Skip to main content

Συζήτηση μὲ τοὺς Φοιτητὲς τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας Μόσχας: Θεολογία καὶ Ποιμαντικὴ (Α')

 Θὰ δημοσιεύουμε σὲ συνέχειες τὴν πολὺ ἐνδιαφέρουσα συζήτηση τοῦ Σεβασμιωτάτου μὲ τοὺς Φοιτητὲς τῆς Θεολογικῆς Ἀκαδημίας Μόσχας, στὴν Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σεργίου, τὴν Κυριακὴ 20 Σεπτεμβρίου ἐ.ἔ. (βλ. τεῦχος 158). Ἡ συζήτηση, ποῦ διήρκησε περίπου τρεὶς ὧρες, ἔγινε μετὰ τὴν εἰσήγηση τοῦ Σεβασμιωτάτου ποῦ εἶχε θέμα «Ἡ θεολογία ὡς ἐπιστήμη καὶ ὡς χάρισμα» καὶ ἀναρτήθηκε στὴν ἱστοσελίδα τῆς Ἀκαδημίας, στὰ ἑλληνικὰ καὶ στὰ ρωσικά. Στὸ παρὸν τεῦχος δημοσιεύουμε τὶς τρεὶς πρῶτες ἀπὸ τὶς δεκαπέντε ἐρωτήσεις καὶ ἀπαντήσεις.

* * *


«Η θεολογία ως επιστήμη καί ως χάρισμα» Θεολογική Ακαδημία Μόσχας, Λαύρα τού Αγίου Σεργίου, Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 20091 Ἐρώτηση: Σεβασμιώτατε, μᾶς ἐνδιαφέρει πῶς προσευχηθήκατε στὰ φοιτητικά σας χρόνια, δηλαδὴ πῶς ξεπεράσατε αὐτὴ τὴν κρύα προσευχή, πῶς φθάσατε στὴν θερμὴ προσευχὴ τῶν ἡσυχαστῶν; Ἢ πῶς μπορεῖ κανεὶς νὰ φτάση σ’ αὐτήν, πῶς μπορεῖ νὰ ξεπεράση κανεὶς αὐτὴν τὴν κρύα κατάσταση τῆς προσευχῆς;

 

Δὲν ξέρω ἂν ἔφθασα στὴν προσευχὴ τῶν ἡσυχαστῶν, ἀλλὰ ἔμαθα πῶς γίνεται αὐτὴ ἡ προσευχή. Ὅταν ἤμουν στὴν μικρή μου ἡλικία, προσευχόμουν συμμετέχοντας στὴν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας. Στὴν συνέχεια προσπάθησα νὰ μάθω γιὰ τὴν νοερὰ προσευχή.

Ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἔχει δυὸ ἐνέργειες. Ἡ μία εἶναι ἡ λογικὴ ἐνέργεια καὶ ἡ ἄλλη εἶναι ἡ νοερὰ ἐνέργεια. Ἡ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι λογικὴ λατρεία, γιατί γίνεται μὲ τὴν λογική. Ταυτόχρονα, ὅμως, ἀγωνιζόμαστε νὰ ἀναπτύξουμε καὶ τὴν νοερὰ ἐνέργεια, ὥστε νὰ γίνεται καὶ νοερὰ προσευχή. Εἶχα τὴν μεγάλη εὐλογία ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ ἔχω καθηγητές, οἱ ὁποῖοι μοῦ δίδαξαν τὴν θεολογία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ἀλλ' ὅμως, ἀπὸ τὴν θεωρία πρέπει νὰ ὁδηγηθῇ κανεὶς στὴν πράξη. Ὁ καθηγητής μου Παναγιώτης Χρήστου μὲ συνέδεσε μὲ τὸ Ἅγιον Ὅρος. Ἐργαζόμουν στὶς βιβλιοθῆκες τῶν Ἱερῶν Μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὅρους καὶ στὴν συνέχεια βοήθησα στὴν κριτικὴ ἔκδοση τῶν ἔργων τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Παράλληλα, ὅμως μοῦ δινόταν ἡ εὐκαιρία νὰ συζητῶ μὲ μοναχοὺς τοῦ Ἁγίου Ὅρους γιὰ νὰ μάθω πῶς γίνεται ἡ νοερὰ προσευχὴ στὴν πράξη.

