“Ἡ Τελευταία Βαπτιστική”, Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη
Μαρίας Κουτούση-Σύψα
Διαβάζοντας τὰ διηγήματα τοῦ Παπαδιαμάντη διαπιστώνει κανεὶς πόσο κοντὰ στὸν ἁπλὸ ἄνθρωπο βρίσκεται ὁ συγγραφέας. Αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο τοῦ λαοῦ ὁ Παπαδιαμάντης δὲν τὸν σπουδάζει, ὅπως κάνουν ἄλλοι συγγραφεῖς, ἀλλὰ τὸν γνωρίζει, τὸν ζῇ. Μαζὶ μὲ τοὺς ἁπλοὺς ἀνθρώπους ἀνηφόρισε σὲ ἐκκλησιὲς καὶ μοναστήρια, ἔκλαψε καὶ πόνεσε μαζί τους, ἀφουγκράστηκε τοὺς καημοὺς καὶ ἄκουσε τὶς ἱστορίες τους, ἔπιασε τὸν παλμὸ τῆς ψυχῆς τους. Γι' αὐτὸ καὶ οἱ ἥρωές του εἶναι αὐθεντικοὶ καὶ ἀγγίζουν τὴν καρδιὰ τοῦ ἀναγνώστη. Ὁ Παπαδιαμάντης πόνεσε πολὺ τὶς γυναῖκες καὶ μᾶς τὶς παρουσίασε στὰ διηγήματά του μὲ τέτοιο τρόπο, σὰν νὰ ἤθελε νὰ τὶς ἀλαφρώση ἀπὸ τὸ βαρὺ τοὺς φορτίο. Ὅλους μᾶς συγκινεῖ ἡ ἀπόγνωση τῆς Φραγκογιαννοὺς στὴ "Φόνισσα" καὶ ἡ τραγική της κατάληξη, καὶ ὅλοι πονέσαμε τὴ θεία Ἀχτίτσα στὴ "Σταχομαζώχτρα", ποὺ ἔβλεπε τὰ ἐγγόνια της νὰ πεινοῦν. Ἔτσι δίνοντάς τους μιὰ θέση στὴν καρδιά μας καὶ στὴν αἰωνιότητα τὶς ἀντάμειψε ὁ Παπαδιαμάντης γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τοὺς θησαυροὺς ποὺ τοῦ χάρισαν.
Στην "Τελευταία Βαπτιστικὴ" ἡ ἠρωΐδα, ἡ θεία Σοφούλα-Κωνσταντινιά, εἶναι μιὰ γυναῖκα ποὺ ἔχει ὅλα τὰ χαρακτηριστικὰ τῆς ἀρχοντιᾶς. "Σεβασμία οἰκοδέσποινα ἐβδομηκονταετής, μὲ σύνεση, νοικοκυρωσύνη καὶ μεγάλη καρδιά. Τόσο μεγάλη ὅσο νὰ χωράει κοντὰ στὰ παιδιά, τὰ ἐγγόνια καὶ τὰ δισέγγονά της καί.....σαράντα βαφτιστικούς! Σαραντοῦ ἦταν το ἐπίθετο ποὺ τῆς ἀποδόθηκε ἀπὸ τὸ "Σαραντανονοῦ".
Ὁ ἀσυνήθιστα μεγάλος ἀριθμὸς τῶν βαπτιστικῶν δὲν ὀφειλόταν σὲ δική της ἐπιπολαιότητα καὶ ἄγνοια τῶν εὐθυνῶν της ἀπέναντι σὲ τόσα πολλὰ πνευματικὰ τέκνα, ἀλλὰ στὴν καλοσύνη της καὶ τὶς προλήψεις τοῦ βασανισμένου ἀπὸ τὴν βρεφικὴ θνησιμότητα λαοῦ τῶν ἐτῶν 184.... Ἀποδείχθηκε ὅτι εἶχε "καλὸ χέρι" καὶ ὅτι ὅσα παιδιὰ ἀναδεχόταν ζοῦσαν. Ἔτσι ὅλοι ἄρχισαν νὰ τὴν "πολιορκοῦν". Ἡ καλοσυνάτη καὶ εὐσεβὴς γυναῖκα "ὑπέφερε μετὰ χάριτος τὴν ἀγγαρείαν ταύτην", ἡ ὁποία ἀπαιτοῦσε ἀπὸ αὐτὴν κάποιες οἰκονομικὲς θυσίες καὶ τὴν ὑπέρβαση τῆς γκρίνιας τοῦ κατὰ τὰ ἄλλα ἀγαθοῦ συζύγου της.
