθηκα τήν πρόσκληση τοῦ Μητροπολίτου Ἐδέσσης νά πάω στήν Ἔδεσσα τῆς Μακεδονίας, ἀντί στήν Κόνιτσα τῆς Ἠπείρου. Ὁ π. Σεβαστιανός ἐξυμνοῦσε τόν Καλλίνικο, ὁ ὁποῖος ἐκλέχθηκε Μητροπολίτης σχεδόν ἕνα μήνα μετά ἀπό αὐτόν, γιά τήν ἄσκησή του, τήν εὐφυΐα του, τό ἐκκλησιαστικό του φρόνημα καί τήν ἔντονη πνευματικότητά του.

Ἡ μετάβασή μου στήν  Ἔδεσσα ἔγινε ἀφορμή νά γνωρισθοῦν οἱ δύο Μητροπολίτες ἀκόμη περισσότερο, πράγμα πού μέ χαροποιοῦσε πολύ. Ἡ συνεργασία τους στήν Ἱερά Σύνοδο καί ἡ διαρκής ἐπικοινωνία τους, τόσο στήν Ἔδεσσα ὅσο καί στήν Κόνιτσα μέ ἱκανοποιοῦσε πολύ. Ἔβλεπα μέ κρυφή χαρά τούς δύο Πνευματικούς μου Πατέρας νά ἔχουν μιά θαυμαστή συνεργασία καί μιά στενή ἐπικοινωνία μεταξύ τους, γιά τήν ὁποία εἶχα συντελέσει κι ἐγώ.

Κατά τήν χειροτονία μου σέ διάκονο ὁ π. Σεβαστιανός ἦλθε στήν Ἔδεσσα, ὁμίλησε θαυμάσια, ἔμενε στό Μητροπολιτικό Οἴκημα, μοῦ δόθηκε ἡ εὐκαιρία νά τόν διακονήσω, μέ συμβούλευσε κατάλληλα. Ἡ διέλευσή του  ἀπό τήν  Ἔδεσσα κάθε φορά πού πήγαινε στό Ἅγιον Ὄρος ἦταν πηγή χαρᾶς καί εὐχαριστήσεως. Ἡ μετάβασή μας -τοῦ Καλλινίκου καί ἐμοῦ- στήν Κόνιτσα γιά νά συμμετάσχουμε στήν πανήγυρη τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ ἦταν μιά θαυμάσια εὐκαιρία νά ἀναπτυχθῆ ἀκόμη περισσότερο ἡ φιλία τους. Κι ἐγώ χαιρόμουν, γιατί ἔγινα ἀφορμή νά συνδεθοῦν στενά οἱ δύο αὐτοί ἅγιοι Ἱεράρχες.   

Ὁ Μητροπολίτης Ἐδέσσης Καλλίνικος χαιρόταν γιατί εἶχε προσωπικό φίλο καί ἀδελφό τόν Μητροπολίτη Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανό. Ὅταν ἐπέστρεφε ἀπό τήν Ἱερά Σύνοδο καί τήν Ἱεραρχία πάντοτε μου διηγεῖτο περιστατικά πού ἔδειχναν τά χαρίσματα τοῦ π. Σεβαστιανοῦ. Μοῦ ἔλεγε ὅτι ὅταν μιλοῦσε ὁ Σεβαστιανός ὅλοι οἱ Ἱεράρχες σιωποῦσαν καί τόν παρακολουθοῦσαν μέ προσοχή. Ὁ λόγος του ἦταν νηφάλιος, εὐγενικός, γλυκύς, συγκροτημένος, διακριτικός. Ὁ Καλλίνικος καυχόταν γιά τόν ἀδελφικό του φίλο.

