Ἡ διαχρονικὴ Ὀρθόδοξος Παρουσία στὴν Ἰσπανία (Β')
Μητροπολίτου Ἱσπανίας καὶ Πορτογαλίας κ. Πολυκάρπου (Σταυροπούλου)
Δημοσιεύουμε τὴν δεύτερη καὶ τελευταία συνέχεια ἀπὸ τὴν ὁμιλία τοῦ Ναυπάκτιου τὴν καταγωγὴ Μητροπολίτου Ἱσπανίας καὶ Πορτογαλίας κ. Πολυκάρπου, τὴν ὁποία ἐξεφώνησε ἐνώπιον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, ἐπισήμων προσκεκλημένων καὶ ἐκλεκτοῦ ἀκροατηρίου στὴν Πατριαρχικὴ Βιβλιοθήκη, στὶς 28 Ἀπριλίου 2010.
(συνέχεια ἀπὸ τὸ προηγούμενο)
Γ) ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ
Τὰ δραματικὰ γεγονότα τὰ ὁποία ἔλαβον χώρα κατὰ τὸν 20ο αἰῶνα, ἐξ αἰτίας τῶν φοβερῶν πολεμικῶν συγκρούσεων, δὲν ἐπέτρεψαν τὴν ἀνταλλαγὴ δραστηριοτήτων μεταξὺ τῶν δύο ἄκρων τῆς Μεσογείου. Οἱ Ἕλληνες ποῦ ἐπολέμησαν κατὰ τὸν φρικτὸ Ἱσπανικὸ Ἐμφύλιο Πόλεμο, τόσο στὸ πλευρὸ τῶν Δημοκρατικῶν Ἀριστερῶν, ὅσο καὶ τοῦ Στρατηγοῦ Φράνκο, δὲν συγκρότησαν ἰδία στρατιωτικὴ μονάδα καὶ κανείς των δὲν παρέμεινε στὴν Ἱσπανία. Στὴν ἴδια τὴν Ἑλλάδα ἡ εἰκόνα τῆς Ἱσπανίας ὑπῆρξε ἀντιφατική, ἐνῷ ὁ Καζαντζάκης δὲν διστάζει νὰ ἐξομοιάση τὸν Στρατηγὸ Μοσκαρδὸ καὶ τοὺς ὑπερασπιστὲς τοῦ φρουρίου Ἀλκαθὰρ τοῦ Τολέδο, τὸ 1936, μὲ τοὺς ὑπερασπιστὲς τοῦ Μεσολογγίου τὸ 1826.
Μετὰ τὸν Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μία Φρανκικὴ Ἱσπανία ἀπὸ τὴν μία πλευρὰ καὶ μία Ἑλλάδα σὲ Ἐμφύλιο Πόλεμο ἀπὸ τὴν ἄλλη, πολὺ δύσκολα θὰ προκαλοῦσε ἀνταλλαγὲς μεταξὺ τῶν δύο κρατῶν καὶ λαῶν. Ἡ ἴδια κατάσταση ἰσχύει καὶ γιὰ τὶς ἄλλες Εὐρωπαϊκὲς χῶρες Ὀρθοδόξου παραδόσεως, εὑρισκόμενες κάτω ἀπὸ τὸν Σοβιετικὸ ἔλεγχο καὶ τὸ Κομμουνιστικὸ καθεστώς. Αὐτὸ ἐξηγεῖ γιατί μέχρι τὸ 1990 δὲν ἔχομε στὴν Ἱσπανία ἐγκατάσταση Ὀρθοδόξων πληθυσμῶν ἐξ Ἀνατολικῆς Εὐρώπης. Παρὰ ταῦτα, σιγά-σιγά, αὐξάνεται ἡ παρουσία Ἑλληνικῶν οἰκογενειῶν, κυρίως ἐμπόρων, ποῦ ἐγκαθίστανται στὶς μεγάλεις πόλεις (Μαδρίτη καὶ Βαρκελώνη), καθὼς καὶ σὲ ἄλλες, ὅπως ἡ Βαλένθια καὶ ἡ Λὰς Πάλμας Ντὲ Γρὰν Κανάρια. Αὐτὲς οἱ οἰκογένειες, μαζὶ μὲ τοὺς πολιτικοὺς πρόσφυγες ἀπὸ ἄλλες Ἀνατολικο-εὐρωπαϊκὲς Χῶρες καὶ αὐτοὺς ποῦ ἤδη ἦταν ἐγκατεστημένοι πρὸ τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, θὰ ἀποτελέσουν τὴν βάση τῶν Ἑλληνορθοδόξων Κοινοτήτων.
