Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Μηνός: Ἁγία Περπέτουα, 1 Φεβρουαρίου

Πρωτοπρεσβύτερου Π. Γεώργιου Παπαβαρνάβα

Ἡ ἁγία Περπέτουα γεννήθηκε στήν Καρχηδόνα τῆς Ἀφρικῆς στά τέλη τοῦ 2ου αἰῶνος μ.Χ. Καταγόταν ἀπό ἀρχοντική οἰκογένεια καί εἶχε δύο ἀδέλφια. Ἔλαβε λαμπρή μόρφωση καί ἔκανε ἕναν καλό γάμο. Στήν ἡλικία τῶν 22 ἐτῶν πού μαρτύρησε γιά τόν Χριστό, εἶχε ἕνα παιδάκι, τό ὁποῖο θήλαζε. Φυλακίσθηκε ἐπειδή ἦταν Χριστιανή καί μέσα στήν φυλακή-μπουντρούμι τήν ἐπισκέφθηκε ὁ πατέρας της καί προσπάθησε, μέ γλυκόλογα στήν ἀρχή, νά τήν πείση νά ἀρνηθῆ τόν Χριστό γιά νά σώση τήν ζωή της, προκειμένου νά εἶναι μαζί μέ τόν σύζυγό της καί τό παιδί της. Ὅμως, στήν συνέχεια, ὅταν εἶδε ὅτι δέν ἀρνεῖται τόν Χριστό καί παραμένει σταθερή στήν πίστη της τῆς ἐπιτέθηκε μέ ἄγριες διαθέσεις.

Μέσα στήν φυλακή βαπτίσθηκε μαζί μέ τούς συγκρατουμένους της, πού ἦταν ὁ Σάτυρος, ὁ Ρευκάτος, ὁ Σατουρνίλος, ὁ Σεκοῦνδος καί ἡ Εὐτυχία (Φιλικιτάτη). Μετά τήν βάπτισή της δοκίμασε πειρασμούς, ἀλλά καί πολλές εὐλογίες. Μιά ἀπό αὐτές τίς εὐλογίες ἦταν ὅτι δύο Διάκονοι «ἐπικοινώνησαν» μέ τούς ὑπευθύνους τῆς φυλακῆς καί ἐκεῖνοι, ὅταν ἔλαβαν τά χρήματα πού τούς προσέφεραν, τήν μετέφεραν σέ κελί μέ καλύτερες συνθῆκες καί τῆς ἐπέτρεψαν νά θηλάζη τό παιδί της.

Ὁ πατέρας της, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ μόνος ἀπό τήν οἰκογένειά της πού δέν μποροῦσε νά τήν καταλάβη, προσπάθησε καί πάλι νά τήν πείση νά ἀρνηθῆ τήν πίστη της. Μάλιστα, παρουσιάσθηκε στό δικαστήριο κρατώντας στήν ἀγκαλιά του τό παιδί της, παρακαλώντας της νά τό λυπηθῆ. Πρόκειται γιά σκληρό πειρασμό, πού ὅμως, τόν νίκησε μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν δύναμη τῆς πίστεως καί τῆς πνευματικῆς ἀνδρείας. Τελικά, τό παιδί της τό πῆρε ἡ ἀδελφή της, ἡ ὁποία εἶχε πιστεύσει καί αὐτή στόν Χριστό καί ἦταν κατηχούμενη. Καί τό παιδί τῆς Φιλικιτάτης, πού γεννήθηκε μέσα στήν φυλακή, τό πῆρε μιά εὐσεβής Χριστιανή. Ἡ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ τά τακτοποίησε ὅλα κατά τόν καλύτερο τρόπο.