Πολὺ ὡραῖα καὶ χαρακτηριστικὰ ὁ Παπαδιαμάντης μᾶς περιγράφει τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ἀνταποκρινόταν στὸ ρόλο της αὐτό : "Ἡ θεία Σοφούλα ὡμοίαζε μὲ τὴν ἐπιμελῆ ἀνθοκόμον, ἥτις δὲν ἀρκεῖται νὰ φυτεύη μόνον τὰ ἄνθη της, ἀλλὰ τὰ περιθάλπει καὶ τὰ καταρδεύει. Ἠγάπα τὰ πνευματικά της τέκνα ὡς τὰ τέκνα της ἐγκαρδιακά, τὰ ἐθώπευε, τὰ ἐφίλευε καὶ τὰ ἐπαιδαγώγει". Ἡ πλατιὰ ἀγκαλιά της χάριζε ἀγάπη καὶ θαλπωρὴ σὲ πάνω ἀπὸ ἑβδομῆντα παιδιά, συμπεριλαμβανομένων καὶ τῶν ἐγγονῶν καὶ δισέγγονων. Καὶ ὅταν ἐρχόταν ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα, αὐτὸ σήμαινε ἑβδομῆντα αὐγοκουλοῦρες, "κοκκῶνες", ποὺ ἡ ἄξια νονὰ ζύμωνε μὲ τὰ χέρια της. Κάθε Μ. Πέμπτη ἡ αὐλὴ τοῦ σπιτιοῦ της θεια-Σοφούλας γέμιζε ἀπὸ τὶς φωνὲς ὅλων αὐτῶν τῶν παιδιῶν ποὺ ἔπαιζαν, ἐνῷ ἐκείνη ζύμωνε τὶς μοσχοβολιστὲς αὐγοκουλοῦρες. Ἡ αὐλὴ καὶ ὁ κῆπος της ἔμοιαζαν μὲ παράδεισο στὰ μάτια τῶν ἄλλων παιδιῶν τῆς γειτονιᾶς, ποὺ προσπαθοῦσαν νὰ γευτοῦν λίγη ἀπὸ αὐτὴν τὴν εὐτυχία, κολλῶντας τὰ μάτια τους στὶς σχισμάδες τῆς αὐλόπορτας, τὴν ὁποία ὅμως οἱ ζηλότυποι βαπτιστικοὶ ἔκλειναν μὲ μοχλό, κρατῶντας ἔτσι μακριὰ "τοὺς μὴ ἔχοντες ἔνδυμα γάμου...".
Καὶ ἐκείνη τὴ Μ. Πέμπτη τοῦ ἔτους 185.... ὅλοι οἱ βαπτιστικοὶ ἀπὸ τὸν μεγαλύτερο, ποὺ ἦταν πιὰ εἴκοσι ἐτῶν, μέχρι τὴ μικρότερη, τὴν τελευταία βαπτιστική, τὴ Σοφούλα, μόλις δύο ἐτῶν, ἦταν "συνηγμένοι" στὴν αὐλὴ τῆς θείας Σοφούλας. Αὐτὴ ἡ τελευταία βαπτιστική, τὸ τεσσαρακοστὸ πνευματικό της τέκνο, ἦταν ἡ ἀδυναμία της, τὸ χαϊδεμένο της. Ἡ ἀγάπη της γι' αὐτὸ ἔφθανε "μέχρι παραφροσύνης". Ἡ νονὰ ἔτρεφε φιλοδόξους σκοποὺς ὡς πρὸς τὸ μέλλον "τοῦ θυγατρίου τούτου", μᾶς λέει ὁ Παπαδιαμάντης, ἕνα μέλλον ποὺ δὲν ἐπρόκειτο νὰ χαριστῇ στὴ λατρεμένη βαπτιστική, γεγονὸς ποὺ οὔτε ἡ στοργικὴ φροντίδα καὶ ἡ τρυφερὴ ἔγνοια τῆς νονᾶς μπόρεσε νὰ ἀποτρέψη.
Ἡ αἰσθαντικὴ καρδιά της θεια-Σοφούλας τὴ Μ. Πέμπτη τοῦ 185.... τρώθηκε βαθιά. Ἡ μικρὴ Σοφούλα νίκησε μὲ τὰ παρακάλια της τὶς ἀντιρρήσεις καὶ τὴν προστατευτικὴ φροντίδα τῆς νονᾶς της καὶ βγῆκε νὰ παίξη κρυφτὸ μὲ τὰ ἄλλα παιδιά, τὰ ὁποῖα ἔπαιζαν στὸν κῆπο καὶ κοντὰ στὸ πηγάδι.