Τὸ 1948 ἀποστέλλεται στὴν Μαδρίτη ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Θυατείρων καὶ Ἔξαρχο Δυτικῆς καὶ Κεντρώας Εὐρώπης Γερμανὸ Στρηνόπουλο - (ὁ ὁποῖος ἔγραψε ἄρθρο στὸ περιοδικὸ "Ὀρθοδοξία" τὸ 1934 γιὰ τὴν Ἑλληνικὴ Κοινότητα Μενόρκας) - ὁ Πρωθιερεὺς Ραφαὴλ ἐκ Παρισίων, Γεωργιανὸς στὴν καταγωγή, ὁ ὁποῖος ἑνώνει ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους ἀνεξαρτήτως ἐθνότητος καὶ ἱδρύεται ἔτσι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐνορία τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου, ὑπὸ τὸν Οἰκουμενικὸν Θρόνον. Αὐτὴ ἡ πρώτη ἐνορία, ἀπ' ἀρχῆς μέχρι σήμερα ἑλληνόφωνη καὶ σλαβόφωνη μαζί, χρησιμοποιεῖ ὡς εὐκτήριο οἶκο ἕνα διαμέρισμα στὸ κέντρο τῆς Μαδρίτης, τὸ ὁποῖο γιὰ 25 χρόνια ἑνώνει σὲ μία ἀδελφικὴ χριστιανικὴ κοινότητα ὅλους τοὺς Ὀρθοδόξους τῆς Ἱσπανικῆς πρωτευούσης. Τὸ 1967 τὸν π. Ραφαὴλ διαδέχεται ὁ σημερινὸς ἐφημέριος Πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Τσιαμπαρλής, ἀπόφοιτος τοῦ Ὀρθοδόξου Θεολογικοῦ Ἰνστιτούτου "Ἅγιος Σέργιος" τῶν Παρισίων.
Αὐτὴ ἡ Κοινότητα ἀνεγνωρίσθη νομικῶς τὸ 1949 ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν τῆς Ἱσπανίας, κατόπιν διαβημάτων τῆς Ἑλληνικῆς Πρεσβείας, ὡς Ἑλληνορθόδοξος Κοινότης Μαδρίτης. Τὸ 1963 ἱδρύεται, ἐπὶ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις Γαλλίας καὶ Ἐξαρχία πάσης Ἰβηρίας, μὲ πρῶτο Μητροπολίτη τὸν ἀπὸ Ρηγίου Μελέτιο Καραμπίνη. Τὸ 1968, σὲ ἐκπλήρωση τῶν σχετικῶν διατάξεων τοῦ νέου Νόμου περὶ Θρησκευτικῆς Ἐλευθερίας, ἡ Κοινότης Μαδρίτης ἐγγράφεται στὸ Ἐθνικὸ Κατάστιχο τῶν Θρησκευτικῶν Προσώπων τοῦ Ὑπουργείου Δικαιοσύνης.
Ἡ δεκαετία τοῦ 1960 ἀποβαίνει καθοριστικὴ γιὰ τὶς σχέσεις Ἑλλάδος καὶ Ἱσπανίας. Τὸ 1962, ἡ Α.Μ. ἡ Βασίλισσα, τότε Πριγκήπισσα Σοφία τῆς Ἑλλάδος, συνάπτει γάμο στὴν Ἀθήνα μὲ τὸν τότε Πρίγκηπα καὶ σημερινὸ Βασιλέα Χουὰν Κάρλος. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ καθ’ ἑαυτὸ θὰ μποροῦσε νὰ βοηθήση τὶς ἑκατέρωθεν ἐπαφές, ὅμως ἡ πολιτικὴ καταστάση στὴν τότε Ἑλλάδα (Δικτατορία τῶν Συνταγματαρχῶν καὶ κατάργηση τῆς Μοναρχίας) τὶς ἐμπόδισε.