Ὑπῆρξε μιὰ περίοδος τῆς ζωῆς μοῦ ποῦ πήγαινα στὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ δὲν μὲ ἐνδιέφερε καθόλου νὰ δὼ τὶς βιβλιοθῆκες τῶν Μονῶν καὶ τὰ μουσεῖα τους. Ρωτοῦσα κάθε μοναχὸ ποῦ συναντοῦσα νὰ μοῦ πὴ γιὰ τὴν νοερὰ προσευχή. Ἔτσι, συνάντησα τὸν πατέρα Παΐσιο, τὸν πατέρα Ἐφραὶμ Κατουνακιώτη, τὸν πατέρα Ἐφραὶμ Φιλοθεΐτη καὶ πολλοὺς ἄλλους Πατέρες ποῦ ζοῦσαν στὴν ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὅρους. Δὲν τοὺς ρωτοῦσα τίποτε ἄλλο παρὰ μόνο γιὰ τὴν νοερὰ προσευχή. Καὶ ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἔμαθα πολλὰ πράγματα θεωρητικά. Μετὰ γνώρισα τὸν Γέροντα Σωφρόνιο (Σαχάρωφ) στὴν Ἀγγλία, στὴν Μονὴ τοῦ Ἔσσεξ. Εἶχε μεγάλη πνευματικὴ ἐμπειρία καὶ συνέδεε τὴν νοερὰ προσευχὴ μὲ τὴν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ αὐτὸς μὲ βοήθησε πάρα πολὺ στὴν πνευματική μου ζωή.

Βέβαια, τὴν μεγαλύτερη βοήθεια λαμβάνει κανεὶς ὅταν ὁ ἴδιος ἀγωνίζεται νὰ μάθη νὰ προσεύχεται. Ὑπάρχει ἕνα πολὺ ὡραῖο βιβλίο τοῦ Anthony Bloom «Μάθε νὰ προσεύχεσαι». Μάλιστα ὅλοι οἱ Πατέρες λένε ὅτι ὄχι μόνο διαβάζει κανεὶς γιὰ τὴν προσευχή, ἀλλὰ θὰ πρέπει νὰ μάθη νὰ προσεύχεται. Ἂν τὸ πρωὶ ἀφιερώσει κανεὶς λίγη ὥρα γιὰ νὰ κάνη τὴν εὐχή, νὰ πὴ τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον μέ», καθὼς ἐπίσης νὰ κάνη τὸ ἴδιο καὶ τὸ βράδυ ἢ ἐὰν κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἡμέρας, τὴν ὥρα ποῦ περπατάει, τὴν ὥρα ποῦ ταξιδεύει προσεύχεται, τελικὰ θὰ μάθη πολλὰ γιὰ τὴν προσευχή. Νὰ σᾶς πὼ ἕνα παράδειγμα γιὰ νὰ καταλάβετε τί θὰ πή, πῶς νὰ μάθη κανεὶς νὰ προσεύχεται. Ἡ προσευχὴ στὸν Θεὸ εἶναι ἔκφραση ἀγάπης καὶ ἔρωτα. Ὅποιος ἀγαπᾶ τὸ Θεό, Τὸν θυμᾶται καὶ προσεύχεται. Ὅταν κάποια μητέρα ἀγαπᾶ τὸ παιδί της θέλει συνέχεια νὰ τὸ σκέφτεται. Ὅταν ἕνα ἀγόρι ἐρωτεύεται μιὰ κοπέλα συνέχεια τὴν σκέφτεται. Δὲν εἶναι θέμα ἁπλῶς νὰ σᾶς διδάξη κάποιος τί θὰ πὴ ἔρωτας, οὔτε θὰ σᾶς μάθη κανεὶς μερικὲς ἐξωτερικὲς ἀσκήσεις γιὰ τὸν ἔρωτα. Ἔτσι δὲν χρειάζεται πολλὲς ὁδηγίες, ἀλλά, ὅποιος ἀγαπᾶ τὸν Θεό, θέλει συνέχεια νὰ Τὸν σκέφτεται. Καὶ ὅταν σκέφτεται τὸν Θεὸ μὲ τὴν λογική του, κάποια στιγμὴ ἡ λογικὴ προσευχὴ θὰ γίνη νοερὰ προσευχή. Κάποια στιγμὴ ἡ προσευχὴ ἀπὸ τὴν λογικὴ θὰ κατεβῇ μέσα στὸν νοῦ, στὴν καρδιά.

