Skip to main content

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Παράδοση, Πρωτοπορία καὶ "εἰς ἑαυτὸν" Πορεία

Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη

Ὅσα θά διατυπωθοῦν στή συνέχεια ἔχουν τήν ἀφορμή τους στήν ἀνάγνωση ἑνός ἄρθρου σέ Χριστιανικό νεανικό περιοδικό. Παίρνοντας ἀφορμή ἀπό μιά τοποθέτηση τοῦ ἄρθρου αὐτοῦ - τήν ὁποία θά ἀναφέρω παρακάτω - συνοψίζω ὅσα ἔχω νά πῶ στή μελέτη τοῦ ἀκόλουθου ἐρωτήματος: Μέσα στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας καί σέ ὅσα ἀφοροῦν στήν ἐν Χριστῷ ζωή τῶν μελῶν της, μπορεῖ νά συνδυασθῆ ἡ παράδοση μέ τήν πρωτοπορία; Τό ἐρώτημα αὐτό ἀπασχολεῖ, ὅπως φαίνεται, κάποιους ἐκκλησιαστικούς κύκλους, ἀλλά γιά τόν πολύ κόσμο δέν ἔχει στίς μέρες μας ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον. Κι’ αὐτό γιατί ἄλλοι τό θεωροῦν ἤδη λυμένο, ἐνῶ ἄλλοι δέν προβληματίζονται καθόλου γιά τό ἄν εἶναι δυνατός ἕνας τέτοιος συνδυασμός. Νομίζω ὅτι οἱ τελευταῖοι εἶναι οἱ περισσότεροι.

Στή συνέχεια θά προσπαθήσω νά ἑρμηνεύσω ἀπό τήν μιά μεριά τήν ἀδιαφορία τοῦ περισσότερου κόσμου γιά τό περιεχόμενο αὐτοῦ του ἐρωτήματος καί ἀπό τήν ἄλλη τήν λανθασμένη ἀντίληψη περί ἱερᾶς παραδόσεως πού ἔχουν ὁρισμένοι ἀπό τούς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς πού ἀπαντοῦν θετικά σ’ αὐτό τό ἐρώτημα.

Ζοῦμε σέ μιά ἐποχή πού τήν χαρακτηρίζει ἡ ἀντιφατικότητα καί ἕνας “πολιτιστικός συγκρητισμός”, σέ σημεῖο πού ἡ πολυπολιτισμικότητα - χωρίς κανένα κριτήριο ἀλήθειας - νά θεωρῆται ἀρετή μιᾶς κοινωνίας. Ἀκοῦμε, γιά παράδειγμα, πολιτικούς νά λένε, ὅτι μιά ἀπό τίς βάσεις τῆς πολιτικῆς τούς εἶναι ἡ ἀποδοχή τῆς πολυπολιτισμικότητας, ἡ ὁποία ἀκούγεται ὡς σεβασμός τῶν ἰδιαιτέρων παραδόσεων κάθε λαοῦ, ἀλλά κρύβει μέσα του τήν σχετικοποίηση κάθε πολιτισμικῆς διαφορᾶς. Ταυτόχρονα βλέπουμε - μέ τούς “οἰκονομικούς μετανάστες”, τήν ἀνάπτυξη τῆς τηλεπικοινωνίας καί τῶν Μ.Μ.Ε. - νά συγκεντρώνεται κάτω ἀπό τήν ὀμπρέλα τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ μιά πανσπερμία παραδόσεων, μέσα στήν ὁποία οἱ κορεσμένοι καί ἀνικανοποίητοι Εὐρωπαῖοι καί Ἀμερικανοί προσπαθοῦν νά ἀναπαύσουν τό πνεῦμα τους.