Ἀπὸ τὰ τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ ’60 ἔχομε τὴν ἄφιξη Ἑλλήνων φοιτητῶν, πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ὁποίους δημιούργησαν οἰκογένεια στὴν Ἱσπανία καὶ ἐγκαταστάθηκαν μονίμως στὴν Χώρα. Πρόκειται στὴν πλειοψηφία τους γιὰ ἰατρούς, μηχανικούς, ἀρχιτέκτονες, καθηγητὲς καὶ ἐπιχειρηματίες. Στὴν ἐγκατάσταση αὐτῶν τῶν Ἑλλήνων ὀφείλεται ἡ δημιουργία ἐκτὸς τῆς Μαδρίτης, τῶν Κοινοτήτων Βαρκελώνης καὶ Βαλένθιας.
Τό 1971 ἀποκτᾶται ἀπὸ τὸν Δῆμο Μαδρίτης ἕνα οἰκόπεδο, ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Νικαράγουα καὶ τὸν Δεκέμβριο τοῦ ἰδίου ἔτους τίθεται ὁ θεμέλιος λίθος τοῦ νέου ἐνοριακοῦ συγκροτήματος. Τὴν 3η Ἰουνίου 1973, ὁ τότε Μητροπολίτης Γαλλίας καὶ Ἔξαρχος πάσης Ἰβηρίας Μελέτιος ἐγκαινιάζει τὸν Ναό, ἀφιερωμένο στοὺς Ἁγίους Ἀπόστολο Ἀνδρέα καὶ Μεγαλομάρτυρα Δημήτριο. Ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Ναό, τὸ συγκρότημα ἀποτελεῖται ἀπὸ ἱερατικὴ κατοικία, αἴθουσα ἐκδηλώσεων, γραφεῖα, σχολεῖο, ἀποθῆκες καὶ κῆπο, εἶναι δὲ πρὸς τιμὴν καὶ ἔπαινον τῶν 200 τότε Ἑλληνορθοδόξων τῆς Μαδρίτης, οἱ ὁποῖοι κατώρθωσαν καὶ ἐπραγματοποίησαν ἕνα τέτοιο θαῦμα. Τὸ 1975 ὁ Δῆμος Μαδρίτης ἐκήρυξε τὸν Ναὸ διατηρητέο μνημεῖο.
Τὴν δεκετία τοῦ ’70 καὶ περισσότερο αὐτὴν τοῦ ’80 τὸ ἑλληνικὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν Ἱσπανία αὐξάνεται καὶ παρατηρεῖται ἡ ἐγκατάσταση ὁρισμένων ὁμάδων Ἑλλήνων ἐξειδικευμένων ἐπαγγελματικά, οἱ ὁποῖοι ἐγκαθίστανται στὴν Χώρα λόγῳ εὑρέσεως προσοδοφόρου ἐργασίας. Τὸ φαινόμενο αὐτὸ παρατηρεῖται κυρίως στὴν Καταλωνία, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν ἵδρυση, τὸ 1975, στὴν Βαρκελώνη τῆς Ὀρθοδόξου Ἑλληνικῆς Ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου καὶ τὸ 1978 τῆς Ἑλληνικῆς Κοινότητος. Ἡ εἴσοδος τῆς Ἑλλάδος τὸ 1981 καὶ τῆς Ἱσπανίας τὸ 1986 στὴν Εὐρωπαϊκὴ Κοινότητα, δίδει νέα ὤθηση γιὰ τὴν ἐγκατάσταση Ἑλλήνων ἐπιχειρηματιῶν, ἐλευθέρων ἐπαγγελματὼν καὶ ὑπαλλήλων διαφόρων Εὐρωπαϊκῶν Ὀργανισμῶν μὲ ἕδρα τὴν Ἱσπανία, στοὺς ὁποίους ἀργότερα προστίθενται οἱ Ἕλληνες Στρατιωτικοὶ τῶν Στρατηγείων τοῦ ΝΑΤΟ στὴν Μαδρίτη καὶ τὴν Βαλένθια.
