Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν κ. Ἱερωνύμου: Ἐκκλησιαστικὴ περιουσία καὶ Μισθοδοσία τοῦ Κλήρου
Ἕνα βιβλίο τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν κ. Ἱερωνύμου
Ἡ παραπληροφόρηση ποὺ ὑπάρχει γύρω ἀπὸ τὸ θέμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, ἀλλὰ καὶ ὅσα ἀστήρικτα λέγονται γιὰ τὴν μισθοδοσία τοῦ ὀρθοδόξου Κλήρου ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸ Κράτος, ἀνάγκασαν τὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν κ. Ἱερώνυμο, νὰ προβῇ στὴν συγγραφὴ καὶ ἔκδοση βιβλίου μὲ τὸν παραπάνω τίτλο, προκειμένου νὰ ἀποκασταθὴ ἡ ἀλήθεια γύρω ἀπὸ αὐτὸ τὸ ἀκανθῶδες θέμα. Εἶναι ἕνα βιβλίο στὸ ὁποῖο παρατίθεται πλούσιο ἀρχειακὸ ὑλικό, μὲ τὸ ὁποῖο τεκμηριώνεται ἡ διαχρονικὴ μεγάλη προσφορὰ τῆς Ἐκκλησίας στὸ νέο Ἑλληνικὸ Κράτος, ἀλλὰ καὶ οἱ «ἀνεκπλήρωτες ὑποσχέσεις τῆς Πολιτείας» πρὸς τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Διοίκηση, ἀκόμη καὶ ὁ παράνομος, ἀρκετὲς φορές, τρόπος ἁρπαγῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας ἀπὸ φορεῖς τοῦ Κράτους.
Ὅταν γίνεται λόγος γιὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ περιουσία, συνήθως ὁ νοὺς πηγαίνει σὲ πολυκατοικίες, σὲ στρέμματα ἐκτάσεων καὶ στὶς ἀξίες τους σὲ χιλιάδες ἢ ἑκατομμύρια εὐρώ. Στὸ βιβλίο τοῦ Μακαριωτάτου ἐπισημάναμε πέντε στοιχεῖα (ποῦ δὲν ἔχουν ὅλα σχέση μὲ στρέμματα καὶ χρηματικὲς ἀξίες), τὰ ὁποία θεωροῦμε πολὺ σημαντικά. Αὐτὰ εἶναι: Πρῶτον, ἡ εἰσαγωγικὴ καταγραφὴ περιπτώσεων ποῦ δείχνουν τὸ μέγεθος τῆς παραπληροφόρησης ποῦ ὑπάρχει στὸ θέμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας. Δεύτερον, ἡ ἁγιογραφικὴ καὶ πατερικὴ θεμελίωση τῆς ὕπαρξης καὶ τοῦ σκοποῦ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας. Τρίτον, ἡ ἀναγνώριση τῆς Μοναστηριακῆς περιουσίας ἀπὸ τὸ Ὀθωμανικὸ Κράτος. Τέταρτον, οἱ συμβάσεις τοῦ νεοσύστατου Ἑλληνικοῦ Κράτους μὲ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ Διοίκηση καὶ οἱ νόμοι ποῦ ἀφοροῦν τὴν Ἐκκλησιαστικὴ περιουσία καὶ τὴν μισθοδοσία τοῦ Ὀρθοδόξου Κλήρου. Καὶ πέμπτον, οἱ «ἐκτροπές», δηλαδὴ οἱ παράνομες ἀπαλλοτριώσεις μοναστηριακῶν ἐκτάσεων, πολλὲς ἀπὸ τὶς ὁποῖες βρίσκονται ἀκόμη σὲ ἐκκρεμότητα.
Θὰ μιλήσουμε λίγο ἀναλυτικότερα γιὰ ὁρισμένα ἀπὸ αὐτὰ τὰ στοιχεῖα.
