Skip to main content

Κήρυγμα Πανήγυρις Ἁγίου Ἀνδρέου Πατρῶν: Ἡ δύναμη τῆς ἀδυναμίας

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Δημοσιεύεται στὴν συνέχεια τὸ κείμενο τοῦ κηρύγματος τοῦ Σεβασμιωτάτου στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίου Ἀνδρέου Πατρῶν κατὰ τὸν ἐφετινὸ Ἑσπερινὸ τῆς Πανηγύρεως τοῦ Ἁγίου, χοροστατοῦντος τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου καὶ συγχοροστατούντων τῶν Συνοδικῶν Ἀρχιερέων.

***

Θὰ ἤθελα νὰ εὐχαριστήσω θερμὰ τὸν Μητροπολίτη Πατρῶν κ. Χρυσόστομο, φίλτατο ἀδελφό, ὁ ὁποῖος θεοφιλῶς καὶ θεαρέστως ποιμαίνει τὴν Ἱερὰν αὐτὴ Μητρόπολη, διότι μὲ παρεκάλεσε νὰ ὁμιλήσω κατὰ τὸν πανηγυρικὸ Ἑσπερινὸ τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου, ἐνώπιον τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου, τῶν μελῶν τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, Ἱεραρχῶν, Κληρικῶν, Ἀρχόντων καὶ λαϊκῶν, ἀλλὰ κυρίως ἐνώπιον τῆς ἁγίας Κάρας τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου, ὁ ὁποῖος εἶναι παρὼν στὴν σημερινὴ Σύναξή μας.

Μακαριώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Ἀθηνῶν καὶ Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμε, Σεβασμία τῶν Ἱεραρχῶν χορεία, τίμιον Πρεσβυτέριον, περιούσιε λαὲ τοῦ Κυρίου.

Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας εἶναι πολιοῦχος καὶ προστάτης τῶν Πατρῶν καὶ γνωρίζω καλὰ τὴν ἀγάπη τοῦ πατραϊκοῦ λαοῦ πρὸς αὐτόν, ἀφοῦ μάλιστα ἡ ἁγία Κάρα θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι εἶναι ὁ πνευματικὸς πνεύμονας τῶν ἀνθρώπων τῆς περιοχῆς. Ἡ πλειονότητα τῶν ἀνθρώπων, ἀκόμη καὶ ὅσοι δὲν ἔχουν στενὴ σχέση μὲ τὴν Ἐκκλησία, ἀσπάζονται τὴν ἁγία τοῦ Κάρα καὶ ἀναπνέουν τὸ ὀξυγόνο τοῦ Παραδείσου, ποῦ τὸ ἔχουμε τόσο ἀνάγκη.

Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ὑπῆρξε μαθητὴς τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου καὶ Πρωτόκλητος Μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ. Καὶ εἶναι μεγάλη τιμὴ ἡ πόλη τῶν Πατρῶν νὰ διαθέτη αὐτὸ τὸ καταπληκτικὸ θησαύρισμα.

Θὰ ἤθελα νὰ δὼ τρία σημεῖα, τὰ ὁποῖα δείχνουν τὴν μεγάλη προσωπικότητα τοῦ ἁγίου ἐνδόξου Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου.

Τὸ πρῶτον εἶναι ὅτι, καίτοι κατάγεται ἀπὸ τὴν μικρὴ ἐπαρχία τῆς Γαλιλαίας, ἐν τούτοις ἀνεδείχθη οἰκουμενικὸς ἄνθρωπος. Καὶ διερωτᾶται κανεὶς πῶς ἕνας ἐπαρχιώτης περιέτρεξε ὅλη τὴν Οἰκουμένη μὲ τὰ πενιχρὰ μέσα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Δίδαξε στὴν Μικρὰ Ἀσία, κατὰ δὲ τὸν Ὠριγένη καὶ τὸν Εὐσέβειο Καισαρείας ἐκήρυξε τὸν Χριστὸ στὴν Σκυθία, στὰ μέρη τοῦ Καυκάσου καὶ στὸν χῶρο ποῦ ἐκτείνεται ἡ νότιος Ρωσία, ἀλλὰ καὶ ἡ σημερινὴ Ρουμανία. Ἔχω ἐπισκεφθῇ ἐπανειλημμένως τὰ μέρη αὐτὰ καὶ εἶδα τὴν εὐλάβεια τῶν ἀνθρώπων στὸν Ἅγιο Ἀνδρέα. Ἔπειτα περιόδευσε τὴν Θράκη, τὴν Ἑλλάδα καὶ ὑπέστη τὸ μαρτύριό του στὴν Πάτρα. Τὸ ἔκανε αὐτὸ ὑπακούοντας στὸν Χριστὸ ποῦ εἶπε: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη» (Μάτθ. κή', 19). Καὶ αὐτὸ ἔγινε μὲ τὴν μέθη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅπως ἔλεγε ὁ ἀββᾶς Ἰσαὰκ ὁ Σῦρος.

