Skip to main content

Ἡ θεολογία τῆς εἰκόνας

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Ἀπομαγνητοφωνημένο κήρυγμα στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό τοῦ Ἁγίου Δημητρίου Ναυπάκτου, τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, 24-3-2024

Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας σήμερα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, καί ἑορτάζει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί ἡ ὀρθόδοξη θεολογία, ὄχι ὁποιαδήποτε θεολογία, ἀλλά ἡ θεολογία τῶν ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων, διότι οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας συνῆλθαν στίς Οἰκουμενικές Συνόδους καί ὁμολόγησαν τήν ὀρθόδοξη θεολογία. Καί δέν νοεῖται Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία χωρίς τήν ὀρθόδοξη θεολογία.

Ἐκεῖνο πού κάνει ἐντύπωση εἶναι ὅτι ἑορτάζεται ἡ Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας μέ τήν ἀναστήλωση τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Ἡ Ζ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος, τό 787 μ.Χ, ἀποφάσισε γιά τήν θεολογία τῶν ἱερῶν εἰκόνων καί μετά ἀπό πολλά χρόνια, τό 843 μ. Χ., ἔγινε καί ἡ ἀναστήλωση τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Ὁπότε, συνδέεται πάρα πολύ στενά ἡ ὀρθόδοξη θεολογία μέ τήν θεολογία τῶν ἱερῶν εἰκόνων.

Ὅπως γνωρίζετε, ἔχουμε τίς ἱερές εἰκόνες στίς ὁποῖες ἁγιογραφεῖται ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση, ἁγιογραφοῦνται ἡ Παναγία καί οἱ ἅγιοι μέσα στό Φῶς, πού σημαίνει ὅτι οἱ ἅγιοι συμμετέχουν στό Φῶς τοῦ Θεοῦ, καί αὐτό εἶναι ἡ ὀρθόδοξη θεολογία. Στήν συνέχεια θά ἀναφερθῶ σύντομα στήν θεολογία τῆς εἰκόνος, καί μάλιστα στήν σχέση μεταξύ τῆς εἰκόνος καί τοῦ κατ’ εἰκόνα.

1. Ἡ εἰκών τοῦ Θεοῦ καί τό κατ’ εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου

Ἡ πραγματική εἰκών τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου εἶναι ὁ Λόγος, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση καί ἔγινε Χριστός, δηλαδή ἐχρίσθη ἡ ἀνθρώπινη φύση ἀπό τήν θεία φύση καί ἔτσι λέγεται Χριστός. Ὅταν λέμε Χριστό, ἐννοοῦμε τόν υἱό τοῦ ἀνθρώπου καί τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἑνώθηκε μέ τήν ἀνθρώπινη φύση στήν ὑπόσταση τοῦ Λόγου. Ἑπομένως, ἡ πραγματική εἰκών τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου εἶναι ὁ Λόγος.

Εἶναι πάρα πολύ σημαντικό τό ὅτι λίγο πρίν ἀπό τό Πάθος τοῦ Χριστοῦ, ὁ Φίλιππος εἶπε στόν Χριστό: «Δεῖξον ἡμῖν τόν Πατέρα καί ἀρκεῖ ἡμῖν», Σέ παρακαλοῦμε νά μᾶς δείξης, νά μᾶς φανερώσης τόν Πατέρα καί εἶναι ἀρκετό αὐτό γιά μᾶς. Καί ὁ Χριστός τοῦ ἀπάντησε: «Τοσοῦτον χρόνον μεθ’ ὑμῶν εἰμι, καί οὐκ ἔγνωκάς με, Φίλιππε; Ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ ἑώρακε τὸν πατέρα· καὶ πῶς σὺ λέγεις, δεῖξον ἡμῖν τὸν πατέρα;» (Ἰωάν. ιδ΄, 8-9).

Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ Υἰός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου, ὁ Ὁποῖος, ὅταν ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου, προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση καί ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά ἀναπλάση τήν πρίν πεσοῦσαν εἰκόνα, τόν ἄνθρωπο. Αὐτό τό εἴδαμε ἐπάνω στό Ὄρος Θαβώρ, ὅπου ὁ Χριστός ἔδειξε τήν Θεότητά Του καί «ἔλαμψε τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ὡς ὁ ἥλιος, τὰ δὲ ἱμάτια αὐτοῦ ἐγένετο λευκὰ ὡς τὸ φῶς» καί ἀκούστηκε ἡ φωνή τοῦ Πατρός, «οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα· αὐτοῦ ἀκούετε» (Ματθ. ιζ΄, 2 -5). Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἡ πραγματική εἰκόνα τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου, ὡς Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ.

Αὐτήν τήν θεολογία ἀναπτύσσει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος σέ δύο ἐπιστολές του ἀναφέρεται σέ αὐτό τό θεολογικό θέμα, δηλαδή καί στήν Β’ πρός Κορινθίους Ἐπιστολή, ὅταν γράφη γιά τόν Χριστό, «ὅς ἐστιν εἰκών τοῦ Θεοῦ» (Β’ Κορ. δ΄, 4) καί στήν πρός τούς Κολοσσαεῖς ἐπιστολή του, ὅταν γράφη ὅτι εἶναι «εἰκών τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου» (Κολ. α΄,15). Ἔτσι, ὁ Λόγος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου.

Ἡ θεολογία τῆς εἰκόνος ἀπό τήν Χριστολογία πέρασε στήν ἀνθρωπολογία. Καί ὁ ἄνθρωπος εἶναι «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ». Ὅταν διαβάζουμε στήν Παλαιά Διαθήκη, στό βιβλίο τῆς Γενέσεως, ὅτι ὁ Θεός δημιούργησε ὅλον τόν κόσμο, τόν νοερό, τόν αἰσθητό καί στήν συνέχεια δημιούργησε τόν ἄνθρωπο, γράφεται ὅτι ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί καθ’ ὁμοίωσιν. «Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν» (Γεν. α΄, 26).

Στό ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι κατ’ εἰκόνα Θεοῦ, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας θεολόγησαν ὅτι εἶναι κατ’ εἰκόνα τοῦ Λόγου. Θά περιοριστῶ, ὅμως, στά ὅσα λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στίς ἐπιστολές του γιά τό θέμα αὐτό, τό πῶς ὁ ἄνθρωπος πού εἶναι κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, εἶναι εἰκόνα τοῦ Λόγου.

Ὅπως εἶπα προηγουμένως, ἡ πραγματική εἰκών τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου εἶναι ὁ Λόγος, καί ὁ ἄνθρωπος εἶναι κατ’ εἰκόνα τοῦ Λόγου, διότι διά τοῦ Λόγου μετέχει τῆς δόξης τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Καί αὐτό εἶναι πολύ σημαντικό, διότι τό πρωτότυπον καί τό ἀρχέτυπον τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁ Λόγος καί γι’ αὐτό ὁ Λόγος ἔγινε ἄνθρωπος, ἐνηνθρώπησε γιά νά ἀναπλάση «τήν πρίν πεσοῦσαν εἰκόνα».

Θά μνημονεύσω τρία χωρία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στά ὁποῖα γίνεται λόγος ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ.

Γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολή ὅτι μᾶς δημιούργησε ὁ Θεός καί μᾶς «προώρισε συμμόρφους τῆς εἰκόνος τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ» (Ρωμ. η΄, 29). Μᾶς δημιούργησε ὁ Θεός, γράφει, καί μᾶς ἔκανε νά εἴμαστε σύμμορφοι, νά ἔχουμε τήν ἴδια μορφή μέ τόν Υἱό Του. Καί ποιά εἶναι ἡ μορφή τοῦ Υἱοῦ Του; Εἶναι ἡ δόξα Του, ἡ θεότητά Του. Ἄρα, δημιούργησε τόν ἄνθρωπο γιά νά ἔχη τήν μορφή τοῦ Υἱοῦ Του, τῆς εἰκόνος τοῦ Υἱοῦ Του, νά μετέχη τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ.