1. Εἶναι χαρακτηριστικὰ τὰ παραδείγματα παραπληροφόρησης ποῦ καταγράφει ὁ Μακαριώτατος, ἀπὸ τὴν προσωπική του πεῖρα. Τὰ παραθέτουμε ὅπως τὰ διατυπώνει ὁ ἴδιος: «Πρὸ καιροῦ συναντήθηκα μὲ ἐκπροσώπους τῶν "ἀγανακτισμένων"... Ἡ συζήτησή μας στράφηκε στὰ διάφορα σύγχρονα προβλήματα καί, ὅπως ἦταν φυσικό, καὶ στὰ οἰκονομικὰ τῆς Ἐκκλησίας. Μὲ ἐντυπωσίασε ἡ ὁλοκληρωτικὴ ἄγνοια τῶν ἀνθρώπων. Προσπάθησαν νὰ μὲ πείσουν ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔχει τὸ καθῆκον καὶ τὴν οἰκονομικὴ δυνατότητα νὰ ἀγοράσει δημόσιες ἑταιρεῖες (ΔΕΚΟ) γιὰ νὰ μὴν περιέλθουν στὰ χέρια ξένων».
Τὴν ἴδια πρόταση ἔκανε στὸν Μακαριώτατο μὲ ἐπιστολὴ τοῦ «σεβαστὸς καὶ ἀξιόλογος δημόσιος λειτουργός, πρόεδρος Ἐπιμελητηρίου μεγάλου νομοῦ τῆς χώρας», ὁ ὁποῖος εἰδικὰ ἀναφερόταν στὴν ἀγορὰ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τοῦ 17% τῆς ΔΕΗ, ποῦ ἤθελε τὸ Κράτος νὰ διαθέση σὲ ἰδιῶτες. Διαβάζοντας τὴν ἐπιστολὴ ὁ Μακαριώτατος ἀναρωτήθηκε: «Πῶς θὰ μποροῦσα νὰ τὸν πείσω αὐτὸν καὶ τοὺς ἄλλους καλοπροαίρετους ὅτι οἱ οἰκονομικοὶ συνεργάτες μοῦ μόλις μὲ εἶχαν ἐνημερώσει ὅτι τὰ σημερινὰ διαθέσιμα χρήματα τοῦ Κεντρικοῦ Ὀργανισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας ἐπαρκοῦν μέχρι τὸν προσεχῆ Δεκέμβριο (2011) καὶ τὸ πρῶτο πρόβλημα ποῦ ἀναφύεται εἶναι τί θὰ γίνει μὲ τοὺς διακόσιους περίπου ὑπαλλήλους, οἱ ὁποῖοι μισθοδοτοῦνται ἀπὸ τὸν Ἐκκλησιαστικὸ Ὀργανισμό;».
Ἕνα ἄλλο γεγονὸς εἶναι χαρακτηριστικότερο, γιατί δείχνει τὴν ἄγνοια ἢ πιθανῶς τὴν παραπληροφόρηση μὲ σκοπιμότητα ποῦ ἐπιχειροῦν κάποιες φορὲς ἀκόμη καὶ κυβερνητικοὶ παραγόντες, οἱ ὁποῖοι διασύρουν διεθνῶς τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος. Γράφει ὁ Μακαριώτατος: «Μὲ ἐπεσκέφθη στὸ γραφεῖο τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς κλιμάκιο τηλεοπτικοῦ καναλιοῦ τῆς Γαλλίας καὶ μεταξὺ ἄλλων μοῦ ἐπεσήμαναν:"Ερχόμαστε ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖο... Ἐκεῖ μᾶς εἶπαν ὅτι ἐὰν ἡ Ἐκκλησία προσέφερε τὰ σημερινὰ διαθέσιμα χρήματά της, ἀρκοῦσαν καὶ μόνον αὐτὰ νὰ καλύψουν τὸ ἐξωτερικὸ χρέος τῆς Ἑλλάδος. Γιατί δὲν τὸ ἐπιχειρεῖτε;"». Πῶς ὅμως νὰ τὸ ἐπιχειρήση ὅταν (μὲ τὰ χρήματα ποῦ διαθέτει) κινδυνεύη νὰ μὴ μπορῇ σὲ λίγους μῆνες νὰ πληρώση τοὺς διακόσιους περίπου ὑπαλλήλους της;
