Ὁ Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας κυρὸς Θεόκλητος
Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου
Τὸν προηγούμενο μῆνα καὶ συγκεκριμένα στὶς 12-2-2007 ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης πρ. Ἀκαρνανίας κυρὸς Θεόκλητος καὶ τὴν ἑπομένη ἔγινε ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία στὸν Ἱερὸ Μητροπολιτικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος Μεσολογγίου.
Συμμετεῖχα στὴν ἐξόδιο ἀκολουθία μὲ βαθειὰ συγκίνηση, διότι συνδεόμουν πολὺ στενὰ μὲ τὸν ἀείμνηστο Ἱεράρχη καὶ ἐκτιμοῦσα τὰ χαρίσματά του καὶ τὸ ἐκκλησιαστικό του φρόνημα.
Ὅλοι ὅσοι τὸν γνώριζαν ἐντόπιζαν τὴν ἀφιλαργυρία του, τὴν προσεκτική του ζωή, τὴν λειτουργική του συνείδηση, τὴν καθαρότητα τοῦ βίου του, τὸ ἱεραποστολικό του φρόνημα καὶ τὶς ὀρθόδοξες πεποιθήσεις του. Τὸν διέκρινε τὸ ἀνεπίφθονο τῆς συμπεριφορᾶς του, ἡ ἀρετὴ τῆς ἁπλότητος καὶ ἡ καλογερική του βιοτή. Ζοῦσε ὡς ἕνας καλόγερος, λιτοδίαιτος καὶ εὐχάριστος, καὶ ἀκόμη ἦταν ἕνας ἀρχοντάνθρωπος, μέσα στὴν ἁπλότητά του. Γενικὰ ἦταν ἕνας «λεβέντης» Κληρικός, ὅπως τὸν χαρακτηρίζει ὁ κόσμος, καὶ ἡ ἐξωτερική του μορφὴ ἔδειχνε καὶ τὴν λεβέντικη ἐσωτερική του κατάσταση. Βεβαίως, τὰ ποιμαντικὰ καὶ διοικητικὰ καθήκοντα δὲν κάνουν τὸν Ἐπίσκοπο ἀποδεκτὸ ἀπὸ ὅλους, γιατί δὲν μπορεῖ νὰ ἱκανοποιῇ τοὺς πάντας καὶ πρέπει νὰ λάβη μερικὲς φορὲς καὶ δυσάρεστες ἀποφάσεις.
Τὸν γνώριζα ἀπὸ τὴν Ἀθήνα (1963-'64), ὅταν ἦταν Πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν καὶ Ἐφημέριος στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ Ἀθηνῶν. Ἤμουν τότε ὑποψήφιος στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ καὶ πρωτοετὴς φοιτητὴς καὶ προτιμοῦσα νὰ ἐκκλησιάζομαι στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ Ἀθηνῶν καὶ θαύμαζα τὸ παράστημά του καὶ τὴν ἀρχοντιά του. Ὅταν δὲ τὸ 1965 ἐξελέγη Μητροπολίτης Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας, σὲ μιὰ δύσκολη ἐκκλησιαστικὴ περίοδο, μακάρισα τοὺς Χριστιανοὺς τῆς Μητροπόλεως αὐτῆς, γιατί θὰ εἶχαν ἕναν τέτοιο Μητροπολίτη.
Ἀργότερα, ὅταν ἀπὸ τὸ 1969 βρέθηκα στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Ἐδέσσης, Πέλλης καὶ Ἀλμωπίας, τὸν γνώρισα καλύτερα, διότι ὁ Γέροντάς μου Μητροπολίτης Καλλίνικος, ὡς πρώην Πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱερᾶς Μητροπολέως Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας, πρὶν τὴν ἐκλογή του, μοῦ ἔλεγε πάρα πολλὰ θετικὰ γιὰ τὸ πρόσωπό του. Ἡ συχνὴ ἐπικοινωνία ποὺ εἴχαμε εἴτε στὴν Ἔδεσσα εἴτε στὸ Μεσολόγγι, αὔξαναν τὴν ἀγάπη μου καὶ τὸν σεβασμό μου πρὸς τὸ πρόσωπό του.
Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἀειμνήστου Καλλινίκου, αἰσθανόταν μιὰ ὑποχρέωση νὰ μὲ βοηθᾶ καὶ νὰ μὲ προστατεύη σὲ δύσκολες στιγμές. Ἡ ὑποχρέωση συνδεόταν μὲ τὸ ὅτι ἤμουν πνευματικὸ παιδὶ τοῦ ἀγαπητοῦ τοῦ Μητροπολίτου Καλλινίκου. Μὲ εἶχε καλέσει ἐπανειλημμένως στὴν Μητρόπολή του γιὰ ὁμιλίες καὶ θεῖες Λειτουργίες.
Γιὰ τὴν ἐκλογή μου στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου ἔπαιξε σημαντικὸ ρόλο καὶ ἀξιώθηκα νὰ παραλάβω τὴν Ἱερὰ Μητρόπολη ἀπὸ τὰ δικά του χέρια, ἀφοῦ αὐτός μου παρέδωσε τὴν πατερίτσα, ὡς τοποτηρητὴς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως. Εἴχαμε ἄριστη συνεργασία, μὲ ἀποκαλοῦσε «γείτονα», καὶ ἔλεγε μπροστὰ στὸν κόσμο ὅτι δὲν ὑπάρχουν ὅρια μεταξὺ τῶν δύο Μητροπόλεων: «Εἶναι ἕνας νομὸς καὶ μία Μητρόπολη μὲ δύο Μητροπολῖτες». Πολλὲς φορές μου ἔλεγε: «Νὰ πηγαίνης ὅπου θέλεις, χωρὶς νὰ μὲ ρωτᾶς». Φυσικά, ποτὲ δὲν τὸ ἔκανα, ἀλλὰ πάντοτε τὸν ρωτοῦσα καὶ λάμβανα τὴν εὐχή του. Ἀκόμη ἠχεῖ στὰ αὐτιά μου ἡ φωνή του, ὅταν μοῦ τηλεφωνοῦσε, ἄλλοτε λέγοντας: «Δεσπότη μου, τί κάνεις;» καὶ ἄλλοτε «Ἰερόθεε, γείτονα, τί γίνεσαι;». Αὐτὸς ἦταν ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖον ὅταν περνοῦσε δύσκολες καταστάσεις στὴν Ἱερὰ Μητρόπολή του καὶ ἐρχόταν τὸ θέμα στὴν Σύνοδο, τὸν ὑπερασπιζόμουν καὶ ἐκεῖνος ἐξέφραζε τὴν εὐγνωμοσύνη του.
Ἀπὸ τὴν πολυχρόνια ἐπικοινωνία μας, περίπου 43 χρόνια, ἔχω πολλὰ νὰ θυμοῦμαι. Στὴν συνέχεια θὰ παρουσιάσω μόνον τρία ἀπὸ αὐτά.
Τὸ πρῶτον ἔχει σχέση μὲ τὴν ἔκδοση τοῦ βιβλίου «Μαρτυρία ζωῆς» ποὺ εἶναι βιογραφία τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου μου Καλλινίκου.
Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Καλλινίκου ποὺ συνέβη τὸν Αὔγουστο τοῦ 1984, ἀποτύπωσα τὶς σκέψεις μου καὶ τὶς ἐντυπώσεις μου γιὰ τὴν προσωπικότητα τοῦ Καλλινίκου, καθὼς ἐπίσης συγκέντρωσα καὶ ὅ,τι εἶχε γραφῆ μετὰ τὴν κοίμησή του καὶ τὸ εἶχα δώσει στὸ τυπογραφεῖο γιὰ ἔκδοση. Μάλιστα ὑπῆρχαν Χριστιανοὶ ποὺ ἐπιχορήγησαν τὴν ἔκδοση αὐτή. Μετὰ τὴν ἐνθρόνιση στὴν Ἔδεσσα τοῦ νέου Μητροπολίτου, ἀειμνήστου τώρα κυροῦ Χρυσοστόμου, τὸν Νοέμβριο τοῦ 1984, τοῦ ἀνακοίνωσα τὸ γεγονὸς καὶ τοῦ ζήτησα ἂν ἤθελε νὰ προλογίση τὸ βιβλίο αὐτὸ γιὰ τὸν προκάτοχό του.