Παράλληλα, τὸ γενικὸ ἐνδιαφέρον τῶν Ἱσπανῶν γιὰ τὴν ἑλληνικὴ κλασσικὴ ἀρχαιότητα εὐνόησε τὴν παρουσία Ἑλλήνων ἐπιστημόνων τοῦ κλάδου καὶ τὶς πολιτιστικὲς ἀνταλλαγὲς μεταξὺ τῶν δύο Κοινοτήτων. Ἱδρύονται σὲ ὁλόκληρη τὴν Ἱσπανία διάφοροι Σύλλογοι, ὅπως ὁ Ἰσπανο-ἑλληνικὸς Πολιτιστικὸς Σύλλογος (1980), ποῦ ἐκδίδει τὸ ὑψηλοῦ ἐπιστημονικοῦ, πολιτιστικοῦ καὶ φιλολογικοῦ περιεχομένου περιοδικὸ "Ἐρυθεία", ἡ Ἱσπανικὴ Ἑταιρεία Νεο-ἑλληνικῶν Σπουδῶν (1986) καὶ τὸ Κέντρο Βυζαντινῶν, Νεο-ἑλληνικῶν καὶ Κυπριακῶν Σπουδῶν στὴν Γρανάδα, παγκοσμίου φήμης, μὲ ἑκατοντάδες φοιτητές, πολλὲς δημοσιεύσεις καὶ συνέδρια καὶ στὸ ὁποῖο ὁ ἀείμνηστος Ἀκαδημαϊκὸς καὶ πρῶτος Πρόεδρος τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας Κωνσταντῖνος Τσάτσος ἐδώρησε τὴν σπουδαία βιβλιοθήκη του. Σὲ 18 Ἱσπανικὰ Πανεπιστήμια ὑπάρχει ἕδρα τῶν Ἑλληνικῶν, καθὼς καὶ σὲ ἑκατοντάδες Σχολεῖα Γλωσσῶν. Τὰ εὐρωπαϊκὰ προγράμματα ἀνταλλαγῶν πανεπιστημιακῶν φοιτητῶν "Ἔρασμος" καὶ "Σωκράτης" παρέχουν τὴν δυνατότητα σὲ πλειάδα νέων καὶ τῶν δύο Χωρῶν νὰ γνωρίσουν τὴν γλῶσσα καὶ τὸν πολιτισμὸ τῆς φιλοξενούσης αὐτοὺς Χώρας. Ἀρκετοὶ ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες μεταπτυχιακοὺς φοιτητὲς ποῦ φθάνουν στὴν Ἱσπανία, μετὰ τὴν λήξη τῶν σπουδῶν τους παραμένουν στὴν Χώρα γιὰ ἐπαγγελματικοὺς ἢ οἰκογενειακοὺς λόγους (μικτοὶ γάμοι).
Τὰ τελευταῖα χρόνια ἔχομε αὔξηση τῶν Ἑλλήνων ἐξ αἰτίας τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως στὴν Λατινικὴ Ἀμερική. Πρόκειται γιὰ ἰσπανόφωνες ἑλληνορθόδοξες οἰκογένειες, ποῦ προέρχονται κυρίως ἀπὸ τὴν Ἀργεντινή, Οὐρουγουάη καὶ Βενεζουέλα καὶ ἐγκαταστάθηκαν στὴν Μαδρίτη, Βαρκελώνη, Βαλένθια καὶ Καναρίους Νήσους. Τὸ 1981 ἡ Ὀρθόδοξος Ἑλληνικὴ Κοινότης Μαδρίτης καὶ Περιχώρων ἐντάσσεται στὸν νέο Νόμο περὶ Θρησκευτικῆς Ἐλευθερίας τῆς μεταφρανκικὴς δημοκρατικῆς Ἱσπανίας καὶ τὸ 1991 μετατρέπεται σὲ "Ἑλληνικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἐν Ἱσπανίᾳ", ἡ ὁποία, τυχοῦσα τῆς νομικῆς φιλοξενίας τῆς Ὁμοσπονδίας τῶν Εὐαγγελικῶν Θρησκευτικῶν Προσώπων Ἱσπανίας καὶ συγκεκριμένα τῆς ὑπὸ τὴν Ἀγγλικανικὴ Κοινωνία τελούσης Ἱσπανικῆς Μεταρρυθμισμένης Ἐπισκοπικῆς Ἐκκλησίας, εὐεργετήθηκε ἀπὸ τὸ Convenio/Συμφωνία (ἕνα εἶδος Κονκορδάτου) μεταξὺ τῆς πρώτης καὶ τοῦ Ἱσπανικοῦ Κράτους, τὸ ὁποῖο ἐψηφίσθη ἀπὸ τὴν Βουλὴ καὶ τὴν Γερουσία τὸ φθινόπωρο τοῦ 1992.
Ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ ’90 ἐγκαθίστανται στὴν Ἱσπανία ἑκατοντάδες χιλιάδες οἰκονομικοὶ μετανάστες ἀπὸ τὴν Ἀνατολικὴ Εὐρώπη, στὴν πλειοψηφία τοὺς Ρουμάνοι, ἀκολουθούμενοι ἀριθμητικῶς ἀπὸ τοὺς Οὐκρανούς, Βουλγάρους καὶ λοιποὺς Ὀρθοδόξους, τῶν ὁποίων ὁ συνολικὸς ἀριθμὸς ὑπολογίζεται σήμερα σὲ 1.500.000 περίπου ψυχὲς σὲ ὁλόκληρη τὴν Ἰβηρικὴ Χερσόνησο καὶ τὰ Νησιά της. Τὴν 20ὴ Ἰανουαρίου 2003, τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, κατόπιν πρωτοβουλίας τοῦ νὺν εὐκλεῶς πατριαρχοῦντος Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου, ἀπεφάσισε τὴν ἀνύψωση τῆς Ἐξαρχίας πάσης Ἰβηρίας σὲ αὐτοτελῆ ἐκκλησιαστικὴ Ἐπαρχία, ὑπὸ τὸν τίτλο: "Ἱερὰ Μητρόπολις Ἱσπανίας καὶ Πορτογαλίας καὶ Ἐξαρχία Μεσογείου Θαλάσσης", μὲ ἕδρα τὴν Μαδρίτη καὶ χαρακτῆρα πανορθόδοξο.
Πρῶτος Μητροπολίτης ἐξελέγη ὁ Ἑλληνο-ἀμερικανὸς καθηγητὴς Πανεπιστημίου Ἐπιφάνιος Πυριάλας, νὺν Μητροπολίτης Βρυούλων, ὁ ὁποῖος βοηθούμενος ἀπὸ τὸν μακαριστὸ Ἀρχιεπίσκοπο Σκοπέλου Παγκράτιο καὶ τὸν τότε Ἀρχιμανδρίτη καὶ μετέπειτα Βοηθὸ Ἐπίσκοπο Τελμησσοῦ Ἰλαρίωνα, νὺν Ἐπίσκοπο Ἔντμοντον, ἔθεσε τὶς βάσεις τῆς ἀρτισυστάτου καὶ νεοπαγοῦς αὐτῆς Μητροπόλεως, ὅσον ἀφορᾶ τὴν σύσταση Οὐκρανικῶν Ἐνοριῶν καὶ τὴν ἐξεύρεση καὶ χειροτονία Οὐκρανῶν ἱερέων.
Τὴν 25η Ἀπριλίου 2006, τὸ Ὑπουργεῖο Δικαιοσύνης ἀνεγνώρισε ἐπίσημα τὴν Ἱερὰ Μητρόπολη, καταγράφοντάς την στὸ Ἐθνικὸ Κατάστιχο τῶν Θρησκευτικῶν Προσώπων τοῦ Ἱσπανικοῦ Κράτους, ἐνῷ καταβάλλονται προσπάθειες γιὰ τὴν νομικὴ ἀναγνώρισή της καὶ στὴν Πορτογαλία.
Ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη ἐξασκεῖ τὴν κανονικὴ δικαιοδοσία τῆς ἐπὶ τοῦ Βασιλείου τῆς Ἱσπανίας, τῆς Δημοκρατίας τῆς Πορτογαλίας, τοῦ Πριγκηπάτου τῆς Ἀνδόρρας καὶ τῆς Βρεταννικῆς κτήσεως τοῦ Γιβραλτάρ. Ἕδρα της εἶναι ὁ Καθεδρικὸς Ναὸς τῶν Ἁγίων Ἀνδρέου καὶ Δημητρίου, ἐπὶ τῆς ὁδοῦ Νικαράγουα, ἀριθ. 12, τῆς περιοχῆς Hispanoamerica Μαδρίτης. Στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη λειτουργοῦν Γραμματεία, Μητροπολιτικὸ Συμβούλιο, Πνευματικὸ Δικαστήριο, Ἐπιτροπὴ ἐπὶ τῶν Διεκκλησιαστικῶν Σχέσεων, Ἐπιτροπὴ ἐπὶ τῶν Ἐκδόσεων, Μεταφράσεων καὶ τοῦ Διαδικτύου, Ἐπιτροπὴ Διοργανώσεως τοῦ Ποιμαντικοῦ, Πολιτιστικοῦ καὶ Κοινωνικοῦ Ἔργου τῆς Ἐκκλησίας, Νομικὴ Ἐπιτροπή, Οἰκονομικὴ Ἐπιτροπὴ καὶ Τμῆμα Σχέσεων μετὰ τῶν Οὐκρανικῶν Ἀρχῶν, Κοινοτήτων καὶ Συλλόγων.
Ἡ Μητρόπολη διαιρεῖται σὲ 5 Ἀρχιερατικὲς Ἐπιτροπεῖες (Βικαριάτα): α) Ἀρχιερατικὴ Ἐπιτροπεία Κεντρικῆς καὶ Βορείου Ἱσπανίας καὶ Γιβραλτάρ, μὲ ἕδρα τὴν Μαδρίτη, β) Ἀρχιερατικὴ Ἐπιτροπεία Ἀνατολικῆς Ἱσπανίας καὶ Ἀνδόρρας, μὲ ἕδρα τὴν Βαρκελώνη, γ) Ἀρχιερατικὴ Ἐπιτροπεία Νοτίου Ἱσπανίας, μὲ ἕδρα τὴν Μάλαγα, δ) Ἀρχιερατικὴ Ἐπιτροπεία Καναρίων Νήσων, μὲ ἕδρα τὴν Λὰς Πάλμας Ντὲ Γρὰν Κανάρια, καὶ ε) Ἀρχιερατικὴ Ἐπιτροπεία Πορτογαλίας καὶ Γαλικίας, μὲ ἕδρα τὸ Πόρτο.
Τὸ ποίμνιο, οἱ κληρικοὶ καὶ οἱ ἐνορίες τῆς πάνω ἀπὸ τὸ 95% εἶναι μὴ Ἑλληνικῆς καταγωγῆς. Οἱ Ἑλληνικῆς καταγωγῆς πιστοὶ σὲ ὁλόκληρη τὴν Ἱσπανία καὶ τὴν Πορτογαλία δὲν ὑπερβαίνουν τὶς 4.000 ψυχές. Εἴμεθα ἡ δευτέρα δικαιοδοσία στὴν Ἱσπανία καὶ ἡ πρώτη στὴν Πορτογαλία. Ἡ Μητρόπολη, αὐτὴ τὴν στιγμή, διαθέτει 33 ἐνορίες (19 στὴν Ἱσπανία καὶ 14 στὴν Πορτογαλία), ἐνῷ οἱ ὑπὸ ἵδρυσιν ἀνέρχονται ἀνέρχονται σὲ 3? 6 ἐνοριακοὺς πυρῆνες (4 στὴν Ἱσπανία καὶ 2 στὴν Πορτογαλία), ἐνῷ οἱ ὑπὸ ἵδρυσιν ἀνέρχονται σὲ 2? 30 κληρικοὺς (26 ἐφημερίους, 2 περιοδικούς, 2 διακόνους), ἀπὸ τοὺς ὁποίους 16 στὴν Ἱσπανία καὶ 14 στὴν Πορτογαλία? 2 ὑποτρόφους φοιτητὲς Θεολογίας (1 Ἱσπανὸ καὶ 1 Οὐκρανὸ ἐκ Πορτογαλίας)? 10 Σχολεῖα ἐνοριακὰ καὶ κοινοτικὰ (4 ἑλληνικὰ καὶ 6 οὐκρανικά), ἀπὸ τὰ ὁποία 6 στὴν Ἱσπανία καὶ 4 στὴν Πορτογαλία? 10 Κατηχητικὰ Σχολεῖα καὶ Κύκλους Κατηχήσεως Ἐνηλίκων (9 οὐκρανικὰ καὶ 1 ἑλληνικό), ἀπὸ τὰ ὁποία 4 στὴν Ἱσπανία καὶ 6 στὴν Πορτογαλία, καὶ 3 Τμήματα Ἑλληνικῆς Γλώσσης δι’ Ἐνηλίκους (Μαδρίτη, Βαρκελώνη, Βαλένθια), ἐνῷ τὸ 2009 ἐτελέσθησαν 318 βαπτίσεις καὶ 47 γάμοι.
