Skip to main content

Προσκύνημα στοὺς Ἁγίους Τόπους: Τρεῖς νυκτερινὲς στάσεις στὰ Ἱεροσόλυμα

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Ἡ προσκυνηματικὴ ἐπίσκεψη στὰ Ἱεροσόλυμα γεμίζει τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου μὲ πολλὲς εἰκόνες καὶ πνευματικὲς ἐμπειρίες. Ἡ πόλη τῶν Ἱεροσολύμων εἶναι ἀρχαία καὶ ἱερά, κέντρο θρησκευτικὸ καὶ πολιτισμικὸ καὶ συγκεντρώνει τὴν προσοχὴ ὅλης τῆς οἰκουμένης, γι’ αὐτὸ καὶ μερικοὶ τὴν θεωροῦν ὡς τὸν «ὀμφαλὸ τῆς γῆς», ἀλλὰ καὶ «ὀφθαλμὸ τῆς οἰκουμένης». Μέσα σὲ αὐτὴν τὴν πόλη ἀκούει κανεὶς μυστικὰ διάφορες μουσικὲς νότες καὶ ἐσωτερικὲς γλῶσσες. Εἶναι μιὰ πόλη μυστηρίου καὶ προσευχῆς, καὶ ὅταν τὴν ἀποχωρίζεται κανεὶς τὴν κουβαλᾶ μαζί του, ἢ μᾶλλον αὐτὴ τὸν ἀκολουθεῖ σὲ ὅλη του τὴν ζωή. Μιὰ πόλη ποὺ σφραγίζει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου, ἰδίως τοῦ Χριστιανοῦ.

Προσκύνημα στούς Αγίους Τόπους  Τρείς νυκτερινές στάσεις στά ΙεροσόλυμαὩς πρὸς τὴν θρησκευτικὴ πλευρά, τὰ Ἱεροσόλυμα εἶναι κέντρο τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ τοῦ Μουσουλμανισμοῦ. Ὡς πρὸς τὴν ἐθνικὴ πλευρὰ διεκδικεῖται ἀπὸ τοὺς Ρωμηούς, τοὺς Ἑβραίους καὶ τοὺς Ἄραβες. Καὶ ὡς πρὸς τὴν χριστιανικὴ πλευρὰ τὴν ἐποφθαλμιοῦν διάφορες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες καὶ Χριστιανικὲς Ὁμολογίες. Παντοῦ κανεὶς συναντᾶ μνημεῖα ποὺ ἐκφράζουν θρησκευτικὲς παραδόσεις, πολιτισμούς, παγκόσμια γεγονότα. Ὡστόσο, ἐκεῖνο ποὺ τὴν καθορίζει εἶναι ἡ «ἱερὰ ἱστορία», ποὺ τὴν ἐμποτίζει.

Πολλὰ θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ γράψη γιὰ τὴν προσκυνηματικὴ ἐπίσκεψή του στὴν ἁγία Γῆ, κυρίως στὰ Ἱεροσόλυμα, ἀλλὰ θὰ περιορισθῶ σὲ τρεὶς νυκτερινές-θρησκευτικὲς στάσεις ποὺ διέκρινα.

***

Ἡ πρώτη εἶναι ἡ ἀγρυπνία, ἢ νυκτερινὴ θεία Λειτουργία στὸν Πανάγιο Τάφο τοῦ Χριστοῦ. Ἡ πορεία μέσα ἀπὸ τὰ στενὰ δρομάκια τῆς παλαιᾶς πόλης πρὸς τὸν Ναὸ τῆς Ἀναστάσεως, πρὶν τὰ μεσάνυκτα γιὰ τὴν νυκτερινὴ θεία Λειτουργία τοῦ Σαββάτου πρὸς τὴν Κυριακή, μὲ ἱερὰ ἡσυχία, προσευχὴ καὶ προσμονὴ γιὰ τὸ μεγάλο ἀναστάσιμο μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, ἔμοιαζε μὲ τὴν πορεία τῶν μυροφόρων γυναικῶν πρὸς τὸ μνημεῖο τὸ κενό. Ἡ καρδιὰ ἐπαναλαμβάνει τὸν ψαλμὸ τοῦ Δαυΐδ: «Ὁ Θεὸς ὁ Θεός μου, πρὸς σὲ ὀρθρίζω ἐδίψησέ σε ἡ ψυχή μου, ποσαπλώς σοι ἡ σὰρξ μοῦ ἐν γῆ ἐρήμῳ καὶ ἀβάτῳ καὶ ἀνύδρῳ» (Ψάλμ. ξβ', 2). Ἡ εἴσοδος στὸ Ναὸ τῆς Ἀναστάσεως γέμισε τὴν ψυχὴ ἀπὸ ἀναστάσιμη εὐωδιὰ καὶ πασχαλινὴ ἐμπειρία. Δὲν θέλει κανεὶς νὰ κουβεντιάζη μέσα σ’ αὐτόν, ἀλλὰ νὰ ἀνοίξη διάβαση στὸν Θεό. Δὲν μπορεῖ τὸ «τηλέφωνο» τῆς καρδιᾶς νὰ εἶναι ἀπησχολημένο, γιὰ νὰ μπορῇ νὰ τοῦ «τηλεφωνήση» ὁ Θεός.

