Skip to main content

Ναυπάκτου Ἱερόθεος: Τόκοι, τοκογλυφία, καπιταλισμός

Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Στὴν ἐποχή μας ἐπικρατεῖ ἡ θεοποίηση τοῦ χρήματος, τῆς ἡδονῆς καὶ τῆς εὐμάρειας.

Ἡ ἀξιοποίηση καὶ ἡ ἐκμετάλλευση τοῦ χρήματος ἀναπτύχθηκε μέσα σὲ προτεσταντικοὺς κύκλους, μέσα σὲ μιὰ ἠθικὴ ὅτι τὸ χρῆμα εἶναι εὐλογία Θεοῦ, καὶ ὁ πλούσιος εἶναι ἀπὸ τὸν Θεὸ εὐλογημένος. Αὐτὸ τὸ θέμα τὸ ἀναπτύσσει διεξοδικὰ ὁ Max Weber στὸ γνωστὸ τοῦ κλασσικὸ βιβλίο «ἡ προτεσταντικὴ ἠθικὴ καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ καπιταλισμοῦ». Ὑποστηρίζει ὅτι ὁ καπιταλισμός, ἡ ὀρθολογιστικὴ ἀξιοποίηση τοῦ χρήματος καὶ τῆς ζωῆς εἶναι ἀπόρροια ὅλων τῶν ἀρχῶν ποῦ ἀναπτύχθηκαν ἀπὸ τὶς διάφορες προτεσταντικὲς ὁμάδες στὴν Εὐρώπη.

Εἰδικὰ γιὰ τὴν ἀξία τοῦ χρήματος ὁ Max Weber ἀναφέρεται στὶς ὁδηγίες ποῦ δίνει ὁ Benzamin Franklin, τὶς ὁποῖες συναντοῦμε στὰ βιβλία του «Ἀναγκαῖες νύξεις σὲ κείνους ποῦ θὰ ἤθελαν νὰ γίνουν πλούσιοι» καὶ «Συμβουλὴ σὲ ἕνα νέο ἔμπορο». Στὰ βιβλία αὐτὰ ὁ Franklin συμβουλεύει:

«Νὰ θυμᾶσαι ὅτι ὁ χρόνος εἶναι χρῆμα... Νὰ θυμᾶσαι ὅτι ἡ πίστωση εἶναι χρῆμα... Νὰ θυμᾶσαι ὅτι τὸ χρῆμα ἔχει ἀναπαραγωγικὴ καὶ καρποφόρα φύση. Τὸ χρῆμα μπορεῖ νὰ παράγει χρῆμα καὶ τὰ γεννήματά του μποροῦν νὰ παράγουν περισσότερα... Νὰ θυμᾶσαι ὅτι –κατὰ τὸ ρητό– ὁ καλὸς πληρωτὴς εἶναι ὁ κύριος τοῦ πορτοφολιοῦ τοῦ ἄλλου. Ὅποιος εἶναι γνωστὸς ὅτι πληρώνει ἀκριβῶς στὸν χρόνο ποὺ ὑποσχέθηκε, μπορεῖ ὁποιαδήποτε στιγμὴ νὰ σηκώσει ὅλο τὸ χρῆμα ποὺ οἱ φίλοι του μποροῦν νὰ ἀποταμιεύσουν».

Αὐτὴ εἶναι ἡ βασικὴ ἀρχὴ τῆς χρηματοπιστωτικῆς ἀγορᾶς ποῦ σήμερα διέρχεται κρίση.