2. Ὁ Μακαριώτατος τεκμηριώνει ἁγιογραφικὰ καὶ πατερικὰ τὴν ἀνάγκη ὑπάρξεως, ἀλλὰ καὶ τὸν σκοπὸ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας. Παραθέτουμε ὁρισμένα χαρακτηριστικὰ πατερικὰ χωρία, ἀπὸ αὐτὰ ποῦ χρησιμοποιεῖ, τὰ ὁποία δείχνουν καὶ τὸ πνεῦμα μὲ τὸ ὁποῖο ὁ ἴδιος ὀργανώνει τὸ φιλανθρωπικὸ ἔργο τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης περιγράφει παραστατικὰ τὴν κατάσταση τῶν φτωχῶν τῆς ἐποχῆς του, δείχνοντας ὅτι τὰ πράγματα μέχρι σήμερα δὲν ἔχουν ἀλλάξει. Γράφει: «Αὐτὸς ὁ χρόνος μᾶς ἔφερε σωρεία ἀπὸ γυμνοὺς καὶ ἀστέγους. Ἕνα πλῆθος αἰχμαλώτων στέκεται μπροστὰ στὴ θύρα τοῦ καθενός. Καὶ ὁ ξένος καὶ ὁ μετανάστης δὲν λείπουν. Ἀπὸ παντοῦ βλέπετε τὸ χέρι ποῦ εἶναι ἁπλωμένο καὶ ζητᾶ... Σ’ αὐτοὺς σπίτι εἶναι ἡ ὕπαιθρος. Καταφύγιο οἱ στοὲς καὶ τὰ σταυροδρόμια καὶ τὰ πιὸ ἐγκαταλελειμμένα μέρη τῆς ἀγορᾶς... Τὰ ροῦχα τους εἶναι κουρελιασμένα. Ἔσοδὰ τοὺς εἶναι οἱ καλὲς διαθέσεις τῶν φιλανθρώπων...».
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀντιμετωπίζοντας τὶς προφάσεις τῶν πλουσίων (διαχρονικές, ὅπως δείχνει ἡ σύγχρονη ἐμπειρία), ἔλεγε: «Ἅς μὴ βρίσκουμε προφάσεις κι οὔτε νὰ βρίσκουμε σὰν δικαιολογία, ὅτι τάχα ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀντιοχείας εἶναι πλούσια... Ὅταν βλέπετε τὴν μεγάλη περιουσία της, σκεφθεῖτε συνάμα τὰ πλήθη τῶν πτωχῶν στοὺς καταλόγους της, τὰ πλήθη τῶν ἀρρώστων της, τὶς περιπτώσεις τῶν ἀτέλειωτων ἐξόδων της...». Ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ἀττικὸς (5ος αἰῶνας μ.Χ.) ἔστειλε στὸν πρεσβύτερο τῆς Νίκαιας Καλλιόπιο τριακόσια χρυσᾶ νομίσματα γιὰ φιλανθρωπίες, τὴν ἀποστολὴ τῶν ὁποίων συνόδευσε μὲ ἐπιστολή, στὴν ὁποία μεταξὺ ἄλλων γράφει: «Δὲν ἀμφιβάλλω ὅτι θὰ ἔχεις στὴ μέριμνά σου νὰ τὰ μοιράσεις σ’ αὐτοὺς ποῦ ντρέπονται νὰ γυρέψουν κι ὄχι σ’ αὐτοὺς ποῦ σ’ ὅλη τους τὴ ζωὴ ζητοῦν νὰ τρέφονται εἰς βάρος τῶν ἄλλων. Ὅταν κάνεις ἐλεημοσύνη, μὴν κάνεις διακρίσεις γιὰ θρησκευτικοὺς λόγους, ἀλλὰ τρέφε τοὺς πεινασμένους εἴτε συμφωνοῦν μὲ τὶς δικές σου ἀντιλήψεις εἴτε ὄχι».
Τὰ κείμενα αὐτὰ δείχνουν ὅτι τὰ χρήματα τῆς Ἐκκλησίας, πέρα ἀπὸ τὴν κάλυψη τῶν δικῶν της ἀναγκῶν, εἶναι χρήματα ποῦ ἀνήκουν σὲ ἐκείνους ποῦ ἔχουν ἀνάγκη, στὸ τμῆμα τοῦ λαοῦ (χωρὶς καμμιᾶς μορφῆς διάκριση) ποῦ ὑποφέρει. Ὁ Μακαριώτατος, ἐπίσης, καταγράφει καὶ τοὺς τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους ἀποκτήθηκε ἡ Μοναστηριακὴ περιουσία, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τὸ κύριο μέρος τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας. Ἡ περιουσία αὐτὴ δημιουργήθηκε ἀπὸ δωρεές, ἀπὸ τὴν ἐργασία τῶν μοναχῶν, «ἐξ ἀποταγῶν τῶν μοναχῶν», δηλαδή, ἀπὸ προσωπικὴ περιουσία τους, τὴν ὁποία «ἀποτάχθηκαν» καὶ περιῆλθε στὴν Μονή τους, ἀπὸ ἀγοραπωλησίες κ.ἄ. τρόπους.