Ἡ θεία Λειτουργία μέσα στὸν προθάλαμο τοῦ Παναγίου Τάφου ἢ τὸ λεγόμενο Παρεκκλήσιο τοῦ Ἀγγέλου, γιὰ τὸ ὁποῖο χρησιμοποιεῖται ὡς Ἁγία Τράπεζα ὁ «Ἅγιος Λίθος», δηλαδὴ μιὰ κτιστὴ λίθινη στήλη, ποὺ ἔχει θραῦσμα τοῦ λίθου πάνω στὸν ὁποῖο καθόταν ὁ Ἄγγελος ποὺ ἀνήγγειλε στὶς μυροφόρες γυναῖκες τὴν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, καὶ ὡς προσκομιδὴ ἡ μαρμάρινη πλάκα ποὺ καλύπτει τὸν θάλαμο ποὺ εἶναι λαξευμένος στὸν βράχο ὅπου ἐναποτέθηκε τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ βρίσκεται μέσα στὸν κυρίως θάλαμο, εἶναι μοναδικὴ πνευματικὴ ἐμπειρία. Σὰν νὰ ἄκουγε κανεὶς τὸν ἄγγελο νὰ διαλαλῇ: «Ὄυκ ἔστιν ὦδε ἠγέρθη γὰρ καθὼς εἶπε. δεῦτε ἴδετε τὸν τόπον ὅπου ἔκειτο ὁ Κύριος» (Μάτθ. κή', 6).

Γύρω ἀπὸ τὸ ἱερὸ Κουβούκλιο μέσα στὸν Ναὸ τῆς Ἀναστάσεως ἑκατοντάδες Χριστιανοὶ ἀπὸ διάφορα μέρη τῆς γῆς, ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα, τὴν Ρωσία, τὴν Ρουμανία, τὴν Κίνα, τὴν Ἰνδία κλπ. εἶχαν στραμμένο τὸ βλέμμα τοὺς στὸν ἱερὸ αὐτὸ χῶρο καὶ ἀπὸ τὴν καρδιά τους, ὅπως φαινόταν ἔντονα στὸ βάθος τῶν ὀφθαλμῶν τους, ἔβγαιναν πύρινες προσευχὲς πρὸς τὸν Ἀναστάντα Χριστό. Οἱ καρδιές τους, διὰ τῶν ὀφθαλμῶν, ἦταν καρφωμένες στὸν Ἀναστάντα Χριστὸ καὶ τὸ μέρος ἐκεῖνο ποὺ γνώρισε γιὰ πρώτη φορὰ αὐτὴν τὴν πασχαλινὴ ἐμπειρία.

Μετὰ τὴν θεία Λειτουργία στὸν Πανάγιο Τάφο τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν θεία Κοινωνία τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ ἡ πορεία τῆς ἐπιστροφῆς μέσα ἀπὸ τὰ στενὰ δρομάκια τῆς παλιᾶς πόλεως τῆς Ἱερουσαλήμ, σχίζοντας τὸ σκοτάδι τῆς νύκτας, γινόταν μὲ εἰρήνη καὶ Χάρη στὴν καρδιὰ καὶ τὸ σῶμα, ἦταν μιὰ ἱερὰ λιτάνευση λειτουργημένων ἀνθρώπων μέσα στὴν ἀναστάσιμη Χάρη. Συγχρόνως, αἰσθανόταν κανεὶς ἕνα βίαιο ξεκόλλημα ἀπὸ τὸν Πανάγιο καὶ ζωοδόχο Τάφο καὶ ἀναπτυσσόταν διάπυρη ἡ ἐπιθυμία νὰ ἐπανέλθη ἐκ νέου στὸν εὐλογημένο αὐτὸν χῶρο. «Ἐπιποθεῖ καὶ ἐκλείπει ἡ ψυχὴ μοῦ εἰς τὰ αὐλὰς τοῦ Κυρίου ἡ καρδία μου καὶ ἡ σὰρξ μοῦ ἠγαλλιάσαντο ἐπὶ Θεὸν ζῶντα» (Ψάλμ. πγ', 2-3).