Τὸ δεύτερο γνώρισμά του εἶναι ὅτι, καίτοι ἦταν ἕνας ἀγράμματος ἁλιεύς, ἐν τούτοις ἀνεδείχθη θεολόγος μέσα στὴν Ἐκκλησία. Αὐτὸ ἔγινε γιατί κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἔλαβε τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, τὸ Ὁποῖο τὸν κατέστησε θεολόγο. Ὅταν ὁμιλοῦμε γιὰ θεολογία, ἐννοοῦμε τὸ μεγαλύτερο χάρισμα μέσα στὴν Ἐκκλησία. Δὲν πρόκειται γιὰ τὴν ἀνθρώπινη γνώση, τὴν ὁποῖα προσλαμβάνει κανεὶς ἀπὸ κάποια Θεολογικὴ Σχολή, ἀλλὰ τὴν γνώση τοῦ Θεοῦ τὴν ὁποῖα ἀποκτᾶ μὲ τὴν ἐμπειρία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ Πεντηκοστὴ εἶναι ὁ ἀνώτερος βαθμὸς θεογνωσίας. Γι' αὐτὸ καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος θὰ πὴ ὅτι τὸ θεολογεὶν δὲν ἀνήκει στὸν καθένα, ἀλλὰ εἶναι «τῶν ἐξητασμένων καὶ διαβεβηκότων ἐν θεωρίᾳ καὶ πρὸ τούτων καὶ ψυχὴν καὶ σῶμα κεκαθαρμένων ἢ καθαιρομένων, τὸ μετριώτατον». Ὁπότε ἰσχύει καὶ γι' αὐτὸν ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ὅτι οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι διδάσκουν «ἁλιευτικῶς, ἀλλ' οὐκ ἀριστοτελικῶς», δηλαδὴ ἡ θεολογία τους δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα λογικῆς ἐπεξεργασίας, ἀλλὰ ἐμπειρία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Τὸ τρίτο γνώρισμα τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου εἶναι ὅτι ἔζησε σὲ ἕναν ὁρισμένο τόπο καὶ χρόνο, ἀλλὰ ἔγινε διαχρονικός, εἰσῆλθε στὸ αἰώνιο. Ὁ Μ. Βασίλειος κάνει τὴν διάκριση μεταξὺ χρόνου, αἰῶνος καὶ ἀϊδίου. Ὁ χρόνος εἶναι τρόπος ὑπάρξεως τῶν κτιστῶν, τὸ αἰώνιο εἶναι τρόπος ὑπάρξεως τῶν ἁγίων καὶ τῶν ἀγγέλων καὶ τὸ ἀΐδιον εἶναι ὁ τρόπος ὑπάρξεως τοῦ ἀκτίστου Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὁρίζει τὸ αἰώνιο ὡς χρόνον, ὅταν σταματᾶ ἡ κίνηση. Πάντως τὸ γεγονὸς εἶναι ὅτι ὁ ἅγιος Ἀνδρέας, ὅπως καὶ ὅλοι οἱ Ἅγιοι, σύμφωνα μὲ τὴν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας μας ζὴ μέσα στὸ αἰώνιο ποῦ σημαίνει ὑπερβαίνει τὸν χρόνο, γι' αὐτὸ μπορεῖ νὰ κινῆται μὲ ἄλλον τρόπο καὶ ἑπομένως εἶναι παρὼν σὲ κάθε ἄνθρωπο ποῦ τὸν ἐπικαλεῖται.

Τὰ τρία αὐτὰ γνωρίσματα τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου ὅτι ἀπὸ ἐπαρχιώτης ἔγινε οἰκουμενικός, ἀπὸ ἀγράμματος ἁλιεὺς ἔγινε μέγας θεολόγος καὶ ἀπὸ πεπερασμένος ἄνθρωπος εἰσῆλθε στὸ αἰώνιο, ποῦ εἶναι ἄλλη διάσταση τοῦ χρόνου, δείχνουν τὴν μεγάλη προσωπικότητά του.

Αὐτὸ ἀκριβῶς δείχνει τὴν μεγαλωσύνη τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἕνας κατεστημένος θεσμός, δὲν εἶναι μιὰ ἀνθρώπινη ὀργάνωση, ἀλλὰ ὁ θεανθρώπινος ὀργανισμὸς ποῦ ἁγιάζει τὸν ἄνθρωπο, τὸν καθιστᾶ οἰκουμενικό, θεολόγο καὶ ἄγγελο, ποῦ ὑπερβαίνει ὅλες τὶς ταξικὲς διαιρέσεις καὶ τὰ ἀνθρώπινα σχήματα. Μέσα στὴν Ἐκκλησία ἐνεργεῖ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, τὸ ὁποῖο κάνει ὅλες τὶς ὑπερβάσεις. Τόσους αἰῶνες ἡ Ἐκκλησία ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι τὸ ἐργαστήριο τῆς ἁγιότητος καὶ τῶν λειψάνων.

