Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Μηνός: 26 Μάρτυρες Ἱερᾶς Μονῆς Ζωγράφου, 10 Ὀκτωβρίου

Πρωτοπρεσβύτερου π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα

Οἱ παπικοί, οἱ ὁποῖοι δὲν ἔπαυσαν ποτὲ νὰ ἀγωνίζονται γιὰ νὰ ὑποτάξουν τοὺς Ὀρθοδόξους κάτω ἀπὸ τὴν κυριαρχία τοῦ Πάπα, πῆγαν στὸ Ἅγιον Ὅρος τὸ 1274 μ. Χ. καὶ ἐπιδόθηκαν στὸν ἀγῶνα νὰ ἐπιβάλουν τὸν παπισμὸ μὲ κάθε τρόπο, ἐπειδὴ «ὁ πάπας ἤθελε νὰ ὑποτάξη τὴν Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία καὶ νὰ πραγματοποιήση τὸ μεγάλο ὄνειρο τῆς παποσύνης, μιὰ Ἐκκλησία κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ πάπα» (Νῖκος Ζαχαρόπουλος). Οἱ μοναχοὶ τοῦ Ἁγίου Ὅρους, παρὰ τὶς ἔντονες πιέσεις καὶ τὰ βασανιστήρια, ἔμειναν σταθεροὶ στὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Δυστυχῶς, ὅμως, οἱ Μονὲς Μεγίστης Λαύρας καὶ Ξηροποτάμου ὑπέκυψαν στὶς ἀπειλὲς καὶ ὑποτάχθηκαν στὸν Πάπα. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἔκανε τοὺς παπικοὺς νὰ πιστεύσουν ὅτι θὰ μπορούσουν νὰ ἐπεκτείνουν τὴν κυριαρχία τους σὲ ὅλο τὸ Ἅγιον Ὅρος.

Ἱερὰ Μονὴ Ζωγράφου

Ἑπόμενος στόχος τους ἦταν ἡ Ἱερὰ Μονὴ Ζωγράφου κοντὰ στὴν ὁποῖα ἀγωνιζόταν κάποιος μοναχός, ποὺ εἶχε τὴν εὐλογημένη συνήθεια νὰ διαβάζη καθημερινά, μπροστὰ στὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, τὸν Ἀκάθιστο ὕμνο. Κάποια μέρα, μόλις ὁ μοναχὸς εἶπε τὸ «Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε», ἄκουσε τὴν Παναγία νὰ τοῦ λέγη: «χαῖρε καὶ σὺ δοῦλε τοῦ Θεοῦ» καί, στὴν συνέχεια, τοῦ ἀνήγγειλε ὅτι οἱ παπικοὶ κατευθύνονται στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ζωγράφου καὶ τὸν προέτρεψε νὰ εἰδοποιήση τοὺς μοναχούς. Τότε, κάποιοι μοναχοὶ σκορπίσθηκαν καὶ κρύφθηκαν στὸ βουνό. Εἰκοσιέξι, ὅμως, μοναχοί, μαζὶ μὲ τὸν ἡγούμενο, συγκεντρώθηκαν στὸν πύργο τῆς Μονῆς. Οἱ παπικοὶ προσπάθησαν, πρῶτα μὲ κολακεῖες καὶ ὕστερα μὲ ἀπειλές, νὰ τοὺς πείσουν νὰ ἀνοίξουν τὴν Μονὴ καὶ νὰ συλλειτουργήσουν μαζὶ τοὺς καὶ ἐπειδὴ ἐκεῖνοι ἀρνήθηκαν νὰ τὸ πράξουν, τοὺς ἔκαψαν ζωντανούς.