Αὐτὴ ἡ ἁπλὴ κίνησή μου ὑπῆρξε ἀφορμὴ γιὰ ἔναρξη μιᾶς ἐκκλησιαστικῆς περιπετείας μου. Μοῦ ἀπήντησε ἀπερίφραστα ὅτι δὲν ἐπιθυμεῖ νὰ δημοσιευθῇ ἕνα βιβλίο γιὰ τὸν προκάτοχό του. Ὅταν τοῦ εἶπα ὅτι εἶναι στὸ τυπογραφεῖο τὸ σχετικὸ κείμενο, σχεδὸν ἔχει τυπωθῇ καὶ ὅτι ἔχουν δώσει χρήματα Χριστιανοὶ γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτό, μοῦ εἶπε ὅτι θὰ προτιμοῦσε νὰ χαθοῦν τὰ χρήματα, παρὰ νὰ ἐκδοθῇ βιβλίο γιὰ τὸν Καλλίνικο. Καὶ μὲ προέτρεψε νὰ μὴ τὸ ἐκδώσω.
Ἔφυγα γιὰ τὸ σπίτι μου πολὺ στενοχωρημένος, ἀλλὰ ἀποφασισμένος νὰ σταματήσω τὴν ἔκδοση. Ἐπικοινώνησα μὲ τὸν ἀείμνηστο Ἀκαρνανίας Θεόκλητο γιὰ νὰ τοῦ πῶ τὸν πόνο μου καὶ νὰ ζητήσω τὴν συμβουλή του. Καὶ ἐκεῖνος λεβέντικα μοῦ ἀπήντησε: «Ἰερόθεε, μὴ στενοχωριέσαι. Θὰ γράψω ἐγὼ πρόλογο καὶ θὰ ἐκδώση τὸ βιβλίο αὐτὸ ἡ Ἱερὰ Μητρόπολή μου. Καὶ ἂς τολμήση ὁ Χρυσόστομος νὰ μοῦ ζητήση τὸν λόγο».
Πράγματι, ἔγραψε τὸν πρόλογο στὸν ὁποῖον ἀφοῦ ἐπαινεῖ τὸν ἀείμνηστο Καλλίνικο, τὸν πρώην Πρωτοσύγκελλό του, στὴν συνέχεια δικαιολογεῖ γιατί τὸ βιβλίο αὐτὸ ἐκδίδεται ἀπὸ τὴν Μητρόπολή του. Ἐπειδὴ τὸ βιβλίο αὐτὸ ἔχει ἐξαντληθῇ, γι' αὐτὸ καταγράφω ἐδῶ τὸν πρόλογο αὐτό, γιὰ νὰ φανῆ τὸ ἀνεπίφθονο τοῦ ἀειμνήστου Θεοκλήτου, ἀλλὰ καὶ ἡ λεβέντικη ἀντιμετώπισή του:
«"Ἐγκωμιαζομένων δικαίων εὐφρανθήσονται λαοὶ" (Παροιμ. κθ , 2)
Ὁ κατὰ τὸ παρελθὸν ἔτος (7-8-1984) ἐκδημήσας εἰς Κύριον Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καὶ Ἀλμωπίας μακαριστὸς Καλλίνικος (κατὰ κόσμον Δημήτριος Ποῦλος), εἶχε διπλοῦν δεσμὸν μετὰ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας. Ἦτο τέκνον της καί, ἐπὶ πολλὰ ἔτη, Ποιμήν της. Ἦτο τέκνον της, διότι ἐξ Αἰτωλίας κατήγετο καὶ εἰς αὐτὴν ἐγεννήθη. Ἂλλ’ ἦτο καὶ Ποιμήν της, καίτοι δὲν ἐχρημάτισεν Ἐπίσκοπός της. Ἦτο Ποιμήν της, ὄχι μόνον διότι γενικῶς ἡ ἰδιότης του Πρωτοσυγκέλλου, ὡς τοῦ ὑπ' ἀριθμ. 