Skip to main content

Ἡ πρώτη Ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης τὸ 1204 - Σχόλιο γιὰ τὸ βιβλίο τοῦ Γιώργου Καραμπελιᾶ «1204, ἡ διαμόρφωση τοῦ νεώτερου Ἑλληνισμοῦ»

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Τὸ βιβλίο τοῦ Γιώργου Καραμπελιᾶ «1204, ἡ διαμόρφωση τοῦ νεωτέρου Ἑλληνισμοῦ» εἶναι ἀρκετὰ ἐνδιαφέρον καὶ προξενεῖ τὴν προσοχὴ τοῦ ἀναγνώστη.

Η πρώτη Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 - Σχόλιο για το βιβλίο του Γιώργου Καραμπελιά «1204, η διαμόρφωση του νεώτερου Ελληνισμού»

Διάβασα σχεδὸν ὅλο τὸ βιβλίο, ἀνέγνωσα ὅμως προσεκτικότερα μερικὰ κεφάλαια ποὺ μὲ ἐνδιέφεραν ἰδιαίτερα, μεταξὺ τῶν ὁποίων τὸ κεφάλαιο «Φιλοσοφία καὶ ἡσυχία». Διεπίστωσα ὅτι μὲ κομβικὸ σημεῖο τὸ ἔτος 1204, κατὰ τὸ ὁποῖον ἔγινε ἡ πρώτη ἅλωση-καταστροφὴ τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Σταυροφόρους, κατὰ τὴν Δ Σταυροφορία, ἐξάγονται πολλὰ συμπεράσματα γιὰ τὴν μετέπειτα ἱστορία τῆς σύγχρονης ζωῆς.

Οὐσιαστικὰ τὸ βιβλίο αὐτὸ εἶναι τὸ πρῶτο τῆς τριλογίας, ἤτοι «τῆς τριμεροῦς ἱστορίας», μὲ τὰ ὁποῖα ἀσχολήθηκε καὶ θὰ ἀσχοληθῇ ὁ συγγραφεύς. Τὸ πρῶτο εἶναι τὸ παρὸν βιβλίο, τὸ δεύτερο θὰ εἶναι ὁ Διαφωτισμὸς (1700-1821) καὶ τὸ τρίτο «Ἡ Μεγάλη Ἰδέα» (1829-1922).

Θὰ ἤθελα νὰ παρουσιάσω μὲ συντομία τρία σημεῖα.

1. Χαρίσματα τοῦ συγγραφέως

Ὅταν μελετᾶ κανεὶς διάφορα φαινόμενα, ἰδεολογικά, πολιτικά, οἰκονομικά, ὅπως ὁ ἴδιος ὁ συγγραφεὺς γράφει, δὲν μπορεῖ νὰ τὰ ξεχωρίση ἀπὸ τοὺς ἐκφραστές τους. Τὸ ἴδιο ὅταν μελετᾶ κανεὶς ἕνα βιβλίο, δὲν μπορεῖ νὰ τὸ ἀποσυνδέση ἀπὸ τὸν συγγραφέα του. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὸ παρὸν βιβλίο.

Παρακολουθῶ ἐδῶ καὶ πολὺ καιρὸ τὴν πορεία καὶ τὴν ἐξέλιξη τῆς προσωπικότητος καὶ τῆς σκέψης τοῦ Γιώργου Καραμπελιᾶ. Ὁ ἴδιος πέρασε μέσα ἀπὸ ἐπαναστατικὲς ὁμάδες, δραστηριοποιήθηκε στὴν ἐναλλακτικὴ Ἀριστερά, συμμετεῖχε στὸν ἀντιδικτατορικὸ ἀγῶνα καὶ στὸν Μάη τοῦ '68 στὸ Παρίσι, ὑπῆρξε μέλος τῶν οἰκολόγων καὶ ἐναλλακτικῶν, δημιούργησε μὲ ἄλλους τὸ βιβλιοπωλεῖο καὶ τὶς ἐκδόσεις «Κομμούνα», ποὺ σήμερα ὀνομάζεται «Ἐναλλακτικὸ Βιβλιοπωλεῖο- Ἐκδόσεις», συμμετέχει στὴν συντακτικὴ Ἐπιτροπή του «Ἄρδην» καὶ στὴν συντακτικὴ Ἐπιτροπὴ τῆς 15μερης ἐφημερίδας «Ρήξη». Ὁπότε, μὲ τὰ δεδομένα αὐτὰ τὸ παρὸν βιβλίο ἀποτελεῖ ἕναν ἆθλο.

Ἀκόμη ὁ Γιῶργος Καραμπελιὰς ἔχει μεγάλα διανοητικὰ προσόντα, γερὸ μυαλό, ἰσχυρὴ κριτικὴ σκέψη καὶ καταπληκτικὴ διεισδυτικότητα. Ἐπίσης, παρατηρεῖ κανεὶς ὅτι γιὰ τὴν συγγραφὴ τοῦ βιβλίου αὐτοῦ ἔχει μελετήσει πολλὰ βιβλία, ἀπέκτησε γνώσεις πολλές, γι' αὐτὸ μπορεῖ νὰ πῇ κανεὶς ὅτι εἶναι ἕνα βιβλίο μὲ ἕναν πλοῦτο ἐγκυκλοπαιδικῶν-ἱστορικῶν γνώσεων καὶ τὸ σπουδαιότερο εἶναι ὅτι ἔχει μιὰ ἑνοποιοῦσα ἀρχή.