Θυμᾶστε τὴν συνάντηση ποῦ εἶχε ὁ Χριστὸς μὲ τοὺς δυὸ Μαθητὲς ποῦ πήγαιναν πρὸς Ἐμμαούς. Οἱ Μαθητὲς ἦταν ἀπογοητευμένοι γιὰ ὅσα εἶχαν γίνει τὴν ἑβδομάδα ἐκείνη στὰ Ἱεροσόλυμα. Ὁ Χριστὸς τοὺς συνάντησε σὰν ἕνας ξένος καὶ τοὺς εἶπε: «Τί εἶναι αὐτὰ ποῦ συζητᾶτε μεταξύ σας καὶ γιατί εἶστε σκυθρωποί-στενοχωρημένοι;». Αὐτοὶ Τοῦ εἶπαν: «Ἐσὺ εἶσαι ὁ μόνος ποῦ κατοικεῖ στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ δὲν γνωρίζεις ὅσα συνέβησαν ἐκεῖ αὐτὲς τὶς ἡμέρες;». Ὁ Χριστὸς ἔκανε πῶς δὲν γνώριζε καὶ ρώτησε: «Ποιά;». Καὶ στὴν συνέχεια ἄρχισε νὰ τοὺς ἐξηγῇ ὅτι αὐτὰ τὰ εἶχαν προφητεύσει ὅλα οἱ Προφῆτες. Τότε ἡ καρδιὰ τῶν μαθητῶν θερμάνθηκε, γι' αὐτὸ ἀργότερα εἶπαν: «Δὲν ἔκαιγε μέσα μας ἡ καρδιά μας καθὼς μᾶς μιλοῦσε στὸν δρόμο καὶ μᾶς ἐξηγοῦσε τὶς Γραφές;». Αὐτὴ ἡ θερμότητα τῆς καρδιᾶς εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὸν Θεὸ καὶ ἔτσι γίνεται ἡ προσευχή. Μετὰ Τὸν παρεβίασαν, Τὸν κράτησαν καὶ Τοῦ εἶπαν: «Μεῖνε μαζί μας». Πῆγαν στὸ σπίτι καὶ τὴν ὥρα ποῦ εὐλόγησε καὶ κομμάτιασε τὸν ἄρτο, ἀνοίχτηκαν τὰ μάτια τῶν Μαθητῶν καὶ ἀνεγνώρισαν τὸν Χριστό. Καὶ τότε Αὐτὸς ἔγινε ἄφαντος ἀπὸ αὐτοὺς (Λούκ. κδ', 13-35).

Στὴν πραγματικότητα αὐτὴ ἡ πορεία εἶναι μιὰ θεία Λειτουργία. Στὴν ἀρχὴ τῆς θείας Λειτουργίας ἀκοῦμε τὸν Χριστὸ μὲ τὸν Ἀπόστολο καὶ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ θερμαίνεται ἡ καρδιά μας. Μετὰ ὁδηγούμαστε στὴν Λειτουργία τῆς ἀναφορᾶς καὶ κοινωνοῦμε τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ δείχνει τὴν πνευματικὴ ζωή, τὸ πῶς ἀπὸ τὴν θλίψη καὶ ἀπὸ τὴν στενοχώρια μποροῦμε νὰ φτάσουμε στὴν θέα τοῦ Θεοῦ, τὸ πῶς ἀπὸ τὴν ἀκρόαση τοῦ λόγου φθάνουμε στὴν θεωρία τοῦ Λόγου. Ἔτσι, αὐτὴ ἡ πορεία δείχνει καὶ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἡ λογικὴ προσευχὴ γίνεται νοερὰ προσευχή. Μέσα στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου ὑπάρχει τὸ πνευματικὸ θυσιαστήριο, ὅπου γίνεται μιὰ θεία Λειτουργία. Αὐτὰ τὰ γνωρίζετε καὶ ἐσεῖς. Καὶ χάρηκα πάρα πολὺ ποῦ ἔμαθα ὅτι ὁ ἅγιος Σέργιος Ραντονέζ, ποῦ τιμᾶται ἐδῶ στὴν Λαύρα καὶ σὲ ὅλη τὴν Ρωσία, ἔλαβε τὴν εὐλογία ἀπὸ τὸν ἅγιο Φιλόθεο τὸν Κόκκινο, Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, ὁ ὁποῖος ἦταν συμμοναστὴς καὶ φίλος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ. Ἄρα, βλέπουμε ὅτι ὑπάρχει μιὰ ὁλόκληρη ζωὴ ποῦ μεταφέρεται καὶ στὴν Ρωσία καὶ σὲ ἄλλους χώρους.

Αὐτὴ εἶναι μιὰ γενικὴ ἀπάντηση ποῦ μπορῶ νὰ δώσω. Ἂν κάποιος θέλη πιὸ πολλὲς λεπτομέρειες γιὰ τὸ θέμα αὐτὸ μπορεῖ νὰ ὑποβάλη ἄλλη ἐρώτηση.

 

 

2 Ἐρώτηση: Πόσο βαθειὰ χρησιμοποιοῦνται τὰ ἔργα τῶν Ρώσων θεολόγων Πατέρων στὴν Ἑλληνικὴ θεολογία καὶ στὴν Δυτικὴ ὀρθόδοξη θεολογία καὶ σὲ πόσο βαθμὸ χρησιμοποιοῦνται τὰ ἔργα τῶν συγχρόνων Ρώσων θεολόγων;

 

Ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι ἔχουμε τὴν ἴδια παράδοση καὶ καθένας βοηθάει τὸν ἄλλον. Ὅλοι, ὅσοι εἴμαστε μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἀνήκουμε στὴν ἴδια Ἐκκλησία. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς λέει ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι μιὰ μεγάλη Μητέρα ποῦ τρέφει τὰ παιδιά της ἀπὸ τοὺς δυὸ μαστούς της. Ὁ ἕνας μαστὸς εἶναι τὸ Βάπτισμα καὶ ὁ ἄλλος μαστὸς εἶναι ἡ θεία Κοινωνία. Ἑπομένως, ἔχουμε ἴδια τροφὴ καὶ αὐξανόμαστε ὡς ὀρθόδοξοι. Πολλὰ ἔργα Ρώσων θεολόγων ἔχουν μεταφρασθῇ στὴν Ἑλλάδα. Τελείωσα τὸ Πανεπιστήμιο τὸ 1968. Ὅταν ἔδωσα τὶς ἐξετάσεις στὸ μάθημα τῆς ἠθικῆς, ἐξετάστηκα στὸ βιβλίο τοῦ Νικολάϊ Μπερντιάγιεφ: «Ὁ προορισμὸς τοῦ ἀνθρώπου», ὁπότε διάβασα πολὺ καλὰ τὸν Μπερντιάγιεφ καὶ πῆρα πτυχίο ἀπὸ τὴν μελέτη αὐτή. Ἐπίσης διάβασα πολλὰ βιβλία τοῦ Ντοστογιέφσκι. Γιὰ παράδειγμα «Οἱ ἀδελφοὶ Καραμάζωφ» εἶναι τὸ τελευταῖο καταπληκτικὸ ἔργο τοῦ Ντοστογιέφσκι. Εἶναι πολὺ σημαντικὸ τὸ ὅτι ἐκεῖ τίθεται τὸ ἐρώτημα: «Ἐλευθερία ἢ εὐτυχία;».

Στὴν ἀρχὴ τῆς ζωῆς μου ὡς Κληρικοῦ ἤμουν στὴν Ἀθήνα σ’ ἕνα Συνέδριο καὶ ὁμίλησε ὁ Ρουμάνος θεολόγος π. Δημήτριος Στανιλοάε. Μοῦ ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση τὸ θέμα τὸ ὁποῖο ἀνέπτυξε τότε, ποῦ ἦταν «Ἡ θεολογία τοῦ δώρου». Ἀνέπτυξε, δηλαδή, τὴν θεολογία ὅτι ὅλος ὁ κόσμος εἶναι δῶρο Θεοῦ καὶ αὐτό μου ἔκανε πολὺ μεγάλη ἐντύπωση καὶ πολλὲς φορὲς χρησιμοποιῶ αὐτὸ στὶς ὁμιλίες μου. Ἐπίσης βοηθοῦν τὰ ἔργα τῶν Ρώσων τῆς διασπορᾶς. Γιὰ παράδειγμα τὸ βιβλίο «Ἡ πάλη μὲ τὸ Θεὸ» τοῦ Εὐδοκίμοφ ἢ «Ἡ Μυστικὴ θεολογία» τοῦ Λόσσκι. Εἶναι πολὺ σημαντικὰ τὰ βιβλία αὐτά. Ἀκόμη μεγάλη εἶναι ἡ προσφορὰ τοῦ π. Γεωργίου Φλωρόφσκι ποῦ θεωρεῖται ὁ μεγαλύτερος Ὀρθόδοξος Θεολόγος τοῦ 20ου αἰῶνος.

Νομίζω ὅτι οἱ Ρῶσοι τῆς διασπορᾶς στὸ Παρίσι ἔκαναν ἕνα παράλληλο ἔργο μὲ ἐκεῖνο τῶν Πατέρων τοῦ τετάρτου μ.Χ. αἰῶνος, τηρουμένων τῶν ἀναλογιῶν. Γιατί, ὅπως οἱ Πατέρες τότε μελέτησαν πολὺ καλὰ τὴν Ἑλληνικὴ φιλοσοφία καὶ προσπάθησαν νὰ ἀπαντήσουν στὰ ἐρωτήματα τῶν φιλοσόφων μὲ βάση τὴν Ἀποκάλυψη ποῦ εἶχαν δεχθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό, ἔτσι καὶ οἱ Ρῶσοι τῆς διασπορᾶς μελέτησαν πολὺ καλὰ τὴν δυτικὴ νοοτροπία, τὸν σχολαστικισμὸ τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸν ἠθικισμὸ τοῦ Προτεσταντισμοῦ, γνώρισαν πολὺ καλὰ τὴν ἀγωνία τῶν ἀθέων καὶ τῶν ἀγνωστικιστῶν στὴν Εὐρώπη καὶ προσπάθησαν νὰ ἀπαντήσουν σ’ αὐτὰ τὰ θέματα μέσα ἀπὸ τὴν διδασκαλία τῶν νηπτικῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπίσης, στὴν Ἑλλάδα καὶ στὸν δυτικὸ κόσμο ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση τὸ βιβλίο τοῦ Ρώσου ἀνωνύμου συγγραφέως «Οἱ περιπέτειες ἑνὸς προσκυνητοῦ». Ὅπως ἐπίσης μεταφράσθηκαν ἔργα ποῦ ἀναφέρονταν στοὺς Ρώσους Ἁγίους καὶ ἀσκητές, γιὰ παράδειγμα τὸν ἅγιο Σεραφεὶμ τοῦ Σαρώφ, τὸν ἅγιο Ἀμβρόσιο, τὸν ἅγιο Λουκᾶ τὸν ἰατρὸ κλπ.