1 συνεργάτου τοῦ Ἐπισκόπου καὶ ἀντιπροσώπου αὐτοῦ, καθιστᾶ τὸν Πρωτοσύγκελλον εἶδος «συνεπισκόπου», ἀλλ’ εἰδικώτερον διότι ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Αἰτωλοακαρνανίας Ἰερόθεος, λόγῳ γήρατος, ἀλλὰ καὶ λόγῳ τῆς βαθυτάτης ἐκτιμήσεως τὴν ὁποίαν ἔτρεφε καὶ πρὸς τὸν χαρακτῆρα καὶ πρὸς τὰς ἱκανότητας τοῦ Πρωτοσυγκέλλου του, δηλαδὴ τοῦ τότε Ἀρχιμανδρίτου π. Καλλινίκου, τοῦ εἶχε κατ’ οὐσίαν ἐκχωρήσει τὴν διοίκησιν τῆς Μητροπόλεως. Τὸ αὐτὸ συνέβη καὶ κατὰ τὴν μακρὰν χηρείαν τῆς Μητροπόλεως, ὁπότε ὁ Τοποτηρητὴς αὐτῆς Σέβ. Μητροπολίτης Ἄρτης Ἰγνάτιος, βεβαρημένος μὲ τὴν διαποίμανσιν τῆς ἰδικῆς του Μητροπόλεως, τρέφων δὲ καὶ αὐτὸς ἀπόλυτον ἐμπιστοσύνην πρὸς τὸ πρόσωπον τοῦ π. Καλλινίκου, εἶχεν ἀναθέσει εἰς αὐτὸν οὐσιαστικὰς ἁρμοδιότητας τῆς διοικήσεως. Οὕτως ὁ π. Καλλίνικος ἐπὶ πολλὰ ἔτη ἦτο κύριος ὑπεύθυνος τοῦ ὅλου ἔργου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, ὁ κατ’ οὐσίαν Ποιμὴν τῆς... Ὁ διπλοῦς λοιπὸν αὐτὸς δεσμὸς τοῦ ἀειμνήστου Ἱεράρχου τῆς Ἐδέσσης πρὸς τὴν Ἱερὰν Μητρόπολιν Αἰτωλίας καὶ αἱ, κατὰ τὴν ἄσκησιν τοῦ ἐν αὐτῇ ἔργου του, ἀνεκτίμητοι ὑπηρεσίαι του πρὸς αὐτὴν συνιστοῦν ὀφειλήν, δημιουργοῦν χρέος, ἐγγράφουν ὑποθήκην...
Ἐσκέφθημεν ὅτι ὁ καλλίτερος τρόπος ἐξοφλήσεως (ἡ μᾶλλον ἐκφράσεως, διότι αἱ πνευματικαὶ ὀφειλαὶ οὐδέποτε ἐξοφλοῦνται...) τῶν πρὸς αὐτὸν ὑποχρεώσεων τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Μητροπόλεως, τὴν ὁποίαν διηκόνησεν εὐόρκως, ἀόκνως καὶ μετ’ αὐταπαρνήσεως, θὰ ἦτο ἡ ἔκδοσις ἑνὸς βιβλίου, σκιαγραφοῦντος τὴν προσωπικότητά του καὶ τὸ ἐν γένει ἔργον του, ὥστε οὕτω νὰ «μὴ ἐξαλειφθῇ τὸ μνημόσυνον αὐτοῦ». Ἡ σκέψις αὕτη ἱκανοποιεῖ καὶ ἡμᾶς προσωπικῶς, διότι τοιουτοτρόπως θὰ ἐξεφράζοντο καὶ τὰ ἡμέτερα συναισθήματα πρὸς τὸν ἀοίδιμον Κληρικόν, μετὰ τοῦ ὁποίου συνειργάσθημεν ἁρμονικώτατα ἀπὸ τῆς ἐγκαταστάσεως ἡμῶν ὡς Μητροπολίτου Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας μέχρι τῆς προαγωγῆς αὐτοῦ εἰς Μητροπολίτην Ἐδέσσης. Ἐκτιμῶντες καὶ ἡμεῖς βαθύτατα τὰ ἐξαίρετα προσόντα του, ἐπὶ πλέον δὲ σκεπτόμενοι ὅτι ἦτο ἄριστος γνώστης προσώπων καὶ πραγμάτων, διετηρήσαμεν ἄθικτον τὴν προϋπάρχουσαν κατάστασιν, ἤτοι την ὑπ' αὐτοῦ ἄσκησιν εὐρυτάτων ἁρμοδιοτήτων ἐν τῇ διοικήσει τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.