Ὁ Max Weber σχολιάζει ὅτι «ὁ ἄνθρωπος κυριαρχεῖται ἀπὸ τὴ δίψα γιὰ ἀπόκτηση χρήματος, ἀπόκτηση ποῦ ἐκφράζεται σὰν τελικὸς σκοπὸς τῆς ζωῆς του». Καὶ ρωτῶντας ὁ Max Weber «γιατί πρέπει νὰ βγαίνουν λεφτὰ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους;», σχολιάζει τὴν συμβουλὴ ποῦ ἔδωσε στὸν Benzamin Franklin ὁ αὐστηρὸς καλβινιστὴς πατέρας του, χρησιμοποιῶντας τὸ χωρίο ἀπὸ τὶς Παροιμίες «εἶδες ἄνθρωπον ἐπιτήδειον εἰς τὰ ἔργα αὐτοῦ; αὐτὸς θέλει ἐμφανισθεῖ ἐνώπιον βασιλέων» (Παροιμ. κβ', 29): «Ἡ ἀπόκτηση χρήματος μέσα στὴν σύγχρονη οἰκονομικὴ τάξη εἶναι –ἐφόσον γίνεται νόμιμα– τὸ ἀποτέλεσμα καὶ ἡ ἔκφραση τῆς ἀρετῆς καὶ προκοπῆς σ' ἕνα ἐπάγγελμα καὶ ἡ ἀρετὴ καὶ ἡ προκοπὴ αὐτὴ εἶναι, ὅπως εἶναι εὔκολο νὰ ἀντιληφθοῦμε, τὸ πραγματικὸ ἄλφα καὶ τὸ ὠμέγα τῆς ἠθικῆς τοῦ Franklin».

Αὐτὴ ἡ νοοτροπία τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου εἶναι καπιταλιστικὴ καὶ παρατηρεῖται στὴν Δύση καὶ ἐπηρέασε πολλοὺς σὲ ὅλον τὸν πλανήτη. Αὐτὸ βλέπουν σύγχρονοι ξένοι θεολόγοι καὶ ἀναλύουν τὴν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.

***

Ἡ Καθηγήτρια στὸ Λουθηρανικὸ Πανεπιστήμιο τῆς Τακόμα Brenda Ihssen ἔγραψε δύο κείμενα στὰ ὁποῖα ἀναλύει αὐτὸ τὸ θέμα.

Τὸ πρῶτο ἔχει τίτλο: «Ἡ τοκογλυφία, ἡ ἑλληνικὴ Πατρολογία καὶ ἡ καθολικὴ Κοινωνικὴ διδασκαλία», στὸ ὁποῖο θίγει θέματα ὅπως: «τί λένε οἱ πατερικοὶ συγγραφεῖς γιὰ τὴν κοινωνικὴ ἠθική», «ποιοί εἶναι οἱ τοκογλύφοι», «ποιές εἶναι οἱ σημαντικὲς ἐρωτήσεις ποῦ πρέπει νὰ τεθοῦν καὶ τὶς ὁποῖες πρέπει νὰ γνωρίζη ὁ ἐρευνητὴς ὅταν προσεγγίζει ἕνα πατερικὸ κοινωνικό-ἠθικὸ κείμενο», «ὑπὸ ποιές προϋποθέσεις ἢ μέχρι ποιό ὅριο μποροῦν οἱ πατερικὲς πηγὲς νὰ θεωρηθοῦν ὅτι συνεισφέρουν στὴν δημιουργία τῆς Καθολικῆς Κοινωνικῆς διδασκαλίας». Μέσα στὰ κεντρικὰ αὐτὰ κεφάλαια ἀνευρίσκουμε πολλὲς ὑποδιαιρέσεις, ὅπως «ἡ ἀπαγόρευση τῆς τοκογλυφίας στὴ Γραφή», «ὁ τοκογλύφος ὡς ἀπειλὴ γιὰ τὴν κοινότητα (κακός, ἄγριο θηρίο, ψεύτης, ἀκόμη καὶ φονιᾶς)», «ἡ πνευματικὴ πτωχεία τοῦ τοκογλύφου», οἱ τοκογλύφοι ὡς «μέλη τῆς κοινότητας», «ἂν ὑπάρχουν ἐξαιρέσεις στὸν δανεισμό». Ἐπίσης, ἀπαντᾶ σὲ τρία βασικὰ ἐρωτήματα ὅπως: «ἔχουν σχέση μὲ τὴν πραγματικότητα τὰ κείμενα τῶν Ἑλλήνων Πατέρων;». «Τοὺς ἐνδιαφέρει νὰ ἔχουν σχέση μὲ τὴν πραγματικότητα;», «ἂν ἡ παρουσία τῶν ἑλληνορω-μαϊκὼν θεμάτων εἶναι ἀναμφισβήτητη».

