Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες καὶ ἡ ταυτότητα τοῦ Ἑλληνισμοῦ (Α)
Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου
Δημοσιεύουμε ἐν συνεχείᾳ ἕνα τμῆμα τῆς πανηγυρικῆς ὁμιλίας τοῦ Σεβασμιωτάτου στὸ Πανεπιστήμιο Πατρῶν γιὰ τὴν ἑορτὴ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Ἡ ὁμιλία θὰ ὁλοκληρωθῆ σὲ τρεῖς συνέχειες.
***
Ἡ πορεία καὶ ἡ ἀνάπτυξη τῆς ἑλληνικῆς σκέψης
Μελετῶντας τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ φιλοσοφία, αἰσθανόμαστε μία κατάπληξη γιὰ τὸ πῶς μπόρεσε νὰ μελετήση το "εἶναι" καὶ τὸν κόσμο μέσα ἀπὸ διαφορετικὲς προοπτικές, ἔχοντας ὅμως μιὰ ἑνιαία ὑποδομή, τὸ πῶς ἀναπτύχθηκε καὶ ἀπετέλεσε ἕνα μεγάλο ρεῦμα φιλοσοφίας, θρησκείας καὶ πολιτικῆς.
Δύο κυρίως σημεῖα θὰ πρέπη νὰ τονιστοῦν στὴν ἑνότητα αὐτή.
Τὸ πρῶτο εἶναι ὅτι ἔχουμε μιὰ διαρκῆ ἐξέλιξη τοῦ τρόπου μὲ τὸν ὁποῖο φιλοσοφοῦσαν καὶ θρησκεύονταν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, μέσα ὅμως στὰ πλαίσια τῆς ἑλληνικῆς συνείδησης. Παρατηρεῖ κανεὶς μὲ πολὺ μεγάλη ἔκπληξη τὸ πῶς τὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ πνεῦμα ἀπέφευγε τὴν στασιμότητα καὶ διακρινόταν ἀπὸ μία δυναμικὴ πορεία. Μπορεῖ κανεὶς νὰ ὀριοθετήση, παρὰ τὸ ἐπικίνδυνο τοῦ πράγματος, μερικὲς φάσεις τῆς ἀναπτύξεως τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος.
Στὴν ἀρχὴ παρατηρεῖ κανεὶς τὴν ἐπικράτηση μαγικῶν θρησκειῶν, λατρεύεται ἡ φύση, ἡ ὁποία συνιστᾶ μιὰ κατώτερη θρησκεία. Στὴν συνέχεια ἀναπτύσσεται ὁ ἀνθρωπομορφισμός, ἡ λατρεία τῶν θεῶν τοῦ Ὀλύμπου, ὅπως περιγράφεται στὸν Ὅμηρο καὶ τὸν Ἡσίοδο. Αὐτὸς ὁ ἀνθρωπομορφισμὸς στὴν πραγματικότητα ἐνσαρκώνει τοὺς ἀνθρώπινους πόθους γιὰ τὴν ἀθανασία, τὴν ὑγεία, τὴν καλοπέραση, τὴν δύναμη. Ἀκολούθως ἐμφανίζονται οἱ Ἴωνες φυσικοί, οἱ ὁποῖοι στρέφονται στὴν φύση, ἀποβάλλοντας τὴν θρησκευτικὴ ἄποψη γιὰ τὴν ἑρμηνεία τοῦ κόσμου. Ἡ ἀρχικὴ αἰτία τοῦ κόσμου θεωρεῖται ἀπὸ τὸν Θαλῆ τὸν Μιλήσιο τὸ νερό, ἀπὸ τὸν Ἀναξίμανδρο τὸ ἄπειρο, ἀπὸ τὸν Ἀναξιμένη ὁ ἀέρας. Στὴν συνέχεια ἐμφανίζεται ὁ μυστικιστικὸς τρόπος ζωῆς, ἡ ὀργιαστικὴ φάση τῆς θρησκείας, ὅπως ἐκφράζεται ἀπὸ τὸν Διόνυσο, τοὺς Ὀρφικοὺς καὶ τὸν Πυθαγόρα, οἱ ὁποῖοι φέρουν τὸν θεὸ μέσα στὸν ἄνθρωπο καὶ ἐνδιαφέρονται