3. Μὲ τὴν κατάληψη τῶν Ἑλληνικῶν ἐδαφῶν ἀπὸ τοὺς Τούρκους τὰ περισσότερα στοιχεῖα τῆς Ρωμαϊκῆς (Βυζαντινῆς) Διοίκησης, ποῦ ἀφοροῦσαν τὴν περιουσία τῆς Ἐκκλησίας, καταστράφηκαν, γι’ αὐτὸ ἔχουν μεγάλη σημασία τὰ ἀντίστοιχα ἔγγραφα τῆς Ὀθωμανικῆς διοίκησης. Πρέπει νὰ σημειωθῇ ὅτι ὅλες οἱ περιουσίες τῶν κατακτηθέντων περιῆλθαν στὸ Ὀθωμανικὸ δημόσιο, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς περιουσίες τῶν λαῶν ποῦ ἔχουν «θεόπεμπτον βιβλίον», ὅπως οἱ Χριστιανοί. Εἰδικὰ ἡ Μοναστηριακὴ περιουσία κηρύχθηκε ἱερὰ καὶ σεβαστὴ μὲ βάση τὸν ἱερὸ μουσουλμανικὸ νόμο, τὸν Ἀχτιμανὲ (τὴν πράξη) τοῦ Ὅρους Σινᾶ ποῦ ὑπέγραψε ὁ ἴδιος ὁ Μωάμεθ. Ὁπότε τὰ ἔγγραφα τοῦ Ὀθωμανικοῦ Κράτους, ποῦ περιγράφουν τὴν τότε ὑφισταμένη κατάσταση εἶναι πολὺ σημαντικὰ καὶ ἔχουν φυσικὰ καὶ νομικὴ ἰσχύ.
Ὁ Μακαριώτατος παραθέτει βασικὰ ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸν Ἀχτιμανὲ τοῦ Μωάμεθ, ἀλλὰ καὶ ἀποφάσεις Ὀθωμανικῶν δικαστηρίων (ποῦ ὀνομάζονται χοτζέτι), οἱ ὁποῖες ἀφοροῦν κυρίως Ἱερὲς Μονὲς τῆς Βοιωτίας. Ἀντίστοιχα ἔγγραφα ὑπάρχουν γιὰ ὅλες τὶς περιφέρειες τοῦ Ὀθωμανικοῦ κράτους ποῦ κατοικοῦντο ἀπὸ Χριστιανούς.
4. Ἡ Ἐκκλησία μὲ τὴν περιουσία ποῦ κατεῖχε στήριξε ποικιλότροπα τὸ «δοῦλο γένος» καὶ συνεισέφερε πολλὰ στὴν εὐόδωση τοῦ ἀγῶνα τῆς ἀποτίναξης τοῦ τουρκικοῦ ζυγοῦ. Χαρακτηριστικὴ περίπτωση ἀποτελεῖ ἡ πρόταση τοῦ μινίστρου (ὑπουργοῦ) τῶν Ἐκκλησιαστικῶν καὶ Δημόσιας Ἐκπαιδεύσεως Ἰωσὴφ Ἐπίσκοπου Ἀνδρούσης, ὁ ὁποῖος λόγῳ ἀδυναμίας λήψεως δανείου, στὶς 15 Μαρτίου 1822, πρότεινε στὸν «Ἐκλαμπρότατον Πρόεδρο τοῦ Ἐκτελεστικοῦ», τὰ ἀκόλουθα:
«...Ἐπειδὴ τὸ ἔθνος εἰ μὲν ἔχει τώρα παρὰ ποτὲ τὴν μεγίστην ἀνάγκην καὶ δεῖται χρημάτων ὅσων εἰς ἀπάντησιν τῶν δεινῶν, καὶ δὲν ὑπάρχουν ἄλλοθεν δανεισταί, κρίνω συμφέρον καὶ ἀναγκαῖον καὶ ὅσιον τὸ νὰ ἐξαργυρωθῶσιν ἐκ τῶν ἱερῶν σκευῶν μερικά, διὰ τὰ ὁποία νὰ δώση τὸ Γένος εἰς τοὺς πατέρας ἐθνικὰς ὁμολογίας καὶ νὰ λάβη ταῦτα τὰ ἀργυρᾶ σκεύη, οἷον κανδήλας ἀργυρᾶς, θυμιατήρια, ζώνας, δίσκους, θήκας ἱερῶν λειψάνων καὶ ἄλλα ὅμοια ἐπειδὴ ταῦτα, ἄν, ὃ μὴ γένοιτο, ἀποτύχη τὸ Γένος, θέλουσι μείνει τῶν τυχόντων, εὐδοκιμῆσαι ὅμως, δύναται νὰ ἀναπληρώση σὺν τόκῳ τὸ δάνειον...».
Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴν πρόταση τοῦ Ἰωσὴφ Ἀνδρούσης, τὸ Βουλευτικὸ Σῶμα τῆς Προσωρινῆς Διοίκησης τῆς Ἑλλάδος ἐξέδωσε θέσπισμα τὸ ὁποῖο μεταξὺ ἄλλων διελάμβανε: «ἄ. Ὅλα τὰ χρυσᾶ καὶ ἀργυρᾶ σκεύη τῶν Μοναστηρίων καὶ Ἐκκλησιῶν, τῶν κατὰ πᾶσαν τὴν ἑλληνικὴν ἐπικράτειαν, νὰ δοθῶσιν εἰς τὸ ἐθνικὸν ταμεῖον. β. Τὰ αὐτὰ σκεύη ἢ τὸ ἀντίτιμον αὐτῶν ἐξ ἐθνικῶν κτημάτων νὰ ἀφιερωθῶσι πάλιν εἰς τὰ Μοναστήρια καὶ Ἐκκλησίας, ἀφ' ὧν ἐλήφθησαν, μετὰ τὴν ἀποκατάστασιν τῶν πραγμάτων τῆς Πατρίδος. γ. Ἐξαιροῦνται ἀπὸ τὸν ἀριθμὸν τῶν εἰρημένων σκευῶν αἱ εἰκόνες , τὰ ἱερὰ δισκοπότηρα καὶ αἱ λαβίδες ..... ἰ. Τὰ εἰρημένα σκεύη νὰ μεταβληθῶσιν εἰς νομίσματα, διὰ νὰ ἐπαρκέσωσιν εἰς τὰς μεγίστας τῆς πατρίδος χρείας».
Μὲ τὴν πρόταση αὐτὴ τοῦ Ἐπισκόπου Ἀνδρούσης, ποῦ ἔγινε δεκτὴ ἀπὸ τὴν Προσωρινὴ Διοίκηση τῆς Ἑλλάδος, συγκεντρώθηκαν οκτακόσιες ὀκάδες χρυσοῦ καὶ ἀργύρου, ποῦ τέθηκαν στὴν διάθεση τοῦ Ἐθνικοῦ Ταμείου, «πρὸς διατροφὴν τῶν ἀγωνιζομένων πενήτων, καὶ κουφίζεσθαι τὸ δυνατὸν τὰς φοβερᾶς ἀνάγκας τοῦ πολέμου», ὅπως γράφει ὁ Κωνσταντῖνος Οἰκονόμου.
Ἔχει μεγάλο ἐνδιαφέρον ὅμως ἡ ἐκμετάλλευση τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας ἀπὸ τὶς διάφορες κυβερνήσεις τοῦ νέου Ἑλληνικοῦ Κράτους, ἡ ὁποία πάντα εἶχε ὡς σκοπὸ «τὴν βελτίωσιν τῆς καταστάσεως τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Κλήρου».
Ὁ Καποδίστριας στὴν Δ' Ἐθνικὴ Συνέλευση τοῦ Ἄργους (11 Ἰουλίου 1829) συστήνει τὸ «Γαζοφυλάκιον», δηλαδή, ἕνα ταμεῖο στὸ ὁποῖο θὰ ἀποτίθενται «τὰ ἐπὶ τῶν κληροδοσιῶν καὶ τὰ ἀπὸ τῶν ἱερῶν καταστημάτων (Μοναστηρίων) συλλεγόμενα χρήματα προσδιωρισμένα ἐξηρημένως εἰς βελτίωσιν τοῦ Ἱερατείου...».