Στὴν συνέχεια, θὰ τονισθοῦν, μὲ συντομία, τὰ ἀκόλουθα:

Πρῶτον. Ἡ Μία, Ἁγία Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία ποὺ ὁμολογοῦμε στὸ Σύμβολο τῆς πίστεως, εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ ὁποία παρέλαβε τὴν πίστη, ὅπως τὴν ἀπεκάλυψε ὁ Χριστὸς καὶ τὴν παρέδωσαν οἱ Ἀπόστολοι, καὶ διὰ τῶν πραγματικῶν μελῶν της, τῶν Ἁγίων, τὴν διαφυλάσσει ἀνόθευτη. Οἱ ἅγιοι, ἐπειδὴ ἔφθασαν στὴν θέωση καὶ γνωρίζουν ἐμπειρικὰ τὸν Θεὸ μποροῦν νὰ διακρίνουν τὸ κτιστὸ ἀπὸ τὸ ἄκτιστο, τὴν ἀλήθεια ἀπὸ τὴν πλάνη, τὸ θεϊκὸ ἀπὸ τὸ δαιμονικό. Ἐπίσης, γνωρίζουν πολὺ καλὰ ὅτι, ὅταν ἀλλοιώνεται ἡ πίστη ἀλλοιώνεται καὶ ὁ τρόπος ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, χάνεται ἡ μέθοδος θεραπείας του ἀπὸ τὰ πάθη καὶ διακυβεύεται ἡ σωτηρία του.

Μέλη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἦσαν καὶ οἱ λατινόφωνοι κάτοικοι τοῦ δυτικοῦ τμήματος τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας (Βυζαντίου), «μέχρις ὅτου οἱ Φράγκοι κατέλαβαν διὰ τῆς βίας τὸ Πατριαρχεῖο Ρώμης καὶ ἐγκατέστησαν ὁριστικὰ δικό τους Πάπα (πιθανὸν ἀπὸ τὸ 1009 καὶ μετά). Μόνο τότε, ἀφοῦ δηλαδὴ ἀνέβηκε Φράγκος στὸν παπικὸ θρόνο, ἄρχισαν οἱ Πᾶπες νὰ ὑποστηρίζουν τὸ «Filioque» καὶ νὰ ἀντιπαρατίθενται στὴν Ὀρθοδοξία τῶν ὑπόλοιπων τεσσάρων Πατριαρχείων» (Ἀναστάσιος Φιλιππίδης).

Δὲν εἶναι τοῦ παρόντος ἡ ἀνάλυση τοῦ «Filioque» (καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ), δηλαδὴ ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ, καθὼς καὶ πολλῶν ἄλλων αἱρετικῶν δοξασιῶν ποὺ εἰσήγαγαν οἱ Φράγκοι, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀποσχισθοῦν ἀπὸ τὴν Μία, Ἁγία Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία. Αὐτὸ ποὺ μπορεῖ νὰ τονισθῇ ἐδῶ εἶναι ὅτι «ἡ αἱρετικὴ διδασκαλία τοῦ «Filioque» στηρίζεται σὲ μιὰ ἄλλη σοβαρότερη αἵρεση ποὺ διδάσκει ὅτι οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ εἶναι κτιστές. Ἀλλὰ γνωρίζουμε ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν διδασκαλία τῶν ἁγίων Πατέρων ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἄκτιστος καὶ ἑπομένως ἔχει ἄκτιστη οὐσία καὶ ἄκτιστες ἐνέργειες. Κτιστὴ οὐσία καὶ κτιστὴ ἐνέργεια ἔχουν τὰ κτίσματα, ἤτοι τὰ δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν οἱ ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ εἶναι κτιστές, αὐτὸ σημαίνει ὅτι καὶ ἡ οὐσία του εἶναι κτιστὴ καὶ γι’ αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ σώση τὸν ἄνθρωπο, ἀφοῦ τὸ κτιστὸ δὲν μπορεῖ νὰ σώση τὸ κτιστό. Τὸ κτιστὸ σώζεται ἀπὸ τὸ ἄκτιστο. Ὁ ἄκτιστος Θεὸς σώζει τὸν κτιστὸ ἄνθρωπο. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ἀνασκευάζοντας τὶς αἱρετικὲς δοξασίες τοῦ Βαρλαὰμ τονίζει ὅτι ὁ Θεὸς ἔχει ἄκτιστη οὐσία καὶ ἄκτιστες ἐνέργειες. Ὡς πρὸς τὴν οὐσία του εἶναι ἀμέθεκτος, εἶναι ὅμως μεθεκτὸς ὡς πρὸς τὶς ἄκτιστες ἐνέργειές του, ποὺ εἶναι ἡ Χάρη, ἡ σοφία, ἡ ἀγάπη, ἡ φιλανθρωπία, ἡ ἀγαθότης Τοῦ κ.λ.π.» (Ναυπάκτου Ἰερόθεος).