Σέ μιά ἄλλη ἐπιστολή πάλι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, στήν πρός Κολοσσαεῖς Ἐπιστολή του, γράφει: «Ἀπεκδυσάμενοι τόν παλαιόν ἄνθρωπον σύν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ», ἀφοῦ, λέει ξεφορέσαμε τόν παλαιόν ἄνθρωπο μαζί μέ τίς πράξεις, τίς ἁμαρτίες, καί αὐτό ἔγινε μέ τό Μυστήριο τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος, «ἐνδυσάμενοι τόν νέον τόν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν» (Κολ. γ΄, 9-10).

Ἐδῶ φαίνεται τό ποιός εἶναι ὁ σκοπός τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου καί τῆς ἀναδημιουργίας του. Μέ τό ἅγιο Βάπτισμα ἀποβάλλουμε τόν παλαιό ἄνθρωπο μαζί μέ τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες του καί φορᾶμε τόν νέον ἄνθρωπον. Ποιός εἶναι αὐτός ὁ νέος ἄνθρωπος; Εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού ἑνώνεται μέ τόν Χριστό καί γίνεται ὅμοιος μέ τόν Χριστό• γι’ αὐτό καί γράφει «εἰς ἐπίγνωσιν κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν».

Καί σέ μιά ἄλλη ἐπιστολή του ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, στήν Α΄ πρός Κορινθίους ἐπιστολή του, ἀναφέρεται στό θέμα αὐτό. Γράφει: «Καὶ καθὼς ἐφορέσαμεν τὴν εἰκόνα τοῦ χοϊκοῦ, φορέσομεν καὶ τὴν εἰκόνα τοῦ ἐπουρανίου» (Α΄ Κορ. ιε΄, 49). Ὅπως γίναμε χοϊκοί ἄνθρωποι, δηλαδή πλαστήκαμε ἀπό τήν γῆ καί ἔχουμε σῶμα, καί ὅπως φορέσαμε τήν εἰκόνα τοῦ χοϊκοῦ καί εἴμαστε χοϊκοί μέ τήν θνητότητα καί τήν παθητότητα, λόγῳ τῆς πτώσεώς μας, ἔτσι μέσα στήν Ἐκκλησία πρέπει νά φορέσουμε τήν εἰκόνα τοῦ ἐπουρανίου. Ποιός εἶναι ὁ ἐπουράνιος; Ὁ Χριστός. Γι’ αὐτό καί, ὅπως ἔλεγε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς λίγο πρίν κοιμηθῆ, «τά ἐπουράνια εἰς τά ἐπουράνια», ὅσοι εἶναι ἐπουράνιοι εἰσέρχονται στά ἐπουράνια. Ἔτσι, πρέπει νά φορέσουμε τήν εἰκόνα τοῦ ἐπουρανίου.

Ἔτσι, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ πραγματική εἰκών τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου, καί ὁ ἄνθρωπος εἶναι κατ΄ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ καί πρέπει νά ἑνωθῆ μέ τόν Χριστό. Ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά φορέση τήν εἰκόνα τοῦ ἐπουρανίου, νά μετέχη τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, δηλαδή ἀπό τό κατ’ εἰκόνα νά φθάση στό καθ’ ὁμοίωσιν. Σέ τροπάριο τῆς Ἐκκλησίας ψάλλουμε: «Εἰκών εἰμι τῆς ἀρρήτου δόξης σου εἰ καί στίγματα φέρω πταισμάτων». Αὐτή εἶναι ἡ γνήσια ὀρθόδοξη Χριστολογία καί κατ’ ἐπέκτασιν καί ἡ ὀρθοδοξη ἀνθρωπολογία.

2. Ἀλλαγή ἀνθρωπολογίας

Τά τελευταῖα χρόνια ὑπάρχουν πολλοί θεολόγοι καί μέσα στόν δικό μας χῶρο, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ἀλλάξει αὐτήν τήν ἀνθρωπολογία. Ἐνῶ ὅλη ἡ διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης, ὅπως ἐδῶ ἀνέφερα τήν διδασκαλία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τήν ὁποία συναντᾶμε καί στούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὁμιλοῦν γιά τό ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καί πρέπει νά φθάση στό καθ’ ὁμοίωσιν, δηλαδή νά μετάσχη τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ, αὐτοί ἔχουν ἀλλάξει αὐτήν τήν ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία.