Ἐπὶ πλέον ὁ Γιῶργος Καραμπελιὰς ἔχει τόλμη, εἶναι ἕνας ρηξικέλευθος ἄνθρωπος. Κάνει ρήξεις στὴν ζωή του, στὶς σκέψεις του καὶ ἀναθεωρήσεις στὸν ἴδιο του τὸν ἑαυτό. Αὐτὸ προϋποθέτει ὄχι μόνον κριτική, ἀλλὰ καὶ ἐλεύθερη σκέψη. Στὸ παρὸν βιβλίο κάνει λόγο γιὰ «στρεβλώσεις ποὺ ἔχουν συσσωρευθεῖ ἐπὶ αἰῶνες» σχετικὰ μὲ τὴν βυζαντινὴ ἱστορία, σύμφωνα μὲ τὸ σχῆμα Γίββων (Gibon) καὶ Βολταῖρος ποὺ ἐνστερνίστηκε ἐν πολλοῖς ὁ Κοραῆς καὶ ὁ ἑλληνικὸς κλασσικισμός, γιὰ «ἀσύγγνωστες πλάνες μου (μᾶς)» σχετικὰ μὲ τὸ Βυζάντιο, γιὰ τὶς ἀποσιωπήσεις τῶν ἱστορικῶν, γιὰ ὑποτίμηση τοῦ Βυζαντίου ἀπὸ Ἕλληνες διανοούμενους, γιὰ τὴν ἀπέχθεια αὐτῶν ποὺ προέρχονται ἀπὸ τὴν Ἀριστερὰ στὸν μεγαλοϊδεατισμό, γιὰ τὴν «πανίσχυρη βυζαντινὴ προκατάληψη τῆς μεταπολίτευσης» κλπ.

Ὁ συγγραφέας σαφέστατα παρατηρεῖ ὅτι τὸ Βυζάντιο «ἀκόμη καὶ τὴν τελευταία περίοδο, παρ' ὅλο ποὺ εἶχε ἀρχίσει νὰ ὑστερεῖ στὶς οἰκονομικὲς ἐπιδόσεις καὶ τὴν τεχνολογία, προηγεῖτο στὴν "κοινωνικὴ πολιτικὴ" ἔναντι τῆς Δύσης, τὸ ἐπίπεδο τοῦ "πολιτισμοῦ" ἦταν ὑψηλότερο, ἐνῷ ἡ κοινωνία εἶχε ἀρχίσει νὰ μετεξελίσσεται εἰς βάθος». Μάλιστα, ἀφοῦ ἀναφέρεται σὲ παλαιότερες ἀποσπασματικὲς καὶ διαστρεβλωτικὲς ἀπόψεις τῆς Ἀριστερᾶς, καταλήγει: «Τὸ Βυζάντιο, στὴν ἀκεραιότητά του, ὑπῆρξε ταυτόχρονα ἔκφραση τῆς ὀρθόδοξης πνευματικότητας, συνεχιστὴς τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ, πρωτοπόρο στὴν "Ἀναγέννηση" τῶν νέων χρόνων καί –μετὰ τὸν 11ο ἡ τὸν 12ο αἰῶνα– πρώτη πολιτισμικὴ καὶ πολιτειακὴ ἔκφραση τοῦ νέου ἑλληνισμοῦ».

2. Ἡ σημασία τῆς ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸ 1204

Ἡ βασικὴ σκέψη τοῦ συγγραφέως, ὅπως φαίνεται καὶ στὸν τίτλο τοῦ βιβλίου, εἶναι ἡ μεγάλη σημασία τοῦ ἔτους 1204 γιὰ τὴν διαμόρφωση τοῦ νεωτέρου ἑλληνισμοῦ. Πρόκειται γιὰ μιὰ συμβολικὴ ἀφετηρία, ἀπὸ τὴν ἄποψη ὅτι προηγήθηκαν τοῦ ἔτους αὐτοῦ διάφορες γονιμοποιήσεις, ἀλλὰ καὶ ἀκολούθησαν ἄλλα γεγονότα.

Εἶναι γνωστὸν ὅτι ἡ παλαιότερη «διαφωτιστικὴ» ἄποψη τῶν διανοουμένων ποὺ χαρακτηριζόταν, ὡς φιλοδυτική, ὑποστήριζε ὅτι τὸ ὁρόσημο γιὰ τὴν γένεση τοῦ νεοελληνικοῦ Κράτους ἦταν τὸ 1453, ἐνῷ ἡ νεώτερη γενιὰ διανοουμένων μεταθέτει αὐτὸ τὸ ὁρόσημο στὴν περίοδο μετὰ τὸ 1821. Ὁ Γιῶργος Καραμπελιὰς προχωρεῖ πιὸ πέρα ἀπὸ τὶς ἀπόψεις αὐτὲς γιὰ νὰ τονίση ὅτι τὸ ὁρόσημο αὐτὸ πρέπει νὰ προσδιορισθῇ τὸ ἔτος 1204, ὅσα προηγήθηκαν αὐτοῦ καὶ ὅσα ἀκολούθησαν.