Ἐγὼ βοηθήθηκα πολὺ ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ πατέρα Σωφρονίου γιὰ τὸν ἅγιο Σιλουανό. Ὁ ἀρχιμανδρίτης Σωφρόνιος μὲ βοήθησε πάρα πολὺ στὴν πνευματική μου ζωή. Διότι, ὅταν ἤμουν φοιτητής, διάβασα τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ὅμως, ὅταν πῆγα στὸ Ἅγιο Ὅρος, βρῆκα καλοὺς Πατέρες, ποῦ ἔκαναν ἄσκηση, ἀλλὰ δὲν γνώριζαν τὴν θεολογία τῶν ἁγίων Πατέρων ποῦ διάβαζα. Ἀργότερα, ὅταν ἔγινα Κληρικός, εἶδα ὅτι μέσα στὴν Ἐκκλησία ὑπῆρχαν ἀντιπαλότητες, διενέξεις μεταξὺ τῶν Κληρικῶν καὶ τότε ἔπαθα ἕνα θεολογικὸ σόκ. Δηλαδή, γνώρισα καλοὺς θεολόγους καθηγητές, καλοὺς μοναχοὺς καὶ καλοὺς Κληρικούς, ἀλλὰ δὲν γνώρισα κάποιον ποῦ νὰ συνδύαζε καὶ τὰ τρία αὐτὰ γνωρίσματα, συγκεντρωμένα σ’ ἕνα πρόσωπο. Ἔλεγα μέσα μου: «Θεέ μου, ποῦ θὰ βρῶ ἕνα πρόσωπο τὸ ὁποῖο νὰ ἔχει τὴν θεολογία τῶν Πατέρων, τὸν ἡσυχασμὸ τῶν ἀσκητῶν τοῦ Ἁγίου Ὅρους καὶ νὰ ἐργάζεται μέσα στὸν κόσμο ὡς Πνευματικός;». Καὶ αὐτὸ τὸ βρῆκα στὸν πατέρα Σωφρόνιο.

Σᾶς εἶπα ὅλα αὐτὰ γιὰ νὰ σᾶς δείξω πῶς ἐγὼ εἶμαι Ἕλληνας, ἀλλὰ πιὸ πολὺ εἶμαι ὀρθόδοξος, καὶ πάνω ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα θέτω τὴν Ἐκκλησία, καὶ πάνω ἀπὸ τοὺς φιλοσόφους τοποθετῶ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ἔχω γεννηθεῖ πνευματικὰ μὲ τὴν ζωὴ καὶ τὴν διδασκαλία τῶν Ρώσων, Ρουμάνων, Ἑλλήνων ἀσκητῶν, δηλαδὴ Ὀρθοδόξων. Ἀπ' ὅ,τι, ὅμως, γνωρίζω καὶ στὴν Ρωσία μεταφράζονται βιβλία γιὰ τοὺς συγχρόνους Πατέρες ποῦ ἔζησαν στὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ στὴν Ἑλλάδα, ὅπως τοῦ πατρὸς Παϊσίου, τοῦ πατρὸς Πορφυρίου καὶ ὠφελεῖσθε ἀπ’ αὐτά. Μεταφράζονται ἐπίσης καὶ δικά μου βιβλία. Εἴμαστε ἀδέλφια μεταξύ μας. Μπορεῖ νὰ μᾶς χωρίζουν οἱ γλῶσσες, ἀλλὰ ἔχουμε τὴν ἴδια γλῶσσα τῆς καρδιᾶς, ποῦ εἶναι ἡ ἀγάπη. Καὶ ἐγὼ θέλω πολὺ νὰ μάθω αὐτὴ τὴν γλῶσσα τῆς καρδιᾶς, ἡ ὁποία εἶναι ἡ δυσκολότερη γλῶσσα στὸν κόσμο. Μπορεῖ νὰ μάθης δέκα γλῶσσες πιὸ εὔκολα καὶ δύσκολα νὰ μάθης τὴν γλῶσσα τῆς καρδιᾶς, τὴν θεολογικὴ γλῶσσα τῶν Πατέρων καὶ τῶν ἡσυχαστῶν, τῶν πραγματικῶν Στάρετς.

 

 

3 Ἐρώτηση: Στὴν «Ὀρθόδοξη Ψυχοθεραπεία» ἐσεῖς μιλᾶτε γιὰ τὸ πῶς γίνεται ἡ ἀποκατάσταση τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Ἤθελα νὰ ρωτήσω πῶς μπορεῖ νὰ θεραπευθῇ ἡ θέληση τοῦ ἀνθρώπου, ἰδιαίτερα ὅταν πρόκηται γιὰ τὴν ναρκομανία, ὅταν ἡ βούληση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι καταβεβλημένη. Καὶ στὸ βιβλίο σᾶς «Ἡ ζωὴ μετὰ τὸν θάνατο» γράφετε ὅτι θὰ γίνη ἡ ἀποκατάσταση τοῦ ἀνθρώπου ἐκτὸς ἀπὸ τὴν θέληση καὶ ὅτι ἡ καταπιεσμένη θέληση δὲν μπορεῖ νὰ θεραπευθῇ.