Ὡς χαρακτῆρες ἦταν διαφορετικοί, ἀλλά τούς συνέδεε περισσότερο ἡ ἀγάπη τους γιά τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία. Ὁ Καλλίνικος ἦταν λεπτοκαμωμένος, θύμιζε ἀσκητή τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἦταν λεπτός στά αἰσθήματά του, ταπεινός στήν συμπεριφορά του, διακριτικός στίς κινήσεις του, καί περισσότερο διπλωματικός στήν ἀντιμετώπιση διαφόρων γεγονότων. Ὁ Σεβαστιανός ἦταν μεγαλοπρεπής στήν συμπεριφορά του, εὐθύς στόν λόγο του, ἐξέφραζε μέ εἰλικρίνεια τίς ἀπόψεις του, μερικές φορές ἦταν λίγο δηκτικός, χωρίς νά εἶναι συγκρουσιακός. Παρά τήν διαφορετικότητα τῆς συμπεριφορᾶς τους, ἐν τούτοις καί οἱ δύο ἀποτελοῦσαν μιά θαυμαστή ἑνότητα, καί εἶχαν μιά σημαντική ἀδελφική φιλία.

Γέροντας μου ἀπό τότε πού ἔγινα Κληρικός ἦταν ὁ Καλλίνικος μέ τόν ὁποῖο ἔμενα στόν ἴδιο χῶρο καί μοῦ ἔδειχνε πληθωρική ἀγάπη συνδυασμένη μέ τήν κατά Χριστόν ἐλευθερία. Ἀλλά καί ὁ πρῶτος Πνευματικός μου Πατέρας, ὁ Σεβαστιανός, μέ συμβούλευε διαρκῶς ἀπαντώντας σέ δικές μου ἐπιστολές. Μερικές φράσεις πού θά παραθέσω εἶναι ἐκφραστικότατες, πράγμα πού δείχνει τήν μεγαλωσύνη τοῦ πνευματικοῦ αὐτοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ ἀνδρός:

«Εὐχάς ἐγκαρδίους, νά εὐαρεστήσῃς τῷ Κυρίῳ καί τῷ λαῷ τοῦ Θεοῦ, κηρύττων καί ἐργαζόμενος «μή ὡς ἀνθρωπάρεσκος, ἀλλ᾿ ὡς δοῦλος Ἰησοῦ Χριστοῦ», διά νά ἔχῃς καί πολλούς τούς καρπούς καί ἐδῶ καί κυρίως, ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν» (1971).
«Σοῦ εὔχομαι ὁλοψύχως νά καλλιεργῇς ἐν τῇ καρδίᾳ σου τήν προσευχήν, τήν νῆψιν καί τήν βασιλίδα τῶν ἀρετῶν, τήν ταπείνωσιν» (1978).
«Εὔχου... νά χαρίζῃ ὁ Κύριος καί εἰς ἐμέ τήν ταπείνωσιν, ἥτις ἑλκύει πλουσίως τήν χάριν καί τήν εὐλογίαν τῆς Παναγίας Τριάδος» (1972).
«Εὔχου καί ὑπέρ ἐμοῦ, διότι τά χρόνια περνοῦν καί ἀκόμη εἶμαι ἀκατάρτιστος!» (1980).
«Ἐάν ὅμως μοῦ δίνης τήν ἄδειαν καί ἐπέτρεπεν τοῦτο καί ὁ ἅγιος Δεσπότης σου, ὡς παλαιός σου Πνευματικός θά ἔλεγα: ἀπόφευγε πρός τό παρόν δημοσιεύσεις· τώρα μελέτα Ἁγ. Γραφήν καί Πατέρας καί ἀργότερα ἔρχεται καί ἡ σειρά τῆς συγγραφῆς.
Ἔτσι φρονῶ· διότι «ὁ μισόκαλος», ὅπως ἔλεγε ὁ π. Ἰάκωβος, μᾶς πολεμεῖ!
Ζητῶ καί πάλιν συγγνώμην· τόν λόγον ἔχει ὁ νῦν πατήρ σου, εἰς ὅν διαβιβάζεις τήν ἀγάπην μου» (1972).
«Ἀπό καρδίας εὔχομαι, ὅπως ὁ Ἀναστάς Κύριος χαρίζῃ σοι ὑγείαν πολλήν, ζῆλον πύρινον, καρδίαν «καιομένην», ἵνα πάντα ταῦτα τιθέμενα εἰς τήν διάθεσιν τοῦ κηρύγματος τῆς Ἀναστάσεως, συντελοῦν εἰς τήν δόξαν τοῦ Παναγίου ὀνόματος τοῦ Κυρίου.
Ἐνθυμεῖσαι ἰδικά μου πτωχά κηρύγματα, πτωχότατα μάλιστα, εἰς ταπείνωσιν καί ἁγιασμόν; «Τό ἔλεός Σου Κύριε...».
Εὔχου ὑπέρ ἐμοῦ καί ὑπέρ ὅλων τῶν Ἐπισκόπων, ἵνα πολιτευθῶμεν κατ᾿ αὐτάς ἐν φόβῳ Θεοῦ! Τά δέοντα εἰς τόν ἅγ. Δεσπότην» (1973).
«Ἔτη πολλά, ὁσιακά, ταπεινά καί συνετά. "Μέμνησο δέ ὅτι θνητός εἶ"» (1989).