Βέβαια ὁ ὅρος «νεοέλληνας» - «νέος ἕλληνας» πρώτη φορὰ ἀναφέρεται σὲ βιβλίο τὸ 1675 ποὺ τυπώθηκε στὴν Βενετία ἀπὸ τὸν Ἱερέα Γεώργιο Κονταρὴ καὶ χρησιμοποιήθηκε κυρίως μὲ τὴν ἵδρυση τοῦ ἑλληνικοῦ Κράτους, μετὰ τὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, σὲ μιὰ προσπάθεια χειραφετήσεως τοῦ νέου ἑλληνισμοῦ ἀπὸ τὴν ἀρχαιοελληνικὴ καὶ ρωμαίϊκη παράδοση. Ὁ Γιῶργος Καραμπελιὰς γνωρίζει αὐτὴν τὴν πραγματικότητα, γι' αὐτὸ χρησιμοποίησε τὸν ὅρο «νεώτερο Ἑλληνισμό», ὅπως θὰ λέγαμε ἀρχαία ἐποχή, μέση καὶ νεώτερη.

Πάντως οἱ λόγοι ποὺ ὁδήγησαν τὸν Γιῶργο Καραμπελιὰ σὲ αὐτὴν τὴν ἄποψη εἶναι πολλοί, ἤτοι ὅτι μὲ τὴν ἐπιθετικὴ ἐμφάνιση τῶν Δυτικῶν «ὁλοκληρώνεται ἡ συνείδηση τῆς διαφορετικότητας καὶ τῆς ἑνότητας τῶν βυζαντινῶν Ἑλλήνων», «οἱ ἄρχουσες τάξεις» τοῦ Κράτους προσεγγίζουν «τὴν ἑλληνικὴ ταυτότητα τῶν λαϊκῶν στρωμάτων», μετὰ τὴν πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸ 1204 δημιουργοῦνται «πολλὲς ἑστίες ἀντίστασης» καὶ ἑπομένως αὐτὸ ἀποτελεῖ «καὶ τὴν ὁριστικὴ ἐπιβεβαίωση τῆς ἀναδύσεως τοῦ νεωτέρου ἑλληνισμοῦ», ἀπὸ τὴν περίοδο ἐκείνη καὶ μετὰ τὸ 1054 ἐπῆλθε «ὁριστικὴ ρήξη τῆς Ὀρθοδοξίας μὲ τοὺς Δυτικούς», ὅτι ἀκόμη παρατηρεῖται μιὰ στροφὴ στοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀναπτυχθῇ ἡ μεγάλη «παλαιολόγεια Ἀναγέννηση», «στὰ γράμματα καὶ τὶς τέχνες».

Ἐπὶ πλέον τὸ ἔτος 1204 ὑπῆρξε καὶ σημαντικὸ γιὰ τὴν Δύση, γιατί μὲ τὶς ληστρικὲς ἁρπαγὲς τῶν Σταυροφόρων συσσωρεύθηκαν διάφορα ὑλικὰ κεφάλαια στὴν Δύση. Αὐτὸ θὰ συντελέση στὴν «ἀνάπτυξη τοῦ βιομηχανικοῦ καπιταλισμοῦ ὁρισμένους αἰῶνες ἀργότερα». Οἱ ἰταλικὲς πόλεις Βενετία καὶ Γένουα καὶ οἱ Φράγκοι θὰ ἀπομυζήσουν τὸν βυζαντινὸ χῶρο καὶ τὶς ἀραβικὲς περιοχές. «Ἡ πρώτη σύγχρονη ἀποικιοκρατικὴ αὐτοκρατορία, ἡ Βενετία, θὰ δημιουργηθεῖ λεηλατῶντας τὰ ἑλληνικὰ ἐδάφη», τὸ ἴδιο θὰ γίνη καὶ μὲ τὴν Γένουα. Μὲ «τὸ ἔμβλημα τοῦ ἱεροῦ πολέμου» ὁλόκληρη ἡ Δύση, Ἰταλοὶ καὶ Φράγκοι, Νορμανδοὶ καὶ Ἄγγλοι, Ἱσπανοὶ καὶ Καταλανοί, Ναβαρραῖοι, Λατῖνοι κληρικοὶ καὶ μοναχοί, θὰ κάνουν αὐτὴν «τὴν πρώτη μεγάλη ἀποικιακὴ ἐξόρμηση». Παρατηροῦνται «ληστεία καὶ ἁρπαγή», «φεουδαλικὴ κατάτμηση καὶ ἐκμετάλλευση τῶν ἀγροτῶν». Παρὰ τὸ ὅτι ὅλοι αὐτοὶ ἔχουν ἀντιθέσεις μεταξύ τους «ὡς πρὸς τὶς διανομὲς τῆς λείας, θὰ μείνουν συνασπισμένοι ὡς τὸ τέλος, ἀπέναντι στοὺς "αἱρετικοὺς" Ὀρθοδόξους, σὲ μιὰ πρώτη "πειραματικὴ" ἐκδοχὴ ἰμπεριαλιστικῆς συμμαχίας». Ἑπομένως, «ἡ συγκρότηση τῆς Εὐρωπαϊκῆς Δύσης εἶχε ὡς πρῶτο ἱστορικὸ ἀναβαθμὸ τὴν ὑποταγὴ καὶ τὴν λεηλασία τῆς εὐρωπαϊκῆς Ἀνατολῆς».