Μετὰ πολλῆς λοιπὸν χαρᾶς ἐκδίδει ἡ Ἱερὰ ἡμῶν Μητρόπολις τὸ παρὸν τεῦχος. Συγγραφεύς του εἶναι ὁ ἐκλεκτὸς Κληρικὸς π. Ἰερόθεος Βλάχος, Ἱεροκῆρυξ Ἐδέσσης, πνευματικὸν τέκνον καὶ στενὸς συνεργάτης τοῦ μεταστάντος Ἱεράρχου. Οὗτος ζήσας ἐπὶ πολλὰ ἔτη πλησίον του, γνωρίζει ὅσον οὐδεὶς ἄλλος ὅλας τα πτυχὰς τῆς ζωῆς του καὶ ὡς ἐκ τούτου ἦτο ὁ πλέον ἐνδεδειγμένος διὰ τὸ ἐγχείρημα αὐτό. Ὡς θὰ διαπιστώση ὁ ἀναγνώστης δὲν ἀρκεῖται εἰς μίαν ξηρὰν βιογραφίαν οὔτε εἰς χρονογραφικὴν παράθεσιν γεγονότων, ἀλλὰ μὲ πολλὴν χάριν παριστὰ ἀνάγλυφον μίαν ὁσιακὴν μορφήν, ἡ ὁποία ὑπῆρξεν ὁ Ἐπίσκοπος Ἐδέσσης Καλλίνικος.
Πιστεύομεν ὅτι ἡ ἐκ μελέτης τοῦ παρόντος πνευματικὴ ὠφέλεια δὲν θὰ εἶναι μικρά. Καὶ μὲ αὐτὴν τὴν πεποίθησιν τὸ παραδίδομεν εἰς τὴν δημοσιότητα.
Ὁ Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ»
Θὰ πρέπη νὰ σημειωθῇ ὅτι κατὰ τὴν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ μακαριστοῦ Καλλινίκου, ὁ ἀείμνηστος Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας Θεόκλητος, μαζὶ μὲ τοὺς συνεργάτες του, ἦλθαν στὴν Ἔδεσσα καὶ τὸ βράδυ ζήτησε νὰ διανυκτερεύσουν σὲ ἕνα Μοναστήρι πολὺ μικρὸ καὶ πτωχὸ ποὺ δὲν εἶχε οὔτε ἠλεκτρικὸ ρεῦμα. Ὁ ἀείμνηστος κοιμήθηκε σὲ ἕνα ἁπλὸ δωμάτιο, χωρὶς φῶς καὶ ἄλλες ἀνέσεις. Μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες, ὅταν γύρισε στὴν Μητρόπολή του καὶ ἐπειδὴ εἶχε δεῖ τὴν κατάσταση τοῦ Μοναστηριοῦ, ἀπέστειλε ἕνα σημαντικὸ χρηματικὸ ποσὸ γιὰ τὶς ἀνάγκες τῶν ἀδελφῶν τῆς Μονῆς. Στὶς ἀδελφὲς τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ἔκανε τεράστια ἐντύπωση πὼς ἕνας Μητροπολίτης μιᾶς μεγάλης Μητροπόλεως καταδέχθηκε νὰ κοιμηθῇ σὲ ἕνα δωμάτιο πενιχρότατο, χωρὶς ἠλεκτρικὸ ρεῦμα κλπ.
Τὸ δεύτερο περιστατικὸ ἔχει σχέση μὲ τὴν ἐκλογή μου στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου. Ὅταν ἐτέθη ἀπὸ τοὺς Ἀρχιερεῖς τὸ ὄνομά μου ὡς ὑποψηφίου γιὰ τὴν Ἱερὰ αὐτὴ Μητρόπολη, ἐκεῖνος χαιρόταν ὑπερβολικά. Μοῦ τηλεφωνοῦσε συχνὰ γιὰ νὰ μαθαίνη νέα καὶ χαιρόταν σὰν μικρὸ παιδί. Ἡ χαρά του αὐξανόταν, ὅταν πλησίαζε ἡ ἡμέρα τῆς ψηφοφορίας. Ἦταν ὁ πρῶτος ποὺ μοῦ τηλεφώνησε, μετὰ τὴν ἐκλογή, στὸ σπίτι γιὰ νὰ μοῦ ἀνακοινώση τὸ γεγονός. Καὶ ἀμέσως μετὰ ἀνεχώρησα γιὰ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο ποὺ μὲ περίμενε μὲ ἔκδηλη ἱκανοποίηση καὶ χαρὰ γιὰ νὰ δώσω τὸ «Μήνυμα».