Ἐπηρεασμένοι ἀπό δυτικά φιλοσοφικά, θεολογικά, ψυχολογικά καί κοινωνικά ρεύματα, ἀντί νά μιλᾶνε γιά τό ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ», κάνουν λόγο γιά τό ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι πρόσωπο, καί μιλᾶνε γιά «τό ἀνθρώπινο πρόσωπο» τό ὁποῖο συνδέουν μέ τήν αὐτονομία, τήν ἐλευθερία καί τήν ἱκανοποίηση τῶν παθῶν.

Εἶναι πάρα πολύ χαρακτηριστικό τό ὅτι σήμερα πολλοί ἐπιμένουν στό θέμα τοῦ προσώπου γιά νά δικαιολογήσουν ὅλα τά πάθη, καί τά παρά φύσιν ἀκόμη πάθη, καί λένε ὅτι εἶναι πρόσωπα καί ἔχουν ἐλευθερία. Καί εἶδα μιά εἰσηγητική ἔκθεση στήν Βουλή, προκειμένου νά ψηφιστῆ ἕνας νόμος γιά τούς ἀνθρώπους πού ἔχουν ἕναν ἄλλο σεξουαλικό προσανατολισμό, στήν ὁποία γράφεται ὅτι καί αὐτοί εἶναι πρόσωπα, διότι ἔχουν ἐλευθερία καί αὐτονομία καί ἔχουν ἰδιαιτερότητα, πού σημαίνει ὅτι γίνεται μιά ἀλλαγή τῆς ὀρθοδόξου θεολογίας καί τῆς ὀρθοδόξου ἀνθρωπολογίας.

Καί γι' αὐτό πρέπει νά τονίζεται ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἁπλῶς πρόσωπο πού ἔχει ἐλευθερία, ἀλλά δημιουργήθηκε κατ’ εἰκόνα Θεοῦ καί πρέπει νά φθάση στό καθ’ ὁμοίωσιν. Βέβαια, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουμε ἐλευθερία, ἀλλά, ἄν τό πάρη κανείς ἀπό αὐτήν τήν πλευρά, ὁ καθένας εἶναι πρόσωπο καί ἔχει ἐλευθερία, ἀλλά μπορεῖ νά μή σωθῆ ἤ καί ὁ διάβολος πού ἔχει τήν ἐλευθερία καί τήν δυνατότητα τῶν ἐπιλογῶν του, εἶναι πρόσωπο.

Ἀλλά σήμερα πρέπει νά ἐπιμένουμε στήν θεολογία τῶν ἁγίων Πατέρων, οἱ ὁποῖοι ἀναλύουν τήν θεολογία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῆς παραδόσεως καί τῆς ἀποκάλυψης τοῦ Θεοῦ, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ, ἔτσι ὁλοκληρώνεται πνευματικά. Καί αὐτή ἡ ὁλοκλήρωση ἐπιτυγχάνεται μέσα στήν Ἐκκλησία μέ τά ἅγια Μυστήρια καί τήν τήρηση τῶν ἁγίων ἐντολῶν.

Ἔτσι, ἐνῶ εἴμαστε χοϊκοί, πρέπει νά φορέσουμε καί τήν εἰκόνα τοῦ ἐπουρανίου καί νά γίνουμε κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν τοῦ Θεοῦ. Αὐτό στήν πράξη εἶναι ἡ ὀρθόδοξη θεολογία, ἡ ὀρθόδοξη παράδοση καί ἡ ὀρθόδοξη ἐμπειρία, καί ἔτσι εἴμαστε πραγματικοί Ὀρθόδοξοι.

Γι' αὐτό σήμερα τιμᾶμε τίς ἱερές εἰκόνες καί λιτανεύουμε κρατώντας τίς εἰκόνες στά χέρια μας, ὥστε νά καταλάβουμε ὅτι πρέπει νά γίνουμε ἅγιοι, δηλαδή ἀπό τό κατ' εἰκόνα νά φθάσουμε στό καθ’ ὁμοίωσιν.

 

Δεῖτε τὸ θεῖο κήρυγμα

  • Προβολές: 53