 

Τὸ βιβλίο «Ὀρθόδοξη Ψυχοθεραπεία», καθὼς ἐπίσης καὶ μερικὰ ἑπόμενα βιβλία ποῦ ἔχουν τὸ ἴδιο θέμα, ἦταν καρπὸς τῆς ποιμαντικῆς μου διακονίας. Υἱοθέτησα τὸν ὅρο "ψυχοθεραπεία", ποῦ τὸν χρησιμοποιοῦν οἱ ψυχοθεραπευτές, ἀλλὰ ἐγὼ συνέδεσα τὸν ὅρο αὐτὸ μὲ τὴν λέξη "Ὀρθόδοξη". Πρόσφατα σὲ ἕνα βιβλίο, τὸ ὁποῖο ἐξεδόθη ἀπὸ τὴν Ἀμερικανικὴ Ἑταιρεία Ψυχολογίας, ἔγινε ἀποδεκτὸς αὐτὸς ὁ ὅρος –Ὀρθόδοξη Ψυχοθεραπεία– καὶ μάλιστα γράφεται ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἄσκηση θεραπεύει τὴν κατάθλιψη. Βασικὸ θέμα τοῦ βιβλίου μου «Ὀρθόδοξη Ψυχοθεραπεία» εἶναι ὅτι ὁ νοὺς τοῦ ἀνθρώπου τραυματίσθηκε, σκοτίσθηκε καὶ αὐτὸς πρέπει νὰ θεραπευθῇ καὶ νὰ ἀποκατασταθῇ. Στὴν πραγματικότητα πρέπει νὰ θεραπευθῇ ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος, ποῦ ἀποτελεῖται ἀπὸ ψυχὴ καὶ σῶμα.

Κατὰ τὸν φιλόσοφο Πλάτωνα ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἔχει λογιστικὸ καὶ παθητικό. Τὸ λογιστικὸ εἶναι τὸ κύριο χαρακτηριστικὸ τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸ παθητικὸ (ἐπιθυμικὸ καὶ θυμικὸ) συνδέεται μὲ τὸ σῶμα. Ἔτσι, κατ' αὐτόν, πρέπει νὰ νεκρωθῇ τὸ παθητικὸ μέρος τῆς ψυχῆς καὶ τελικὰ ἡ ψυχὴ πρέπει νὰ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὸ σῶμα. Τέτοιες ἀπόψεις εἶχε καὶ ὁ Βαρλαὰμ καὶ γι' αὐτὸ καὶ ἰσχυριζόταν ὅτι τὸ σῶμα εἶναι κακό, πρέπει νὰ νεκρωθῇ τὸ παθητικὸ μέρος τῆς ψυχῆς καὶ ἡ λογικὴ νὰ ἔχη μνήμη τοῦ Θεοῦ. Ὅμως, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας διδάσκουν ὅτι μέσα στὸν ἄνθρωπο δὲν ὑπάρχουν κακὲς δυνάμεις, οἱ ὁποῖες πρέπει νὰ νεκρωθοῦν, ἀλλὰ ὑπάρχουν δυνάμεις ποῦ ἔχουν διαστραφῆ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ πρέπει νὰ μεταμορφωθοῦν. Γιὰ παράδειγμα, ἡ ἀγάπη εἶναι μιὰ ἐνέργεια τῆς ψυχῆς, τὴν ὁποῖα πρέπει νὰ στρέψουμε πρὸς τὸν Θεό. Δὲν πρέπει νὰ νεκρώσουμε τὴν ἀγάπη, ἀλλὰ νὰ τὴν μεταμορφώσουμε. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὸ θυμικὸ μέρος τῆς ψυχῆς.

Τὸ παθητικὸ μέρος τῆς ψυχῆς θεραπεύεται μὲ τὴν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ὅλη ἐκκλησιαστικὴ ζωή. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς λέγει ὅτι στὸ λογιστικὸ θέτουμε τὴν προσευχή, στὸ ἐπιθυμητικὸ μέρος τὴν ἐγκράτεια καὶ στὸ θυμικὸ μέρος τὴν ἀγάπη. Βέβαια, ἡ ὅλη θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι μιὰ ἀτομικὴ πράξη, ἀλλὰ γίνεται μέσα στὴν Ἐκκλησία μὲ τὰ Μυστήρια καὶ τὴν ἄσκηση. Ὁ ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας, μιλῶντας γιὰ τὴν καθιέρωση τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, λέγει ὅτι ὑπάρχουν τρία σημεῖα, ὁ Ἐπίσκοπος ποῦ κάνει τὴν τελετή, τὸ Θυσιαστήριο ποῦ ἁγιάζεται καὶ τὰ λείψανα τῶν Ἁγίων ποὺ τίθενται κάτω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα. Αὐτοὶ οἱ τρεὶς ἄξονες συνιστοῦν τὸ ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή, ποῦ σώζει τὸν ἄνθρωπο.