Ἡ Ἑλληνική κοινωνία, ἡ ὁποία στήν πλειονότητά της ζῆ μέσα στό ρεῦμα τῆς ἑλληνορθόδοξης παραδόσεως, δέν ἀντιμετώπιζε μέχρι τώρα τό πρόβλημα τοῦ “πολιτιστικοῦ συγκρητισμού”. Στίς μέρες μας, ὅμως, ἄρχισε νά γίνεται ὁρατός ὁ κίνδυνός του. Εἶναι ἕνα πρόβλημα πού μᾶς ἔρχεται ἀπό ἔξω, μέ δική μας, βέβαια, εὐθύνη. Ἡ “πολυπολιτισμικότητα” εἰσβάλλει στή χώρα μας μέ δύο κυρίως τρόπους: πρώτον, μέ τήν ἔνταξή μας στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση, λόγω τῶν σχέσεων καί τῶν ὑποχρεώσεων πού αὐτή συνεπάγεται, καί δεύτερον, μέσω τῆς τηλεοράσεως, ἀπό τήν ὁποία μᾶς προσφέρονται ἑτερόκλητα πολιτιστικά στοιχεῖα, ὁμογενοποιημένα μέσα στή χοάνη τοῦ ἀμερικανικοῦ εὐδαιμονισμοῦ. Τό ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς εἰσβολῆς μπορεῖ νά τό δή κανείς καθαρά στόν τρόπο διασκέδασης τῶν νέων, ἀλλά καί στήν ἐκκεντρική ἐμφάνιση ὁρισμένων ἀπό αὐτούς. Ἡ διασκέδαση καί ἡ ἐμφάνιση εἶναι στοιχεῖα πού μποροῦν νά δείξουν τήν ποιότητα τοῦ πολιτισμοῦ πού βιώνει ἕνας λαός. Ἕνα νεανικό γλέντι, λοιπόν, γιά παράδειγμα, μπορεῖ νά ξεκινήση μέ σκληρό ἤ μαλακό ρόκ, νά περάση ἀβίαστα στό ρεμπέτικο καί ἀπό ἐκεῖ στό δημοτικό ἤ τό ἔντεχνο λαϊκό τραγούδι, γιά νά καταλήξη μέ ἰταλικές ἤ ἄλλες εὐρωπαϊκές μελωδίες. Ἐπίσης, μέσα στήν ἴδια νοοτροπία, τό σκουλαρίκι στό δεξιό ἤ ἀριστερό αὐτί ὁρισμένων ἀγοριῶν μπορεῖ καί συνδυάζεται μέ κομβοσχοίνι περασμένο σάν βραχιόλι στό χέρι. Εἶναι φανερό ὅτι οἱ “πρωτοπόροι” μέσα στή σύγχρονη “πολυπολιτισμική” κοινωνία δέν προκαλοῦν κανένα ἐνδιαφέρον, ἀφοῦ τά πιό περίεργα πράγματα καί οἱ πιό ἀπίθανοι συνδυασμοί εἶναι κάτι τό συνηθισμένο. Ὁπότε τό ἐρώτημα, γιά τό ἄν μπορεῖ νά συνδυασθῆ ἡ παράδοση μέ τήν πρωτοπορία, μοιάζει νά εἶναι ἐκτός ἐποχῆς.

Αὐτά βέβαια ἰσχύουν γιά τίς παραδόσεις τῶν ἀνθρώπων, γιά τίς ὁποῖες ὁ “συγκρητισμός” μπορεῖ νά εἶναι ἐμπλουτισμός καί σέ κάποιες περιπτώσεις πρόοδος. Νομίζω ὅτι κανείς δέν μπορεῖ νά διαφωνήση ὅτι οἱ παραδόσεις αὐτές χρειάζεται νά ἀνανεώνονται, νά ἐμπλουτίζονται ἤ ἀκόμη νά ἀλλάζουν, γιατί καθετί τό ἀνθρώπινο εἶναι πεπερασμένο, δηλαδή ἔχει ἡμερομηνία λήξεως, ὁπότε γιά νά ζήση χρειάζεται νά ἀνανεωθῆ. Τί γίνεται, ὅμως, ὅταν δέν μιλᾶμε γιά πεπερασμένα καί θνητά πράγματα, ἀλλά γιά τήν ζωή τοῦ Θεοῦ ποῦ ἑνώνεται μέ τήν ζωή τῶν ἀνθρώπων; Τί γίνεται, δηλαδή, μέ τήν ἱερά Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας; Ἰσχύουν καί σ’ αὐτήν τά ἴδια; Ὑπάρχει, δηλαδή, ἀνάγκη ἐμπλουτισμοῦ καί ἀνανέωσής της; Χρειάζεται μήπως “παραδοσιακούς” μέ τόλμη, οἱ ὁποῖοι νά ἐπιχειροῦν τομές στό ἱερό σῶμα τῆς δημιουργώντας νέες παραδόσεις “πίστεως καί εὐλαβείας”;
Θά ἀντιγράψω μικρό ἀπόσπασμα τοῦ ἄρθρου πού προανέφερα, στό ὁποῖο ἐπιδιώκεται νά συνδυασθοῦν ἡ ἱερά Παράδοση καί ἡ πρωτοπορία.