Εἶναι μιὰ Ἐκκλησία ποῦ ἔχει μιὰ τρομερὴ δύναμη μέσα στὴν φαινομενικὴ ἀδυναμία της, ποῦ ἐξασκεῖ τὴν σιωπή, ἡ ὁποία εἶναι ἰσχυρότερη ἀπὸ τὸν λόγο, ποῦ ἐκδηλώνει μιὰ τρυφερὴ ἀγάπη ποῦ εἶναι ἰσχυρότερη ἀπὸ ὅλες τὶς ἐπαναστάσεις. Ὁ Χριστὸς ἀπεκάλυψε στὸν Ἀπόστολο Παῦλο: «ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται» (Β' Κόρ. ἰβ', 9). Καὶ τελικά, ὅπως λέγει ὁ ἴδιος Ἀπόστολος: «τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός, ἵνα τοὺς σοφοὺς καταισχύνη, καὶ τὰ ἀσθενῆ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός, ἵνα καταισχύνη τὰ ἰσχυρά, καὶ τὰ ἀγενῆ τοῦ κόσμου καὶ τὰ ἐξουθενημένα ἐξελέξατο ὁ Θεός, καὶ τὰ μὴ ὄντα, ἵνα τὰ ὄντα καταργήση» (Α' Κόρ. α', 27-28).

Εἶναι μεγάλη δύναμη γιὰ κάθε ἄνθρωπο νὰ γίνη κατὰ κόσμον ἀνύπαρκτος, ὥστε δι' αὐτοῦ νὰ κηρύττεται ὁ Χριστός, νὰ γίνη «μὴ ὧν», γιατί θὰ καταργηθοῦν τὰ ὄντα. Αὐτὸ ποῦ ἔλεγαν οἱ Ἀπόστολοι: «Μὴ ἡμῖν, Κύριε, μὴ ἡμῖν, ἀλλ' ἢ ἐν τὼ ὀνόματί Σου δὸς δόξαν». Αὐτὸ φανερώνει ἡ ζωὴ καὶ τὸ ἔργο τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου.

Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος γράφει κάπου: «Καὶ ἔλαθεν τὸν ἄρχοντα τοῦ αἰῶνος τούτου ἡ παρθενία Μαρίας καὶ ὁ τόκος αὐτῆς, ὁμοίως καὶ ὁ θάνατος τοῦ Κυρίου τρία μυστήρια κραυγῆς, ἅτινα ἐν ἡσυχίᾳ ἐπράχθη».

Αὐτὸ ἐκφράζει ὅλη τὴν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι ἕνα μυστήριο κραυγῆς μέσα στὴν ἡσυχία. Αὐτὸς εἶναι ὁ πλοῦτος τῆς Ἐκκλησίας. Δηλαδή, θησαυρὸς τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ καὶ τὰ χρήματα, ἀλλὰ ἡ θεολογία της, τὰ μυστήριά της, ἡ νηπτική της παράδοση, οἱ ἅγιοί της καὶ τὰ λείψανά τους, οἱ ἐκκλησιαστικές της τέχνες, ἡ ἀγάπη τοῦ λαοῦ, ποῦ ἐκδηλώνεται σήμερα μὲ τὴν τιμητικὴ προσκύνηση τῆς Κάρας τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου.

Καὶ Σείς, Μακαριώτατε, γνωρίζετε αὐτὸν τὸν πλοῦτο καὶ ζῆτε σύμφωνα μὲ αὐτόν. Διακρίνεσθε ἀπὸ τὴν σεμνότητα καὶ τὴν ταπείνωση, τὴν εὐαισθησία στὸν πονεμένο ἄνθρωπο, ἀλλὰ καὶ τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Ξέρετε νὰ σιωπᾶτε καὶ νὰ ὁμιλῆτε, ὅταν πρέπη. Εἶσθε πραΰς, ἀλλὰ καὶ μαχητης, ὅταν χρειάζεται. Αὐτὰ σᾶς ἀνέδειξαν Ἀρχιεπίσκοπο στὴν Ἐκκλησία.

Γι' αὐτό, Μακαριώτατε, σὲ μιὰ ἐποχὴ ποῦ ὁ ἄνθρωπος πάσχει καὶ ὑποφέρει ἀπὸ βερμπαλισμό, ἀκτιβισμό, δημόσιες σχέσεις καὶ ἐπικοινωνιακὴ προβολὴ εὐχηθεῖτε νὰ καταλάβουμε καλὰ ὅτι ἡ δύναμη φαίνεται στὴν ἀδυναμία, ἡ ἐξουσία στὴν ἀγάπη καὶ ἡ μεγαλωσύνη στὴν ταπείνωση, τὰ μεγαλύτερα μυστήρια κραυγῆς πραγματοποιοῦνται στὴν ἡσυχία τοῦ Θεοῦ. Ἕνα τέτοιο μυστήριο σιωπῆς εἶναι καὶ τὸ λείψανο τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου, ποῦ καλύπτει ὅλους τοὺς φλύαρους λόγους.

Ἅγιε Ἀνδρέα Πρωτόκλητε, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν.–

  • Προβολές: 2728