Στό Ἀμφιθέατρο ἐξαπέλυσαν ἐνατίον της μιά ἄγρια ἀγελάδα ἡ ὁποία τήν τραυμάτισε, ἀλλά ἐκείνη δέν κατάλαβε τόν πόνο καί ρωτοῦσε πότε θά ἔλθουν τά ἄγρια θηρία. Καί ὅταν τήν διαβεβαίωσαν ὅτι ἦλθαν, τότε σάν νά εἶχε ξυπνήσει ἀπό λήθαργο, τό κατάλαβε ἀπό τίς πληγές, τά αἵματα καί τά ξεσκισμένα ροῦχα της.

Ἐτελειώθη μέ ἀποκεφαλισμό. Μάλιστα, ἐπειδή ὁ δήμιος ἦταν ἀδέξιος ἔπιασε ἡ ἴδια τό χέρι του μέ τό ξίφος καί τό ἔφερε στόν λαιμό της. Καί μέ αὐτόν τόν τρόπο παρέδωσε τήν ἁγία ψυχή της «εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος».

Ὁ βίος της καί ἡ πολιτεία της μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα.

Πρῶτον. Ὁ Χριστός -ὅπως διαβάζουμε στό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο, στό δέκατο κεφάλαιο καί στούς στίχους 37-38- εἶπε ὅτι «ὁ φιλῶν πατέρα ἤ μητέρα ὑπέρ ἐμέ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καί ὁ φιλῶν υἱόν ἤ θυγατέρα ὑπέρ ἐμέ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καί ὅς οὐ λαμβάνει τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος».

Στούς βίους τῶν ἁγίων, πού στήν πραγματικότητα εἶναι τό Εὐαγγέλιο ἐφαρμοσμένο στήν πράξη, βλέπουμε ὅτι οἱ ἅγιοι ἀποδείχθηκαν ἄξιοι τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ Τόν ἀγάπησαν περισσότερο ἀπό τούς γονεῖς τους, τά ἀδέλφια τους καί τά παιδιά τους, γι’ αὐτό καί δέν Τόν ἀρνήθηκαν. Καί παρά τούς σκληρούς πειρασμούς, Τόν ὁμολόγησαν μέ παρρησία, σήκωσαν μέ ἀνδρεία τόν σταυρό τους καί Τόν ἀκολούθησαν μέχρι τέλους. Γιά τήν ἀγάπη Του ἐγκατέλειψαν τά πάντα καί ὑπέμειναν πόνους, κόπους, δαιμονικές ἐπιθέσεις, ἀπάνθρωπα βασανιστήρια, «ἐταπεινώθησαν ἕως θανάτου», γι’ αὐτό καί ὁ Θεός τούς «ὑπερύψωσε» καί τούς ἔδωσε τό χάρισμα τῆς υἱοθεσίας, τούς ἔκανε παιδιά του Του καί κληρονόμους τῆς αἰωνίου Βασιλείας Του.

Ὁ Θεός δέν ζητᾶ ἀπό αὐτούς πού Τόν ἀγαποῦν νά μήν ἀγαποῦν τούς οἰκείους τους. Βεβαίως, καί πρέπει νά τούς ἀγαποῦν, ὅμως αὐτή ἡ ἀγάπη δέν πρέπει νά εἶναι ἀνώτερη ἀπό τήν ἀγάπη πρός Αὐτόν, διότι αὐτό ὁδηγεῖ στήν ἄρνηση τοῦ Θεοῦ. Ἄλλωστε, ὅσο περισσότερο ἀγαπᾶ κανείς τόν Θεό, τόσο περισσότερο ἀγαπᾶ καί τούς συνανθρώπους Του, καί ὄχι μόνον τούς γονεῖς του, τούς ἀδελφούς του καί τά παιδιά του, ἀλλά καί τούς ἐχθρούς του, μέ μιά ἀγάπη ἀνιδιοτελῆ-θυσιαστική, ἀφοῦ ὁ φιλόθεος εἶναι καί φιλάνθρωπος.