***

Ἡ δεύτερη νυκτερινὴ στάση εἶναι ἡ βραδινὴ προσευχὴ τῶν Χασιδίμ. Πρόκειται γιὰ μιὰ ἰουδαϊκὴ θρησκευτικὴ κίνηση ποὺ ἀναπτύχθηκε κυρίως τὸν 18ο αἰῶνα, μὲ τὸν γενικὸ ὅρο χασιδισμός, ποὺ ἐπικεντρώνεται στὴν μελέτη τῆς Τορά, ὡς μιὰ ἰδιαίτερη λατρεία. Ἡ λέξη χασιδὶμ εἶναι πληθυντικός του χασὶδ καὶ σημαίνει ἁγνοί. Ἡ Τορὰ εἶναι οἱ θρησκευτικὲς καὶ ἠθικὲς διατάξεις ποὺ παρέλαβε ὁ Μωϋσὴς ἀπὸ τὸν Θεὸ στὸ Σινᾶ καὶ σὲ αὐτὴν συγκαταλέγονται τὰ βιβλία τῆς Πεντατεύχου. Οἱ Χασιδὶμ διακρίνονται γιὰ τὴν «ἐκστατική τους λατρεία, τὸ μαζικὸ ἐνθουσιασμὸ καὶ τὴν ἔνθερμη ἀφοσίωση στὸν ἡγήτορα». Θεωροῦν ὅτι εἶναι διάδοχοι τῶν ὁμίλων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ποὺ συγκεντρώνονταν γύρω ἀπὸ ἕναν Προφήτη καὶ ἀσχολοῦνταν μὲ τὴν προσευχή, κυρίως μὲ τὴν καρδιακὴ προσευχή. Προσεύχονται στὸν ἄσαρκο Λόγο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ ἀναμένουν ἀκόμη τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσίου στὸν κόσμο. Εἶναι τρόπον τινα οἱ «φωτισμένοι» καὶ οἱ χαρισματοῦχοι τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ.

Τὶς νυκτερινὲς ὧρες, κατὰ τὶς 2-3 τὸ πρωί, μέσα στὴν νύκτα μποροῦσε κανεὶς νὰ δὴ στοὺς δρόμους τῆς Ἱερουσαλὴμ τοὺς Χασιδὶμ μὲ τὰ παιδιὰ τοὺς νὰ βαδίζουν στὸν δρόμο, πηγαίνοντας στοὺς ἰδιαίτερους τόπους προσευχῆς καὶ στὸ τεῖχος τῶν δακρύων γιὰ νὰ προσευχηθοῦν μὲ ἐκστασιασμὸ καὶ ἰδιαίτερες κινήσεις. Διακρίνονται σαφέστατα ἀπὸ τὰ μαύρα καπέλα, τὴν γενειάδα, τὰ κοτσιδάκια ποὺ κρέμονται ἀπὸ τοὺς κροτάφους, τὰ μαῦρα κουστούμια, τὶς ἄσπρες κάλτσες καὶ τὰ λατρευτικὰ σάλια τους μὲ τὰ ἄσπρα κρόσια.

Εἶναι ἕνα θέαμα ἐκπληκτικὸ νὰ βλέπη κανεὶς μιὰ ὁλόκληρη οἰκογένεια, ἰδίως τὴν ἐποχὴ αὐτὴ ποὺ βρισκόμασταν στὰ Ἱεροσόλυμα, ποὺ ἦταν ἡ ἑορτὴ τῆς Τορά, μὲ τὰ μικρὰ παιδιὰ αὐτὲς τὶς νυκτερινὲς ὧρες νὰ πηγαίνουν στοὺς τόπους τῆς προσευχῆς.