Κάποια στιγμή πέρασα ἀπό τήν συγκλονιστική περίοδο τῆς κοιμήσεως τοῦ Γέροντά μου Μητροπολίτου Καλλινίκου καί ὁ Σεβαστιανός στάθηκε κοντά μου ὡς ὁ πρῶτος Πνευματικός μου Πατέρας, ἀλλά καί ὡς ἀδελφικός φίλος τοῦ Καλλινίκου καί μέ προστάτευε ἀπό τίς δοκιμασίες τίς ὁποῖες περνοῦσα. Λυπήθηκε πολύ πού ἔχασε τόν ἀδελφικό του φίλο καί μέ παρηγοροῦσε κατάλληλα.

Ὕστερα ἀπό μερικά χρόνια πέρασα καί ἀπό τήν δοκιμασία τῆς ἀρρώστιας καί τῆς κοίμησης τοῦ πρώτου Πνευματικοῦ μου Πατέρα, τοῦ π. Σεβαστιανοῦ. Τόν ἐπισκέφθηκα στό Νοσοκομεῖο Ἀθηνῶν ὅπου νοσηλευόταν καί στάθηκα κοντά του μέ ἀπόλυτο σεβασμό, ἀλλά καί μέ ἐν Κυρίῳ καύχηση πού τόν γνώρισα καί τόν εἶχα Πνευματικό μου Πατέρα κατά τά παιδικά, τά νεανικά καί τά φοιτητικά μου χρόνια.

Ἡ κοίμηση καί τῶν δύο Ἱεραρχῶν ἦταν ὁσιακή. Καί οἱ δύο ὑπερέβησαν τόν φόβο τοῦ θανάτου, εἶχαν τήν ἀπόλυτη βεβαιότητα ὅτι πηγαίνουν στόν Θεό, τήν οὐράνια πατρίδα, διακρίνονταν ἀπό τήν αὐτομεμψία, τήν ἀληθινή ἀσκητική ζωή καί τόν οὐράνιο πόθο. Καί οἱ διαθῆκες τῶν δύο αὐτῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀνδρῶν ἦταν ἁγιοπατερικές. Καί ἐγώ αἰσθανόμουν μεγάλο βάρος ἀπό αὐτήν τήν πνευματική κληρονομιά καί τόν μεγάλο θησαυρό πού μοῦ χάρισε ὁ Θεός.

4. Ὁ π. Σεβαστιανός ὡς Ὀρθόδοξος πατριώτης

Ἀμέσως ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἐπισκοπικῆς του διακονίας ὁ π. Σεβαστιανός προοδευτικά ἐξεδήλωνε αὐτό πού πάντοτε εἶχε μέσα του, τήν ἀγάπη του πρός τήν Πατρίδα.