Ἡ Ἀντιβασιλεία ἐπὶ Ὄθωνος γιὰ νὰ «πραγματοποιήση» τοὺς σκοποὺς τοῦ «Γαζοφυλακίου» τὸ καταργεῖ καὶ συστήνει τὸ «Ἐκκλησιαστικὸ Ταμεῖο», ἀπὸ τὸ ὁποῖο «θέλουσι μισθοδοτεῖσθαι οἱ Ἐπίσκοποι τῆς Ἐπικρατείας καὶ οἱ ἄλλοι κληρικοί...». Τὸ ταμεῖο αὐτὸ ὅμως (μὲ διάταγμα τῆς 25ης Σεπτεμβρίου 1833) περιέλαβε τὴν κινητὴ καὶ ἀκίνητη περιουσία 116 ἔρημων Μοναστηριῶν καὶ ἄλλων 119 ποῦ περιῆλθαν στὸ Κράτος, ἀφοῦ οἱ μοναχοί τους ἐκδιώχθηκαν ἀπὸ αὐτά, καθὼς καὶ ἀπὸ τὰ ἔσοδα ποῦ ἐπέφερε ἡ βαρύτατη φορολογία στὴν ὁποία ὑποβλήθηκαν τὰ ὑπόλοιπα 226 Μοναστήρια.
Μὲ διάταγμα τῆς 13ης Δεκεμβρίου 1834 ὁρίζεται Ἐπιτροπὴ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ταμείου, τὸ ὁποῖο λειτουργεῖ ὡς ἀνεξάρτητο εἰδικὸ ταμεῖο. Ὅμως μὲ διατάγματα τῆς 1ης Ἰανουαρίου 1838 καὶ κατόπιν τῆς 29ης Ἀπριλίου 1843, διαλύεται κατ’ ἀρχὴν ἡ Ἐπιτροπὴ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ταμείου καὶ κατόπιν καταργεῖται καὶ τὸ Ταμεῖο καὶ τὰ ἔσοδα ἀπὸ τὰ ἐκκλησιαστικὰ καταστήματα μεταβαίνουν πλέον «εἰς τὴν ἐπὶ τῶν Οἰκονομικῶν Γραμματείαν». Ἔτσι, ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Μακαριώτατος, «τὰ ἐκκλησιαστικὰ ἔσοδα ρίχθηκαν στὴν χοάνη τοῦ κρατικοῦ κορβανᾶ καὶ ἔκτοτε "ἄκρα τοῦ τάφου σιωπή"».
Αὐτὴ ἡ κατάσταση συνεχίσθηκε μέχρι τὸ 1909, ὅταν ἐμφανίσθηκε στὰ πολιτικὰ πράγματα ὁ Ἐλευθέριος Βενιζέλος, ποῦ χάραξε μιὰ νέα ἐκκλησιαστικὴ πολιτική, ἡ ὁποία ὅμως λόγῳ τοῦ ἐθνικοῦ διχασμοῦ δὲν πραγματοποιήθηκε. Ἀκολούθησαν ἀντικανονικὲς καὶ αὐταρχικὲς ἀπαλλοτριώσεις, χωρὶς νὰ καταβληθοῦν ποτὲ οἱ προβλεπόμενες ἀποζημιώσεις. Μακρὺ κατάλογο τέτοιων περιπτώσεων καταχωρεῖ ὁ Μακαριώτατος στὸ παράρτημα τοῦ βιβλίου του.
Ἀκολουθεῖ ἡ Σύμβαση Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καὶ Δημοσίου ποῦ κυρώθηκε στὶς 18 Σεπτεμβρίου 1952, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία παραχωρήθηκαν στὸ Δημόσιο, στὸ 1/3 τῆς ἀξίας τους, μεγάλες ἐκκλησιαστικὲς καὶ μοναστηριακὲς ἐκτάσεις, γιὰ νὰ εἰσπραχθῇ τελικῶς ὡς ἀνταμοιβὴ ἡ κρατικὴ ἀχαριστία. Μόνιμο ἀντιστάθμισμα αὐτῶν τῶν παραχωρήσεων ἦταν ἡ μισθοδοσία τοῦ Κλήρου ἀπὸ τὸ Κράτος. Καὶ ἐπειδὴ ἡ μισθοδοσία τοῦ Κλήρου εἶναι ἀποτέλεσμα συμβάσεων, ἐννοεῖται ὅτι ἡ θρυλούμενη κατάργησή του θὰ συνεπιφέρη τὴν λύση τῶν συμβάσεων καὶ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν παραχωρηθέντων στὴν Ἐκκλησία.