κυρίως γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τοῦ πόνου. Ἡ ὀντολογικὴ ἑρμηνεία τῆς φύσης, ὅπως ἐκφράζεται ἀπὸ τοὺς Ἐλεάτες (Παρμενίδης) καὶ τὸν Ἡράκλειτο, ἀσχολεῖται μὲ τὴν σχέση καὶ διαφορὰ μεταξὺ "εἶναι" καὶ "γίγνεσθαι". Ἀκόμη, ἡ ἐμφάνιση τοῦ ὀρθολογισμοῦ, ὅπως ἐκφράζεται ἀπὸ τοὺς Σοφιστές, μὲ πρῶτο τον Πρωταγόρα, οἱ ὁποῖοι θεωροῦνται πρόδρομοι τῶν Διαφωτιστῶν τοῦ 18 αἰ. μ.Χ., ἐκλαμβάνουν τὴν ἀλήθεια ὄχι ὡς ἀντικείμενο, ἀλλὰ ὑποκείμενο ποὺ συνδεέεται μὲ τὴν ἀνθρώπινη σκέψη. Ἀκολούθως ἡ ἰδεαλιστική, κλασσικὴ μεταφυσικὴ τοῦ Σωκράτη, τοῦ Πλάτωνα καὶ τοῦ Ἀριστοτέλη, πολέμησε τὸν ἀνθρωπομορφισμὸ τοῦ Θεοῦ καὶ ἔκανε τὸν Θεὸ ἰδέα. Ἔπειτα ἡ μετακλασσικὴ περίοδος τοῦ Ἑλληνισμοῦ ποὺ ἐκφράζεται ἀπὸ τὸν Στωϊκοὺς καὶ Ἐπικούριους φιλοσόφους, οἱ ὁποῖοι ταύτισαν τὴν φύση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν λόγο, ἔκαναν λόγο γιὰ τὴν νέκρωση τοῦ παθητικοῦ μέρους τῆς ψυχῆς καὶ βεβαίως ἔδωσαν προτεραιότητα στὴν εὐδαιμονία, ὅπως αὐτοὶ τὴν ἐννοοῦσαν. Τέλος, ὁ νεοπλατωνισμὸς μὲ τὸν Πλωτῖνο, τὸν Πορφύριο, τὸν Ἰάμβλιχο καὶ τὸν Πρόκλο, ποὺ ἦταν ἡ τελευταία ἀναλαμπὴ τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς φιλοσοφίας καὶ κυρίως τῆς μεταφυσικῆς συνέδεσαν τὸν πλατωνισμὸ μὲ τὴν γνωστικισμό.
Ἐπίσης ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ σημειωθῇ εἶναι ὅτι ὑπάρχουν πολλοὶ μελετητὲς οἱ ὁποῖοι συνδέουν τὴν ἐξέλιξη αὐτὴ μέσα ἀπὸ πολιτικὲς ἑρμηνεῖες. Γιὰ παράδειγμα στὶς ἑλληνικὲς πόλεις – κράτη ἄλλοτε κυριαρχεῖ ἡ δημοκρατία, δηλαδὴ ἡ ἐπικράτηση δημοκρατικῶν ἀρχῶν μὲ τοὺς θεοὺς τοῦ Δήμου, καὶ ἄλλοτε κυριαρχεῖ ὁ ἀριστοκρατικὸς ἰδεαλισμός, ὅπως ἐκφράζεται ἀπὸ τὸν μυστικισμὸ καὶ τὴν μεταφυσική.
Τὸ δεύτερο σημεῖο ποὺ ἐκφράζει τὴν ἑνότητα, ἀλλὰ καὶ ὅλη τὴν ἐξέλιξη τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος, εἶναι ἡ "σταδιακὴ ἐξέλιξη ἀπὸ τὴν μυθικὴ ἀντίληψη πρὸς τὴν ὀρθολογιστικὴ σκέψη" καὶ στὴν μεταφυσικὴ φιλοσοφία δὲν εἶναι ἕνα τυχαῖο φαινόμενο, ἀλλὰ ὑπάρχουν πολλοὶ παράγοντες ποὺ τὸ προσδιόρισαν. Στὴν συνέχεια θὰ παραθέσω μερικὰ ἀπὸ τὰ στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα χρησιμοποιεῖ ὁ Κωνσταντῖνος Βαμβακὰς στὸ σημαντικὸ βιβλίο του μὲ τίτλο "Οἱ Θεμελιωτὲς τῆς δυτικῆς σκέψης".