Ἡ μεγάλη σημασία τῆς ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως τοῦ 1204, ὅπως τὴν παρουσιάζουν πολλοί, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ὁ χρονικογράφος Νικήτας Χωνιάτης, τόσο γιὰ τὴν Ἀνατολὴ ὅσο καὶ γιὰ τὴν Δύση, συνετέλεσε ὥστε νὰ ἐπιχειρηθῇ ἡ ἀποσιώπησή της. Ὅλοι ὁμιλοῦν γιὰ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸ 1453 ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανούς, ἀπὸ τὴν ὁποία ἄρχισε ἐπισήμως ἡ Τουρκοκρατία, καὶ σχεδὸν ἀποσιωπᾶται ἡ ἅλωση (πρώτη) κατὰ τὸ ἔτος 1204 ἀπὸ τοὺς Δυτικούς, ποὺ ὑπῆρξε πιὸ σημαντικὴ καὶ τραγική. Κατὰ τὸν συγγραφέα «αὐτὴ ἡ παρασιώπηση συνεπάγεται τὴν ἀπόκρυψη τῶν ἀποικιακοῦ τύπου σχέσεων ποὺ ἐγκαθιδρύθηκαν ἔκτοτε ἀνάμεσα στοὺς Δυτικοὺς κατακτητὲς καὶ τοὺς Ἕλληνες τοῦ ὕστερου Βυζαντίου, παραχαράσσοντας, ἐπὶ πλέον, τὴν ἴδια τήν παγκόσμια ἱστορία, εἰδικότερα στὸ ἀποφασιστικὸ κεφάλαιο ποὺ ἀφορᾶ στὴν ἀποικιοκρατικὴ συγκρότηση τῆς Δύσης».

Καὶ πρὶν τὸ 1204 τὸ Βυζαντινὸ Κράτος μὲ τὶς λεγόμενες «διομολογήσεις στοὺς ξένους ἐμπόρους» ἀποτελοῦσε μιὰ «ἡμι-ἀποικία», ἀλλὰ τὸ ἔτος αὐτὸ μὲ τὴν πρώτη ἅλωση παίχτηκε «ἡ τελευταία πράξη τοῦ δράματος». Μετὰ τὴν ἀνάκτηση τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸ 1261 δὲν μπόρεσε αὐτὴ ποτὲ νὰ ὀρθοποδήση, ὁπότε μοιραῖα ἐπῆλθε τὸ τέλος κατὰ τὸ 1453.

Πράγματι, «ἡ Φραγκοκρατία στὴν Ἑλλάδα ἀποτέλεσε κυριολεκτικῶς μιὰ σπουδὴ ἀποικιοκρατίας». Τὴν περίοδο αὐτὴ γίνεται μιὰ ἄμεση ἐκμετάλλευση, ὁ πλοῦτος συγκεντρώνεται «στὰ χέρια τῶν Φράγκων φεουδαρχῶν καὶ τῶν Ἰταλῶν ἐμπόρων», «πραγματοποιεῖται ἐποικισμὸς μὲ τὴν μεταφορὰ ἐποίκων ἀπὸ τὶς "μητροπόλεις" τῆς Δύσης στὰ κατακτημένα ἐδάφη», «ἐπιχειρεῖται νὰ ἐπιβληθεῖ στοὺς κατακτημένους ἡ θρησκεία καὶ ἡ γλῶσσα τῶν κατακτητῶν, ἐνῷ καταστρέφονται τὰ ἐπιτεύγματα τοῦ πολιτισμοῦ τους –λεηλασία μνημείων, καταστροφὴ χειρογράφων κ.ο.κ».

Φυσικά, στὴν ἀποικιακὴ αὐτὴ ἐπιδρομὴ τῆς Δύσεως στὴν ἀνατολή, ποὺ εἶναι πρῶτα οἰκονομικὴ καὶ ἔπειτα ἐδαφική, παρατηρεῖται «ἡ ἰδιοπροσωπία τοῦ νεωτέρου ἑλληνισμοῦ ὡς ἀντιστασιακῆς ἐθνικῆς ταυτότητας». Στὸ βιβλίο αὐτὸ ποὺ μελετᾶμε περιγράφονται πολλὲς τέτοιες ἀντιστάσεις καὶ ἐπαναστατικὰ κινήματα.