Τὸ δεύτερο κείμενό της ἔχει τίτλο: «Τὰ κηρύγματα τοῦ Βασιλείου καὶ τοῦ Γρηγορίου (Νύσσης) γιὰ τὴν τοκογλυφία». Σὲ αὐτὸ ἐξετάζει τὰ κίνητρά τους, νὰ ἀσχοληθοῦν μὲ τὸ θέμα τῆς τοκογλυφίας, οἱ ἐπιρροὲς ποῦ δέχθηκαν ἀπὸ φιλοσόφους, ἡ χρησιμοποίηση τῆς Ἁγίας Γραφῆς μὲ ἀναφορὰ στοὺς τόκους, ἡ τοκογλυφία ὡς κλοπή, ἡ ταραχὴ ποῦ δημιουργεῖ ἡ τοκογλυφία, οἱ εἰκόνες ποῦ χρησιμοποιοῦνται γιὰ νὰ περιγράψουν τὸν τοκογλύφο καὶ τὴν τοκογλυφία, καὶ γιὰ τὸν οὐράνιο τόκο.

Στὸ σημεῖο αὐτὸ θὰ ἤθελα νὰ παρουσιάσω τὴν εἰσαγωγὴ τῆς Brenda Ihssen, τὸ συμπέρασμα τῆς πρώτης μελέτης της, καὶ ἕνα βασικὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ κεντρικὸ θέμα. Καὶ τὸ θεωρῶ αὐτὸ καλὸ γιατί εἶναι γεννημένη, μεγαλωμένη καὶ διδάσκει σὲ Πανεπιστήμιο στὴν Ἀμερικὴ ὅπου ἡ ἐκμετάλλευση τοῦ χρήματος εἶναι μιὰ ὁλόκληρη ἐπιστήμη. Θυμηθῆτε ὅλη τὴν ἱστορία τῶν ὁμολόγων καὶ μάλιστα τῶν δομημένων ὁμολόγων.

Στὴν εἰσαγωγή της γράφει:

«Ἀποτελεῖ ἀναμφισβήτητη διαπίστωση ὅτι ἡ συζήτηση γιὰ τὶς ἠθικὲς ἐπιπτώσεις τοῦ τόκου ἢ τῆς τοκογλυφίας δὲν προκαλεῖ πιὰ τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ μέσου πολίτη. Ὁ τόκος θεωρεῖται ὄχι πρόβλημα ἀλλὰ κανονικὸ στοιχεῖο τῆς ζωῆς. "Εἴμαστε εὐτυχεῖς νὰ πληρώνουμε 4% ἀρκεῖ νὰ μποροῦμε νὰ ἀγοράσουμε τὰ μαξιλάρια τῶν διακοπῶν τὰ ὁποῖα μᾶς λένε οἱ εἰδικοὶ τοῦ μάρκετινγκ ὅτι τὰ ἔχουμε ἀνάγκη". "Δυστυχῶς, ἑκατομμύρια ἄνθρωποι στὸν πλανήτη ὑποφέρουν στὰ χέρια ἄλλων ποῦ εὐχαρίστως τοὺς διατηροῦν στὴ φτώχεια μέσῳ ὑπερβολικῶν καὶ ἐξοντωτικῶν ἐπιτοκίων".

Στὴν τάξη μου, οἱ φοιτητὲς ἀναρωτιοῦνται ποιό εἶναι τὸ πρόβλημα ἂν κάποιοι δανείζονται καὶ ἀποπληρώνουν μὲ τόκο, ἐφόσον εἶναι ἐνήλικες καὶ γνωρίζουν τί κάνουν. Πιστεύω ὅτι τὸ πρόβλημα εἶναι ὅτι στὸν 21ο αἰῶνα ὑπάρχει θλιβερὴ φτώχεια, πεῖνα, ἄστεγοι καὶ θάνατοι γιὰ τοὺς ὀφειλέτες καὶ τὶς οἰκογένειές τους. Ἐπίσης τὸ πρόβλημα εἶναι ἡ σωτηρία τοῦ τοκογλύφου, τοῦ ὁποίου οἱ πράξεις τὸν ἀποκόβουν ἀπὸ τὴ θέα τοῦ Θεοῦ.