Ὁ π. Σεβαστιανός ἦταν ἔντονα πατριώτης, ἀλλά καί ἀληθινός Χριστιανός. Ἄκουγε γιά τό δράμα τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν Ἑλλήνων πού βρίσκονταν στήν Βόρειο Ἤπειρο καί πληγωνόταν ἡ καρδιά του. Δέν μποροῦσε νά ἀντέξη αὐτό τό μαρτύριο πού περνοῦσαν «οἱ ἀδελφοί μας», ὅπως ἔλεγε. Ἔχυσε αἷμα γιά τήν ὑπόθεση αὐτή. Περιόδευε ὅλη τήν Ἑλλάδα καί τόν κόσμο γιά νά μιλήση γιά τόν σεβασμό πρός τά ἀνθρώπινα δικαιώματα τῶν ἀδελφῶν μας Βορειοηπειρωτῶν, γιά τό ἄνοιγμα τῶν Ἐκκλησιῶν καί τήν ἄσκηση μέ ἐλευθερία τῶν θρησκευτικῶν τους καθηκόντων.

Ἄκουγα γιά τόν ἀγώνα του, τόν ἔβλεπα νά ὁμιλῆ σέ μεγάλες συγκεντρώσεις φοιτητῶν στήν Ἀθήνα καί σέ ἄλλες πόλεις, ὅπου ἐκδήλωνε τά μεγάλα ρητορικά χαρίσματά του, ὅπως παλαιά ἔκανε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Κύπρου Μακάριος, διάβαζα γιά τήν παρουσία του στόν Ὀργανισμό τῶν Ἡνωμένων Ἐθνῶν, στό Κογκρέσο τῆς Ἀμερικῆς, τήν Εὐρώπη, γιά νά ὑπερασπίζεται τίς ἐλευθερίες τῶν Ὀρθοδόξων Ἑλλήνων τῆς Βορείου Ἠπείρου καί τόν θαύμαζα ἀκόμη περισσότερο. Ἔβλεπα τούς κινδύνους πού ἐνέδρευαν παντοῦ, ἀφοῦ ἦταν ὁ κατ’ ἐξοχήν πολέμιος τοῦ καθεστῶτος Χότζα στήν Ἀλβανία, ἀλλά αἰσθανόμουν καί τήν ἀτρόμητη διάθεσή του καί νά μαρτυρήση ἀκόμη γιά τήν ἀγάπη του αὐτή.

Πατριώτης εἶναι αὐτός πού ἀγαπᾶ τήν Πατρίδα του στήν ὁποία γεννήθηκε, ἡ ὁποία στήν συνέχεια δηλώνει καί τήν γῆ τῶν Πατέρων, τῶν προγόνων του. Ἡ Πατρίδα γιά τόν μακαριστό Ἱεράρχη δέν ἦταν ἁπλῶς ἕνας γεωγραφικός χῶρος, ἀλλά ὁ χῶρος στόν ὁποῖο ἔζησαν οἱ Πατέρες του, καί αὐτοί δέν εἶναι οἱ ἀρχαῖοι φιλόσοφοι, ἀλλά οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ἅγιοι Μάρτυρες καί οἱ ὅσιοι ἀσκητές.

Ἔτσι, πατριωτισμός γι’ αὐτόν ἦταν ἡ ἀγάπη γιά τήν Πατρίδα καί τήν Ὀρθοδοξία, τήν λεγόμενη Ρωμηοσύνη. Μέσα ἀπό αὐτήν τήν θεολογία τοῦ πατριωτισμοῦ πρέπει νά ἑρμηνεύσουμε τήν ἀγάπη τοῦ Σεβαστιανοῦ γιά τήν Βόρειο Ἤπειρο. Δέν ἄντεχε νά βλέπη τούς ἀδελφούς του Ὀρθοδόξους Ἕλληνες νά στενάζουν στήν σκλαβιά, νά μή μποροῦν νά ἐκκλησιαστοῦν, νά προσευχηθοῦν δημοσία, νά κοινωνήσουν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, νά γιορτάζουν τό Πάσχα καί τά Χριστούγεννα καί ὅλες τίς μεγάλες ἑορτές.