Παρευρέθηκε στὴν χειροτονία μου καὶ φυσικὰ στὴν ἐνθρόνιση ποὺ μοῦ ἔδωσε τὴν πατερίτσα. Ἐπίσης, μοῦ δώρισε ἕνα δικό του παλαιὸ ἐγκόλπιο. Καὶ τὸ σημαντικὸ εἶναι ὅτι ἔκανε μιὰ χειρονομία ποὺ συνήθως δὲν γίνεται. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἐνθρονίσεως ἀνεκοίνωσε ὅτι προσφέρει στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου τὸ ποσὸ τῶν 5 ἑκατομμ. δρχ. (ποὺ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη εἶχε μιὰ μεγαλύτερη ἀξία ἀπ' ὅτι σήμερα) γιὰ τὶς πρῶτες ἀνάγκες τῆς Μητροπόλεως. Βεβαίως, πρέπει νὰ σημειωθῇ ὅτι μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ ἔδωσε στὴν Μητρόπολη καὶ ἄλλα 5 ἑκατομμ. δρχ. γιὰ τὴν ἐνίσχυση τοῦ ἔργου της.
Αὐτὸ εἶναι σημαντικὸ καὶ ἴσως πρωτότυπο γιὰ τὰ ἐκκλησιαστικὰ δεδομένα. Συνήθως οἱ Μητροπολῖτες μεγάλων Μητροπόλεων ἀρκοῦνται στὸ νὰ ἐκτελοῦν ἔργα στὴν Μητρόπολή τους καὶ ἀγνοοῦν ἐὰν ἄλλες μικρότερες Μητροπόλεις δυσκολεύονται στὴν ἐπίλυση τῶν ἀπαραιτήτων γιὰ τὴν λειτουργία τους. Ὁ ἀείμνηστος Θεόκλητος δὲν τὸ ἔκανε αὐτὸ μόνον γιὰ τὴν Μητρόπολή μου, ἀλλὰ ἐπανειλημμένως ἀπέστελλε ὑψηλὰ χρηματικὰ ποσὰ στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἀλβανίας, στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ σὲ ἄλλες Ἱερὲς Μητροπόλεις.
Κατὰ τὴν τελετὴ ἐνθρονίσεως ὁμίλησε πολὺ ἐπίκαιρα καὶ εἶπε μεταξὺ τῶν ἄλλων τὰ ἑξῆς:
«Σεβασμιώτατε ἐν Χριστῷ ἀδελφέ, ἅγιε Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου
Συγκινητικὴ καὶ μεγαλειώδης ἡ στιγμὴ αὐτὴ δι’ Ὑμᾶς, τὸν εὐσεβῆ Ἱερὸν Κλῆρον καὶ τὸν φιλόχριστον λαὸν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως αὐτῆς. Συγκεντρωμένοι στὸν Ἱερὸ χῶρο τοῦ Ναοῦ οἱ Ἀρχὲς τοῦ Νομοῦ μετὰ τοῦ χριστεπωνύμου πληρώματος ὑποδέχονται τὸν νέον Ἐπίσκοπον καὶ πνευματικόν τους Πατέρα. Τὰ μάτια ὅλων εἶναι προσηλωμένα στὸ σεπτὸ πρόσωπόν Σας. Ἀναρίθμητες οἱ προσευχές, ποὺ ἀπευθύνονται εἰς τὸν Δομήτορα τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας γιὰ τὴν μακροημέρευσιν καὶ ἐπιτυχίαν τῆς ὑψηλῆς Σᾶς ἀποστολῆς.