Στὴν ἀρχαιότητα ὁ τόκος σὲ δάνεια καταδικαζόταν στὴν ἑβραϊκὴ κοινωνία, ἐνῷ ἦταν κανονικὸ μέρος τῶν συναλλαγῶν στὸ ἑλληνικὸ καὶ ρωμαϊκὸ σύστημα (ἂν καὶ στὸ ἑλληνικὸ σύστημα δὲν εἶχε γίνει καθολικὰ ἀποδεκτός). Ἔτσι, παρ’ ὅ,τι καταδικαζόταν ἀπὸ τὸν Πλάτωνα (ποῦ τὸν θεωροῦσε «χυδαῖο») καὶ τὸν Ἀριστοτέλη (ποῦ τὸν θεωροῦσε «παρὰ φύση»), ὁ τόκος ἐθεωρεῖτο δίκαιη ἀποζημίωση γιὰ τὸ χρόνο καὶ τὸ ρίσκο ποῦ ἀναλάμβανε ὁ δανειστής. Καθὼς ὁ δανειστὴς δὲν μπορεῖ νὰ χρησιμοποιήση τὰ χρήματα ποῦ ἔχει δανείσει, ὁ τόκος ἀποτελεῖ «εὐγνωμοσύνη» γιὰ τὸ χρόνο ποῦ χρειάζεται νὰ ἐπιστραφοῦν. Τὸ ρίσκο σχετίζεται μὲ τὸ ὅτι ὁ δανειστὴς μπορεῖ νὰ μὴ λάβει ποτὲ πίσω τὰ χρήματά του, συνεπῶς ὅσο μεγαλύτερος ἦταν αὐτὸς ὁ κίνδυνος τόσο μεγαλύτερο τὸ ἐπιτόκιο.

Ὡστόσο γιὰ τὴν ἑλληνικὴ πατρολογία, ὁ χρόνος καὶ τὸ ρίσκο δὲν μετροῦσαν. Ὁποιαδήποτε ἐγγύηση γιὰ χρήματα ποῦ δανείστηκαν ἦταν ἀσυνείδητη, ὁποιοδήποτε ποσοστὸ πάνω ἀπὸ τὸ κεφάλαιο δανεισμοῦ ἀποτελοῦσε τοκογλυφία. Ἀκόμη καὶ ἕνα τοὶς ἑκατὸ ἐπιθυμία γιὰ κέρδος ἔβαζε σὲ κίνδυνο τὴ σωτηρία».

Σὲ ἕνα σημεῖο τοῦ κειμένου τῆς κάνει λόγο γιὰ τὸ κατὰ πόσον ἡ διδασκαλία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἐναντίον τῆς τοκογλυφίας ἔχει σχέση μὲ τὴν πραγματικότητα. Γράφει:

«Τὰ ἀποσπάσματα ποῦ δείχνουν ὅτι οἱ θεολόγοι μας ἀπευθύνονται σὲ γνωστοὺς ἀνθρώπους τῆς κοινότητάς τους μᾶς ὁδηγοῦν στὸ συμπέρασμα ὅτι ἀναφέρονται σὲ ἕνα πρόβλημα τὸ ὁποῖο ἔχει μεγάλη σχέση μὲ τὴν πραγματικότητα γύρω τους. Σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν ἐποχή μας, ὁμολογῶ ὅτι πιστεύω πῶς ἐξακολουθοῦν νὰ ἔχουν σχέση μὲ τὴν πραγματικότητα γιὰ τὸν ἑξῆς λόγο: κάθε κοινότητα ἐξακολουθεῖ νὰ περιλαμβάνη ἀνθρώπους ποῦ εἶναι διατεθειμένοι νὰ κερδίσουν σὲ βάρος ἄλλων. Ἑπομένως πιστεύω ὅτι μποροῦμε νὰ μάθουμε ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς συγγραφεῖς τί εἶχαν νὰ ποὺν γιὰ τὰ ἀποτελέσματα τῆς ἀπληστίας σὲ μιὰ κοινότητα. Τὰ γραπτὰ τοὺς ἐπίσης ἀποτελοῦν ἀντανάκλαση τοῦ ἀσκητικοῦ ἰδεώδους τῶν θεολόγων γιὰ τοὺς ὁποίους ἡ κύρια σπουδαιότητα τοῦ κειμένου ἦταν ἡ ἐξαγωγὴ ἠθικοῦ νοήματος γιὰ ἐφαρμογὴ στὶς τρέχουσες καταστάσεις. Τελικὰ ὅλοι αὐτοὶ οἱ θεολόγοι πιστεύουν ὅτι τὸ χρῆμα –εἴτε κάποιος τὸ ἔχει εἴτε δὲν τὸ ἔχει, εἴτε τὸ δανείζει εἴτε τὸ χαρίζει– ἀποτελεῖ ἐμπόδιο γιὰ μιὰ ἀποτελεσματικὴ σχέση μὲ τὸ Θεὸ» (σελ. 5).