Τό νά σηκώνη κανείς τόν σταυρό του καί νά ἀκολουθῆ τόν Χριστό, αὐτό σημαίνει, σύμφωνα μέ τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας καί ὅπως τήν ἐκφράζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, νά πεθαίνη καθημερινά γιά τόν Χριστό. Νά σταυρώνη τόν ἑαυτό του, ἤτοι τόν «παλαιόν ἄνθρωπον σύν τοῖς παθήμασιν καί ταῖς ἐπιθυμίαις» του. Δηλαδή, νά ἀγωνίζεται νά νικήση τά πάθη του καί νά μήν ἱκανοποιῆ τίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες του. Νά μήν ἀντιστέκεται στό θέλημα τοῦ Θεοῦ προβάλλοντας εὐλογοφανῆ ἐπιχειρήματα, ἀλλά νά ὑπακούη στόν Θεό καί νά Τόν ἀφήνη νά κατευθύνη τήν ζωή του, οὕτως ὥστε νά τόν ὁδηγήση στήν πνευματική ἀναγέννηση καί τήν σωτηρία.

Λέγει: «Ἄν ἀγαπᾶς τόν Κύριό σου, πέθανε ὅπως Ἐκεῖνος. Σταύρωνε τόν ἑαυτό σου, ἔστω καί ἄν δέν σέ σταυρώνει κανείς. Καί ὁ σταυρός εἶναι ὁ ἀγώνας ἐναντίον τῆς κακίας καί τῆς ζήλειας σου. Σταυρώνεις τό ἐγώ σου ὅταν ἀρνεῖσαι νά ἱκανοποιήσεις τίς κακές ἐπιθυμίες σου. Κρεμᾶς τόν ἑαυτό σου στόν σταυρό, ὅταν ἀφήνεις τόν Θεό νά κατευθύνει τήν ζωή σου χωρίς τίς δικές σου λογικές παρεμβάσεις. Πεθαίνεις σάν τόν Κύριό σου, ὅταν ὑποτάσσεσαι στό θέλημά Του χωρίς τά ἀτελείωτα "γιατί"».

Δεύτερον. Διαβάζουμε στό Συναξάριο τῶν Μαρτύρων, τῶν ὁποίων μελετοῦμε τόν βίον, ἀλλά καί στά Συναξάρια ἄλλων Μαρτύρων ὅτι πολλοί εἰδωλολάτρες πού ἦταν παρόντες στό μαρτύριό τους πίστευσαν στόν Χριστό, Τόν ὁμολόγησαν μέ θάρρος καί σφράγισαν τήν ὁμολογία τους μέ τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου τους. Αὐτό δείχνει τήν μεγάλη ἀξία τοῦ φωτεινοῦ παραδείγματος. Οἱ συγκεκριμένοι εἰδωλολάτρες ἦταν ἄνθρωποι καλοπροαίρετοι, γι’ αὐτό ἡ καρδιά τους δέχθηκε τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό Ὁποῖο Ἅγιον Πνεῦμα ἐνεργοῦσε στούς Μάρτυρες, τούς ἐνδυνάμωνε καί τούς ἔδινε τήν δύναμη νά ἀγαποῦν καί νά ὑπομένουν μέ ἀνδρεία, ἠρεμία καί γαλήνη τούς πόνους, ὡσάν νά ἔπασχε κάποιος ἄλλος καί ὄχι αὐτοί. Ἄλλωστε, τό ἰσχυρότερο κήρυγμα εἶναι αὐτό πού συνεπικουρεῖται ἀπό τήν ἁγιασμένη ζωή, γι’ αὐτό, ὅπως διδάσκει ὁ ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, «ἀληθινή ἱεραποστολή εἶναι αὐτή πού γίνεται μέ τήν ἔνταση τῆς προσευχῆς καί μέ τό παράδειγμα».

Ἀγάπη στόν Θεό σημαίνει νά Τόν βάλουμε κυβερνήτη στό «σκάφος» τῆς ζωῆς μας. Σημαίνει ὑπακοή στό θέλημά Του, χωρίς τίς δικές μας «λογικές παρεμβάσεις» καί «τά ἀτελείωτα "γιατί"».

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 61