Ὁ Νομὸς τῆς Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας ἔχει δύο Ἱερὲς Μητροπόλεις, τὴν Μητρόπολιν Αἰτωλοακαρνανίας καὶ τὴν Μητρόπολιν Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου. Ὁ λαὸς καὶ τῶν δύο Μητροπόλεων διακρίνεται γιὰ τὸν ἔνθεον ζῆλον του, τὴν βαθεῖαν πίστιν του καὶ τὸν σεβασμόν του εἰς τὸν Ἐπίσκοπον καὶ τὸν Ἱερὸν Κλῆρον. Αὐτὸν τὸν λαὸν μὲ τὸ ἔντονον θρησκευτικὸν συναίσθημα ἠυλογήθητε ἀπὸ τὸν Θεὸν νὰ διαποιμάνετε καὶ νὰ εἶσθε βέβαιος, ὅτι θὰ βρῆτε ἀνταπόκρισιν. Νὰ διαβεβαιώσω καὶ τὸν περιούσιον λαόν, ὅτι ὁ νέος Ἐπίσκοπος εἶναι ... (παραλείπονται δύο παράγραφοι γιὰ εὐνόητους λόγους).
Σεβασμιώτατε ἀδελφέ, περαίνων τὴν σύντομον προσλαλιάν, τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ ποὺ κατακλύζει τὸν Ἱερὸν χῶρον τοῦ Ναοῦ ἐπιθυμεῖ νὰ ἀκούση Ἐσᾶς. Νὰ Σᾶς καμαρώση. Νᾶς Σᾶς εὐχηθῇ. Καλῶς ἤλθατε, Σεβασμιώτατε.
Ὡς ἐλάχιστον δεῖγμα ἀγάπης καὶ ἐκτιμήσεως Σᾶς προσφέρω τὸ Ἀρχιερατικὸν τοῦτο ἐγκόλπιον μετὰ τοῦ ποσοῦ τῶν 5.000.000 δρχ. διὰ νὰ ἀναπτύξετε τὸ Φιλανθρωπικὸν καὶ κοινωνικὸν Σᾶς ἔργον.
Ἄξιος, ἅγιε ἀδελφέ».
Ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια εἴχαμε ἀρίστη συνεργασία καὶ ἐκεῖνος πολλὲς φορὲς ἔλεγε: «Δοξάζω τὸν Θεὸ ποὺ μοῦ ἔστειλε ἕναν καλὸ γείτονα». Ἡ ἀγάπη του ἦταν ἔκδηλη καὶ ὁ σεβασμός μου φανερός.
Τὸ τρίτο γεγονὸς εἶναι τὸ κείμενο μιᾶς ἐπιστολῆς ποὺ μοῦ ἀπέστειλε, ὅταν ἀκόμη ἤμουν Ἱεροκῆρυξ τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν, μετὰ τὴν ἀνάγνωση τοῦ βιβλίου μοῦ «Ἡ ζωὴ μετὰ τὸν θάνατον». Τὸ εἶχε διαβάσει μὲ πολὺ ἐνδιαφέρον καὶ μοῦ ἀπέστειλε ἕνα πολὺ συγκινητικὸ γράμμα ποὺ ἐκφράζει τὴν προσωπικότητά του. Μοῦ ἔγραφε:
«Ἀγαπητέ μου Ἰερόθεε,
Χαῖρε ἐν Κυρίῳ.
Ἔλαβα τὸ προφρόνως ἀποσταλὲν μοὶ βιβλίον σοῦ «Ἡ ΖΩΗ ΜΕΤΑ ΘΑΝΑΤΟΝ». Σὲ συγχαίρω ἀπὸ τὴν καρδιά μου. Εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πνευματικώτερα καὶ ὡραιότερα βιβλία ποὺ ἔχω διαβάσει. Δὲν σοῦ ἀποκρύπτω, ὅτι κατὰ τὴν ἀνάγνωσίν του πολλὲς φορὲς βούρκωσαν τὰ μάτια μου. Διέκρινα στὶς σελίδες του την ἀμαρτωλότητά μου καὶ ἀθλιότητά μου. Βλέπω τὸ ἐπερχόμενο γῆρας. Ἄγω τὸ 74 καὶ ὅσον οὔπω τὸ 75, νὰ μὲ κατευθύνη ἀκάθεκτο στὸ τέρμα τοῦ παρόντος βίου καὶ μὲ καταλαμβάνει φόβος διά την ἀμαρτωλότητά μου. Δὲν ἔκαμα τίποτε γιὰ νὰ ἐξιλεωθῶ καὶ νὰ εὐαρεστήσω στὸν Κύριο, ποὺ μὲ ἀνύψωσε ἀπὸ «κοπρίας» στὸν ὑπερμέγιστο βαθμὸ τῆς Ἀρχιερωσύνης. Ζητῶ τὸ ἔλεός Του καὶ τὶς δικές σου ἱερατικὲς εὐχὲς γιὰ νὰ ἔχω καλὴν ἀπολογίαν.