Ὑπάρχει διάκριση μεταξύ πατριωτισμοῦ καί σωβινισμοῦ. Ὁ ὅρος σωβινισμός προῆλθε ἀπό τόν Σωβέν, τόν γάλλο ἥρωα τῆς γαλλικῆς θεατρικῆς σκηνῆς τῆς δεκαετίας τοῦ 1830, καί δηλώνει τήν ἀκραία μορφή πατριωτισμοῦ, καί τήν ὑποτίμηση κάθε ἄλλου ξένου στοιχείου πρός τήν Πατρίδα του. Ὁ γνήσιος, ὅμως, πατριωτισμός σημαίνει τήν πραγματική ἀγάπη στήν Πατρίδα, χωρίς φανατισμούς χωρίς ἀποκλεισμούς, χωρίς ἀπορρίψεις ἄλλων στοιχείων.

Αὐτή ἡ ἀγάπη τοῦ Μητροπολίτου Σεβαστιανοῦ γιά τήν Πατρίδα του κυριαρχοῦσε μέσα στήν καρδιά του.  Ἕνα βράδυ, στήν ἀρχή ἀκόμη τῆς ἐπισκοπικῆς του διακονίας, μέ ὁδήγησε ἔξω στό μπαλκόνι τῆς Μητροπόλεως, μοῦ ἔδειξε τά φῶτα τοῦ Λεσκοβικίου πού εἶναι στήν Ἀλβανία καί μοῦ εἶπε: «Ἐκεῖ βασανίζονται οἱ ἀδελφοί μας ἀπό τήν σκλαβιά τοῦ καθεστῶτος Χότζα». Καί στενοχωριόταν βαθειά.

Ὁ Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανός ἐπισκέφθηκε τό Ἅγιον Ὄρος καί συνάντησε, μεταξύ τῶν ἄλλων μοναχῶν, καί τόν π. Ἐφραίμ τόν Κατουνακιώτη, τόν θαυμαστό ἡσυχαστή καί ἐρημίτη καί συζήτησε μαζί του τό θέμα αὐτό. Ἡ συζήτηση αὐτή εἶναι πολύ σημαντική καί θά ἔπρεπε κανείς νά τήν διαβάση προσεκτικά καί νά ἐντοπίση πολλά σημεῖα.

Κατ’ ἀρχάς βλέπει τήν καθαρότητα τῆς σκέψεως τοῦ Ἱεράρχου, τήν ἀγάπη του γιά τούς ἀδελφούς του, ἀλλά καί τήν διάθεση τοῦ μαρτυρίου του. Ἔπειτα, βλέπει τήν διακριτικότητα τοῦ π. Ἐφραίμ, τόν σεβασμό του στόν Ἀρχιερέα, ἀλλά καί τήν ἀγάπη του πρός αὐτόν. Αὐτή ἡ συζήτηση εἶναι ὑπόδειγμα συναντήσεως Ἱεράρχου μέ ἐρημίτη καί δείχνει τήν προσωπικότητα τοῦ π. Σεβαστιανοῦ.

Θά διαβάσω μερικά κομμάτια ἀπό τήν ἐκπληκτική αὐτή συζήτηση πού θυμίζει συζητήσεις ἁγίων Ἐπισκόπων μέ ἁγίους ἐρημίτες.