“Συνήθως οἱ ἐνχριστωμένοι ἄνθρωποι, γράφει τό περιοδικό, ζοῦν τήν ταπείνωση πού ὁδηγεῖ στό βαθύ σεβασμό τῆς παραδόσεως. Παραδίδονται στήν παράδοση. Σέ ὁρισμένους ὅμως ὁ Θεός δίνει καί τή χάρη τῆς τόλμης τοῦ ὁράματος. Αὐτοί κάνουν τήν τομή στό ἱερό σῶμα τῆς παραδόσεως καί πρωτοποροῦντες δημιουργοῦν παράδοση πίστεως καί εὐλαβείας. Τούς χρησιμοποιεῖ ὁ Θεός σέ ἐποχές πού Αὐτός χρειάζεται.

”Η παράδοση γεννᾶται• δέν εἶναι μιμητικό ἀποτέλεσμα”.

Ἀπό ἕνα ἄρθρο δέν μπορεῖ νά κρίνη κανείς ἕνα περιοδικό - γι’ αὐτό δέν ἀναφέρω τό ὄνομά του - οὔτε ἀπό ἕνα ἀπόσπασμα μπορεῖ νά βγάλη συμπέρασμα γιά ἕνα ὁλόκληρο ἄρθρο. Νομίζω, ὅμως, ὅτι οἱ λίγες γραμμές πού προανέφερα, ἀποτελοῦν τή βάση - τήν πίστη θά ἔλεγα - πάνω στήν ὁποία στηρίζεται ὅλη ἡ προβληματική του συγκεκριμένου ἄρθρου.

Οἱ περισσότερες προτάσεις τοῦ ἀποσπάσματος δημιουργοῦν αὐτόματα ἀντιρρητικές ἐρωτήσεις. Ἡ παράδοση γεννᾶται ἤ ἀναγεννᾶ; Ὁπωσδήποτε δέν εἶναι “μιμητικό ἀποτέλεσμα”, μέ τήν ἔννοια τῆς ἐξωτερικῆς συμμορφώσεως σέ κάποιους τύπους τοῦ παρελθόντος, δέν εἶναι, ὅμως, μίμηση τῆς ζωῆς τῶν Ἁγίων; Κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης, ἄλλωστε, “Χριστιανισμός ἐστί τῆς θείας φύσεως μίμησις”. Εἶναι ὑπακοή στό λόγο τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἀποστόλων, πού “ρυθμίζει τό τριμερές της ψυχής”, ἀναγεννᾶ τόν ἄνθρωπο καί τόν ὁμοιώνει μέ τόν Θεό. Ὅταν τηροῦμε τίς εὐαγγελικές ἐντολές μιμούμαστε τό Χριστό, γιατί οἱ ἐντολές εἶναι περιγραφή τῶν ἰδιωμάτων τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ μεγάλη παρεξήγηση τοῦ ἄρθρου βρίσκεται στό περιεχόμενο πού δίνει στήν ἔννοια “παραδοση”, ὥστε νά θεωρῆ ὅτι τό ἱερό της σῶμα μπορεῖ νά “τέμνεται”, χωρίς αὐτό νά ἔχη ὡς συνέπεια τήν ἀποκοπή ἀπό τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία. Στήν πραγματικότητα, παρά τούς λεκτικούς ἀκροβατισμούς, δέν διακρίνει τό περιεχόμενο τῆς ἱερᾶς παραδόσεως ἀπό τήν ποικιλία τῶν ἐκφράσεών της καί τῶν ποιμαντικῶν μεθόδων πού ἀκολουθεῖ ἡ Ἐκκλησία, προκειμένου νά ἐντάξη στό σῶμα τῆς τούς ἀνθρώπους τῆς κάθε ἐποχῆς καί τοῦ κάθε τόπου. Κατά τόν μακαριστό Ἀρχιμανδρίτη Σωφρόνιο, ὁ ὅσιος Σιλουανός ὁ ἀθωνίτης “αἰσθανόταν τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας σάν ζωή ἐν Ἁγίω Πνεύματι καί τήν Ἱερή Παράδοση σάν ἀδιάλειπτη ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν Ἐκκλησία. Ἡ Παράδοση, ἡ αἰώνια καί ἀμετάβλητη παραμονή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν Ἐκκλησία, εἶναι τό βαθύτερο θεμέλιό της ὑπάρξεως της”. Αὐτή ἡ παράδοση δέν “τέμνεται”, γιατί ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι “ἄτμητος”.

Στή ζωή τῆς ἱερᾶς Παραδόσεως δέν ὑπάρχει “πρωτοπορία”, ἀλλά “εἰς ἐαυτόν” πορεία καί ἐπάνοδος στήν πατρική οἰκία τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, κατά τό πρότυπό του Ἀσώτου.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ

  • Προβολές: 2953