Θεολογικό Συνέδριο Μεταπτυχιακῶν Φοιτητῶν: Θεία Πρόνοια-Συνέργεια-Πολιτισμός
Μητροπολίτου Ναυπάκτου &Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου
Κήρυγμα κατὰ τὴν θεία Λειτουργία στὸν Ἱερὸ Μητροπολιτικὸ Ναὸ Ἁγίου Δημητρίου Ναυπάκτου, στὴν ὁποία συμμετεῖχαν οἱ Σύνεδροι τοῦ Β Θεολογικοῦ Συνεδρίου τῶν Μεταπτυχιακῶν Φοιτητῶν τοῦ Τμήματος Κοινωνικῆς Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν.
***
Τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ποὺ ἀκούσαμε σήμερα εἶναι τμῆμα τῆς ἐπὶ τοῦ Ὅρους Ὁμιλίας τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἀναφέρεται στὴν θεία Πρόνοια, ἕνα θέμα ποὺ εἶναι πολὺ σημαντικὸ γιὰ τὴν ὀρθόδοξη θεολογία καὶ τὴν ζωή μας καὶ ἔχει σχέση μὲ τὸν ἄνθρωπο, τὴν κτίση καὶ τὴν ὅλη συμπεριφορά μας σὲ αὐτήν. Μὲ τὸ σημερινὸ κήρυγμα θὰ κάνω μιὰ μικρὴ ἀναφορὰ στὸ θέμα τῆς Πρόνοιας τοῦ Θεοῦ σὲ σχέση καὶ μὲ τὸ Θεολογικὸ Συνέδριο τῶν Μεταπτυχιακῶν Φοιτητῶν τοῦ Τμήματος Κοινωνικῆς Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν ποὺ διεξάγεται αὐτὲς τὶς ἡμέρες στὴν πόλη μας καὶ ἐπεξεργάζεται τὸ θέμα «Ἐκκλησία καὶ πολιτισμός».
Μιλῶντας γιὰ τὴν θεία Πρόνοια ἐννοοῦμε τὴν ἀδιάλειπτη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴν ὁποία ὁ Θεὸς διευθύνει ὅλο τὸν κόσμο. Κατὰ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Δαμασκηνό, Πρόνοια εἶναι ἡ «ἐκ Θεοῦ εἰς τὰ ὄντα γινομένη ἐπιμέλεια». Ἀκόμη, Πρόνοια εἶναι ἡ βούληση τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ὁποία «πάντα τὰ ὄντα τὴν πρόσφορον διεξαγωγὴν λαμβάνει». Θέλησε ὁ Θεὸς νὰ γίνουν τὰ πάντα καὶ ἔγιναν. Θέλει ὁ Θεὸς νὰ συνέχεται ὁ κόσμος καὶ συνίσταται, καὶ «πάντα, ὅσα θέλει, γίνεται».
Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀκούσαμε τὸν Χριστὸ νὰ μᾶς διδάσκη ὅτι ὁ Οὐράνιος Πατέρας ἐνδιαφέρεται γιὰ τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ, τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ἐὰν ὁ Θεὸς ἐνδιαφέρεται γιὰ ὅλη τὴν κτίση καὶ τὴν μικρότερη ὕπαρξη ζωῆς, πολὺ περισσότερο ἐνδιαφέρεται γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖον πρέπει νὰ ἔχουμε ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὴν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, νὰ ἀποβάλλουμε τὴν ἀγχώδη ζωὴ καὶ τὴν ἀγωνία, ποὺ δημιουργεῖ πολλὰ προβλήματα στὴν ζωή μας. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ἀναζητᾶ τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνη Του καὶ ὅλα τὰ ἄλλα θὰ προστεθοῦν σὲ αὐτόν. Κατὰ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία δύο εἶναι τὰ βασικὰ δόγματα σχετικὰ μὲ τὴν κτίση. Τὸ ἕνα εἶναι ἡ ἐκ τοῦ μὴ ὄντος δημιουργία τῆς κτίσεως καὶ τὸ ἄλλο εἶναι ἡ ἄνευ κτιστῶν μέσων κυβέρνησή της.
Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς κάνει εὐρύτατα λόγο γιὰ τοὺς λόγους τῶν ὄντων, ποὺ εἶναι οἱ ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, καὶ διδάσκει ὅτι μέσα στὴν κτίση ὑπάρχουν οἱ δημιουργικοὶ καὶ κυβερνητικοὶ λόγοι τοῦ Θεοῦ, οἱ λεγόμενοι πνευματικοὶ λόγοι ποὺ δίνουν ζωή, πνοὴ καὶ τὰ πάντα. Κατὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Νύσσης, «πᾶν τὸ γινόμενον λόγῳ γίνεται». Μὲ τὴν ὀρθόδοξη αὐτὴ διδασκαλία ἀπορρίπτεται τόσο ὁ δεϊσμός, ποὺ πρεσβεύει ὅτι ὁ Θεὸς δημιούργησε τὸν κόσμο καὶ ἀφοῦ τοποθέτησε τοὺς φυσικοὺς νόμους τὸν ἐγκατέλειψε, ὅσο καὶ ὁ πανθεϊσμὸσ ποὺ ταυτίζει τὸν Θεὸ μὲ τὸν κόσμο.
Ἔτσι ὑπάρχει ἡ δημιουργικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴν ὁποία δημιουργεῖται ὁ κόσμος, ἡ προνοητικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴν ὁποία συντηρεῖται ὅλος ὁ κόσμος, καὶ ἡ ἁγιαστικὴ καὶ σωστικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴν ὁποία ἁγιάζεται καὶ σώζεται ὁ κόσμος καὶ ὁ ἄνθρωπος. Μέσα στὸ πλαίσιο αὐτὸ κινεῖται ἡ θεία Πρόνοια σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, τὴν ὁποία ὁ Θεὸς δὲν παραβιάζει. Ὁ Θεὸς φροντίζει γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ καὶ ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ἀνταποκρίνεται σὲ αὐτὴν τὴν ἀγάπη. Τὰ πάντα στὴν φύση εἶναι ἔργο τῆς θείας Προνοίας καὶ ὅλα τὰ δημιουργήματα τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἔργο συνέργειας, ἤτοι ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ καὶ συνέργειας τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος συμμετέχει σὲ αὐτὴν τὴν δημιουργική, προνοητικὴ καὶ σωστικὴ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ.
Στὴν θεολογικὴ ἔννοια τῆς συνέργειας ὑπάγεται καὶ ἡ σχέση μεταξὺ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τῆς κτίσεως, ἀλλὰ καὶ μεταξὺ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ, μὲ τὸ ὁποῖο θέμα ἀσχολούμαστε στὸ Συνέδριό μας. Ὁ ἄνθρωπος στὴν Ἐκκλησία μὲ τὴν λογικὴ καὶ τὴν ἐλευθερία ποὺ τοῦ δόθηκαν ὡς δῶρα ἀπὸ τὸν Θεό, παράγει πολιτισμὸ καὶ ἀνταποκρίνεται στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Πρόκειται γιὰ τὰ ὑλικὰ καὶ πνευματικὰ ἐπιτεύγματα ποὺ γίνονται μὲ τὰ χαρίσματα τῆς λογικῆς καὶ τῆς ἐλευθερίας, ἀλλὰ καὶ τῆς αἰσθήσεως τῆς ὀμορφιᾶς. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀναγεννᾶται ἐν Χριστῷ μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ βιώνη τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τότε δημιουργεῖ καὶ ἀνάλογο πολιτισμό, ποὺ ἐκφράζεται μὲ τὶς ἐκκλησιαστικὲς τέχνες. Ἡ Ἐκκλησία ζῆ στὸν κόσμο, ἐργάζεται στὴν ἱστορία καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ παράγει πολιτισμό. Αὐτὸ γίνεται κυρίως ἀπὸ τὰ μεταμορφωμένα μέλη της, ποὺ ἀξιοποιοῦν καὶ τὴν κτίση καὶ τὰ χαρίσματα ποὺ ἔχουν λάβει ἀπὸ τὸν Θεό.