Ἐπίσης, ὅτι στὴν Δύση ἀλλοιώθηκε ἀπὸ τοὺς Φράγκους ἡ Ὀρθόδοξη διδασκαλία, χάθηκε ὁ ἡσυχαστικὸς τρόπος ζωῆς, ποὺ βιώνεται καὶ ἐκφράζεται ἀπὸ πολλοὺς Πατέρες τῆς Δύσεως, ὅπως εἶναι ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Διάλογος, Πάπας Ρώμης, κ. ἅ. καὶ ὁδηγεῖ στὴν κάθαρση τῆς καρδιᾶς ἀπὸ τὰ πάθη, τὸν φωτισμὸ τοῦ νοῦ καὶ τὴν θέωση. Ἀντικαταστάθηκε δὲ μὲ τὴν σχολαστικὴ θεολογία καὶ τὸν ἠθικισμό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ δημιουργοῦνται στοὺς ἀνθρώπους πολλὰ ἐσωτερικά-ὑπαρξιακὰ προβλήματα, τὰ ὁποῖα ἔχουν δυσμενεῖς ἐπιπτώσεις στὸ κοινωνικὸ σύνολο, ἀλλὰ καὶ στὸ φυσικὸ περιβάλλον.

Δεύτερον. Τὸ μαρτύριο συνδέεται ἄμεσα μὲ τὴν πνευματικὴ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου. Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἔφθασε στὴν θέωση, ἀπέκτησε τὴν τέλεια ἀγάπη καὶ εἶναι ἕτοιμος ἀνὰ πᾶσαν στιγμὴ νὰ θυσιάση καὶ τὴν ζωή του γιὰ Ἐκεῖνον, ὁ Ὁποῖος πρῶτος Αὐτὸς μᾶς ἀγάπησε. Καὶ γίνεται λόγος γιὰ τέλεια ἀγάπη, ἐπειδὴ ὑπάρχει «μικρὴ ἀγάπη, ὑπάρχει μέση, ὑπάρχει καὶ τέλεια. Ὅποιος φοβᾶται τὴν ἁμαρτία, αὐτὸς ἀγαπᾶ τὸν Θεό. Ὅποιος ἔχει κατάνυξη, αὐτὸς ἀγαπᾶ περισσότερο. Ὅποιος ἔχει στὴν ψυχή του Φὼς καὶ χαρά, αὐτὸς ἀγαπᾶ ἀκόμη περισσότερο. Καὶ ὅποιος ἔχει τὴν χάρη καὶ στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶμα, αὐτὸς ἔχει τὴν τέλεια ἀγάπη. Τέτοια χάρη ἔδινε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς μάρτυρες καὶ μὲ αὐτὴν ὑπέμεναν μὲ γενναιότητα ὅλους τοὺς πόνους» (Ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης).

Ὅταν μιλοῦμε γιὰ Ὀρθοδοξία πρέπει ταυτόχρονα νὰ κάνουμε λόγο καὶ γιὰ Ὀρθοπραξία, ἐπειδὴ ἡ Ὀρθοδοξία δὲν εἶναι ἰδεολογία, ἀλλὰ τρόπος ζωῆς καὶ μέθοδος θεραπείας ἀπὸ τὰ πάθη. Εἶναι συνεχὴς πορεία πρὸς τὴν θέωση, ποὺ εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας.

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 3193