Εἶναι πάρα πολὺ σημαντικὴ αὐτὴ ἡ σχέση μεταξὺ Ἐπισκόπου, Θυσιαστηρίου καὶ Ἁγίων. Ἂν κάποιος πὴ ὅτι ἐγὼ κάθε Κυριακὴ κοινωνῶ, ἀλλὰ δὲν ἀναγνωρίζω τὸν Ἐπίσκοπο οὔτε τοὺς Ἁγίους, αὐτὸς δὲν ἔχει ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα. Ἂν κάποιος ἄλλος πὴ ὅτι ἐγὼ σέβομαι καὶ ἀναγνωρίζω μόνο τοὺς Ἁγίους, ἀλλὰ δὲν κοινωνῶ οὔτε ἀναγνωρίζω τὸν Ἐπίσκοπο καὶ αὐτὸς δὲν ἔχει ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα. Καὶ ἂν κάποιος πὴ ὅτι σέβομαι μόνο τὸν Ἐπίσκοπο, ἀλλὰ δὲν ἐκκλησιάζομαι οὔτε κοινωνῶ, οὔτε ἀναγνωρίζω τοὺς Ἁγίους καὶ αὐτὸς δὲν ἔχει ἐκκλησιαστικὸ φρόνημα. Νομίζω ὅτι καθένας θεραπεύεται μέσα στὴν Ἐκκλησία στηριζόμενος στοὺς τρεὶς αὐτοὺς ἄξονες τῆς πνευματικῆς ζωῆς.

Γιὰ νὰ θεραπευθοῦμε δὲν πρέπει ἁπλῶς νὰ βροῦμε ἕναν Πνευματικὸ Πατέρα γιὰ νὰ μᾶς βοηθήση, ἀλλὰ θὰ πρέπει νὰ κάνουμε ὑπακοὴ στὸν Στάρετς καὶ ὁ πραγματικὸς Στάρετς σέβεται τὴν παράδοση καὶ τὸν θεσμὸ τῆς Ἐκκλησίας, καθὼς ἐπίσης νὰ χρησιμοποιήσουμε καὶ τὸν τρόπο θεραπείας ποῦ ἔχει καθιερωθῇ ἀπὸ τοὺς Πατέρες μας. Κανένας πραγματικὸς Στάρετς δὲ θὰ σᾶς πή: "μὴν κάνετε ὑπακοὴ στὸν Ἐπίσκοπο". Ἔτσι, ὅταν ζῆ κανεὶς μέσα στὴν Ἐκκλησία, σιγά-σιγά μεταμορφώνεται. Γιὰ παράδειγμα, ἕνα μικρὸ ἔμβρυο ποῦ κυοφορεῖται μέσα στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας του ἀναπτύσσεται φυσιολογικά, δηλαδὴ μεγαλώνει σιγά-σιγά παραμένοντας μέσα στὴν μήτρα καὶ τρεφόμενο μὲ τὸ αἷμα τῆς μητέρας του. Θὰ ἔρθη στιγμὴ ποῦ θὰ βγὴ ἀπὸ τὴν μήτρα. Νὰ ὑποθέσετε ὅτι αὐτὴ ἡ πνευματικὴ μήτρα εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Ἐμεῖς εἴμαστε τὰ ἔμβρυα καὶ καθόμαστε ἐκεῖ καὶ μεγαλώνουμε. Ἂν κάποιο ἔμβρυο πή: «Ἐγὼ δὲ θέλω νὰ μείνω στὴν μήτρα, πρέπει νὰ βγὼ ἀπὸ αὐτήν», τότε θὰ πεθάνη. Πρέπει νά 'ρθὴ ἡ ὥρα του γιὰ νὰ γεννηθῇ.

Πῆγε κάποιος δυτικὸς Χριστιανὸς στὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ εἶπε σὲ κάποιο μοναχό: «Δὲν μπορῶ νὰ καταλάβω τί κάνετε ἐσεῖς οἱ μοναχοί. Κάθεστε τόσες ὧρες μέσα στὸν Ἱερὸ Ναό. Γιατί χάνετε τὸν καιρό σας;». Ἐκείνη τὴν ὥρα σκέφτηκε ὁ μοναχός: «Τί νὰ τοῦ ἀπαντήσω, τί θὰ καταλάβη αὐτός;». Καὶ τοῦ εἶπε τὸ ἑξῆς: «Εἴμαστε πνευματικὰ ἔμβρυα καὶ καθόμαστε μέσα στὴν μήτρα τῆς Ἐκκλησίας μας, στὶς ἀκολουθίες ποῦ ἔχει ἡ Ἐκκλησία, καὶ περιμένουμε κάποτε νὰ γεννηθοῦμε».