Ὁ Karl Jaspers ἔχει ὑποστηρίξει ὅτι στὴν πνευματικὴ ἐξέλιξη ποὺ συντελεῖται μεταξὺ τοῦ 800 καὶ 200 π.Χ., περίπου στὸ 500 π.Χ. τοποθετεῖται αὐτὸ ποὺ χαρακτήρισε "ἀξονικὴ περίοδο τῆς ἱστορίας τῆς ἀνθρωπότητας".
Παρατηρεῖται ὅτι ἀπὸ τὸν 7ο αἰ. π.Χ. καὶ ἐντεῦθεν σὲ διαφόρους γεωγραφικοὺς χώρους, τὴν Κίνα (Λάο-Τσέ, Κομφούκιος), τὴν Ἰνδία (Μαχαβίρα, Βούδας), τὸν Ἰσραὴλ (προφῆτες Ἰερεμίας, Ἰεζεκιήλ), τὸ Ἰρὰν (Ζωροάστρης), τὴν Ἑλλάδα (Προσωκρατικοί, Σωκράτης, Πλάτων, Ἀριστοτέλης) γίνονται διάφορες πολιτισμικὲς θεμελιακὲς μεταβολές.
Ὅμως οἱ ἀφετηρίες κάθε τόπου καὶ πολιτισμοῦ εἶναι διαφορετικές. Στὴν Κίνα κυριαρχεῖ ἡ πρακτικὴ φροντίδα γιὰ τὴν καλὴ σχέση τῶν ἀνθρώπων στὴν κοινωνία, στὴν Ἰνδία ἐπικρατεῖ ἡ θρησκευτικὴ ἀγωνία τοῦ ἀνθρώπου γιὰ νόημα ζωῆς, στὴν Ἑλλάδα ἐπικρατεῖ κυρίως ἡ φιλοσοφία.
Γεγονὸς εἶναι ὅτι τὴν περίοδο αὐτὴ παρατηρεῖται καὶ μία ἐπικοινωνία τῶν Ἑλλήνων μὲ τοὺς ἄλλους λαούς. Οἱ Ἕλληνες, λόγῳ τῆς θαλάσσης, ἔρχονται σὲ ἐπικοινωνία μὲ πολλοὺς λαοὺς καὶ πολιτισμούς, λαμβάνοντας ἀπὸ αὐτοὺς ὅ,τι τοὺς ἦταν ἀπαραίτητο γιὰ τὸν τρόπο ζωῆς τους. Συγχρόνως τὸ εὔκρατο κλίμα καὶ ὁ τόπος διαμονῆς τους ποὺ συνέδεε στεριὰ καὶ θάλασσα, τοὺς ἔδινε τὴν δυνατότητα νὰ φιλοσοφοῦν γιὰ τὸ "εἶναι", τὸν "χρόνο", τὴν "φύση", τὸν "ἄνθρωπο", τὸ νόημα τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου. Ἔτσι, οἱ Ἕλληνες προσλάμβαναν ὅ,τι καλύτερο ὑπῆρχε στοὺς ἄλλους πολιτισμοὺς καὶ τὸ μετέτρεπαν σὲ φιλοσοφία, ἀσχολούμενοι μὲ τὸν "θεό", τὴν "ἀρχή", τὸν "λόγο", τὴν "δίκη", τὸ "ἄπειρο", τὴν "φύση", τὸν "κόσμο", τὸ "εἶναι".
Ὅπως σημειώνει ὁ Κωνσταντῖνος Βαμβακάς, "τὸ ὀρθολογικὸ πνεῦμα τῶν Ἑλλήνων ἔθεσε ἀναμφισβήτητα τὰ θεμέλια τῆς φιλοσοφίας καὶ τῆς ἐπιστήμης, πρᾶγμα ποὺ ὑπῆρξε καθοριστικὸ γιὰ τὴν ἐξέλιξη τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ... Οἱ Ἕλληνες ἵδρυσαν τὸν δυτικὸ πολιτισμό, ὁριοθετῶντας τον ὅμως, συγχρόνως, ἔναντι τῶν ἀνατολικῶν πολιτισμῶν".