***

Ἡ τρίτη νυκτερινὴ θρησκευτικὴ στάση εἶναι ἡ προσευχὴ τῶν Μουσουλμάνων. Στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπως καὶ σὲ κάθε ἀνατολίτικη περιοχή, ἀκούει κανεὶς κατὰ τακτὰ χρονικὰ διαστήματα τὴν μαγνητοφωνημένη φωνὴ τῶν χοτζάδων ἀπὸ τοὺς μιναρέδες τῶν τζαμιῶν νὰ διαλαλοῦν σὲ διάφορους ἤχους ὅτι ἕνας εἶναι ὁ Θεὸς καὶ ὁ Προφήτης του ὁ Μωάμεθ καὶ νὰ καλοῦν τοὺς Μουσουλμάνους σὲ προσευχή. Τότε, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλες ὧρες, ἀκόμη καὶ πρωϊνὲς ἢ βραδινές, βλέπει κανεὶς στὰ πεζοδρόμια μέσα στὴν ἔρημη τοποθεσία μεμονωμένους Μουσουλμάνους ἢ καθ’ ὁμάδες, ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρες οἰκογένειες νὰ πέφτουν μπρούμυτα στὰ πεζοδρόμια καὶ τὰ πάρκα, νὰ ἀκουμποῦν τὸ μέτωπο στὴν γῆ καὶ νὰ προσεύχονται.

Αὐτὴ ἡ θρησκευτικὴ διάθεση τῶν Μουσουλμάνων ἐκδηλώνεται ἀκόμη καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἐργασίας τους. Σταματοῦν σὲ ὁρισμένες ὧρες νὰ ἐργάζονται καὶ προσεύχονται γονατιστοί, ἀκουμπῶντας τὸ μέτωπο στὴν γῆ. Δὲν ξέρω τί εἴδους προσευχὴ κάνουν, ἀλλὰ πάντως τὸ σῶμα τους λαμβάνει σχῆμα προσευχομένων ἀνθρώπων.

***

Στὰ Ἱεροσόλυμα εἶδα καὶ τὶς τρεὶς αὐτὲς νυκτερινὲς στάσεις προσευχῆς. Ἡ νύκτα στοὺς ἀνατολίτες ἀσκεῖ μιὰ ἰδιαίτερη μαγεία. Αὐτὸ ἐνδεχομένως συμβαίνει εἴτε ἀπὸ τὴν ζέστη τῆς ἡμέρας καὶ μάλιστα τῆς ἐρήμου, εἴτε ἀπὸ τὴν ἡσυχία τῆς νύκτας, εἴτε καὶ ἀπὸ τὴν λεπτότητα καὶ τὴν εὐαισθησία τῆς ψυχῆς τῶν ἀνατολιτῶν.

Μερικοὶ ἰσχυρίζονται ὅτι ὅλοι οἱ προσευχόμενοι ἄνθρωποι ἀναφέρονται στὸν ἴδιο Θεό, ποὺ ὁ καθένας Τὸν καλεῖ μὲ τὸ ἰδιαίτερο ὄνομά Του. Ὅμως, αὐτὸ δὲν εὐσταθεῖ γιὰ δυὸ βασικοὺς λόγους. Ὁ ἕνας λόγος εἶναι ὅτι ὁ καθένας δίνει διαφορετικὴ ἔννοια στὸν Θεὸ καὶ γι’ αὐτὸ δὲν εἶναι ὁ ἴδιος. Μπορεῖ νὰ ὑπάρχουν μερικὰ κοινὰ σημεῖα, ἀλλὰ ὑπάρχουν καὶ μεγάλες διαφορές. Στὸν Χριστιανισμὸ ὁ Θεὸς εἶναι ὑποστατικὸς καὶ τριαδικός, ὁ Χριστός, ποὺ εἶναι ἡ κεφαλὴ τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι τὸ Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος ποὺ σαρκώθηκε καὶ ἀναστήθηκε, ἐνῷ στὸν Ἰουδαϊσμὸ καὶ τὸν Μουσουλμανισμὸ ὁ Θεὸς εἶναι ἀπρόσωπος. Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἰσχύει ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ στὴν Σαμαρείτιδα: «πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθεία δεὶ προσκυνεῖν» (Ἰωάν. δ', 24). Ὅταν κανεὶς δὲν λατρεύη τὸν Θεὸ μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ τὴν ἀλήθεια, τότε δὲν ἀναφέρεται στὸν ἀληθινὸ Θεό. Ὁ ἄλλος λόγος εἶναι ὅτι ἡ ἀληθινότητα τῆς λατρείας συνδέεται καὶ μὲ τὸ κατὰ πόσο μεταμορφώνεται ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ αὐτὴν τὴν πίστη. Μιὰ πίστη καὶ προσευχὴ ποὺ δὲν μεταμορφώνει τὸν ἄνθρωπο, ποὺ δὲν τὸν θεραπεύει ἀπὸ τὰ πάθη καὶ δὲν τὸν θεώνει δὲν εἶναι πραγματικὴ πίστη καὶ λατρεία.