Στὸ συμπέρασμα γράφει:

«Ἡ ἀρετὴ τῆς προσφορᾶς εἶναι μιὰ διαρκὴς πορεία ποῦ ποτὲ δὲν τελειοῦται. Σύμφωνα μὲ τοὺς θεολόγους μας, αὐτὸς ποῦ δίνει, ἀντὶ νὰ δανείζει, ἀπομακρύνει ἐμπόδια ποῦ δημιούργησε ἡ ἁμαρτία, ἐμπόδια τὰ ὁποῖα δὲν ἀφήνουν τοὺς ἀνθρώπους νὰ ἔχουν ὑγιεῖς καὶ διατηρήσιμες σχέσεις μεταξύ τους. Ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη ἐπιθυμεῖ νὰ μοιράζεται τὸ δικό της, ἐνῷ ἡ ἀληθινὴ ἀπληστία ἐπιθυμεῖ μόνο τὸ συμφέρον της. Ἡ τοκογλυφία ἀντιπροσωπεύει τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετο τῆς ἀγάπης, καὶ μάλιστα μὲ ἀγαθὸ προσωπεῖο. Ὁ συμφεροντολόγος χριστιανὸς μπορεῖ νὰ ἰσχυρισθῇ ὅτι ἔχει δικαίωμα νὰ δανείζει μὲ τόκο –ἀκόμη καὶ μὲ ὑπερβολικὸ ἐπιτόκιο– πρῶτον διότι εἶναι νόμιμο καὶ δεύτερον διότι ὁ Χριστιανὸς ἔχει ἐλευθερωθῇ ἀπὸ τὸ νόμο. Τὴν ἴδια λογικὴ συνάντησε ὁ Ἀπ. Παῦλος στὴν Κόρινθο καὶ ἡ ἀπάντησή του ἦταν ὅτι «ὅλα εἶναι νόμιμα γιὰ μένα, ἀλλὰ δὲν εἶναι ὅλα ὠφέλιμα».

Συνοψίζοντας, οἱ Ἕλληνες Πατέρες θεωροῦσαν ὅτι ἡ τοκογλυφία δὲν εἶναι ἠθική, δὲν μπορεῖ νὰ δικαιολογηθῇ καὶ δὲν εἶναι ὠφέλιμη. Οἱ σύγχρονοι συγγραφεῖς ὑποστηρίζουν ὅτι τὸ ζήτημα τῆς τοκογλυφίας εἶναι νεκρὸ στὴν ἐποχή μας, καθὼς ὅλοι δανείζουν καὶ δανείζονται μὲ τόκο χωρὶς νὰ τὸ σκέφτονται. Ἐλπίζω ὅτι κάνουν λάθος. Ἡ παγκόσμια φτώχεια εἶναι τόση ποῦ τὸ θέμα τῆς τοκογλυφίας εἶναι σημαντικὸ γιὰ ὅσους στοχάζονται γιὰ τὶς σύγχρονες οἰκονομικὲς καταστροφὲς τὶς ὁποῖες ἐπιφέρουν ἄδικες πρακτικὲς δανεισμοῦ. Ὁ καπιταλισμὸς ἔχει ὑποτάξει γιὰ πάρα πολὺ καιρὸ τὴν ἀνθρώπινη ὑγεία καὶ ἀξιοπρέπεια σὲ οἰκονομικοὺς σκοπούς. Ὡς θέμα ἡ τοκογλυφία δὲν προκαλεῖ συζητήσεις, ἀλλὰ ἡ φτώχεια προκαλεῖ. Θὰ πρέπει νὰ προβληματιζόμαστε βαθιὰ γιὰ τὸ κακὸ ποῦ ἐπιφέρει ὁ τόκος τῶν δανείων σὲ ἄτομα, σὲ οἰκογένειες, σὲ κοινότητες, σὲ χῶρες καί –ἂν οἱ θεολόγοι μας ἔχουν δίκαιο– ἀκόμη καὶ στὴ σωτηρία τοῦ καθενός μας» (σελ. 8).