Τελευταία ἐπιδρομὴ κατὰ τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας ἔγινε μὲ τὸν νόμο 1700 τοῦ 1987, ὁ ὁποῖος προσεβλήθη στὸ Εὐρωπαϊκὸ Δικαστήριο Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων, ὡς νόμος ποῦ παραβιάζει τὴν Διεθνῆ Σύμβαση τῆς Ρώμης καὶ τὰ δικαιώματα ἰδιοκτησίας τῶν Μοναστηριῶν. Τὸ Εὐρωπαϊκὸ Δικαστήριο δέχθηκε τὴν προσφυγὴ καὶ ἔκρινε ὅτι ὁ νόμος 1700 παραβιάζει τὴν Εὐρωπαϊκὴ Σύμβαση Δικαιωμάτων τοῦ ἀνθρώπου.
5. Θεωροῦμε ζωντανὴ εἰκόνα τῆς κρατικῆς ἀσυνέπειας, ἀλλὰ καὶ τῆς ἰδιοτέλειας κάποιων τοπικῶν παραγόντων, τὸ Ἐπίμετρο τοῦ βιβλίου τοῦ Μακαριωτάτου, ὅπου καταγράφονται ἐκτροπὲς κατὰ τὴν διαδικασία παραχώρησης τῆς Ἐκκλησιαστικῆς καὶ Μοναστηριακῆς περιουσίας στὸ Κράτος.
Ὁ Μακαριώτατος μὲ τὸ βιβλίο του αὐτὸ ἔβαλε τὶς βάσεις γιὰ ἕναν οὐσιαστικὸ διάλογο ἀνάμεσα στὴ κρατικὴ καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ διοίκηση γιὰ τὴν ἀξιοποίηση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας ποῦ ἀπέμεινε.
Εἶναι σημαντικὸ νὰ ξέρουμε τί ἔγινε στὸ παρελθόν, τί ὑποχρεώσεις ὑπάρχουν σὲ ἐκκρεμότητα, ὥστε νὰ οἰκοδομηθῇ μιὰ σταθερὴ καὶ εἰλικρινὴς σχέση στὸ μέλλον. Αὐτὸ τὸ παρελθὸν καταγράφει ὁ Μακαριώτατος, ἀλλὰ καὶ προτείνει γιὰ τὸ μέλλον τὰ ἀκόλουθα:
«Ὅπως εἴδαμε μέχρι τώρα, τὸ 96% αὐτῆς τῆς περιουσίας σχεδὸν λεηλατήθηκε ἢ ἐξυπηρέτησε μερικοὺς "καταφερτζῆδες καὶ τσαρλατάνους", ποῦ δυστυχῶς καπηλεύτηκαν τὰ ἱερά. Διασώζεται μόνον τὸ 4% αὐτῆς τῆς περιουσίας. Λίγο, ἀλλὰ πολὺ γιὰ νὰ σηκώσει αὐτὴν τὴν ὥρα τὸ βάρος καὶ νὰ ἀνακουφίσει τὸ λαό μας καὶ τὴν πατρίδα μας.
Αὐτὸ τὸ ὑπόλοιπο τῆς περιουσίας μας νὰ ἀξιοποιηθεῖ καταλλήλως, εὐπρεπῶς καὶ μὲ διαφάνεια. Τὰ προϊόντα ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀξιοποίηση θὰ προορίζονται σὲ ἔργα διακονίας καὶ φροντίδος τῶν εὐπαθῶν ὁμάδων τῆς κοινωνίας μας καὶ τὴν ἐξυπηρέτηση τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου.
Ὡς Ἀρχιεπίσκοπος αὐτῆς τῆς χώρας, αὐτήν, τήν ... πρόταση ἔχω νὰ παρουσιάσω».
π.Θ.Α.Β.
- Προβολές: 2632