Γιὰ παράδειγμα, εἴμαστε αὐτὴν τὴν ὥρα σὲ ἕναν ὀρθόδοξο Ναό, ὅπου τελεῖται ἡ θεία Εὐχαριστία. Ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἀρχιτεκτονικὴ παρουσίασε ἐκπληκτικὰ ἔργα, Ἱεροὺς Ναοὺς μέσα στοὺς ὁποίους συναθροίζονται τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας γιὰ νὰ δοξάζουν τὸν Θεό. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης μὲ τὴν θεολογικὴ ἐμπειρία ποὺ ἔχει δίνει κατάλληλες ὁδηγίες μὲ μιὰ ἐπιστολή του γιὰ τὸ πὼς θὰ κτισθῇ ἕνας Ναός. Ἡ τέχνη τῆς ἁγιογραφίας δείχνει το πὼς οἱ ἅγιοι θεώνονται καὶ ἡ κτίση ἁγιάζεται, δείχνει τὴν Ἐκκλησία μέσα στὴν δόξα της. Ἡ ἱερὰ ὑμνογραφία, ἡ ἐκκλησιαστικὴ ποίηση μᾶς παρουσιάζει τὸ ὕψος τῆς θεώσεως τοῦ ἀνθρώπου ποὺ συνέλαβε καὶ κατέγραψε περίφημα ἔργα, τὰ ὁποῖα ἀνυψώνουν τὸν νοῦ μας στὸν Θεό. Ἡ ἐκκλησιαστικὴ βυζαντινὴ μουσική, ποὺ εἶναι ἡ γλῶσσα τῶν ἀγγέλων, μεταδίδει τὴν ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐκφράζει τὴν ζωὴ τῶν ἁγίων. Ἡ διάρθρωση τῆς θείας Λειτουργίας εἶναι προβολὴ τοῦ Παραδείσου στὴν γῆ, ὅπως τὴν εἶδε καὶ τὴν περιέγραψε ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης στὴν Ἀποκάλυψή του. Ὅλα ὅσα χρησιμοποιοῦνται κατὰ τὴν διάρκεια τῆς θείας Εὐχαριστίας, ἤτοι τὸ κερί, τὸ θυμίαμα καὶ ὅλα τὰ ἱερὰ ἀντικείμενα ἐκφράζουν τὴν συμβολικὴ γλῶσσα τῆς Ἐκκλησίας ποὺ δείχνει τὴν σχέση μεταξὺ κτιστοῦ καὶ ἀκτίστου.
Ἑπομένως, ὅταν κάνουμε λόγο γιὰ πολιτισμὸ ἐννοοῦμε ὅλα ἐκεῖνα τὰ ἔργα ποὺ ἐκφράζουν τὴν σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό, τὸν συνάνθρωπο καὶ τὴν κτίση. Καὶ βεβαίως ὑπάρχει διαφοροποίηση μεταξὺ πολιτισμῶν ἀνάλογα μὲ το πὼς πλησιάζει κανεὶς αὐτὲς τὶς πραγματικότητες. Ὁπότε, οἱ πολιτισμοὶ δὲν χωρίζονται ἁπλῶς σὲ ἀνώτερο καὶ κατώτερο, ἠθικότερο καὶ λιγότερο ἠθικό, ἀλλὰ σὲ πνευματικὸ καὶ ὑλικό. Θὰ μπορούσαμε δὲ νὰ προσθέσουμε ὅτι ὁ ἑλληνορθόδοξος πολιτισμὸς σχετίζεται μὲ τὴν ἀναγέννηση τοῦ ἀνθρώπου, διότι παράγεται ἀπὸ ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἤδη ἀναγεννηθῇ. Ὁ πολιτισμὸς ποὺ καλλιεργήθηκε καὶ βιώθηκε σὲ αὐτὸν τὸν τόπο ποὺ ζοῦμε βλέπει τὸν Θεό, τὸν συνάνθρωπο καὶ τὴν κτίση μὲ διαφορετικὴ προοπτική, ἀπ' ὅ,τι ἄλλοι πολιτισμοί. Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι μία ἰδέα, μιὰ ἀφηρημένη μεταφυσικὴ ὕπαρξη, ἀλλὰ πρόσωπο ποὺ ἀγαπᾶ καὶ ἐνδιαφέρεται προσωπικὰ γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ὁ συνάνθρωπος δὲν εἶναι ἀπειλὴ γιὰ τὴν ὕπαρξή μας, ἀλλὰ εἶναι ὁ ἀδελφός μας, ποὺ δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ κατ' εἰκόνα καὶ καθ' ὁμοίωση, ὅπως καὶ ἐμεῖς, καὶ δὲν μποροῦμε νὰ ἀποκαλέσουμε τὸν Θεὸ Πατέρα, ἐὰν δὲν αἰσθανόμαστε ὅτι ἀνήκουμε σὲ μιὰ οἰκογένεια ποὺ ἔχουμε καὶ ἄλλους ἀδελφούς. Ἡ κτίση δὲν εἶναι τυχαῖο ἔργο, ἀλλὰ εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ ποὺ τὴν συντηρεῖ, καὶ αὐτὴ μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ ἐξαγιάζεται.