Ἡ θεια-Σοφούλα, ποὺ ζύμωνε στὸ ἰσόγειο τὶς αὐγοκουλοῦρες τῶν βαπτιστικῶν της, ἐμπιστεύθηκε τὴν ἀσφάλεια τῆς μικρῆς στὴν παραδουλεύτρα της, τὴν Ἀθηνιώ, "συστήσασα αὐτὴ αὐστηρὰν ἐπαγρύπνησιν". Ἡ σύσταση ἔγινε, γιατί ἡ Ἀθηνιὼ "δὲν ἦτο ἐξ ἐκείνων τῶν γυναικῶν αἵτινες καθίστανται προσεκτικαί", γεγονὸς ποὺ ἐπιβεβαιώθηκε, ἐφόσον ὄχι μόνον ὀλιγώρησε ἀπέναντι στὴ Σοφούλα καὶ τὴν ἄφησε νὰ τρέχη μόνη της, ἀλλὰ κάϊ ξέχασε ἀνοικτὸ τὸ πηγάδι, ἀφοῦ πρώτη γέμισε τὴ στάμνα τῆς κατὰ παραγγελία τῆς κυρᾶς της, "ἀπροσεξία, εἰς ἥν οὐδέποτε θὰ ὑπέπιπτε ἡ γραῖα Σοφούλα ἢ ἄλλη φρόνιμος γυνή", τονίζει ὁ Παπαδιαμάντης.
Οἱ πρόσφορες συνθῆκες γιὰ τὴν τραγικὴ κατάληξη τῆς μικρῆς βαπτιστικῆς εἶχαν δημιουργηθῇ καὶ τὸ ἀγγελικὸ πλασματάκι πῆγε νὰ συναντήση τὸ χαμογελαστὸ εἴδωλό του πάνω στὸν καθρέφτη τοῦ ἤρεμου νεροῦ τοῦ πηγαδιοῦ. Ἡ θεια-Σοφούλα ἀκουσε τὸν πλαταγισμὸ τοῦ νεροῦ καὶ τὴν κραυγὴ καὶ "διὰ τῆς εἰς τὴν στοργὴν ἰδιαζούσης μαντείας, ἐνόησε ἀμέσως ὅτι ἡ μικρά της βαπτιστικὴ εἶχε πέσει ἐντὸς τοῦ φρέατος". Ἔντρομη, ἀνυπόδητη, μὲ τὰ ζυμάρια στὰ χέρια της, "κράζουσα", ἔτρεξε πρὸς τὸ πηγάδι· μαζὶ καὶ ἄλλες γυναῖκες καὶ ἡ Ἀθηνιώ, ἡ ὁποία κατέβηκε μέσα γιὰ νὰ ἀνεβάση –ἀλίμονο!- ἄψυχο τὸ μικρὸ κορμάκι...
Καὶ τελειώνει ὁ Παπαδιαμάντης: "Ἐπὶ ζωῆς της δὲν ἐπαρηγορήθη ἡ θεια-Σοφούλα διὰ τὸ οἰκτρὸν τοῦτο ἀτύχημα. Ἴσα ἴσα ἡ τελευταία βαπτιστική της!.... Διετήρησε δέ τὴν πρὸς τὴν ἀθώαν νεκρὰν στοργὴν της μέχρις εὐσεβοῦς προλήψεως. Ζήσασα ἐπὶ ἱκανὰ ἔτη ἀκόμη, κατεσκεύαζεν ἀνελλιπῶς κατ' ἔτος τὴ Μεγάλη Πέμπτη τὴν κοκκώνα τῆς ἀτυχοῦς μικρᾶς, καὶ τὴν Κυριακὴν τοῦ Πάσχα, ἅμα ἐπέστρεφε τὸ πρωΐ ἀπὸ τῆς λειτουργίας τῆς Ἀναστάσεως, ἤνοιγε, τότε μόνον, τὸ ἄχρηστον μεῖναν φρέαρ καὶ ἔρριπτεν εἰς τὸ ὕδωρ τὴν κοκκώνα καὶ τὰ κόκκινα αὐγὰ τῆς μικρᾶς Σοφούλας της. Ἐβεβαίου δὲ ἡ ἀγαθὴ γυνὴ ὅτι ἀνεξήγητος εὐωδία ἀνήρχετο τότε ἀπὸ τοῦ ὕδατος, ὡς θυμίαμα ἀθώας ψυχῆς, ἀναβαῖνον πρὸς τὸν Θεάνθρωπον Πλάστην".
Πάσχα, τὸ πέρασμα ἀπὸ τὸ θάνατο στὴ ζωή! Πάσχα τὸ παρήγορο, τὸ ἀναιρετικὸ κάθε ἀνθρώπινης τραγωδίας! Πάσχα τὸ εὐφρόσυνον!
- Προβολές: 3813