«π. Ἐ.: Τιμή μας σήμερα ἡ παρουσία σας. Μεγάλη χαρά μᾶς δίνετε. Σᾶς περιμέναμε. Ὁ Σεβαστιανός στό καλύβι μας... Πολύ σᾶς εὐχαριστοῦμε. Πολύ, σεβασμιώτατε.
...
π. Ἐ.:... Ἐμεῖς σᾶς βλέπουμε σάν μάρτυρα. Εἶσθε μάρτυρας. Καί ἔχετε συνεχές μαρτύριο, σεβασμιώτατε.
...
Σεβ.: Τώρα, Γέροντα, νά σέ ρωτήσω. Συναντῶ ἀντιδράσεις. Καί ἀπό Χριστιανούς ἀκόμη. "Τό παρακάνει, λένε, "ὁ Σεβαστιανός. Συνέχεια γιά τή Βόρειο Ἤπειρο μιλάει. Ὑπάρχουν κι ἄλλα πνευματικά θέματα. Ἄς σταματήσουμε τώρα". Ἐσύ, τί λές; Ποιά εἶναι ἡ γνώμη σου;
π. Ἐ.: Ὄχι, σεβασμιώτατε. Δέν ἔχουν δίκιο. Μήν ἀκοῦτε. Νά σταματήσουμε; Μά δέν σταμάτησαν τά μαρτύρια. Συνεχίζονται. Γι᾿ αὐτό κι ἐσεῖς συνέχεια νά μιλᾶτε καί νά ἀγωνίζεσθε. Κι ἐμεῖς συνέχεια θά προσευχόμαστε. Αὐτό εἶναι τό πνευματικό θέμα. Τά ἄλλα ξεγελοῦν.
Σεβ.: Θέλω, Γέροντα, νά μοῦ πεῖς· βαθιά – βαθιά στήν καρδιά σου ἔτσι νιώθεις γιά μένα καί τόν ἀγώνα πού κάνω; Πῶς ἀκριβῶς αἰσθάνεσαι; Μή μοῦ τό κρύψεις. Πές τό μου.
π. Ἐ.: Πῶς αἰσθάνομαι γιά σᾶς! Αἰσθάνομαι... Νά κάνω τήν κίνηση; Ἔτσι μοῦ ᾿ρχεται... Εἶναι ὅμως κι ἄλλοι μπροστά. Νά μή μᾶς παρεξηγήσουν, σεβασμιώτατε... Καταλαβαίνετε πῶς αἰσθάνομαι!... (Σηκώθηκε νά τόν ἐναγκαλισθῆ).
Σεβ.: Μέ ἀνακούφισες πολύ, Γέροντα. Θά συνεχίζω μ᾿ ὅση δύναμη ἔχω. Ἀφοῦ συμφωνεῖς κι ἐσύ.
...
Σεβ.: Δῶσ᾿ μου τήν εὐχή σου, Γέροντα. Τήν ἔχω ἀνάγκη.
π. Ἐ.: Τί νά τήν κάνεις τήν εὐχή; Τόσο τή θέλεις;
Σεβ.: Δῶσ᾿ τη μου. Νά φύγω γεμάτος.
π. Ἐ.: Ἀφοῦ ἐπιμένεις. Νά τήν ἔχεις (μέ ἔμφαση). Ὁ Θεός νά σᾶς εὐλογῆ, σεβασμιώτατε. Κι ἐγώ νά ᾿χω τήν εὐχή σας».

Πέρα ἀπό αὐτό ὁ Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανός ἀγαποῦσε μιά ἄλλη Πατρίδα, τήν ἀληθινή γενέτειρά του, ἀπό τήν ὁποία προῆλθε ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα, καί ἐπιθυμοῦσε τήν ἐπαναφορά του στόν Παράδεισο. Τό καλύτερο τραγούδι του ἦταν γιά τήν «λαμπροτέρα ἡλίου γῆ», πού εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο ἔψαλε μέ τήν γλυκύτατη καί δυνατή φωνή του.

«Λαμπροτέρα ἡλίου ἡ Γῆ,
ἥν σαφῶς διορῶμεν μακράν,
λευχειμώνων ἀγγέλων μονή,
κοσμουμένη μέ θείαν χαράν.

Ναί ἐκεῖ, ναί ἐκεῖ, θέλομεν ποτέ συναντηθῆ,
ὦ Πατρίς οὐρανία, τρισευδαίμων καί τρισποθητή».

Τά τελευταῖα χρόνια ὅλοι ὁμιλοῦν γιά τούς συγχρόνους ἁγίους, καί αὐτούς πού ἁγιοκατατάχθηκαν τελευταῖα, ἀλλά καί ἄλλους πού ἀναμένουν τήν ἁγιοκατάταξή τους. Ὅμως, ὅλοι αὐτοί προέρχονται ἀπό τήν χορεία τῶν μοναχῶν καί τῶν ἱερομονάχων, κανείς ἀπό τούς Ἐπισκόπους, ἐκτός τόν ἅγιο Νεκτάριο Αἰγίνης.