***

Ζοῦμε σὲ μιὰ ἐποχὴ στὴν ὁποῖα κυριαρχεῖ ὁ δανεισμός, ὁ ἐπίσημος καὶ νόμιμος μὲ τὶς Τράπεζες καὶ κατὰ κάποιον τρόπο θεωρεῖται καὶ ἠθικός. Πολλοὶ παίρνουν δάνεια γιὰ νὰ ἀποκτήσουν σπίτι, νὰ σπουδάσουν τὰ παιδιά τους, νὰ κάνουν τὶς διακοπές τους κλπ. Σὲ μερικὲς περιπτώσεις, ὅπως τὴν ἀπόκτηση οἰκίας, μπορεῖ κανεὶς νὰ πὴ ὅτι εἶναι ὠφέλιμος ὁ δανεισμός. Σὲ αὐτὲς τὶς περιπτώσεις μιὰ κοινωνία δίκαιη μπορεῖ νὰ ὠφελήση τοὺς μὴ ἔχοντας, χωρίς, βέβαια, νὰ χάσουν καὶ οἱ κατέχοντες. Ἡ ἐπιστήμη τῆς πολιτικῆς οἰκονομίας μπορεῖ νὰ ἐξισορροπήση τὰ πράγματα, ὥστε καὶ οἱ Τράπεζες νὰ ὠφελοῦνται μὲ μέτρο, νόμιμα, ἀλλὰ καὶ οἱ μὴ ἔχοντες νὰ βοηθοῦνται νὰ ἀντιμετωπίζουν τὰ προβλήματα τῆς ζωῆς τους, χωρὶς νὰ χάνουν τὴν ἐλευθερία τους. Ἂν αὐτὸ λειτουργῇ μὲ νόμιμο καὶ δίκαιο τρόπο, τότε μπορεῖ νὰ λειτουργήση μὲ τὴν ἀρχὴ τῆς φιλαδελφίας.

Ὅμως, ὁ δανεισμὸς ὅταν συνδέεται μὲ τὴν ἡδονή, τὴν εὐδαιμονία, τὴν καλοπέραση, τὴν εὐμάρεια, τὴν προσπάθεια γιὰ πλουτισμὸ κλπ, δὲν μπορεῖ νὰ γίνη ἀποδεκτός. Πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζουμε τὸ θέμα καὶ στὰ πάθη ποῦ καλλιεργεῖ, καθὼς ἐπίσης καὶ στὴν ὅλη νοοτροπία ποῦ ἀναπτύσσει, ὅταν ὁ νούς μας εἶναι κολλημένος μόνον στὰ χρήματα καὶ τὰ κτήματα, καὶ δὲν τὸν ἀφήνουμε νὰ ἀσχολῆται καὶ μὲ ἄλλα σοβαρότερα θέματα. Πρέπει νὰ στιγματίζουμε καὶ νὰ καυτηριάζουμε τοὺς τοκογλύφους ποῦ ἐκμεταλλεύονται τὸν πόνο τῶν συνανθρώπων τους καὶ μένουν ἀσυγκίνητοι μπροστὰ στὴν δυστυχία τους. Οἱ χαρακτηρισμοὶ τῶν Πατέρων γι’ αὐτοὺς εἶναι πολὺ βαρεῖς. Στὶς περιπτώσεις αὐτές, ὅσοι ἔχουν χρήματα πρέπει νὰ ἀσκοῦν φιλανθρωπία καὶ νὰ δίνουν ἄτοκο δανεισμὸ σὲ αὐτοὺς ποῦ χρειάζονται χρήματα γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσουν τὶς δυσκολίες τῆς ζωῆς.