Γενικὰ τὸ 1204, κατὰ τὸν συγγραφέα, εἶναι ἡ στιγμὴ «τῆς παραδειγματικῆς γένεσης τῆς νεώτερης ταυτότητάς μας, ἡ ὁποία εἶναι ταυτόχρονα καὶ ἡ πράξη τῆς γένεσης μιᾶς κατακτητικῆς ληστρικῆς Εὐρώπης».

Ὁ Γιῶργος Καραμπελιὰς παρατηρεῖ ὅτι καὶ σήμερα ὡς Κράτος βρισκόμαστε σὲ παράλληλη ἐποχή, ἀφοῦ σύγχρονα γεγονότα (ἀπὸ Ἀνατολὴ καὶ Δύση) μᾶς ἀπειλοῦν «μὲ σύνθλιψη», καὶ ἐρωτᾶ: «Ἡ Δύση, στὴν κυρίαρχη σήμερα ἀτλαντικὴ ἐκδοχή της, εἶναι ἄραγε διατεθειμένη νὰ "προστατεύσει" ἤ θέλει νὰ μᾶς "προσφέρει" ὡς ἀντάλλαγμα γιὰ τὴν "ἐξημέρωση" τῆς τουρκικῆς "Ἀνατολῆς", ὅπως εἶχε κάνει καὶ τότε;». Καὶ προσφέροντας μιὰ θετικὴ πρόταση γράφει ὅτι «ἡ Εὐρώπη εἶναι ὑποχρεωμένη νὰ μετακινηθῇ "ἀνατολικότερα" καὶ νὰ συναντήσει τὴν βυζαντινή της καταγωγὴ ποὺ ὄχι ἁπλῶς ἔχει ἀποκρύψει, ἀλλὰ καὶ τὴν εἶχε βίαια ποδοπατήσει».

Τὸ βιβλίο «1204, ἡ διαμόρφωση τοῦ νεώτερου Ἑλληνισμοῦ» διαιρεῖται σὲ ἕξι μεγάλες ἑνότητες. Ἡ πρώτη ἑνότητα ἔχει τίτλο «Βυζαντινὴ πραγματικότητα» καὶ ἀναφέρεται στὸ Βυζάντιο καὶ στὴν ἱστορία του, τὴν παιδεία, τὴν κοινωνία, τὴν οἰκονομία, τὸ δίκαιο, τὴν πρόνοια, τὴν ἰατρική, τὴν τέχνη κλπ.

Ἡ δεύτερη ἑνότητα ἔχει τίτλο «Πρόκληση καὶ Ἐπανάσταση» καὶ ἀναφέρεται στὴν πρώτη ἅλωση, τὶς ἐσωτερικὲς ἀντιθέσεις καὶ ἐξωτερικὲς ἐπιβουλές, τὴν Φραγκοκρατία, τὴν Τουρκοκρατία, τὴν σχέση τῶν Βυζαντινῶν μὲ τοὺς Λατίνους καὶ τοὺς Τούρκους, τὸ κίνημα τῶν ζηλωτῶν, τὴν στροφὴ στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα κλπ.

Ἡ τρίτη ἑνότητα ἔχει τίτλο «Μιὰ ἑλληνικὴ ἀναγέννηση» στὴν ὁποία γίνεται λόγος γιὰ μιὰ ἀναγέννηση ποὺ γίνεται μὲ τὴν λογοτεχνία, τὸ λόγιο μυθιστόρημα, τὸν ἔρωτα καὶ τὴν σάτιρα, τὴν ἐρωτικὴ καὶ σατιρικὴ ποίηση, τὴν λογιότητα, τὸ γλωσσικὸ ζήτημα, τὴν αἰσθητικὴ τῶν εἰκόνων.

Ἡ τέταρτη ἑνότητα ἔχει τίτλο «Φιλοσοφία καὶ ἡσυχία» στὴν ὁποία ἐπιχειρεῖται μιὰ παρουσίαση τῶν φιλοσόφων καὶ τῶν ἡσυχαστῶν, ποὺ ἔζησαν καὶ ἔδρασαν τὴν περίοδο πρὶν τὴν δεύτερη ἅλωση τοῦ 1453.

Ἡ πέμπτη ἑνότητα ἔχει τίτλο «Τὸ Βυζάντιο μετὰ τὸ Βυζάντιο» καὶ ἐκθέτει ὅλη τὴν ζωὴ τοῦ Ἑλληνισμοῦ μετὰ τὴν τελικὴ πτώση τῆς Κωνσταντινουπόλεως.

Ἡ ἕκτη ἑνότητα ἔχει τίτλο «Χρονολόγιο-βιβλιογραφία-εὑρετήριο» καὶ δίδει ἐνδιαφέρουσες πληροφορίες γιὰ τὴν ἔρευνα τὴν ὁποία ἔχει κάνει.

Στὸ τέλος τοῦ βιβλίου παρουσιάζονται χάρτες καὶ εἰκόνες ποὺ συμπληρώνουν τὴν συγκρότησή του.