Αὐτό κατά κάποιο τρόπο λειτουργεῖ ὑπονομευτικά τοῦ Ὀρθοδόξου ἐκκλησιαστικοῦ ἤθους καί φρονήματος, γιατί μερικοί Χριστιανοί συνδέουν τήν ἁγιότητα μέ τήν ἄσκηση στά Μοναστήρια καί τά σπήλαια καί περιφρονοῦν τό ἐπισκοπικό χάρισμα, μέ τήν δοικητική καί ποιμαντική διακονία, ἀλλά καί τήν ὁμολογία τῆς πίστεως. Πολλοί θεωροῦν τούς Ἐπισκόπους ὡς διοικητές, πού ἀσχολοῦνται μέ τήν διπλωματία καί τό ἐκκλησιαστικό παρασκήνιο, καί κατά κάποιον τρόπο εἶναι ἀνυποψίαστοι στήν ἁγιότητα τῶν Ἐπισκόπων.

Ἐμένα μοῦ δόθηκε ἡ δυνατότητα νά γνωρίσω πολλούς Ἐπισκόπους, ἰδιαιτέρως αὐτούς τούς δύο πού ἀνέφερα σήμερα, τόν Καλλίνικο καί τόν Σεβαστιανό, πού ἦταν ἅγιοι, εἶχαν ὅλα τά χαρακτηριστικά γνωρίσματα τῆς ἁγιότητος. Ἦταν ἄνθρωποι προσευχῆς, ταπεινώσεως, κενώσεως, ἀφιλοχρηματίας, πλήρους ἀκτημοσύνης, θυσιαστικῆς ἀγάπης, αὐτομεμψίας, πού εἶναι τό χαρακτηριστικότερο γνώρισμα τοῦ ὀρθοδόξου ἤθους, ἀγάπης γιά τόν Θεό καί τούς ἀδελφούς, ζήλου κατ’ ἐπίγνωση, ἀκόμη καί μέ θαυματουργικές ἐπεμβάσεις.

Ἔτσι, ὁ μακαριστός Σεβαστιανός δέν ἦταν ἁπλῶς ἕνας ἀγωνιστής Ἱεράρχης, ἕνας καλός Κληρικός, ἀλλά ἕνας ἅγιος Ἐπίσκοπος, ἕνας λαμπρός Ἱεράρχης μέσα στό πνευματικό στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας.

Ἀγαπητοί μου,
Ποτέ δέν ἔφυγε ἀπό τόν νοῦ μου ἡ μεγάλη προσωπικότητα τοῦ Μητροπολίτου Δρυϊνουπόλεως Σεβαστιανοῦ. Ὅλα τά αἰσθήματά μου καί τίς ἐντυπώσεις μου ἀπό τήν διαρκῆ ἐπικοινωνία πού εἶχα μαζί του τά ἔχω ἀποτυπώσει σέ ἕνα βιβλίο πού ἔγραψα μέ τίτλο «Παλαιόν ὄφλημα».

Ὡς ἐπισφράγισμα αὐτῆς τῆς σύντομης ὁμιλίας μου θά ἤθελα νά τονίσω ἰδιαιτέρως καί συμπερασματικῶς μερικές γενικές ἐντυπώσεις μου ἀπό τήν πολυχρόνια συναναστροφή μου μέ αὐτόν τόν πανάξιο Ἱεράρχη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, τόν ὁποῖο γνώριζα ἀπό τήν παιδική μου ἡλικία μέχρι τήν κοίμησή του.

Ὁ Σεβαστιανός ἦταν ἕνας χαρισματικός ἄνθρωπος καί κληρικός. Στολιζόταν ἀπό ὑπέροχα φυσικά καί ἐπίκτητα χαρίσματα. Τά φυσικά του προσόντα, ὅπως τά ὡραῖα χαρακτηριστικά τοῦ προσώπου του, ἡ εὐγλωττία του, ἡ ρητορική του δεινότητα, τό παρουσιαστικό του, ἡ εὐφυΐα του, ἡ εὐστροφία του, ἡ ὁλοκληρωμένη διατύπωση τοῦ λόγου του, τό χαρίεν τοῦ προσώπου του καί τοῦ λόγου του, τό πηγαῖο χιοῦμορ του, καί τό ἀγαπητικό πείραγμά του, ἦταν πλούσια ἐπάνω του καί τόν ἔκαναν ἐκπληκτικό καί ὡς ἄνθρωπο.