Ἐπίσης, στὰ σύγχρονα δεδομένα ἡ ἀποταμίευση τῶν χρημάτων στὶς Τράπεζες θεωρεῖται κάτι τὸ ἀπαραίτητο καὶ ὁ τόκος δίκαιος καὶ νόμιμος. Δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀρνηθῇ μιὰ τέτοια λελογισμένη δυνατότητα, ἰδίως γιὰ τοὺς οἰκογενειάρχες, ἀλλὰ τὸ κρίσιμο θέμα εἶναι ὅτι ἡ ἀποταμίευση ὅταν ἐντάσσεται μέσα στὴν προοπτικὴ τοῦ πάθους τῆς φιλοκτημοσύνης καὶ τῆς φιλαργυρίας, καὶ μάλιστα ὅταν ἀναστέλλεται ἡ ἐλεημοσύνη καὶ ἡ φιλανθρωπία, καθὼς ἐπίσης ὅταν στηρίζεται ἡ ἐλπίδα τοῦ ἀνθρώπου στὰ χρήματα, καὶ ἀποβάλλεται ἡ πίστη στὴν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ, τότε αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ δικαιωθῇ ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἠθική.

Γενικά, δὲν πρέπει νὰ αὐξάνουμε τὶς ἀνάγκες μας, δὲν πρέπει νὰ ἐπιδιώκουμε νὰ ζοῦμε πλουσιαπάροχα, ὥστε νὰ μὴν ἐξαναγκαζόμαστε νὰ δανειζόμαστε χρήματα, γιατί ἔτσι χάνουμε τὴν ἐλευθερία μας. Ἡ ὀλιγαρκὴς ζωὴ εἶναι μιὰ ἀξιοπρεπὴς ζωή. Ἄλλωστε, πτωχὸς δὲν εἶναι ἐκεῖνος ποῦ δὲν ἔχει χρήματα, ἀλλὰ κυρίως ἐκεῖνος ποῦ δημιουργεῖ τὴν ἀνάγκη τῶν πολλῶν ἀναγκῶν καὶ ἐξαναγκάζεται νὰ δανείζεται ἀπὸ Τράπεζες καὶ ἀπὸ ἀνθρώπους, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ χάνη τὴν ἐλευθερία του. Ἔρχονται συχνὰ στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη ἄνθρωποι ποῦ ἔχασαν τὶς περιουσίες τους, τὰ σπίτια τοὺς ἀπὸ τέτοιους δανεισμούς.

Ἡ ἀσκητικὴ ζωή, ποῦ συνίσταται καὶ στὴν ἀποφυγὴ τῆς πολυτέλειας καὶ τῆς εὐδαιμονίας μπορεῖ νὰ μᾶς ὠφελήση καὶ στὸ θέμα αὐτό, γιὰ νὰ διαφυλάττουμε τὴν πνευματική μας ἐλευθερία καὶ τὴν ἀνεξαρτησία μας ἀπὸ καταστάσεις ποῦ μᾶς ὑποδουλώνουν κυριολεκτικά. Σὲ μιὰ καπιταλιστικὴ κοινωνία ποῦ ὅλοι ζοὺν μὲ τὸ ὄνειρο τοῦ χρήματος καὶ τὰ τηλεοπτικὰ παιχνίδια, καθὼς ἐπίσης ἐκεῖ ἀποβλέπουν καὶ τὰ ποικίλης φύσεως λαχεῖα, ἔχουμε καθῆκον νὰ ζοῦμε ἀσκητικὰ καὶ νὰ ἐργαζόμαστε τίμια καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἐφαρμόζουμε τὸν εὐαγγελικὸ λόγο. Καὶ πάντοτε ὁ νοὺς μᾶς πρέπει νὰ εἶναι ἐστραμμένος στὴν προπτωτικὴ ζωὴ τῶν Πρωτοπλάστων καὶ τὴν ἐσχατολογικὴ ζωή, νὰ ἀποβλέπουμε, κατὰ τὸν λόγο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ὄχι στὴν μετέπειτα διαίρεση, ἀλλὰ στὴν ἀρχικὴ ἰσονομία-ἰσότητα.–

  • Προβολές: 2758