Δυστυχῶς, πολλοὶ ἄνθρωποι στὴν ζωή τους δὲν βλέπουν τὸν πολιτισμὸ ποὺ ἀναπτύσσεται σὲ αὐτὸν τὸν τόπο μέσα ἀπὸ αὐτὴν τὴν προοπτική, γι' αὐτὸ καὶ ἐπιδιώκεται νὰ δημιουργηθῇ ἕνας αὐτόνομος πολιτισμὸς καὶ ἕνας ἐκκλησιαστικὸς ἀποχρωματισμός. Ἀλλὰ πολιτισμὸς ὁ ὁποῖος δὲν εἶναι ἔκφραση εὐχαριστιακῆς ἐμπειρίας, δὲν νοηματοδοτεῖ τὸν ἀνθρώπινο βίο, δὲν δίνει νόημα ζωῆς καὶ ὕπαρξης ἰδιαιτέρως στὸν νέο ἄνθρωπο, στερεῖται οὐσιαστικῆς ἀξίας. Καὶ ὅταν ἕνας ὀρθόδοξος Χριστιανὸς ἀποδεσμεύεται ἀπὸ τὴν πολιτιστική του ταυτότητα καὶ ἀποσυνδέεται ἀπὸ τὴν παράδοσή του, τότε παθαίνει ἕνα πολιτισμικὸ ἀλτσχάϊμερ, χάνει τὴν ἐπικοινωνία τοῦ μὲ τὶς προηγούμενες γενιὲς καὶ τὴν ἱστορία τοῦ τόπου του. Πάντως, γιὰ νὰ ἐπανέλθω στὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀπὸ τὸ ὁποῖο ξεκίνησα, βλέπουμε σὲ αὐτὸ τὸν Χριστὸ νὰ ὁμιλῇ μὲ πολλὴ ἀγάπη γιὰ τὴν κτίση καὶ τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τονίζη τὴν προσωπικὴ σχέση του μὲ τὴν κτίση καὶ τὸν ἄνθρωπο, ὁπότε θὰ πρέπει καὶ ἐμεῖς νὰ βλέπουμε μέσα ἀπὸ αὐτὴν τὴν προοπτικὴ καὶ τὴν κτίση καὶ τὴν κοινωνία καὶ τὴν ζωή μας. Εἶναι δῶρα Θεοῦ ποὺ προσφέρονται γιὰ τὴν ζωή μας καὶ τὴν δόξα Του καὶ ὄχι ἀντικείμενα ἐκμεταλλεύσεως καὶ ἐμπαθείας.
Μὲ τὴν εὐκαιρία αὐτὴ θὰ ἤθελα νὰ εὐχαριστήσω θερμότατα τοὺς Μεταπτυχιακοὺς Φοιτητὲς καὶ τοὺς Καθηγητὲς τοῦ Τμήματος Κοινωνικῆς Θεολογίας τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν ποὺ διοργάνωσαν τὸ Θεολογικὸ αὐτὸ Συνέδριο, τοὺς Εἰσηγητὰς καὶ τοὺς Συνέδρους ποὺ αὐτὲς τὶς ἡμέρες γονιμοποίησαν τὴν σκέψη μας μὲ πολὺ σημαντικὲς ἀναλύσεις, καθὼς ἐπίσης εὐχαριστῶ καὶ τοὺς τοπικοὺς παράγοντες, τὸν Γενικὸ Γραμματέα Περιφερείας Δυτικῆς Ἑλλάδος κ. Σπυρίδωνα Σπυρίδων, τὸν Νομάρχη Αἰτωλοακαρνανίας κ. Εὐθύμιο Σῶκο καὶ τὸν Δήμαρχο Ναυπάκτου κ. Ἀθανάσιο Παπαθανάση γιὰ τὴν ἐπιχορήγηση προκειμένου νὰ γίνη αὐτὸ τὸ Συνέδριο. Ἐπίσης εὐχαριστῶ τοὺς Ἐφημερίους τῆς πόλεώς μας καὶ τοὺς Συνδέσμους Ἀγάπης τῶν τριῶν Ναῶν τῆς πόλεως ποὺ ἐπιτελοῦν τόσο σημαντικὸ ἔργο στὸν φιλανθρωπικὸ τομέα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως καὶ ἀνέλαβαν νὰ βοηθήσουν σημαντικὰ στὴν ὅλη λειτουργία τοῦ Συνεδρίου.
Καὶ τελειώνοντας θὰ ἤθελα νὰ παρακαλέσω ὅλους νὰ αἰσθανθοῦμε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐκφράζεται μέσα ἀπὸ τὴν κτίση, τὴν ἱστορία καὶ τὶς εὐκαιρίες ποὺ μᾶς προσφέρει γιὰ νὰ αἰσθανθοῦμε τὴν ἀναγεννητικὴ δύναμή Του ποὺ βιώνεται μέσα στὸν χῶρο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας. Ἡ θεία Πρόνοια διευθύνει τὴν ζωή μας, ἀρκεῖ καὶ ἡ δική μας ζωὴ νὰ κατευθύνεται ἀπὸ Αὐτὴν πρὸς τὸν ἁγιασμό. Καὶ μακάρι νὰ βιώσουμε τὴν προτροπὴ τοῦ Χριστοῦ: «ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν» (Μάτθ. ς , 33).–
- Προβολές: 2729