Διαβάζοντας τὸ βιβλίο τοῦ Γιώργου Καραμπελιὰ ἐντόπισα τὴν σκέψη του ποὺ προκάλεσε τὸ ἐνδιαφέρον μου, στὴν ὁποία κάνει λόγο γιὰ τὴν μεγάλη ἀναγέννηση ποὺ ἄρχισε τὸν 19ο αἰῶνα μετὰ τὴν κατασυκοφάντηση τοῦ Βυζαντίου, ἐνῷ τὸ Βυζάντιο παρουσιάσθηκε ὡς «Κιβωτὸς τοῦ Ἑλληνισμοῦ καὶ ὡς ἐκφραστὴς ἑνὸς πρωτότυπου πολιτισμοῦ» ἀπὸ πλευρᾶς φιλολογίας, λαογραφίας, ἱστοριογραφίας, ἱστοριογραφίας τῆς ἰατρικῆς, νομικῆς ἐπιστήμης, ἱστορίας τῆς τέχνης, ἐπιστήμης φιλοσοφίας, βυζαντινῆς θεολογίας.

3. «Φιλοσοφία καὶ ἡσυχία»

Ὅπως προανέφερα, καίτοι διάβασα σχεδὸν ὅλο τὸ βιβλίο, ἀνέγνωσα προσεκτικὰ τὸ 4ο κεφάλαιό του μὲ τίτλο «Φιλοσοφία καὶ ἡσυχία».

Ὁ λόγος ποὺ μὲ προακάλεσε εἶναι ὅτι ὅταν ἔχω μπροστά μου ἕνα βιβλίο καὶ παρατηρῶ τα περιεχόμενά του, κατ' ἀρχὰς ἀνατρέχω στὸ κεφάλαιο ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο μὲ ἐνδιαφέρει καὶ γιὰ τὸ ὁποῖο ἔχω ἀσχοληθῇ. Ἐκεῖ ἀκριβῶς προσπαθῶ νὰ διερευνήσω κατὰ πόσον ὁ συγγραφεὺς ἔχει μελετήσει τὰ θέματα καὶ διακρίνεται ἀπὸ μιὰ σοβαρότητα καὶ ἀντικειμενικότητα. Ὅταν γνωρίζη κανεὶς καλὰ ἕνα θέμα, τότε μπορεῖ νὰ «παλέψη» –νὰ ἐκτιμήση θετικὰ ἡ ἀρνητικά– μὲ τὸν συγγραφέα ποὺ ἀσχολεῖται μὲ τὸ ἴδιο θέμα.

Ἐδῶ καὶ 40 περίπου χρόνια ἔχω ἀσχοληθῇ μὲ τὴν περίοδο τοῦ 14ου αἰῶνος, δηλαδὴ μεταξὺ τῆς πρώτης ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Φράγκους (1204) καὶ τῆς δεύτερης ἁλώσεως ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανοὺς (1453). Ἰδιαιτέρως ἀσχολήθηκα μὲ τὴν περίοδο ποὺ ἔζησε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς καὶ μὲ ὅλο τὸ κίνημα τοῦ λεγομένου ἡσυχασμοῦ ποὺ ἀναπτύχθηκε τὴν περίοδο ἐκείνη. Ἔτσι, ἐξέδωσα πολλὰ βιβλία γύρω ἀπὸ αὐτὸ τὸ θέμα καὶ μελέτησα ὅλη σχεδὸν τὴν βιβλιογραφία.

Ἀκριβῶς αὐτὸ μὲ ἔκανε νὰ ἀνατρέξω στὸ κεφάλαιο τοῦ βιβλίου τοῦ Γιώργου Καραμπελιά, στὸ ὁποῖο κάνει λόγο γιὰ τὴν φιλοσοφία καὶ τὸν ἡσυχασμό. Καίτοι φαίνεται ὅτι ὁ συγγραφέας δὲν ἔχει μελετήσει τὰ ἔργα μου, ἐν τούτοις ὅμως συμπίπτουμε. Διεπίστωσα ὅτι κάνει καλὴ χρήση τῶν πηγῶν, χωρὶς νὰ τὶς διαστρέφη. Μάλιστα βρῆκα καὶ μερικὲς λεπτομέρειες τὶς ὁποῖες δὲν γνώριζα μέχρι σήμερα, παρὰ τὸ ὅτι ἀσχολοῦμαι τόσα χρόνια μὲ τὸ θέμα αὐτό.

Βεβαίως, τὸ ἀλάθητο δὲν ἀνήκει στὰ κτιστὰ ὄντα καὶ στὸν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος εἶναι καὶ ἐθελότρεπτος. Ὅμως, ὁ συγγραφεὺς κάνει μιὰ πολὺ καλὴ ἀνάλυση.

Θὰ ἤθελα, ὡς πρὸς τὸ θέμα αὐτό, νὰ ὑπογραμμίσω τρία σημεῖα.