Ὅπως σημειώθηκε προηγουμένως, ὑπῆρξαν πολλοὶ παράγοντες γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τῆς φιλοσοφίας στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα. Θὰ ἀναφέρω μερικοὺς ἀπὸ αὐτούς.
Ἕνας παράγοντας ἦταν ἡ "περιβάλλουσα φύση". Τὸ εὔκρατο κλίμα, ἡ διαυγὴς ἀτμόσφαιρα καὶ ἡ ἡλιοφάνεια, ἡ "ἀδιάκοπη διείσδυση καὶ συμβίωση στεριᾶς καὶ θάλασσας", ὅπως "ὁ ἀέναος ρόχθος καὶ κυματισμὸς τῆς ἐπιφάνειας τῆς θάλασσας, σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν σιωπηλό, ἀδιόρατο καὶ ἀσάλευτο βυθό της" θὰ δημιουργήσουν τὴν ὑποψία γιὰ τὴν ἀντίθεση μεταξὺ "φαίνεσθαι" καὶ "εἶναι", "γίγνεσθαι" καὶ "εἶναι". Ἐπίσης, καὶ ἡ θάλασσα θὰ βοηθήση στὴν ἐπικοινωνία μὲ πολλοὺς πολιτισμούς.
Ἄλλος παράγοντας εἶναι οἱ κοινωνικὲς δομές. Ἀπὸ τὸν 8ο αἰῶνα π.Χ. καὶ μετὰ δημιουργοῦνται οἱ πόλεις – κράτη. Τὸ πολίτευμα τῶν πόλεων αὐτῶν - κρατῶν ἔχει διάφορες διακυμάνσεις, ἀρχίζει ἀπὸ τὸ ἀριστοκρατικό, δημιουργοῦνται τὰ ὀλιγαρχικὰ ἢ τιμοκρατικὰ πολιτεύματα, ἀφοῦ ἀναπτύσσεται ἡ τάξη τῶν βιοτεχνῶν, ἐμπόρων καὶ πλοιοκτητῶν, προχωρεῖ στὰ τυραννικὰ καθεστῶτα καὶ θὰ φθάση στὴν ἐγκαθίδρυση τῆς δημοκρατίας. Παρὰ ταῦτα δημιουργεῖται σὲ ὅλες αὐτὲς τὶς πόλεις – κράτη ἡ κοινὴ ἑλληνικὴ συνείδηση, καθὼς ἐπίσης, μετὰ τὴν κατάρρευση τοῦ Μυκηναϊκοῦ πολιτισμοῦ μὲ τὴν Γραμμικὴ Γραφὴ Β΄, δημιουργεῖται τὸ νέο ἑλληνικὸ ἀλφάβητο. Οἱ Ἕλληνες χρησιμοποίησαν ὡς πρότυτο τὴν φοινικικὴ γραφή, ἀφοῦ ὅμως προσέθεσαν τὰ φωνήεντα, ποὺ δὲν εἶχε τὸ φοινικικὸ ἀλφάβητο (ἀποτελεῖτο ἀπὸ σύμφωνα καὶ ἠμίφωνα), δημιουργῶντας ἔτσι ἕνα κομψὸ φωνητικὸ ἀλφάβητο.
Ἡ θρησκεία, ἐπίσης, ὑπῆρξε ἕνας σπουδαῖος παράγοντας γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος. Στὴν ἀρχὴ "οἱ θεοὶ τῶν Ἑλλήνων εἶναι δυνάμεις καὶ δευτερευόντως πρόσωπα. Γι' αὐτὸ τὰ θεϊκὰ πρόσωπα, πολλὲς φορές, συγχέονται". Στὴν συνέχεια ἐξασθενίζει ἡ πίστη στοὺς θεούς, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ δημιουργηθοῦν δύο πνευματικοὶ δρόμοι: "τῆς ὀρθολογικῆς φιλοσοφίας τῶν Ἰώνων καὶ τοῦ μυστικισμοῦ τῆς ὀρφικῆς διδασκαλίας, ποὺ θὰ ἀνταποκριθῇ καὶ στὶς βαθύτερες θρησκευτικὲς ἀνάγκες τῶν Ἑλλήνων". Αὐτὴ ἡ μυστηριακὴ θρησκεία εἶναι ἐντελῶς διαφορετικὴ ἀπὸ "τὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα τῆς ὁμηρικῆς ἐποχῆς" καὶ ὁπωσδήποτε ἔχει ἐπίδραση ἀνατολική.