Παρακαλῶ νὰ μοῦ στείλης 20 βιβλία καὶ νὰ μοῦ γνωρίσης τὸ ἀντίτιμον τούτων. Θέλω νὰ τὸ δωρήσω γιὰ νὰ ὠφεληθοῦν ψυχὲς μὲ τὴν ἀνάγνωσίν του.
Σὲ ἀσπάζομαι
Ὁ Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας Θεόκλητος».
Νομίζω ὅτι τὸ κείμενο αὐτῆς τῆς ἐπιστολῆς εἶναι ἡ πεμπτουσία καὶ τὸ καταστάλλαγμα τῆς ἱερατικῆς καὶ ἀρχιερατικῆς του διακονίας. Ξεκίνησε ὡς μοναχὸς στὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Λαύρας, πέρασε ὅλα τὰ στάδια τῆς ἐκκλησιαστικῆς διακονίας, ἤτοι Πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πατρῶν, Πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν καὶ γιὰ 40 χρόνια Μητροπολίτης Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας καὶ στὸ τέλος τοῦ βίου του βιώνει τὴν ἀρετή της αὐτομεμψίας καὶ ἐκφράζει τὴν καλογερική του συνείδηση. Θεωρῶ ὅτι ἡ ἐπιστολὴ αὐτὴ εἶναι τὸ ἀποκορύφωμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς του διακονίας. Δείχνει ὅτι παρὰ τὸ ὕψος τοῦ βαθμοῦ τῆς ἀρχιερωσύνης δὲν ἐγκατέλειψε οὔτε ξέχασε τὴν καλογερική του ζωή. Αὐτὴ ἡ συνείδηση γιὰ μένα εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὰ κτίρια τὰ ὁποῖα κατεσκεύασε, τὰ ἱδρύματα ποὺ ἵδρυσε καὶ τὸ ποικίλο ἱεραποστολικὸ ἔργο ποὺ ἐπετέλεσε.
Ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Αἰτωλίας καὶ Ἀκαρνανίας κυρὸς Θεόκλητος ἄφησε στὴν μνήμη μου τὴν εἰκόνα ἑνὸς καλοῦ Κληρικοῦ, μὲ ἁπλότητα καὶ ἀρχοντιά, μὲ καλωσύνη καὶ ἀγάπη, μὲ ὀρθόδοξο φρόνημα καὶ ἐκκλησιαστικὸ ἦθος, γενικὰ ἑνὸς καλοῦ Ἐπισκόπου τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Τὸ γιατί ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς νὰ κοιμηθῇ ὡς πρώην Μητροπολίτης, σύμφωνα μὲ τὸν νόμο καὶ ὄχι τοὺς ἱεροὺς Κανόνας, χωρὶς ὁ ἴδιος νὰ παραιτηθῇ, δὲν μπορῶ νὰ τὸ γνωρίζω, οὔτε νὰ τὸ κρίνω. Κατὰ τὴν ἐξόδιο Ἀκολουθία του εἶχα μέσα μου ἔντονα τὴν αἴσθηση ὅτι ἔφυγε καὶ ἕνας ἄλλος ἄνθρωπος ποὺ μὲ ἀγαποῦσε, ἕνας Ἐπίσκοπος ποὺ πῆγε νὰ συναντήση τὸν ἀείμνηστο Γερόντά μου Καλλίνικο, τὸν ὁποῖο καὶ αὐτὸς ὑπεραγαποῦσε. Συνάντηση δύο ἀγαπητῶν Ἐπισκόπων στὸν οὐρανό, καὶ διπλῆ παρηγοριὰ γιὰ μένα.–
- Προβολές: 6513