Ἕνα ἄλλο παράδειγμα εἶναι ἀπὸ τὴν τροφὴ ποῦ λαμβάνουμε. Τρῶμε πρωΐ, μεσημέρι, βράδυ καὶ ἡ τροφὴ αὐτὴ πηγαίνει στὸ στομάχι, στὸ πεπτικὸ σύστημα καὶ ἀπό 'κεὶ διὰ τοῦ αἵματος τρέφεται ὅλο τὸ σῶμα. Δὲν μπορεῖ κάποιος νὰ πή, ὅτι μὲ τὸ φαγητὸ τῆς σημερινῆς ἡμέρας θὰ τραφῇ τὸ δεξί μου πόδι καὶ αὔριο τὸ ἀριστερό μου πόδι καὶ τὶς ἄλλες ἡμέρες κάθε χέρι ξεχωριστά. Τὸ σῶμα μεγαλώνει σιγά-σιγά καὶ ὅλο μαζί. Ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος μεγαλώνει μέσα στὴν Ἐκκλησία, μὲ τὰ Μυστήρια τῆς σιγά-σιγά, καλλιεργῶντας ὅλες τὶς ἀρετές. Βέβαια, αὐτὸ ἔχει σχέση μὲ τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν συνέργεια τὴν δική μας. Τὰ πάντα εἶναι θέμα θεολογικῆς συνέργειας. Γιατί ὁ Θεὸς μᾶς σώζει, ὅταν θέλουμε καὶ ἐμεῖς. Ἔχουμε ἕναν τέτοιο μεγάλο Θεὸ ποῦ σέβεται τὴν ἐλευθερία μας καὶ δὲν μᾶς σώζει χωρὶς τὴν θέλησή μας.

Ἔτσι, ἡ θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀποτέλεσμα δυὸ παραγόντων, τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἰδίου τοῦ ἀνθρώπου. Στὴν θεολογία τῆς Ἐκκλησίας κάνουμε λόγο γιὰ τὴν συνέργεια, δηλαδὴ ὁ Θεὸς ἐνεργεῖ καὶ ὁ ἄνθρωπος συνεργεῖ. Ὁ Θεὸς δὲν παραβιάζει ποτὲ τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Μιὰ σωτηρία χωρὶς ἐλευθερία δὲν εἶναι σωτηρία.

Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ θεραπεία τῶν ἀνθρώπων, ποῦ ἔχουν ὑποδουλωθῇ στὰ ναρκωτικά, γίνεται μὲ τὴν ὅλη ἐκκλησιαστικὴ ζωή, τὰ Μυστήρια, τὴν προσευχή, τὴν προσπάθεια τηρήσεως τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ. Ὅποιος λαμβάνει ναρκωτικὰ ἔχει ἐξάρτηση, δηλαδὴ ἡ θέληση τοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἀσθενήσει, γι' αὐτὸ ὁ ναρκομανὴς γιὰ νὰ θεραπευθῇ χρειάζεται νὰ συναντήση πολὺ μεγάλη ἀγάπη ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλά, συγχρόνως, νὰ κάνη καὶ ἀσκήσεις γιὰ νὰ ἐνισχύση τὴν θέλησή του. Ὅπως ἀπαιτεῖται φυσιοθεραπεία γιὰ ἕνα μέρος τοῦ σώματος ποῦ ἔχει ἀτροφήσει καὶ ἀγκυλωθή, τὸ ἴδιο γίνεται καὶ μὲ τὴν θέληση. Ἡ θέληση, ποῦ ἔχει ἀρρωστήσει, πρέπει νὰ θεραπευθῇ.

Πρέπει νὰ καταλάβουμε ὅτι ἡ θεραπεία γίνεται στὴν Ἐκκλησία μὲ τὰ Μυστήριά της, μὲ τὸ θεσμὸ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν ὅλη ἀσκητικὴ ζωή.

Γιὰ τὸ τί θὰ γίνη στὴν ζωὴ μετὰ τὸ θάνατο, ὁ ἅγιος Μάξιμος ἔχει μιὰ θεωρία ὅτι θὰ γίνη ἀποκατάσταση τῆς φύσεως, ἀφοῦ θὰ νικηθῇ ὁ θάνατος, καὶ ὅλοι θὰ ἀναστηθοῦν, δίκαιοι καὶ ἁμαρτωλοί, ἀλλὰ δὲν θὰ γίνη ἀποκατάσταση τῆς θελήσεως, ποῦ σημαίνει ὅτι ὅ,τι κάνει ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν ζωὴ αὐτὴ θὰ ἔχη αἰώνιες συνέπειες. Γι' αὐτὸ ἀπὸ τώρα χρειάζεται νὰ προσφέρουμε τὴν θέλησή μας στὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ γιὰ νὰ θεραπευθῇ.

(συνεχίζεται)

  • Προβολές: 2866