Ἐπίσης, ἡ σχέση μεταξὺ μύθου καὶ ἐπικῆς ποίησης, ἡ πορεία ἀπὸ τὸν μῦθο στὸν λόγο ἔπαιξε σημαντικὸ ρόλο στὴν ἀνάπτυξη τῆς φιλοσοφίας. Μέσα ἀπὸ αὐτὴ τὴν διάσταση οἱ Ἕλληνες ἔβλεπαν τὴν ἑνότητα καὶ τὴν τάξη ποὺ ὑπάρχει στὴν φύση.
Ὅλες αὐτὲς οἱ προϋποθέσεις ὑπῆρχαν στὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ "πνεῦμα", ὁπότε ἡ ἐπικοινωνία τους μὲ τοὺς ἀνατολικοὺς λαοὺς βοήθησε στὸ νὰ τὸ ἀναπτύξουν ἀκόμη περισσότερο μὲ ἐκεῖνα ποὺ συνάντησαν.
Γιὰ παράδειγμα, ὁ Θαλῆς ὁ Μιλήσιος παρέλαβε τὴν ἀστρονομία ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ τὴν Βαβυλωνία μὲ τὰ ταξίδια τὰ ὁποῖα εἶχε κάνει, ἀλλὰ τὴν ἀνήγαγε σὲ φιλοσοφία. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Πυθαγόρας. Ἐπίσης οἱ Ἕλληνες παρέλαβαν τὴν ἀριθμητικὴ καὶ τὴν γεωμετρία ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ τὴν ἔκαναν φιλοσοφία. Ἀκόμη οἱ ὀρφικοὶ καὶ οἱ πυθαγόρειοι παρέλαβαν στοιχεῖα ἀπο τοὺς ἀνατολικοὺς λαούς, ἀλλὰ προχώρησαν περισσότερο τὶς γνώσεις αὐτές. Οἱ ἀνατολικοὶ λαοὶ ἀνέπτυξαν διάφορα μυθολογικὰ συστήματα καὶ συγκέντρωσαν ἕνα μεγάλο ὑλικὸ ποὺ ἐξυπηρετοῦσε "ὠφελιμιστικοὺς καθαρὰ σκοπούς", ἐνῷ οἱ Ἕλληνες τὰ ἀνήγαγαν σὲ ἄλλη σφαῖρα, τὰ ἔκαναν φιλοσοφία. Τὸ κίνητρό τους "δὲν ἔχει σχέση μὲ τὰ πρακτικὰ προβλήματα τῶν ἀνατολικῶν λαῶν, ἀλλὰ εἶναι ἀναζήτηση τῆς ἀλήθειας μέσῳ τῆς εὐρύτερης θεώρησης τοῦ κόσμου".
Βέβαια, ὁ G. James ἀνέπτυξε τὴν θεωρία περὶ "κλεμμένης κληρονομιᾶς", δηλαδὴ πρόκειται γιὰ τὴν λεγόμενη "ἀφροκεντρικὴ θεωρία", ἀλλὰ αὐτὴ δὲν ἔγινε ἀποδεκτὴ ἀπὸ τὴν παγκόσμια ἐπιστημονικὴ κοινότητα γιὰ τὰ αὐθαίρετα συμπεράσματά της καὶ διότι ἀγνόησε τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες προσέλαβαν μερικὰ στοιχεῖα ἀπὸ ξένους πολιτισμούς, ἀλλά τα ἐπεξεργάσθηκαν ἀκόμη περισσότερο καὶ τὸ πρακτικό - ὠφελιμιστικὸ ἐπίπεδο τὸ ἀνέβασαν στὸ ὀντολογικό, φιλοσοφικό, θεολογικὸ ἐπίπεδο. "Ἡ οὐσία εἶναι –καὶ αὐτὸ ἐπιμένουν νὰ μὴ κατανοοῦν οἱ ἀφροκεντριστές– ὅτι οἱ Ἕλληνες μετέτρεψαν τὶς πρακτικὲς γεωμετρικές, ἀριθμητικές, ἀστρονομικὲς γνώσεις τῶν γειτονικῶν μεγάλων πολιτισμῶν σὲ γενικευμένα, συνεκτικά, φιλοσοφικὰ συστήματα".