Τὸ πρῶτον εἶναι ὅτι παρουσιάζει τὸν βίο καὶ τὶς ἀπόψεις τῶν πρωταγωνιστῶν τοῦ 14ου αἰῶνος, δηλαδὴ τῶν φιλοσόφων καὶ τῶν ἡσυχαστῶν, κυρίως τοῦ Βαρλαὰμ καὶ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, καθὼς καὶ τῶν ὑποστηρικτῶν τους. Αὐτὸ τὸ κάνει μὲ σύντομη παρουσίαση, ἀλλ' ὅμως δὲν ἀστοχεῖ.

Τὸ δεύτερον εἶναι ὅτι παρουσιάζει τὰ ρεύματα τοῦ δυτικοῦ σχολαστικισμοῦ καὶ τοῦ ἀνατολικοῦ ἡσυχασμοῦ, καθὼς ἐπίσης καὶ τὰ βασικὰ γνωρίσματά τους.

Ὁ σχολαστικισμὸς τοῦ Βαρλαὰμ ὁδηγοῦσε στὴν νοησιαρχία, λογικοκρατία, ταυτίζοντας τὸ ratio μὲ τὸν λόγο, ἐνῷ ὁ ἡσυχασμὸς τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ ἦταν «θεολογία πραγμάτων καὶ ὄχι ἐννοιῶν ἡ ἰδεῶν, ποὺ ἔχει ὡς βάση τὴν θεοφάνεια, τὴν θέα τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ», διέκρινε τὸν λόγο ἀπὸ τὸν νοῦ. Μάλιστα δὲ ὁ ἡσυχασμὸς προετοίμασε τὸ γένος μας γιὰ νὰ ἀντιμετωπίση ὅλες τὶς δυσκολίες τῆς δουλείας στοὺς Ὀθωμανούς.

Τὸ τρίτο σημεῖο εἶναι ὅτι ἐκθέτει τὰ ἰδεολογικὰ ρεύματα μεταξὺ τῶν ἀριστοτελιστῶν καὶ τῶν πλατωνιστῶν ὄχι μόνον στὴν διαφορὰ μεταξὺ Ἀνατολῆς καὶ Δύσης, ἀλλὰ καὶ μεταξὺ τῶν ἐκπροσώπων τους μέσα στὸ Βυζαντινὸ κόσμο. Ἑπομένως, φαίνεται ἡ διείσδυση τοῦ σχολαστικισμοῦ στὸ Βυζάντιο, μὲ τὸν Βαρλαάμ, τὸν Δημήτριο Κυδώνη κλπ. καὶ διείσδυση τῶν Ἑνωτικῶν στὴν Δύση μὲ τὸν Βαρλαάμ, Βησσαρίωνα κλπ. ποὺ προκάλεσε καὶ τὴν Ἀναγέννηση.

Προσωπικὴ ἄποψη τοῦ Γιώργου Καραμπελιὰ εἶναι ὅτι στὶς διαμάχες μεταξὺ ἡσυχαστῶν καὶ σχολαστικῶν, ὕστερα ἀπὸ δυὸ ληστρικὲς ἁλώσεις, δὲν μπόρεσε νὰ ἐπιτευχθῇ μία δημιουργικὴ σύνθεση. Ἐνῷ ὁ ἑλληνικὸς κόσμος ἀποτελοῦσε τὸ πρότυπο τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Πολιτισμοῦ, ἀπὸ τὸ 1204 καὶ τὸ 1453 ἔπαυσε νὰ εἶναι. Ἡ Δύση θὰ ἐπανερμηνεύση τὴν ἑλληνικὴ σύνθεση καὶ θὰ δημιουργήση ἕνα «νέο πολιτισμικὸ πρόσταγμα», «πρὸς μιὰ χρησιμοθηρικὴ καὶ τεχνοκεντρικὴ κατεύθυνση». Ἔπειτα καὶ ὁ δικός μας ὑλικὸς πολιτισμός, ἐπιστήμη, τεχνολογία καὶ φιλοσοφία θὰ ἀκολουθήσουν αὐτὸ τὸ δυτικὸ ὑπόδειγμα.

Σήμερα ποὺ ἡ δυτικὴ ἡγεμονία βρίσκεται στὸ λυκόφως «καὶ τὸ δυτικὸ πρότυπο ἀναδεικνύει τὶς καταστροφικὲς ὄψεις τοῦ ἐγγελιακοῦ διαφωτισμοῦ στὸ ἱστορικό, οἰκολογικὸ καὶ ἀνθρωπολογικὸ πεδίο, ἀρχίζουμε νὰ ἀναρωτιόμαστε γιὰ τὴν νέα σύνθεση».