Ἡ Ἰβηρία εἶναι ἕνα ἐξαιρετικὰ δύσκολο ἔδαφος, κυρίως γιὰ τὴν δικαιοδοσία τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριαρχείου. Κύριες δυσκολίες μας εἶναι ἡ ψυχρότητα τοῦ τοπικοῦ ρωμαιοκαθολικοῦ περιβάλλοντος, ἡ Οὐνία (παντοῦ ὑπάρχουν Οὐκρανικὲς Οὐνιτικὲς ἐνορίες καὶ ἱερεῖς καὶ τώρα τελευταία ἱδρύονται καὶ ρουμανικὲς τοιαῦτες, ἐνῷ κατ’ αὐτὰς ἀποφασίσθηκε ἀπὸ τὴν Ρωμαιοκαθολικὴ Ἐπισκοπικὴ Συνέλευση Ἱσπανίας ἡ ἵδρυση Οὐνιτικὴς Ἐπισκοπῆς), ὁ ρουμανικὸς ἐθνοφυλετισμὸς καὶ ἐκκλησιαστικὸς ἐπαρχιωτισμὸς καὶ ἡ τεραστία οἰκονομικὴ κρίση, ποῦ μαστίζει τὴν Ἱσπανία καὶ τὴν Πορτογαλία καὶ ἔχει πλήξει κυρίως τὸ ποίμνιό μας ἀπὸ τὴν Ἀνατολικὴ Εὐρώπη. Μόνον στὴν Ἱσπανία ὑπάρχουν αὐτὴ τὴν στιγμὴ 4.300.000 ἄνεργοι, σὲ 43.000.000 πληθυσμό, ἐνῷ ἀναμένεται περαιτέρω αὔξηση τοῦ ἀριθμοῦ των.
Ὅπως κατέστη ἀντιληπτὸ ἀπὸ τὰ ἀνωτέρω, ἀναφερθήκαμε μόνο στὴν Ὀρθόδοξη παρουσία στὴν Ἱσπανία, ὄχι ὅτι δὲν ὑφίσταται τοιαύτη καὶ στὴν Πορτογαλία, γιὰ τὴν ὁποία ὡς προκύπτει ἀπὸ τὰ μόλις ἀναφερθέντα στατιστικὰ στοιχεῖα εἶναι σημαντική. Πάντως, ὅσον ἀφορᾶ τὴν δεύτερη Χώρα τῆς Ἰβηρικὴς Χερσονήσου, ὀφείλομε νὰ τονίσωμε μὲ δύο λόγια τὰ ἑξῆς: α) τὸ ἐλάχιστον τῆς Ὀρθοδόξου παρουσίας μέχρι τὰ τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ 1980, καὶ β) τὸ ἐλάχιστον πάλι, ὅμως ὄχι καὶ τὸ ἀνύπαρκτον, τῶν ἱστορικῶν πηγῶν, οἱ ὁποῖες, φυσικά, ἀναφέρονται στὴν μικρὴ ἑλληνορθόδοξη παρουσία τόσο στὴν Χώρα, ὅσο καὶ στὶς ἀποικίες της.
Εὐχαριστῶ πολὺ γιὰ τὴν προσοχὴ Σᾶς καὶ παρακαλῶ θερμὰ ὅπως προσεύχεσθε ὑπὲρ τοῦ δυσκόλου ἔργου μου στὴν Ἰβηρία, γιὰ τὸ ὁποῖο γνωρίζουν καλῶς ἡ Ὑμετέρα Σεπτὴ Κορυφὴ καὶ ἡ Μητέρα Ἐκκλησία ἀπὸ τὶς κατὰ καιροὺς ἐκθέσεις μου.
Εὔχεσθε, Παναγιώτατε Πάτερ καὶ Δέσποτα!
- Προβολές: 3260