Ἦταν ἰδεώδης ὡς λειτουργός καί ὁμιλητής. Ἡ παρουσία του κατά τήν διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας ἦταν ἐκπληκτική, προξενοῦσε ἐνθουσιασμό, ἐξέπεμπε μιά ἀντανάκλαση τοῦ Παραδείσου, ἦταν πραγματικά ἕνας ἄγγελος ἐπί τῆς γῆς.

Ὁ Σεβαστιανός, παρά τήν ὁρμητικότητα τοῦ χαρακτῆρος του, καί τήν χειμαρρώδη ἔκφραση τοῦ λόγου του, ἦταν ἕνας ἡσυχαστής στήν καρδιά του. Πάντοτε ὅπου πήγαινε μετέφερε τόν «καλόγηρο» μέσα στήν καρδιά του, ζοῦσε ἁπλά καί ταπεινά, προσευχόταν καρδιακά, ἔστω κι ἄν δέν τό ἔλεγε, εἶχε βαθυτάτη αὐτομεμψία, πού εἶναι τό χαρακτηριστικότερο γνώρισμα τῶν ἀσκητῶν.

Ἦταν πατριώτης, γιατί ἀγαποῦσε τήν Πατρίδα στήν ὁποία γεννήθηκε καί μεγάλωσε, κυρίως ἀγαποῦσε ὅλη τήν παράδοση πού κληρονόμησε ἀπό τούς προγόνους του καί τούς Πνευματικούς του Πατέρας, μεταξύ τῶν ὁποίων ἦταν ὁ ὅσιος Βησσαρίων τῆς Μονῆς Ἀγάθωνος, ἀπό τόν ὁποῖο ἔλαβε τήν συμμαρτυρία νά γίνη κληρικός, ἀλλά καί τούς μετέπειτα Πνευματικούς του Πατέρας, τῆς Ἀδελφότητος «Σωτήρ», καί πάνω ἀπό ὅλα ἀγαποῦσε ὁλοκάρδια τήν οὐράνια πατρίδα, τόν οὐρανό, πού τόν σκεπτόταν, γιά τόν ὁποῖο προετοιμαζόταν καί στόν ὁποῖο πορεύθηκε μέ ἀτρόμητο τρόπο καί ἀπίστευτη γενναιότητα.

Δοξάζω τόν Θεό πού γνώρισα τόν μακαριστό Σεβαστιανό, τόν Πνευματικό Πατέρα τῶν παιδικῶν, νεανικῶν καί φοιτητικῶν μου χρόνων, τόν Πνευματικό τῆς καρδιᾶς μου, ἀλλά καί τόν συμπαραστάτη μου σέ ὅλη τήν μετέπειτα ἱερατική μου διακονία. Καυχῶμαι ἐν Κυρίῳ γι’ αὐτό καί ζητῶ τήν προσευχή του.    

Ὁ Μητροπολίτης Σεβαστιανός ἦταν ἕνας μεγάλος ἐκκλησιαστικός καί ἐθνικός ἡγέτης, μέ ὅλη τήν σημασία τῆς λέξεως, ἀλλά καί μέ ἔντονο πνευματικό βάθος, ἦταν ἕνας ἐπίγειος ἄγγελος, ἕνα πνευματικό ἀστέρι, ἕνας Κληρικός πού ἀγαποῦσε τήν Ἐκκλησία, τήν Ὀρθοδοξία, καί τήν Πατρίδα του, ἀλλά συγχρόνως ἦταν οὐρανοπολίτης καί νοσταλγοῦσε τήν οὐράνια πατρίδα. Αὐτός ἦταν ὁ μοναδικός Ἱεράρχης Σεβαστιανός. Νά ἔχουμε τήν εὐχή του.–