Ὁπότε, ὅταν παρατηρῇ κανεὶς τὸν ἀρχαῖο ἑλληνικὸ πολιτισμό, θὰ διαπιστώση ὅτι διαρκῶς γονιμοποιεῖ καὶ γονιμοποιεῖται, προσλαμβάνει καὶ προσλαμβάνεται, γεννιέται μιὰ φάση καὶ ἔπειτα πεθαίνει γιὰ νὰ ἀναγεννηθῇ κάποια ἄλλη, ἔχει μιὰ διαρκῆ κίνηση καὶ πορεία, διακρίνεται ἀπὸ μιὰ ἐντελέχεια, ἔχει μιὰ δυναμικὴ κίνηση πρὸς τὴν ὁλοκλήρωση. Ξεκινᾶ ἀπὸ τὴν μαγικὴ θρησκεία, προχωρεῖ στὸν ἀνθρωποκεντρισμό, ἐξελίσσεται στὸν ὀρθολογισμό, φθάνει στὸν μυστικισμό, ἀναπτύσσεται στὴν μεταφυσική.
Παράλληλα ἡ νέα φάση ποὺ δημιουργεῖται δὲν καταργεῖ τελείως τὴν προηγούμενη, ὁπότε ὑπάρχουν πολλὲς παράλληλες παραδόσεις. Ὁ ἑλληνικὸς πολιτισμὸς ἔχει μέσα του μιὰ δυναμικότητα, μιὰ ἀκατάβλητη ἐλευθερία, μιὰ κίνηση πρὸς τὴν ὁλοκλήρωση. Ὅλο αὐτὸ τὸ ρεῦμα κινεῖται μαζί, παράλληλα, ἑνοποιημένα, σὲ μερικὰ σημεῖα ἀπομονωμένα καὶ μὲ ὅλες αὐτὲς τὶς μορφές του συναντιέται μὲ τὸν Χριστιανισμό.
Οἱ πρῶτοι Ἀποστολικοὶ Πατέρες, οἱ Ἀπολογητὲς καὶ οἱ μεγάλοι Πατέρες τοῦ 4ου αἰῶνος συναντοῦν ὅλο αὐτὸ τὸ ρεῦμα, τὸ διηρημένο σὲ πολλὰ τμήματα, ἀλλὰ ἐσωτερικὰ ἑνοποιημένο μὲ τὸν νόμο τῶν ἀντιθέσεων τοῦ Ἡρακλείτου, καὶ εἶναι φυσικὸ νὰ ἐπηρεασθοῦν ἀπὸ αὐτό. Δὲν πρόκειται μόνον γιὰ τὴν κοινὴ ἑλληνιστικὴ γλῶσσα, τὴν ὁποία οἱ Πατέρες συνάντησαν στὴν ἐποχή τους καὶ τὴν χρησιμοποίησαν, ἀλλὰ ὅλο αὐτὸ τὸ ὀντολογικὸ ὑποσυνείδητο ποὺ ὑπάρχει στὸν Ἑλληνισμό. Τὸ θέμα αὐτὸ θὰ τὸ δοῦμε στὴν ἑπόμενη ἑνότητα.
Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο πρέπει νὰ σημειωθῇ ὡς πρὸς τὴν ἑνότητα αὐτὴ εἶναι ὅτι ἡ ταυτότητα τοῦ ἑλληνισμοῦ χαρακτηρίζεται ἀπὸ μιὰ διαρκῆ ἐξέλιξη, γονιμοποίηση καὶ ὡρίμανση. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἐντάξη τὸν Ἑλληνισμὸ σὲ μιὰ χρονικὴ φάση τῆς ἐξελίξεώς του καὶ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἀπολυτοποιήση μιὰ μόνο φάση σὲ αὐτὴν τὴν ἐξέλιξη.
(συνεχίζεται στὸ ἑπόμενο: Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες καὶ ἡ ταυτότητα τοῦ Ἑλληνισμοῦ (Β))
- Προβολές: 2593