Τὸ γεγονὸς εἶναι ὅτι ἡ νύκτα ἀσκεῖ μιὰ ἰδιαίτερη ἕλξη καὶ μαγεία καὶ θὰ πρέπει νὰ ἀξιοποιῆται γιὰ προσευχὴ καὶ λατρεία στὸν Θεό. Ἔτσι τὴν ἀντιλαμβάνονται καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι μοναχοὶ ποὺ καθημερινῶς γεμίζουν τὴν νύκτα μὲ ψαλμοὺς καὶ ὕμνους, ἀλλὰ καὶ νοερὴ καρδιακὴ προσευχή. Ἡ ἡμέρα, μὲ τὸν ἥλιο ποὺ φωτίζει, ἀλλὰ καὶ τὴν φύση ποὺ ὀργιάζει, εἶναι κατὰ κάποιον τρόπο ἐπιθετικὴ στὶς αἰσθήσεις καὶ τὸν ἄνθρωπο, ἐνεργοποιεῖ τὸν βιολογικὸ ὀργανισμὸ τοῦ ἀνθρώπου. Ἀντίθετα, ἡ νύκτα διακρίνεται γιὰ τὴν ἠρεμία καὶ τὴν ἡσυχία ποὺ γαληνεύει τὸν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος, ὅταν θέλη νὰ προσεύχεται, διευκολύνεται πολύ. Ἰσχύει ὁ λόγος τοῦ Προφήτου Ἠσαΐου: «ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦμα μοῦ πρὸς σὲ ὁ Θεός, διότι φὼς τὰ προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἠσ. κστ', 9).

Στὰ Ἱεροσόλυμα καταλαβαίνει κανεὶς τὴν συνομιλία τοῦ Χριστοῦ μὲ τὸν Νικόδημο περὶ ἀναγεννήσεως τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία συζήτηση ἔγινε κατὰ τὴν διάρκεια τῆς νύκτας, ὅταν ὁ Νικόδημος «ἦλθε πρὸς αὐτὸν νυκτὸς» (Ἰω. γ', 2). Τέτοιες μυστικὲς συναντήσεις μὲ τὸν Χριστὸ πραγματοποιοῦνται τὴν νύκτα.

***

Ἡ πρόσφατη ἐπίσκεψή μου στὴν Ἱερουσαλήμ, ἐκτὸς τῶν ἄλλων, μοῦ προσδιόρισε ἀκόμη περισσότερο τὴν ἀξία τῆς νυκτερινῆς προσευχῆς καὶ τὸ μυστήριο τῆς νύκτας καὶ τῆς σιωπῆς, ἀλλὰ μὲ ἔκανε νὰ αἰσθανθῶ τὴν ἐλκτικὴ δύναμη τοῦ Παναγίου Τάφου, ποὺ δέχθηκε τὸ ἀδιάφθορο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἐξῆλθε ὁ ἀναστὰς Χριστὸς γιὰ νὰ μετατρέψη τὴν νύκτα τῆς ἀνθρωπότητας, ποὺ βασανίζεται ἀπὸ τὴν θνητότητα καὶ τὴν παθητότητα, σὲ ὀρθρινὴ ἡμέρα τῆς ἀναστάσεως.

Πολλοὶ συνέκδημοί μου ὁμολόγησαν ὅτι θὰ μποροῦσαν νὰ παραμείνουν πολλὲς ὧρες καὶ ἡμέρες σιωπηλὰ μέσα στὸν Ναὸ τῆς Ἀναστάσεως καὶ νὰ προσεύχονται ἐσωτερικά, ἀφοῦ ὁ νοὺς εὔκολα συγκεντρώνεται ἐκεῖ καὶ βυθίζεται μέσα στὴν καρδιά. Εἶναι τόπος μυστηρίου καὶ προσευχῆς ποὺ τὸν κυνηγᾶ παντοῦ, τὸν γεμίζει μὲ πανάγιο θυμίαμα καὶ μὲ ἱερὰ καρδιακὰ βιώματα καὶ ὁ ἄνθρωπος τότε ὁμολογεῖ: «ἐκολλήθη ἡ ψυχή μου ὀπίσω σου, ἐμοῦ δὲ ἀντελάβετο ἡ δεξιὰ σοῦ» (Ψάλ. ξβ', 9).–

 

  • Προβολές: 3336