Βέβαια, τὴν σύνθεση τὴν βλέπει σὲ ἕνα πολιτικὸ καὶ πολιτιστικὸ ἐπίπεδο. Γι' αὐτὸ στὸ τέλος τοῦ βιβλίου ὡς πρόταση ἀναφέρεται στὴν καινούρια «Μεγάλη Ἰδέα» ποὺ εἶναι «ἡ σύνθεση ἀνάμεσα στὴν Ἀθηναϊκὴ Δημοκρατία καὶ τὸν "ἔνδοξό μας βυζαντινισμὸ" καὶ γράφει ὅτι μποροῦμε νὰ «νιώσουμε καὶ πάλι μιὰ ἰσότιμη συνιστῶσα» «σὲ ἕναν κόσμο ὅπου ἡ Μικρὰ Ἀσία θὰ εἶναι ἐπί τέλους δημοκρατικὴ καὶ κατὰ συνέπεια οἱ λαοὶ καὶ οἱ περιφέρειές της θὰ ἔχουν ἀνακτήσει τὸ δικαίωμα τῆς αὐτοέκφρασής τους, σὲ ἕναν κόσμο ὅπου οἱ βαλκανικοὶ λαοὶ θὰ ἔχουν ξεπεράσει τὶς διαμάχες τους καὶ τὸ ὅραμα τοῦ Ρήγα θὰ μπορεῖ νὰ γίνει πράξη, ὅπου ἡ παραγωγὴ θὰ ἔχει ἔρθει κοντὰ στοὺς ἀνθρώπους καὶ ὁ καταναλωτισμὸς θὰ ἔχει ὑποχωρήσει. Σὲ μιὰ Εὐρώπη, τέλος, ποὺ θὰ ἀνασυγκροτηθεῖ μὲ τὴν ἰσχυρὴ συμβολὴ τῆς ἑλληνικῆς καὶ σλαβικῆς-ὀρθόδοξης συνιστώσας καὶ ὅπου ἡ νοησιαρχικὴ ἀντίληψη τῆς κυριαρχίας θὰ ἔχει ὑποχωρήσει μπρὸς στὴν ἑλληνικὴ ἰσορροπία ὕλης καὶ πνεύματος. Μόνο σὲ ἕναν τέτοιο κόσμο, τὸ πρότυπο τῆς βυζαντινῆς πνευματικότητας, τῆς περιστολῆς τοῦ ἀχαλίνωτου κέρδους, τῆς κοινωνικῆς ἀλληλεγγύης, θὰ μποροῦσε καὶ πάλι, σὰν τὸν "μαρμαρωμένο βασιλιᾶ", νὰ ἀναστηθεῖ μὲ σύγχρονους ὅρους».

Πρέπει νὰ παρατηρήσω ὅτι ἡ σύνθεση αὐτὴ μεταξὺ ἑλληνικῆς φιλοσοφίας καὶ χριστιανικῆς σκέψεως ἔχει γίνει τὸν 4ο αἰῶνα ἀπὸ τὸν Μέγα Βασίλειο καὶ τοὺς Καππαδόκες Πατέρες στὰ ὀντολογικά, κοσμολογικὰ καὶ ἀνθρωπολογικὰ προβλήματα. Βεβαίως, μὲ ἀφετηρία τὴν προσπάθεια τῶν Πατέρων τοῦ 4ο αἰῶνος καὶ μέσα στὸ «πνεῦμα» τους μποροῦμε νὰ κάνουμε αὐτὴν τὴν σύνθεση μέσα στὰ σύγχρονα ρεύματα, τὰ ὁποῖα κινοῦνται στὶς ἴδιες προοπτικές. Βέβαια αὐτὴ ἡ σύνθεση δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιβληθῇ μὲ τὴν βία καὶ τὰ ὅπλα. Ὅμως ὁ Καραμπελιὰς βλέπει αὐτὴν τὴν σύνδεση σὲ πολιτικὸ καὶ πολιτιστικὸ ἐπίπεδο. Πράγματι αὐτὴ πρέπει νὰ εἶναι ἡ σύγχρονη Μεγάλη Ἰδέα τοῦ γένους μας.

Πάντως, τὸ βιβλίο τοῦ Γιώργου Καρπαμπελιὰ «1204, ἡ διαμόρφωση τοῦ νεωτέρου Ἑλληνισμοῦ» θέτει πολλοὺς προβληματισμούς, διάφορα ἐρωτήματα καὶ σημαντικὲς τοποθετήσεις. Μελετᾶ τὰ προβλήματα καὶ δημιουργεῖ προβληματισμό. Εἶναι ἕνα βιβλίο καταστάλαγμα ἔντονης μελέτης καὶ ἀνοίγει ἕναν δημιουργικὸ διάλογο.

Ἀναμένουμε καὶ τὰ ἄλλα δύο ἔργα τῆς τριλογίας, ἤτοι τὸ περὶ Διαφωτισμοῦ καὶ τὸ περὶ τῆς Μεγάλης Ἰδέας, γιὰ τὰ ὁποῖα μᾶς ἔχει ἤδη προϊδεάσει μὲ τὸ παρὸν βιβλίο.

Τὸν εὐχαριστῶ γιὰ τὶς ρήξεις του καὶ τὴν ἀπομάκρυνση ἀπὸ ἀγκυλώσεις, καθὼς ἐπίσης καὶ γιὰ τὸ ἄνοιγμα ἑνὸς γόνιμου διαλόγου.–

  • Προβολές: 3022